ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(Υπόθεση Αρ.239/2002)

28 Μαρτίου, 2003

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Ali (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ) BIPARVA,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

__________.

 

Λ. Δικωμίτη (κα) για Μ. Ιωάννου, για τον Αιτητή.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

_________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

O αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση που του γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 7.1.2002, με την οποία απορρίφθηκε αίτημά του για χορήγηση άδειας παραμονής. Αξιώνεται επίσης ακύρωση του διατάγματος σύλληψης και απέλασής του που εκδόθηκε στις 12.3.2002.

Ο αιτητής είναι Ιρανός υπήκοος. Από το 1993 που αφίχθηκε στην Κύπρο παρέμενε εδώ παράνομα. Στις 4.5.1995 τέλεσε πολιτικό και αργότερα εκκλησιαστικό γάμο με τη Μαρία Κωμιάτη από την Αμμόχωστο. Τον Απρίλη του 1996 βαφτίστηκε χριστιανός ορθόδοξος και μετονομάστηκε σε Αλέξανδρο. Σε κάποιο στάδιο ο γάμος τους άρχισε να έχει προβλήματα.

Στις 7.12.1998, η Μαρία Κωμιάτη, η οποία βρίσκεται τώρα στον Καναδά, πληροφόρησε το Λειτουργό Μετανάστευσης για τη διάλυση του γάμου της και την υποβολή αίτησης διαζυγίου, γνωστοποιώντας του συνάμα ότι δεν φέρει καμιά ευθύνη για τις πράξεις του συζύγου της.

Λίγους μήνες προηγουμένως, στις 14.9.1998, ο Λειτουργός Μετανάστευσης έλαβε επιστολή της εταιρείας που εργοδοτούσε τον αιτητή, με την οποία καθιστούσε γνωστή τη, λόγω παρενόχλησης πελατών της, απόλυσή του. Φαίνεται ότι ο αιτητής είχε τυπώσει κάρτες τις οποίες διένειμε στους πελάτες της εταιρείας, πληροφορώντας τους ότι εκτελούσε και προσωπικά παρόμοιες εργασίες. Συνάμα η συμπεριφορά του φέρεται ότι δεν ήταν η πρέπουσα.

Στις 17.9.1998 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για χορήγηση πιστοποιητικού πολιτογράφησης. Του χορηγήθηκε άδεια παραμονής μέχρι 31.12.1999.

Κατά τις 12.11.1999 υπέβαλε μέσω των δικηγόρων του νέο αίτημα χορήγησης άδειας παραμονής αλλά και εργασίας στην Κύπρο, το οποίο εγκρίθηκε. Η άδεια παραμονής του ανανεώθηκε μέχρι τις 30.1.2001.

Στις 6.3.2000 ο γάμος του με την Κωμιάτη διαλύθηκε από εκκλησιαστικό δικαστήριο, ενώ στις 27.9.2000 παρόμοιο τέλος είχε και ο πολιτικός γάμος. Ο αιτητής, στις 14.11.2000 νυμφεύθηκε με πολιτικό γάμο Ελληνίδα ποντιακής καταγωγής, που κατείχε προσωρινή άδεια διαμονής. Μαζί της απέκτησε ένα παιδί.

Στις 26.1.2001 υπέβαλε αίτημα ανανέωσης της άδειας παραμονής του, ισχυριζόμενος ότι εργαζόταν σε κυπριακή εταιρεία της οποίας ήταν διευθυντής και μέτοχος κατά 49%. Παράλληλα υπέβαλε αίτηση για παράταση του χρόνου της άδειας εργοδότησής του.

Από τον Ιούνιο του 2001, του ζητήθηκε από το Επαρχιακό Γραφείο Εργασίας Λάρνακας επανειλημμένα, αλλά χωρίς ανταπόκριση, να παρουσιάσει συμβόλαιο εργοδότησης.

Στις 21.9.2001 ο Λειτουργός Μετανάστευσης, λόγω της παράλειψης παρουσίασης συμβόλαιου εργοδότησης, απέρριψε το αίτημά του.

Στις 10.12.2001 υποβλήθηκε αίτημα προς τον Υπουργό Εσωτερικών για τρίμηνη παράταση της παραμονής του, μέχρις ότου διευθετηθεί το όλο ζήτημα της εργοδότησής του. Το αίτημα απορρίφθηκε και ο Λειτουργός Μετανάστευσης στις 7.1.2002, πληροφόρησε τους δικηγόρους του ότι ο αιτητής θα έπρεπε να αναχωρήσει αμέσως από την Κύπρο.

Η τελευταία άδεια παραμονής του έληξε στις 30.1.2001, έκτοτε δε παραμένει στην Κύπρο παράνομα. Στις 12.3.2002, εκδόθηκε διάταγμα σύλληψης και απέλασής του.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση για απέλαση και σύλληψή του για σκοπούς απέλασης, η απόφαση για μη ανανέωση της άδειας εργασίας και η απόφαση να μην του επιτραπεί συνέχιση της παραμονής του στην Κύπρο όπου διαμένει μόνιμα και νόμιμα η σύζυγός του και το ανήλικο τέκνο του, παραβιάζουν τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105, τα ΄Αρθρα 8, 9 και 11 του Συντάγματος, τα ΄Αρθρα 3 και 5 του περί Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικού) Νόμου του 1962, Ν.39/62 και το ΄Αρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 14 Α του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105 δεν διατάσσεται η απέλαση αλλοδαπών εργαζομένων που διαμένουν νόμιμα στην Κύπρο, παρά μόνο αν καταστούν επικίνδυνοι για την ασφάλεια του κράτους, παραβλάπτουν το δημόσιο συμφέρον ή παραβαίνουν τα χρηστά ήθη.

Ο αιτητής δεν διέμενε νόμιμα στην Κύπρο. Είχε, λόγω της χωρίς άδεια παραμονής του εδώ, κριθεί από το Λειτουργό Μετανάστευσης ως απαγορευμένος μετανάστης βάσει των προνοιών του Κεφ.105. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 6 (1) (κ) του Κεφ. 105 οποιοδήποτε πρόσωπο που εισέρχεται ή διαμένει στη Δημοκρατία κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγόρευσης, όρου, περιορισμού ή επιφύλαξης που περιλαμβάνεται στο Νόμο ή σε οποιαδήποτε άδεια που του παραχωρήθηκε, είναι απαγορευμένος μετανάστης και η είσοδός του στη Δημοκρατία δεν επιτρέπεται.

Η διακριτική ευχέρεια του κράτους να απελαύνει αλλοδαπούς είναι ευρεία αλλά όχι απόλυτη. Εφ΄όσον η διακριτική ευχέρεια ασκείται καλόπιστα, το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει, ούτε να αμφισβητήσει την απόφαση (Moyo and another v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 976). Υπέρ της διοίκησης υπάρχει πάντα το μαχητό τεκμήριο ότι ενήργησε καλόπιστα (Suleiman v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 224, 227).

Η ευρεία εξουσία του κράτους για απέλαση αλλοδαπών, το δικαίωμα άρνησης εισόδου σε αλλοδαπό και το δικαίωμα καθορισμού του χρόνου παραμονής αλλοδαπού στη χώρα, συνάδει με την έννοια της εδαφικής κυριαρχίας (Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583).

Το δικαίωμα αλλοδαπού να διαμένει στην εδαφική επικράτεια κράτους δεν διασφαλίζεται ούτε και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αντίθετα, από το ΄Αρθρο 5 (1) (στ) της Σύμβασης, όπως και από το ΄Αρθρο 11.2 (στ) του Συντάγματος με το οποίο παρέχεται το δικαίωμα σύλληψης ή κράτησης ατόμου προς παρεμπόδιση εισόδου του χωρίς άδεια στο έδαφος της Δημοκρατίας ή σύλληψης αλλοδαπού εναντίον του οποίου έγιναν ενέργειες για απέλαση ή έκδοσή του, προκύπτει ότι επιφυλάσσεται στην πολιτεία η εξουσία απέλασης αλλοδαπών από την εδαφική της επικράτεια.

Στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει οποιαδήποτε ένδειξη ότι η διοίκηση ενήργησε είτε παράνομα, είτε χωρίς καλή πίστη. Η άδεια παραμονής του αιτητή είχε εκπνεύσει, ενώ δεν είχε άδεια εργοδότησης. Η εξασφάλιση από τη σύζυγό του προσωρινής άδειας παραμονής, δεν νομίζω ότι, κάτω από τις περιστάσεις, αλλάζει την κατάσταση.

Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο