ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 859/2002)

 

25 Σεπτεμβρίου, 2003

 

[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΣΠΡΟΦΤΑΣ,

Αιτητής,

v.

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ' ου η αίτηση.

____________________

Κ. Γεωργιάδου (κα.), για τον Αιτητή.

Αλ. Λυκούργου (κα.) για Γ. Τριανταφυλλίδη, για τον Καθ' ου η αίτηση.

 

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής κατέχει τη θέση του Επιστάτη στο Καθ΄ ου η αίτηση Συμβούλιο (το Συμβούλιο) από την 1.2.91. Ήταν ένας από τους υποψηφίους για προαγωγή στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη (η επίδικη θέση). Το Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 24.7.2002 (η προσβαλλόμενη απόφαση) επέλεξε για προαγωγή στην επίδικη θέση τον Ανδρέα Χαραλάμπους (το Ε.Μ.). Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει:

(α) Την ακύρωση της προαγωγής του Ε.Μ. στην επίδικη θέση.

(β) Την ακύρωση της απόφασης του Συμβουλίου με την οποία κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα της επίδικης θέσης.

Η θεραπεία (β) απορρίπτεται. Ο αιτητής είχε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας πλήρωσης της επίδικης θέσης θεωρηθεί ως προσοντούχος υποψήφιος. Η δε σχετική προδικαστική ένσταση του Συμβουλίου για έλλειψη εννόμου συμφέροντος λόγω μη κατοχής των σχετικών προσόντων αποσύρθηκε στο στάδιο των διευκρινίσεων.

Στη συνέχεια θα εξεταστεί η θεραπεία (α).

Η επίδικη θέση είναι θέση προαγωγής. Μετά την προκήρυξη της - στις 19.2.2002 - υπέβαλαν αίτηση ο αιτητής, το Ε.Μ. και τρεις άλλοι υποψήφιοι. Όλοι οι υποψήφιοι κλήθηκαν σε προσωπικές συνεντεύξεις ενώπιον της Επιτροπής Προσωπικού του Συμβουλίου (η Επιτροπή Προσωπικού).

Αφού αξιολόγησε τους υποψηφίους η Επιτροπή Προσωπικού υπέβαλε εισήγηση προς την Ολομέλεια του Συμβουλίου για προαγωγή του Ε.Μ. στην επίδικη θέση. Εν όψει των λόγων ακύρωσης παρίσταται ανάγκη παράθεσης ολόκληρου του κειμένου της σχετικής εισήγησης:

«Θέση Βοηθού Αρχιεπιστάτη: Τη συγκεκριμένη θέση διεκδίκησαν κατά σειρά υποβολής υποψηφιότητας οι ακόλουθοι Επιστάτες:

Κωνσταντίνος Ορφανός, Κυριάκος Γεωργίου, Ανδρέας Χαραλάμπους, Χαράλαμπος Χριστοφής και Χαράλαμπος Ασπρόφτας.

Ο Διευθυντής ετοίμασε και υπέβαλε πριν από την πραγματοποίηση των συνεντεύξεων λεπτομερή έκθεση σε ότι αφορούσε την Αξία, τα Προσόντα και την Αρχαιότητα ενός εκάστου των υποψηφίων. Ταυτόχρονα υποβλήθηκε και συγκεκριμένη γραπτή έκθεση που ετοιμάστηκε από τους Προϊστάμενο Τεχνικών Υπηρεσιών και Αρχιεπιστάτη σε ότι αφορούσε το χαρακτήρα, τη συμπεριφορά, την ευσυνειδησία, την τεχνική κατάρτιση και την καταλληλότητα για προαγωγή του κάθε υποψηφίου. Επίσης τέθηκαν στη διάθεση των Μελών της Επιτροπής Προσωπικού και οι προσωπικοί φάκελοι των πέντε υποψηφίων.

Αφού μελετήθηκαν τα ως άνω αναφερόμενα στοιχεία, ακολούθησε 15λεπτη συνέντευξη με τον κάθε υποψήφιο κατά την οποία υποβλήθηκαν οι προαποφασισθείσες από την αρμόδια Επιτροπή ερωτήσεις προς όλους ανεξαίρετα τους υποψηφίους. Μέσα από τις ερωτήσεις που αφορούσαν τα καθήκοντα του Επιστάτη και του Βοηθού Αρχιεπιστάτη, τη δυνατότητα και μεθόδους αύξησης της παραγωγικότητας, τη σημασία της λήψης μέτρων ασφάλειας κατά τις ώρες εργασίας, την προσπάθεια αναβάθμισης της εικόνας των συνεργείων μας, τις εμπειρίες και απόψεις κάθε υποψήφιου με τα διάφορα είδη υλικών και κυρίως υδροσωλήνων που χρησιμοποιούν, τις πηγές προέλευσης του νερού μας όπως και γενικότερες γνώσεις σχετιζόμενες με την Υπηρεσία, επιβεβαιώθηκαν απόλυτα οι δια των εμπιστευτικών εκθέσεων δοθείσες εκ των προτέρων απόψεις του Διευθυντή, του Προϊστάμενου Τεχνικών Υπηρεσιών και του Αρχιεπιστάτη.

Πιο συγκεκριμένα για τη θέση προαγωγής από Επιστάτη σε Βοηθό Αρχιεπιστάτη διαφάνηκε και επιβεβαιώθηκε πως όλοι οι υποψήφιοι είχαν από πλευράς προσόντων τα προβλεπόμενα από το σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα, χωρίς όμως να προκύπτουν στοιχεία που να συνιστούν καταφανή υπεροχή στο θέμα αυτό κάποιου των υποψηφίων.

Σε ότι αφορά την Αρχαιότητα κατά σειρά προτεραιότητας και βάση των στοιχείων στους προσωπικούς φακέλους υπερέχουν οι Χαράλαμπος Ασπρόφτας που διορίστηκε σε Επιστάτη την 1 Μαρτίου 1991, ο Κωνσταντίνος Ορφανός που προήχθη σε Επιστάτη την 1 Ιανουαρίου 1993 και ακολουθούν οι Ανδρέας Χαραλάμπους και Χαράλαμπος Χριστοφής που είχαν προαχθεί σε Επιστάτες την 1 Ιανουαρίου 1994. Για τον Κυριάκο Γεωργίου έγινε ξεχωριστή αναφορά αφού ο τίτλος της θέσης που κατείχε στο Δήμο Λατσιών από τις 20 Φεβρουαρίου 1984 ήταν υδραυλικός-Επόπτης, ενώ στο ΣΥΛ εντάχθηκε άμεσα στα πλαίσια ενοποίησης των Υπηρεσιών σε Επιστάτη την 1 Οκτωβρίου 2001.

Σε ότι αφορούσε την Αξία, ήταν καταφανής η υπεροχή του Ανδρέα Χαραλάμπους, ομόφωνη δε είναι η εισήγηση της αρμόδιας Επιτροπής προς την Ολομέλεια για προαγωγή σε Βοηθό Αρχιεπιστάτη του Επιστάτη Ανδρέα Χαραλάμπους.

Ανεξάρτητα της ως άνω ομόφωνης εισήγησης για αξιοκρατική προαγωγή, η Επιτροπή Προσωπικού σημείωσε με ιδιαίτερη ικανοποίηση τη διαπίστωση ότι όλοι οι υποψήφιοι ήταν αξιόλογοι και διαχώρισε μετά από πολλή προβληματισμό τους υποψήφιους, πέραν του Α. Χαραλάμπους για τον οποίο γίνεται εισήγηση για προαγωγή, σε δύο ομάδες, την ομάδα εκ των Χαράλαμπου Χριστοφή και Κυριάκου Γεωργίου για τους οποίους λόγω ηλικίας αλλά και πολύ καλής προσπάθειας και δυνατοτήτων, θα έχουν προφανώς μελλοντικά ευκαιρία ανέλιξης σε θέση Βοηθού Αρχιεπιστάτη και την ομάδα εκ των Ντίνου Ορφανού και Χαράλαμπου Ασπρόφτα που λόγω ηλικίας περιορίζονται σημαντικότατα οι πιθανότητες μελλοντικής ανέλιξης τους. Ιδιαίτερα προβληματιζόμενη για τον ξεχωριστά φιλότιμο και πολύπειρο Επιστάτη μας κ. Χαράλαμπο Ασπρόφτα, του οποίου η παρουσία στη συνέντευξη ήταν ιδιαίτερα αξιόλογη και λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα όσα ήδη με τις δύο Συντεχνίες συζητήθηκαν, αλλά κυρίως και για σκοπούς παραδειγματισμού και ενθάρρυνσης όλου του υπόλοιπου Προσωπικού, μελετά την πιθανότητα να εισηγηθεί στην Ολομέλεια με αφορμή και τις πιθανολογούμενες σημαντικές επεκτάσεις, ακόμα μια υπεράριθμη θέση Βοηθού Αρχιεπιστάτη έναντι νοείται κατάργησης μιας θέσης Επιστάτη, στην οποία κατά το δυνατό να προαχθεί, νοουμένου ότι θα αφυπηρετήσει σύντομα, ο προαναφερθείς Επιστάτης που ας σημειωθεί υπερέχει των υπόλοιπων σε Αρχαιότητα. Νοείται ότι η κατά τον τρόπο αυτό δημιουργηθησόμενη υπεράριθμη θέση θα καταργηθεί αμέσως μετά την αφυπηρέτηση του.»

Η έκθεση του Διευθυντή στην οποία αναφέρεται η πιο πάνω εισήγηση έχει ως εξής:

"5. Χαράλαμπος Ασπρόφτας (Αιτητής): Ο Χαράλαμπος Ασπρόφτας γεννήθηκε στις 27.6.1951 στην Τρυπημένη. Στο ΣΥΛ προσλήφθηκε σαν έκτακτος Εργάτης στις 6 Φεβρουαρίου 1980 και τον αμέσως επόμενο χρόνο εντάχθηκε στο τακτικό Προσωπικό του ΣΥΛ. Το 1983 προήχθη σε μηνιαίο Τεχνίτη και μεταγενέστερα, την 1η Μαρτίου 1991, προήχθη σε Επιστάτη. Είναι παντρεμένος, χωρίς παιδιά.

Από τα υφιστάμενα στοιχεία φαίνεται πως ο κύριος Χαράλαμπος Ασπρόφτας έτυχε πολύ περιορισμένων ευκαιριών μόρφωσης και δεν έχει φοιτήσει καθόλου σε ανώτερο Σχολείο. Είναι πάντοτε πρόθυμος και είναι επίσης πολύ καλός τεχνίτης, πάρα πολύ καλός από πλευράς εκτέλεσης εργασίας ενώ σαν Επιστάτης, αξιολογείται επίσης σαν πολύ καλός.

6. Ανδρέας Χαραλάμπους (Ε.Μ.): Ο Ανδρέας Χαραλάμπους κατάγεται από το Παλαιομέτοχο και γεννήθηκε στις 30.5.1959. Στο ΣΥΛ εργοδοτήθηκε τον Αύγουστο του 1983 σαν Εργάτης και τον αμέσως επόμενο χρόνο έγινε τακτικός. Την 1η Ιανουαρίου 1987 προήχθη σε Τεχνίτη και από την 1η Ιανουαρίου 1994 σε Επιστάτη. Είναι παντρεμένος, έχει τέσσερα παιδιά και από τα υφιστάμενα στοιχεία φαίνεται να έχει αποφοιτήσει την εξατάξια Ιδιωτική Σχολή Μέσης Εκπαίδευσης ΚΤΕΕ. Ο Ανδρέας Χαραλάμπους είναι εξαιρετικός τεχνίτης, πάντοτε πρόθυμος και φιλότιμος, δίκαια δε αξιολογείται σαν εξαίρετος Υπάλληλος.»

Η έκθεση του Διευθυντή - ημερ. 14.5.2002 - περιέχει και συγκριτικό πίνακα «σε ότι αφορά τα αξιολογούμενα στοιχεία που αφορούν την αξία, τα προσόντα και την υπηρεσία» ενός εκάστου των υποψηφίων.

Ένα άλλο στοιχείο που λήφθηκε υπόψη από την Επιτροπή Προσωπικού ήταν η αξιολόγηση των υποψηφίων από τους άμεσα προϊσταμένους του - τον Προϊστάμενο Τεχνικών Υπηρεσιών (κ. Π. Θεοδουλίδη) και τον Αρχιεπιστάτη (κ. Σ. Λεωνίδου). Την παραθέτω:

«Χαράλαμπος Ασπρόφτας (Αιτητής):

Χαρακτήρας: Καλός

Συμπεριφορά: Καλή

Ευσυνειδησία/Συνέπεια: Καλή

Τεχνική κατάρτιση: Μέτρια

Καταλληλότητα για προαγωγή: Ακατάλληλος

Σχόλια: Είναι ακατάλληλος για προαγωγή διότι δεν διαθέτει επαρκή τεχνική κατάρτιση.

Ανδρέας Χαραλάμπους (Ε.Μ.):

Χαρακτήρας: Πάρα πολύ καλός

Συμπεριφορά: Πάρα πολύ καλή

Ευσυνειδησία/Συνέπεια: Πάρα πολύ καλή

Τεχνική κατάρτιση: Πάρα πολύ καλή

Καταλληλότητα για προαγωγή: Κατάλληλος

Σχόλια: Η τεχνική του κατάρτιση είναι σχεδόν άριστη ιδιαίτερα στην τοποθέτηση μεγάλων αγωγών και την κατασκευή περίπλοκων έργων, όμως επιδέχεται βελτίωσης και περαιτέρω επιμόρφωσης.»

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στις 24.7.2002. Παραθέτω το σχετικό μέρος της:

«Σε ότι αφορά τις προαγωγές Προσωπικού στις υφιστάμενες προκηρυχθείσες εσωτερικά θέσεις, οι ομόφωνες σε όλες ανεξαίρετα τις περιπτώσεις εισηγήσεις της Επιτροπής Προσωπικού, που βασίστηκαν στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, στις απόψεις του Διευθυντή και στις εντυπώσεις που η Επιτροπή συναποκόμησε από τις πραγματοποιηθείσες 20λεπτες για κάθε υποψήφιο συνεντεύξεις συνιστούν την προαγωγή,

(α) Του Επιστάτη Ανδρέα Χαραλάμπους στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη.

(β) Των Τεχνικών Πανίκκου Χατζηχαραλάμπους και Χαράλαμπου Γ. Χαραλάμπους σε Επιστάτες, και

(γ) Των Εργατών Νεοκλή Αθανασίου και Μάριου Κούκου σε Τεχνίτες.

Αξιοσημείωτη είναι γενικά η παρατήρηση της Επιτροπής Προσωπικού για την πολύ καλή εικόνα σχεδόν όλων των υποψηφίων που διεκδίκησαν τις πιο πάνω θέσεις.

Η Ολομέλεια, αφού άκουσε τις θέσεις του Προέδρου της Επιτροπής Προσωπικού επί των πιο πάνω προτάσεων και ικανοποιήθηκε στις υποβληθείσες διευκρινιστικές ερωτήσεις, ομόφωνα ενέκρινε τις ως άνω προαγωγές από 1.8.2002.»

Οι λόγοι ακύρωσης.

Πρώτος λόγος ακύρωσης - Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.

Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή υπέβαλε ότι το Συμβούλιο δεν αιτιολογεί το σκεπτικό της προαγωγής του Ε.Μ..

Στην Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 272, 273 το θέμα της αιτιολογίας έχει τεθεί ως εξής:

«Σειρά αποφάσεων της Νομολογίας μας σε πλήρη ταύτιση με την θέση της Ελληνικής Νομολογίας έχει τονίσει την ανάγκη για αιτιολογία των ατομικών διοικητικών πράξεων (Βλ. ανάμεσα σ΄ άλλα Papadopoulos v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1070, 1079, J M C Polytrade v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 301, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929-59, σελ. 183, 186, 187).

Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια. Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου. Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν. Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (Βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).

Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).

Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (Βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476).

Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. 'Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μή εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν' (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).»

Είναι πρόδηλο από το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης (έχει παρατεθεί στις σελ. 5-6, πιο πάνω) ότι το Συμβούλιο έχει υιοθετήσει την εισήγηση της Επιτροπής Προσωπικού. Επομένως η εισήγηση της Επιτροπής αποτελεί μέρος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Περαιτέρω, σύμφωνα με την προσβαλλόμενη απόφαση, το Συμβούλιο «άκουσε τις θέσεις του Προέδρου της Επιτροπής Προσωπικού επί των πιο πάνω προτάσεων και ικανοποιήθηκε στις υποβληθείσες διευκρινιστικές ερωτήσεις».

Έχω την άποψη πως οι θέσεις του Προέδρου της Επιτροπής Προσωπικού και τα όσα διευκρινιστικά ανέφερε αποτελούν μέρος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Επίσης αποτελούσαν παράγοντες που ουσιωδώς επηρέασαν το διορίζον όργανο. Ωστόσο δεν έχουν καταγραφεί. Η μη καταγραφή τους καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση αναιτιολόγητη και κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης. Αυτό έχει βεβαιωθεί στην Christodoulides and Another v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1637, 1639 (απόφαση της Ολομέλειας):

"The failure to record the said views of the Heads of Department, which obviously were factors which have materially influenced the Commission in reaching its sub judice decision, not only has offended against basic principles of proper administration, but has also deprived such decision of an essential part of its reasoning, thus rendering proper judicial control impossible."

Σε μετάφραση:

«Η παράλειψη να καταγραφούν οι εν λόγω απόψεις των Προϊσταμένων του Τμήματος, οι οποίες έκδηλα ήταν παράγοντες που είχαν ουσιωδώς επηρεάσει την Επιτροπή κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, όχι μόνο έχει παραβιάσει τις βασικές αρχές της χρηστής διοίκησης αλλά έχει στερήσει την απόφαση ενός απαραίτητου μέρους της αιτιολογίας της καθιστώντας έτσι τον δικαστικό έλεγχο ανέφικτο.»

(Βλ. και Νικολαϊδης ν. Α.Η.Κ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 1172, 1180, Χαραλάμπους ν. Α.Η.Κ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 924, Ζαπίτη ν. Α.Η.Κ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 917, Πετούσης ν. Α.Η.Κ. (Αρ. 1) (1989) 3 Α.Α.Δ. 1230 και Χριστοφή ν. Α.Η.Κ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 603).

Υπάρχει και δεύτερη πλημμέλεια της αιτιολογίας.

Στην πιο πάνω εισήγηση της Επιτροπής Προσωπικού σημειώνεται ότι μέσα από τη συνέντευξη «επιβεβαιώθηκαν απόλυτα οι δια των εμπιστευτικών εκθέσεων δοθείσες εκ των προτέρων απόψεις του Διευθυντή, του Προϊσταμένου Τεχνικών Υπηρεσιών και του Αρχιεπιστάτη».

Σύμφωνα με τις απόψεις των δύο τελευταίων ο αιτητής ήταν «ακατάλληλος για προαγωγή». Ωστόσο στην τελευταία παράγραφο της εισήγησης της Επιτροπής Προσωπικού ο αιτητής περιγράφεται ως «ξεχωριστά φιλότιμος και πολύπειρος Επιστάτης του οποίου η παρουσία στη συνέντευξη ήταν ιδιαίτερα αξιόλογη». Ως εκ τούτου η Επιτροπή Προσωπικού μελετά την πιθανότητα να εισηγηθεί τη δημιουργία υπεράριθμης θέσης για προαγωγή του αιτητή.

Βλέπουμε λοιπόν πως από τη μια η Επιτροπή Προσωπικού διαπιστώνει - μέσα από τη συνέντευξη - ότι η άποψη των Προϊσταμένων του αιτητή για την ακαταλληλότητα του τελευταίου για προαγωγή επιβεβαιώθηκε και από την άλλη διαπιστώνει ότι πρόκειται για φιλότιμο και πολύπειρο Επιστάτη του οποίου η παρουσία στη συνέντευξη ήταν ιδιαίτερα αξιόλογη.

Αυτές οι δύο διαπιστώσεις αποτελούν αντιφατικές προτάσεις που αναιρούν η μια την άλλη και καθιστούν την αιτιολογία αόριστη και την προσβαλλόμενη απόφαση αναιτιολόγητη. Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 186-187: «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον ..... η περιλαμβάνουσα αντιφατικάς προτάσεις αναιρούσας αλλήλας».

Περαιτέρω: Όπως έχει ήδη υποδειχθεί το Συμβούλιο υιοθέτησε την εισήγηση της Επιτροπής Προσωπικού. Η τελευταία έλαβε υπόψη:

(α) την πιο πάνω έκθεση του Διευθυντή,

(β) την αξιολόγηση των άμεσα Προϊσταμένων των υποψηφίων - του Προϊσταμένου Τεχνικών Υπηρεσιών και τον Αρχιεπιστάτη,

(γ) τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων.

Παρατηρώ:

(1) Στην έκθεση του Διευθυντή ο αιτητής αξιολογήθηκε «ως πολύ καλός Τεχνίτης, πάρα πολύ καλός από πλευράς εκτέλεσης εργασίας, ενώ σαν Επιστάτης αξιολογείται επίσης ως πολύ καλός». Από το σύνολο της έκθεσης προκύπτει ότι ο αιτητής είναι κατάλληλος για προαγωγή.

(2) Στην αξιολόγηση των πιο πάνω δύο άμεσα Προϊσταμένων των υποψηφίων ο αιτητής αξιολογείται «ως ακατάλληλος για προαγωγή διότι δεν διαθέτει επαρκή τεχνική κατάρτιση».

(3) Στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις των ετών 2000 και 2001 (Μέρος ΙΙ - Καταλληλότητα για Προαγωγή), οι οποίες αποτελούν μέρος του προσωπικού φακέλου του αιτητή, ο «αξιολογούμενος υπάλληλος κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην αμέσως ανώτερη θέση προαγωγής».

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι δύο από τους τρεις αξιολογούντες Λειτουργούς είναι οι πιο πάνω άμεσα Προϊστάμενοι των υποψηφίων - κ. Π. Θεοδουλίδης και κ. Σ. Λεωνίδου - οι οποίοι στην αξιολόγηση τους (έχει παρατεθεί στη σελ. 5, πιο πάνω) έχουν θεωρήσει τον αιτητή ακατάλληλο για προαγωγή.

Είναι λοιπόν πρόδηλο ότι κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης υπήρχαν ενώπιον του διορίζοντος οργάνου αντιφατικά στοιχεία. Παρά την αντιφατικότητα τους αυτά λήφθηκαν υπόψη ή αγνοήθηκαν χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία. Αυτό καθιστά πλημμελή την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης. Βλ. Πορίσματα Νομολογίας, πιο πάνω, σελ. 186-187 (το σχετικό απόσπασμα έχει παρατεθεί στη σελ. 9, πιο πάνω). Βλ. και Ιωάννου Δ. Σαρμά «Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, Β΄ Έκδοση, σελ. 132: «Άλλο είδος πλημμέλειας της αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων είναι η μη, δι΄ ειδικής αιτιολογίας, παράκαμψη αντιφατικών στοιχείων ευρισκομένων στο φάκελλο ......».

Όπως έχει ήδη λεχθεί η πιο πάνω αξιολόγηση των υποψηφίων από τους άμεσα Προϊσταμένους τους αποτελεί μέρος της αιτιολογίας. Η ασυμφωνία της αξιολόγησης εκείνης με το περιεχόμενο του φακέλου - τις υπηρεσιακές εκθέσεις των ετών 2000 και 2001 - καθιστά την αιτιολογία αντίθετη προς τα στοιχεία του φακέλου και αποτελεί ακόμη ένα είδος πλημμέλειας της αιτιολογίας (Βλ. Iacovides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 212, Lardis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 64, Ioannou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 43 και Savva v. Republic (1980) 3 C.L.R. 675).

Περαιτέρω η αξιολόγηση των δύο Προϊσταμένων υπέχει και θέση σύστασης. Η ασυμφωνία της σύστασης με τα στοιχεία του φακέλου καθιστά την αξία της μηδαμινή και δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη (Βλ. κατ΄ αναλογία Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 399, Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1524/27.2.97 και Ρούσος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2064/21.7.99).

Τέλος το γεγονός ότι οι συντάκτες της αξιολόγησης με την οποία ο αιτητής είχε κριθεί ως ακατάλληλος για προαγωγή αποτελούσαν μέρος της τριμελούς ομάδος η οποία - στις υπηρεσιακές εκθέσεις των ετών 2000 και 2001 - έκρινε τον αιτητή ως κατάλληλο για προαγωγή, ρίχνει σκιά στην εγκυρότητα και αξιοπιστία της αξιολόγησης και καθιστά - και για το λόγο αυτό - μηδαμινή την αξία της.

Τονίζεται ότι και στην υπηρεσιακή έκθεση του έτους 2002 οι πιο πάνω δύο Προϊσταμένοι - μέλη της τριμελούς ομάδος αξιολόγησης - και πάλιν έκριναν τον αιτητή ως κατάλληλο για προαγωγή. Είναι αλήθεια ότι το στοιχείο αυτό είναι μεταγενέστερο του ουσιώδους χρόνου. Ωστόσο θεωρώ ότι μπορεί να ληφθεί υπόψη ως στοιχείο σχετικό με την αναξιοπιστία και μη εγκυρότητα της εν λόγω αξιολόγησης.

Λαμβανομένου υπόψη του περιεχομένου των υπηρεσιακών εκθέσεων των οποίων οι κύριοι συντάκτες ήταν οι πιο πάνω δύο προϊστάμενοι του αιτητή θεωρώ ότι η άποψη τους για την ακαταλληλότητα του αποτελεί μια άκαμπτη και αδέξια προσπάθεια τους να εξουδετερώσουν την υποψηφιότητα του και να προωθήσουν εκείνη του Ε.Μ.. Δυστυχώς η προσπάθεια τους δεν αγνοήθηκε από το αποφασίζον όργανο.

 

 

Για τους πιο πάνω λόγους η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα λόγω έλλειψης αιτιολογίας.

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

/ΕΑΠ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο