ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
< I>(Υπόθεση Αρ. 837/2001)
29 Μαΐου, 2003
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΣΑΠΟΤΑΒΕΡΝΑ Ν. ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ «Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ» ΛΤΔ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ
3. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ
Καθ΄ ων η αίτηση.
- - - - - -
Χρ. Τριανταφυλλίδης,
για τους Αιτητές.Λ. Χριστοδουλίδου, για τους Καθ ΄ων η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:
Οι αιτητές είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης εγγεγραμμένοι στο μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) και ασχολούνται με την διαχείριση και εκμετάλλευση ταβέρνας -εστιατορίου με την εμπορική επωνυμία «Η Μοναδική» στο Τσέρι.Το Επαρχιακό Γραφείο ΦΠΑ Λευκωσίας δυνάμει του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου 246/90*, διενήργησε έλεγχο στα υποστατικά των αιτητών. Ο έλεγχος άρχισε στις 10.4.01 και ολοκληρώθηκε την 1.8.01. Κατά την έρευνα ελέγχθηκαν τα βιβλία και τα αρχεία που τηρούσαν οι αιτητές για τη χρονική περίοδο από 1.7.92 μέχρι 31.12.00 και σε συνάρτηση προς τα υποβληθέντα στις φορολογικές δηλώσεις στοιχεία για την ίδια περίοδο.
Μετά από την αξιολόγηση των πιο πάνω στοιχείων και τους διαφόρους υπολογισμούς φόρου και συγκρίσεις επί των στοιχείων που προέκυψαν από τον έλεγχο, ετοιμάστηκε σχετική έκθεση από τον αρμόδιο λειτουργό. Κατόπιν εξέτασης όλων των δεδομένων, ο Έφορος Φ.Π.Α. διαπίστωσε πως οι φορολογικές δηλώσεις που υπέβαλαν οι αιτητές για τις περιόδους από 1.7.92 μέχρι 31.12.00 ήταν ελλιπείς και/ή περιείχαν σφάλματα.
Ακολούθως, ο Έφορος, δυνάμει των εξουσιών που του παρέχει ο νόμος (άρθρο 34(1) και (2)), προέβη σε βεβαίωση φόρου εκροών και εισροών αντίστοιχα. Η σχετική βεβαίωση, σύμφωνα με την οποία οι αιτητές όφειλαν να καταβάλουν ποσό ύψους ΛΚ 21.180,90 κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή του Εφόρου ημερ. 1.8.2001. Η επιστολή αυτή ανέφερε τα εξής:
«
Βεβαίωση ΦόρουΑναφέρομαι στον έλεγχο των φορολογικών σας δηλώσεων που άρχισε στις 10 Απριλίου 2001 και σας πληροφορώ ότι από την εξέταση των βιβλίων και αρχείων που τηρείτε για την περίοδο 01/07/1992 μέχρι 31/12/2000, το περιεχόμενο των φορολογικών δηλώσεων που υποβάλετε δεν γίνεται αποδεχτό για τους λόγους που αναφέρονται πιο κάτω:
Α. Δεν τηρήσατε πλήρη βιβλία και αρχεία όπως απαιτούνται από το άρθρο 39 του Νόμου 246/90 και το Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τήρηση Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διάταγμα του 1992 που να εξηγούν πλήρως τις συναλλαγές σας. Συγκεκριμένα δεν τηρήσατε:
Β. Το σύνολο των εισπράξεων που δηλώσατε για τους μήνες Ιανουάριο, Μάρτιο και Οκτώβριο του έτους 2000 είναι μικρότερο από τις εισπράξεις σας από πιστωτικές κάρτες για τους ίδιους μήνες.
Γ. Αποτύχατε σε ελέγχους αξιοπιστίας που πραγματοποιήθηκαν με την μέθοδο του περιθωρίου κέρδους ποτών και της σχέσης ποτά ως προς σύνολο όσον αφορά τις εκροές της επιχείρησης σας. Λεπτομέρειες των υπολογισμών παρατίθενται στο Παράρτημα που επισυνάπτεται, βάση του οποίου οι συνολικές εκροές για την υπό εξέταση περίοδο 01/07/1992-31/12/2000 υπολογίζονται σε £515821 αντί για £210125, ο δε επιπρόσθετος οφειλόμενος φόρος σε £20544,75.
Δ. Διεκδικήσατε για πίστωση συνολικά £508,95 ποσό που αναλογεί σε ποτά που παραχωρήθηκαν ως κεραστικά, κατά παράβαση του άρθρου 25(13)(δ) και που καταναλώθηκαν τόσο από εσάς όσο και από το προσωπικό σας, κατά παράβαση του άρθρου 25(13)(ε) του Ν. 246/90.
Ε. Διεκδικήσατε για πίστωση συνολικά £127,20 που αφορά ακίνητη ιδιοκτησία κατά παράβαση του άρθρου 25(13)(α) του Ν. 246/90.
Συγκεκριμένα: 2/3/2000 σύστημα κλιματισμού £84,80.
8/3/2000
σύστημα κλιματισμού £42,40Ενόψει των πιο πάνω:
Η πληρωμή του εν λόγω ποσού πρέπει να γίνει μέσα σε δεκατέσσερις μέρες από την ημερομηνία της επιστολής αυτής σε ένα από τα καταστήματα των εμπορικών τραπεζών ή συνεργατικών ιδρυμάτων που συνεργάζονται με την Υπηρεσία Φ.Π.Α., χρησιμοποιώντας το μέρος Β του εντύπου Φ.Π.Α. 4 που εσωκλείεται. Μετά την πληρωμή το πρώτο αντίτυπο να αποσταλεί στον Εφορο Φ.Π.Α. 1471 Λευκωσία.
Παρακαλώ σημειώστε ότι το πιο πάνω ποσό αποτελεί αστικό χρέος προς την Δημοκρατία και πληρωμή δεν αποκλείει την επιβολή διοικητικών ή ποινικών κυρώσεων.»
Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον της απόφασης του Εφόρου για βεβαίωση του φόρου η οποία περιέχεται στην πιο πάνω επιστολή.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι καθ' ων η αίτηση κατά τον υπολογισμό του οφειλόμενου φόρου τελούσαν υπό πλάνη, διότι αγνόησαν και/ή δεν έλαβαν υπόψη τα στοιχεία που τους είχαν προσκομίσει βάσει των οποίων οι συνολικές εκροές για την χρονική περίοδο 1.7.92 μέχρι 31.12.2000 ανήρχοντο στις ΛΚ210.125. Οι αιτητές υποστηρίζουν συναφώς, ότι οι καθ' ων η αίτηση επέλεξαν λανθασμένη μεθοδολογία για να καταλήξουν στο αυθαίρετο συμπέρασμα, ότι το ποσό των εκροών για αυτή τη χρονική περίοδο ήταν Λ.Κ515,821. Εισηγούνται συνεπώς ότι η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και ότι στον τελικό υπολογισμό εμφιλοχώρησε πλάνη.
Οι αιτητές ισχυρίζονται περαιτέρω ότι, παράνομα, οι καθ΄ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη διάφορες πιστώσεις τις οποίες διεκδικούσαν και αφορούσαν αγορές οινοπνευματωδών ποτών τα οποία αποκτήθηκαν για σκοπούς μεταπώλησης καθώς και προώθησης των δραστηριοτήτων της επιχείρησης.
Στην R & A Constantinou Trading Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας
, Υπόθεση αρ. 827/00, ημερ. 16.10.02 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:«Ο ΦΠΑ είναι αυτοβεβαιούμενος φόρος, η δε καταγραφή ή λήψη όλων των απαιτούμενων πληροφοριών που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και πληρωμή του αποτελεί ευθύνη του επιχειρηματία.
Στην
Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ΑΕ 2421, ημερ. 24.1.00 τονίστηκε ότι ο Εφορος, σύμφωνα με το άρθρο 34(1) του νόμου, μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του, αν ο φορολογούμενος παραλείψει να υποβάλει τις απαιτούμενες από το νόμο φορολογικές δηλώσεις ή δεν τηρεί τα αναγκαία έγγραφα, ή αρνείται την παροχή των αναγκαίων διευκολύνσεων για επαλήθευση των φορολογικών δηλώσεων ή οι φορολογικές του δηλώσεις είναι ελλιπείς ή περιέχουν σφάλματα.Στην υπό κρίση υπόθεση, ο Εφορος διαπίστωσε ύστερα από την έρευνα που έγινε ότι οι φορολογικές δηλώσεις που υπέβαλαν οι αιτητές για τη συγκεκριμένη περίοδο, περιείχαν σφάλματα και ελλείψεις που απόλυτα δικαιολογούσαν την επίκληση και εφαρμογή του άρθρου 34(1).»
Η διαπίστωση του Εφόρου στην παρούσα υπόθεση βρίσκει έρεισμα στην έκθεση του αρμόδιου λειτουργού. Η επιστολή του Εφόρου ημερ. 1.8.01 (ανωτέρω) μιλά αφ' εαυτής και τα όσα καταλογίζονται σύμφωνα με το περιεχόμενο της στους αιτητές, επιβεβαιώνονται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Το υλικό ήταν ικανοποιητικό για να δώσει υπόσταση στα συμπεράσματα του Εφόρου ώστε να αναλάβει ο ίδιος τον καθορισμό των κερδών και εκροών.
Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι οι καθ' ων αγνόησαν την δήλωση τους για το συνολικό ποσό εκροών της επιχείρησης τους κρίνεται ανεδαφικός . Στην R & A Constantinou Trading Ltd (ανωτέρω) αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Εχει κατ΄ επανάληψη τονισθεί ότι ο φορολογούμενος οφείλει να διατηρεί και παρουσιάζει στον Εφορο όλα τα στοιχεία για τον προσδιορισμό των φορολογικών του υποχρεώσεων και ότι ελλείψει επαρκών αποδεικτικών στοιχείων, ο Εφορος έχει το δικαίωμα να απορρίψει τους ισχυρισμούς του φορολογούμενου και να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα στη βάση των στοιχείων που έχει ενώπιόν του, όπως και των αποτελεσμάτων της έρευνας που διεξήγαγε. (Βλ. Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Θεόδωρος Κόνια Τσίκκος ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 2566, 3.11.2000, Ανδρέας Στυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ 2644, 14.12.00.»
Αντίθετα με τα όσα ισχυρίζονται οι αιτητές, ο Έφορος διαπίστωσε ότι δεν τηρούνταν οι αναγκαίες καταχωρήσεις ούτε τηρούνταν αρχεία και βιβλία (για την περίοδο μέχρι 31.12.95) ώστε να εξακριβωθεί η ορθότητα των στοιχείων που δηλώθηκαν. Οι αιτητές δεν υπέβαλαν ένσταση και περαιτέρω στοιχεία στον Έφορο, προς αμφισβήτηση του φόρου. Είναι αυτονόητο ότι οι υπολογισμοί του λογιστή των αιτητών δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτοί εφόσον είχαν βασισθεί στα ανακριβή βιβλία, αρχεία και στοιχεία των αιτητών που δεν ανταποκρίνονταν στις
πραγματικές τους συναλλαγές.Σε ό,τι αφορά την μεθοδολογία που χρησιμοποίησαν οι καθ' ων η αίτηση για τη βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου, οι λογιστικές διεργασίες και η εκτίμηση των γεγονότων δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικού ελέγχου εκτός αν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή υπέρβαση εξουσίας. Ο νόμος παρέχει στον Έφορο ευρεία διακριτική ευχέρεια καθ' όσον αφορά την επιλογή του τρόπου με τον οποίο μπορεί να ενεργήσει για τον υπολογισμό και την βεβαίωση του φόρου. (
Acropolis Estates Co Ltd v. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, (1995) 3 ΑΑΔ 418, Foodstones Ltd v. Δημοκρατίας, ΑΕ 2334, ημερ. 22.10.99, Diorelli Enterprises Ltd κα ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. 805/95, ημερ. 28.11.97).Εξάλλου η διαδικασία πιθανολόγησης που χρησιμοποιήθηκε κατ' ανάγκη σε σχέση με επιμέρους ποσά για τα οποία δεν υπήρχαν επαρκείς αποδείξεις (guesswork), κρίνεται ως καλόπιστη διαδικασία. (Θεοδοσίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 75/94, 13.9.96). Γενικά ο Εφορος προέβη σε δέουσα έρευνα όλων των στοιχείων που είχε στην διάθεση του και θα μπορούσαν να αποτελέσουν ασφαλή βάση υπολογισμού, καταλήγοντας σε συμπέρασμα που βρίσκεται στα όρια του λογικά εφικτού. Συνεπώς, σαν θέμα γενικής αρχής που πηγάζει από τη νομολογία σε υποθέσεις τέτοιας φύσεως, η εκτίμηση του οφειλόμενου ποσού από τους καθ' ων η αίτηση ευσταθεί.
Τέλος, η εισήγηση των αιτητών ότι η διεκδίκηση πιστώσεων για αγορές οινοπνευματωδών ποτών τα οποία μεταπωλούσαν και διέθεταν για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, εμπίπτει στο άρθρο 25(13)(ε) του Νόμου, δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Δεν παρέχεται το δικαίωμα πίστωσης του φόρου εισροών που αναλογεί σε ποτά που παραχωρήθηκαν ως κεράσματα και που καταναλώθηκαν από το προσωπικό της επιχείρησης με βάση το άρθρο 25(13)(δ) και (ε) του Ν.246/90.
Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι οι αιτητές δεν έχουν θέσει τίποτε ενώπιον του Δικαστηρίου για να θεμελιώσουν τους ισχυρισμούς τους και για να αντικρούσουν τις διαπιστώσεις της υπηρεσίας Φ.Π.Α - προϊόν εκτεταμένης έρευνας- αποσείοντας έτσι το βάρος της απόδειξης με το οποίο βαρύνονται. Οι λόγοι που προέβαλαν επιγραμματικά, έχουν παραμείνει μετέωροι και ατεκμηρίωτοι.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα της προσφυγής θα βαρύνουν τους αιτητές.
Α. Κραμβής, Δ.
ΣΦ.