ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 309/2002)

 

26 Νοεμβρίου, 2003

 

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 17, 19, 25, 26, 28, 29 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

GEOPHORAE (PUBLISHING) LTD,

Αιτητές,

 

v.

 

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ων η αίτηση.

____________________

 

ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8.10.2003.

Σ. Παπασάββας, για τους Αιτητές.

Ν. Χαραλάμπους, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Σ. Δράκος, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος αρ. 2, ΡΑΔΙΟ ΗΛΙΟΣ.

____________________

 

Α Π Ο ΦΑ Σ Η

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 5.4.2002 οι αιτητές άσκησαν την παρούσα προσφυγή με την οποία ζήτησαν τις πιο κάτω θεραπείες:

"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση που περιέχεται σε επιστολή ημερ. 4.2.2002 της Καθ΄ ης η Αίτηση με την οποία επικαλούμενη τον Νόμο 7(Ι)/98 (όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα) περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών, αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα για χορήγηση Άδειας Ίδρυσης, Εγκατάστασης και Λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού παγκύπριας κάλυψης, με το διακριτικό όνομα 'Κανάλι 7', είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος και πως ότι κατά παράλειψη δεν έγινε, θα πρέπει να γίνει (η επιστολή ημερ. 4.2.02 επισυνάπτεται ως Παρ. 1).

2. Δήλωση του Δικαστηρίου, ότι η παράνομη εκ μέρους της Καθ΄ ης η Αίτηση απόρριψη της Αίτησης των Αιτητών, οδηγεί και σε ακυρότητα τις παραχωρηθείσες άδειες προς την εταιρεία 'Athina Media Services Ltd' (σταθμός 'Ράδιο Αθήνα'), την εταιρεία 'Radio Elios Network Ltd' (σταθμός 'Ράδιο Ήλιος') και την εταιρεία Ραδιοτηλεοπτική Εταιρεία Ελληνική ΗΧΩ Λτδ (σταθμός 'Ράδιο Αμμόχωστος') που υστερούν εν σχέσει προς τους Αιτητές.»

Η υποβολή γραπτών αγορεύσεων συμπληρώθηκε την 2.9.2003.

Στις 8.10.2003 οι αιτητές καταχώρησαν αίτηση με την οποία ζητούν:

«Α. Άδεια και/ή Διαταγή του Δικαστηρίου για την καταχώρηση ένορκης δήλωσης του κ. Ανδρέα Καννάουρου, Προέδρου της Ένωσης Συντακτών, για να προσφέρει ειδική μαρτυρία εκ μέρους των Αιτητών, οι οποίοι φέρουν το βάρος απόδειξης, σε επίδικα θέματα που έχουν προκύψει στην παρούσα προσφυγή και άπτονται της ειδικότητας του, ιδίως δε για να καταδείξει ότι τα Μέλη της Καθ΄ ης η Αίτηση βαθμολόγησαν λανθασμένα τον Σταθμό των Αιτητών στα σημεία 1-7 του Παραρτήματος 22 της Ένστασης.

Β. ΄Αδεια και/ή Διαταγή του Δικαστηρίου για την καταχώρηση ένορκης δήλωσης του κ. Κώστα Αναστασιάδη, πρώην Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών Ρ.Ι.Κ., για να προσφέρει ειδική μαρτυρία εκ μέρους των Αιτητών, οι οποίοι φέρουν το βάρος απόδειξης, σε επίδικα θέματα που έχουν προκύψει στην παρούσα προσφυγή και άπτονται της ειδικότητας του, ιδίως δε για να καταδείξει ότι τα Μέλη της Καθ΄ ης η Αίτηση βαθμολόγησαν λανθασμένα τον Σταθμό των Αιτητών στα σημεία 11-14 του Παραρτήματος 22 της Ένστασης.»

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση οι αιτητές ισχυρίσθηκαν ότι οι καθ΄ων η αίτηση βαθμολόγησαν τον σταθμό τους λανθασμένα, αυθαίρετα, σε αντίθεση προς τα στοιχεία του φακέλου, βάσει άκρως υποκειμενικών κριτηρίων και χωρίς την παραμικρή αιτιολογία. Ισχυρίσθηκαν, επίσης, ότι δίδοντας τις συγκεκριμένες βαθμολογίες οι καθ΄ ων η αίτηση έδρασαν εντελώς εκτός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας. Αυτό δε ενισχύεται και από το γεγονός ότι σε πλείστες περιπτώσεις οι βαθμολογίες των Μελών βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τη γνώμη της ειδικού των καθ΄ ων η αίτηση.

Οι αιτητές περαιτέρω ισχυρίσθηκαν ότι οι ζητούμενες μαρτυρίες θα βοηθήσουν ώστε να αποκαλυφθούν στοιχεία αναγκαία για την πλήρη διερεύνηση των πιο πάνω ισχυρισμών τους από το Δικαστήριο. Με τις επιδιωκόμενες μαρτυρίες - συνέχισαν - αποβλέπουν στο να παρουσιάσουν στοιχεία απόλυτα σχετικά με τις λανθασμένες βαθμολογίες που δόθηκαν στον σταθμό τους στα σημεία 1-7. Οι μαρτυρίες αυτές - κατέληξαν - θα συντελέσουν στην πλήρη διερεύνηση του κύρους της προσβαλλόμενης απόφασης και θα επιτρέψουν στην πλήρη απονομή της δικαιοσύνης.

Η αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας δεν βρήκε σύμφωνους τους καθ΄ων η αίτηση και το Ε.Μ. 2. Επί του προκειμένου οι καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίστηκαν, ανάμεσα σ΄ άλλα, ότι οι αιτητές «επιδιώκουν να προσαγάγουν μαρτυρία επί τεχνικών θεμάτων και, γενικά, επί θεμάτων που ανάγονται στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης και είναι ανέλεγκτα από το Δικαστήριο, εκτός αν αποδειχθεί πλάνη περί τα πράγματα, αντικειμενική ανυπαρξία των γεγονότων πάνω στα οποία στηρίχθηκε η απόφαση ή μη λήψη υπόψη ουσιωδών σχετικών γεγονότων ή λήψη υπόψη άσχετων γεγονότων». Οι αιτητές - κατέληξαν - οι καθ΄ ων η αίτηση «τόσο στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου τους όσο και στην αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας και την ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει, δεν προβάλλουν οποιουσδήποτε συγκεκριμένους ισχυρισμούς που να στοιχειοθετούν πλάνη με την πιο πάνω έννοια».

Το Ε.Μ. 2 - Radio Elios Network Ltd - στην ένσταση του πρόβαλε τις πιο κάτω θέσεις:

«(α) Η προσαγωγή μαρτυρίας επιτρέπεται μόνο όταν η απόδειξη συγκεκριμένων γεγονότων καθίσταται αναγκαία προς τεκμηρίωση οποιουδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης ή όπου η απόδειξη τους δυνατόν να οδηγήσει στην απόρριψη κάποιου από τους λόγους ακύρωσης. Μαρτυρία η οποία διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει το περιεχόμενο στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή εφόσον, το κύρος της απόφασης, συναρτάται με το πραγματικό καθεστώς που η διοίκηση είχε υπόψη κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης.

(β) Δεν μπορεί να τίθεται θέμα προσαγωγής μαρτυρίας με σκοπό να διαμορφώσει το Δικαστήριο πρωτογενή κρίση αναφορικά με το διοικητικό θέμα της συνύπαρξης των προϋποθέσεων για χορήγηση της άδειας ραδιοφωνικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας στα ενδιαφερόμενα μέρη και της απόρριψης της αίτησης των Αιτητών για χορήγηση τέτοιας άδειας.

(γ) Στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση αποβλέπει στη δημιουργία πρωτογενούς κρίσης ως προς το αν ο αιτητής δικαιούται να του χορηγηθεί η άδεια ραδιοφωνικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας. Τα γεγονότα που η διοίκηση έλαβε υπόψη για τη διαμόρφωση της κρίσης ως προς το κατά πόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας από τον αιτητή δεν μπορούν να αλλοιωθούν ή να μεταβληθούν με τη μαρτυρία που ο αιτητής επιδιώκει να προσαγάγει. Η κύρια αίτηση του αιτητή θα κριθεί με βάση τα στοιχεία που η διοίκηση έλαβε υπόψη κατά τον κρίσιμο χρόνο και την επάρκεια της έρευνας που έχει διεξαχθεί.

(δ) Η προσαγωγή της αιτούμενης μαρτυρίας δεν θα υποβοηθήσει το Σεβαστό δικαστήριο στην εκδίκαση της παρούσας προσφυγής, αλλά θα καταλήξει στην εισαγωγή άσχετου υλικού και ουδόλως θα αποδείξει και/ή τεκμηριώσει οποιουσδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, που ο αιτητής επικαλείται στην προσφυγή του.»

Στην Ιωσηφίδη ν. Ρ.Ι.Κ., Υποθ. 300/2003/20.11.2003 έχω προβεί σε επισκόπηση της σχετικής με την προσαγωγή μαρτυρίας νομολογία. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:

«Στην Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, 68 λέχθηκε ότι ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που θα ακολουθούνται στην εξέταση της αποδοχής οιασδήποτε μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οιονδήποτε επίδικο θέμα και αποδεικτική οιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου και μπορεί να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή της δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του (βλ. και την απόφαση της Ολομέλειας Ζαβρού ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106 ).

 

Με το ρυθμιστικό ρόλο του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη έχει ασχοληθεί η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Δημοκρατία ν. Kassinos Constructions (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835. Είπε ο Νικήτας, Δ., στη σελ. 3840 της απόφασης:

'Ο ρυθμιστικός ρόλος του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη είναι διάφορος και ευρύτερος από αυτόν που επιτρέπει το δικονομικό σύστημα που επικρατεί στην πολιτική δίκη. Η διαφορά εκπηγάζει από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας σε συνδυασμό με τη φύση του ανακριτικού συστήματος. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας, που διέπει την πολιτική δίκη και που η ευθύνη για την εισαγωγή μαρτυρίας βαρύνει τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στο δικαστή. Οι αρχές αυτές είναι διάχυτες στο διαδικαστικό κανονισμό του 1962. Στον Γ. Παπαχατζή 'Μελέται επί του Δικαίου των Διοικητικών Διαφορών' στη σελ. 36 συναντούμε την ακόλουθη εύστοχη παρατήρηση επί του θέματος:

'Ο Δικαστής, ουχί δ΄ οι διάδικοι, διευθύνει την έρευναν του πραγματικού μέρους της υποθέσεως.'

(Βλ. και Malais and Others v. Republic (1965) 3 C. L.R. 572, 574).

Οι πιο πάνω αρχές υιοθετήθηκαν στη Ράφτης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3269/18.4.2003 στην οποία λέχθηκαν και τα εξής:

'Γνώμονας είναι πάντα η σχετικότητα της μαρτυρίας, έχοντας βέβαια πάντοτε κατά νου τον εξεταστικό χαρακτήρα της ακυρωτικής διαδικασίας. Το Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι, λαμβανομένων βέβαια υπ΄ όψιν των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή, τα γεγονότα τα οποία επιδιώκεται να αποδειχθούν είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα (Petrolina Ltd κ.α. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. 223/2000 κ.α./4.4.2002).

Ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που ακολουθούνται στην εξέταση για αποδοχή οποιασδήποτε μαρτυρίας, είναι το κατά πόσο η μαρτυρία αυτή είναι εύλογα σχετική και αποδεικνύει οιονδήποτε επίδικο θέμα, μπορεί δε να βοηθήσει το Δικαστήριο στη συγκεκριμένη περίπτωση (Ζαβρού ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106 και Kyriakides v. Republic, 1 RSCC 66).

Ακόμα θα πρέπει η μαρτυρία να σχετίζεται με την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης πράξης με τέτοιο τρόπο που το ίδιο το δικαστήριο να θέλει να την αναζητήσει (Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72, 74). Πρωταρχικό καθήκον του δικαστηρίου είναι η διερεύνηση των συνθηκών λήψης της απόφασης (Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 739/87 κ.α./26.4.1989).

Προσαγωγή μαρτυρίας επιτρέπεται μόνο όταν η απόδειξη των συγκεκριμένων γεγονότων δυνατόν να τεκμηριώσει οποιονδήποτε των λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης (Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. 999/91/24.9.1992, Lordos Hotels Holdings Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υποθ. 71/97/18.11.1999), αλλά και όπου η απόδειξή τους δυνατόν να απορρίψει κάποιο λόγο ακύρωσης.

.................................. .................................................. .................................................. ...............

Η αξιολόγηση των γεγονότων δεν βαρύνει το Δικαστήριο, αλλά βέβαια το ίδιο το διοικητικό όργανο (Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, ανωτέρω και Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, 325).'

Επισκόπηση της σχετικής νομολογίας έγινε και στην Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3420/29.9.93 στην οποία τονίσθηκαν τα εξής:

'Πρέπει να τονισθεί ότι οι διάδικοι δεν μπορούν να προσαγάγουν μαρτυρία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Η παροχή της άδειας του Δικαστηρίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την παρουσίαση μαρτυρίας. Η σχετική άδεια μπορεί να δοθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 των Κανονισμών του 1962 κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, είτε προφορικά είτε εγγράφως (Βλ. Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023 και Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1883/14.7.97).'

Τέλος χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.α., Α.Ε. 2064/21.7.99 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:

'΄Εχει, επίσης, νομολογηθεί ότι δε μπορεί να γίνει αποδεκτή μαρτυρία η οποία να διαφοροποιεί, να αλλοιώνει ή να μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης. Το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη. Αν τα στοιχεία ενώπιον του διοικητικού οργάνου είναι ασαφή, η αποσαφήνισή τους δεν εναπόκειται στο δικαστήριο αλλά στο ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την ευθύνη για την αξιολόγηση τους (Βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. 999/91/24.9.92 και Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317, 325). Βλ. επίσης και Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 911/93 και 951/93/18.4.97 - απόφαση της Ολομέλειας, στην οποία κρίθηκε ότι δεν ήταν δυνατή η πρωτογενής κρίση στοιχείων τα οποία δεν είχαν τεθεί ενώπιον της Ε.Δ.Υ. (Βλ. και Κολοκοτρώνη ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 590/96/13.6.97 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 716/96/27.3.98).

Το ανεπιθύμητο της διαφοροποίησης, αλλοίωσης ή μεταβολής των στοιχείων που είχαν τεθεί ενώπιον της διοίκησης πηγάζει από τη φύση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου και από τις αρχές που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο διοικητικών πράξεων. Ως προς το πρώτο ζήτημα - τη φύση της δικαιοδοσίας - ο έλεγχος που συντελείται με την άσκηση προσφυγής, δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος, είναι ακυρωτικός, δηλαδή έλεγχος της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και όχι έλεγχος ουσίας. Ως προς το δεύτερο ζήτημα - του δικαστικού ελέγχου - σύμφωνα με πάγια και καλώς θεμελιωμένη αρχή της νομολογίας το διοικητικό δικαστήριο επεμβαίνει μόνο οσάκις διαπιστώνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον της η διοίκηση.

Είναι πρόδηλο από το περιεχόμενο της μαρτυρίας που έχει προσαχθεί ότι αυτή 'μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ.'. Αυτή η κατάσταση πραγμάτων συγκρούεται με την νομολογιακή αρχή η οποία έχει διατυπωθεί στις υποθέσεις Κωνσταντίνου και Συμεωνίδου (πιο πάνω), με την οποία συμφωνούμε. Ακολουθεί πως εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκαμε δεκτή την αποδοχή της σχετικής μαρτυρίας. Εφόσο είχε κριθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έπασχε λόγω απουσίας δέουσας έρευνας αναφορικά με τα προσόντα του Ε.Μ. το θέμα της κατοχής των προσόντων έπρεπε να είχε αφεθεί να διερευνηθεί από το διορίζον όργανο. Ούτε και ήταν επιτρεπτή η προσαγωγή προφορικής μαρτυρίας για το λόγο που είχε προσδιορίσει το πρωτόδικο δικαστήριο - προς διασαφήνιση του βάθρου της προσβαλλόμενης απόφασης - γιατί η αποσαφήνιση των στοιχείων ανήκει στο διορίζον όργανο (Βλ. Κωνσταντίνου, πιο πάνω). Το μη αποδεκτό της μαρτυρίας αφαιρεί το βάθρο πάνω στο οποίο έχει θεμελιωθεί η επίδικη πρωτόδικη κρίση. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος της έφεσης πρέπει να πετύχει και το σχετικό συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου πρέπει να παραμερισθεί.'»

Το Παράρτημα 22 της ένστασης, το οποίο αποτελεί το κύριο αντικείμενο της προτεινόμενης μαρτυρίας φέρει την επικεφαλίδα «Έντυπο Αξιολόγησης Αίτησης για Άδεια Ίδρυσης Εγκατάστασης και Λειτουργίας Ραδιοφωνικού Τηλεοπτικού Σταθμού».

Ο Πίνακας βαθμολογίας του πιο πάνω εντύπου έχει ως εξής:

«Πίνακας Βαθμολογίας

Πολύ Καλός (5)

Καλός (4)

Μέτριος (3)

Ανεπαρκής (2)

Πολύ Ανεπαρκής (1)»

Η αξιολόγηση αφορά, ανάμεσα σ΄ άλλα, και τα πιο κάτω στοιχεία: Διεύθυνση και Προσωπικό, Προγραμματισμό, Οικονομικό και Τεχνικό Εξοπλισμό.

Καθώς φαίνεται από την αίτηση η προτεινόμενη μαρτυρία στοχεύει στο να καταδείξει ότι οι καθ΄ων η αίτηση βαθμολόγησαν τον σταθμό των αιτητών:

  1. Σε αντίθεση προς τα στοιχεία του φακέλου και τη γνώμη της ειδικού των καθ΄ ων η αίτηση.
  2. Χωρίς αιτιολογία.
  3. Λανθασμένα και αυθαίρετα και βάσει άκρως υποκειμενικών κριτηρίων.

Σε σχέση με τους λόγους 1 και 2 παρατηρώ:

Αν όντως η βαθμολογία βρίσκεται σε αντίθεση προς τα στοιχεία του φακέλου και την γνώμη της ειδικού αυτό είναι ζήτημα που αποδεικνύεται με την σύγκριση της βαθμολογίας από την μια και των στοιχείων του φακέλου και της γνώμης της ειδικού από την άλλη. Επομένως δεν παρίσταται ανάγκη προσαγωγής οποιασδήποτε μαρτυρίας. Πρόσθετα η βαθμολογία αποτελούσε ένα από τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη από τους καθ΄ ων η αίτηση κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Προσαγωγή της προτεινόμενης μαρτυρίας ισοδυναμεί με απόπειρα διαφοροποίησης, αλλοίωσης ή μεταβολής του περιεχομένου των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη. Μια τέτοια πορεία είναι ανεπίτρεπτη (βλ. Ρούσος, πιο πάνω).

Σε σχέση με την έλλειψη αιτιολογίας θεωρώ ότι η ύπαρξη ή όχι αιτιολογίας αποτελεί ζήτημα που εξετάζεται με βάση το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης και το περιεχόμενο του φακέλου. Δεν είναι ζήτημα που αποδεικνύεται με μαρτυρία.

Τέλος αναφορικά με το λόγο 3 - λανθασμένη και αυθαίρετη βαθμολογία με βάση άκρως υποκειμενικά κριτήρια - παρατηρώ τα εξής:

Σε θέματα της βαθμολογίας κυρίαρχο στοιχείο είναι το υποκειμενικό κριτήριο. Επομένως προσαγωγή μαρτυρίας με σκοπό - προφανώς - να καταδειχθεί ότι οι αιτητές έπρεπε να τύχουν ψηλότερης βαθμολογίας θα έχει τις εξής συνέπειες:

(α) Μεταβολή και αλλοίωση των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από τους καθ΄ ων η αίτηση.

(β) Το Δικαστήριο θα αναλάμβανε να προβεί σε πρωτογενή κρίση στοιχείων τα οποία δεν είχαν τεθεί - και δεν ευρίσκοντο - ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση.

Οι πιο πάνω δύο συνέπειες έχουν αποδοκιμασθεί από τη Νομολογία (βλ. Ρούσος, πιο πάνω). Πρόσθετα έργο του Δικαστηρίου δεν είναι η ανάληψη πρωτογενούς κρίσης αλλά η κρίση επί του κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή με βάση το υλικό που βρισκόταν ενώπιον των καθ΄ ων η αίτηση.

Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής αλλά σε καμιά περίπτωση να επιδικασθούν εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους 2.

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο