ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ. 101/98 και 270/98)
20 Μαρτίου, 2003
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
FPP FISH PROCESSING LTD,
Aιτητών,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
Καθ΄ων η αίτηση.
-------------------
Θ. Κορφιώτης
για τους Αιτητές.Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με απόφαση του Αν. Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων, ημερομηνίας 12.11.97, επειδή κατά τις διαπιστώσεις οι αιτητές προέβησαν σε αναληθείς δηλώσεις για εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες ημερομηνίες κατά το 1996 και το 1997, αναθεωρήθηκαν οι επιβληθέντες δασμοί και φόροι. Αξιώθηκε δε το συνολικό ποσό των £141.809. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε η προσφυγή 101/98.
Με νέα απόφαση, ημερομηνίας 18.2.98, διορθώθηκε η πρώτη. Είχε διαπιστωθεί πως ένα μικρό σχετικά ποσό εκ παραδρομής υπολογίστηκε δυο φορές και ως οφειλόμενο προσδιορίστηκε πλέον το ποσό των £138.978. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε η προσφυγή 270/98.
Δεν εγείρεται ως ιδιαίτερο θέμα η διατήρηση και των δυο προσφυγών αφού η συνεκδίκασή τους το καθιστά μόνο ακαδημαϊκής σημασίας. Σημειώνω όμως το Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων του Μ.Δ. Στασινόπουλου, Ανατύπωση 1982, σελ. 384 σύμφωνα με το οποίο η διόρθωση λογιστικών λαθών που δεν επιφέρουν ουσιαστική μεταρρύθμιση του περιεχομένου της πράξης, δεν ταυτίζεται με ανάκληση.
Οι θέσεις των δυο πλευρών αποκρυσταλλώθηκαν μόλις στις 9.1.03. Μεσολάβησαν επανειλημμένα αιτήματά τους για παρατάσεις και αναβολές, κυρίως κατ΄επίκληση της εκκρεμότητας ποινικής υπόθεσης που φερόταν να είναι σχετική, του πολύπλοκου της υπόθεσης, αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας και των προσπαθειών που καταβάλλονταν για διευθέτηση αυτής αλλά και άλλων διαφορών των αιτητών με τις τελωνειακές αρχές. Εν τέλει χρειάστηκε και αναμόρφωση της ένστασης των καθ΄ ων η αίτηση και επαναταξινόμηση του όγκου των εγγράφων που είχαν επισυναφθεί σ΄αυτή.
Οι αιτητές ασχολούνται με εισαγωγές, επεξεργασία και εμπορία ψαριών και άλλων αλιευμάτων τα οποία εισάγουν κυρίως από τη Νορβηγία. Στις 2.9.97 κατέθεσαν διασάφηση εισαγωγής ποσότητας κατεψυγμένου σολομού τον οποίο δήλωσαν ως "κατεψυγμένο αλατισμένο" στη δασμολογική κλάση 03.05, για την οποία ίσχυε μηδενικός συντελεστής. Εν τούτοις το υγειονομικό πιστοποιητικό που συνόδευε το εμπόρευμα το περιέγραφε ως "μη αλατισμένο σολομό". Επίσης στα κιβώτια που περιείχαν το εμπόρευμα, αυτός περιγραφόταν ως "κατεψυγμένος σολομός". Προς την ίδια κατεύθυνση, πως δεν ήταν αλατισμένος δηλαδή, οδήγησε και μακροσκοπικός έλεγχος του εμπορεύματος, αναλύσεις
και γευστολογική εξέταση δείγματος. Kρίθηκε, συνεπώς, πως ο σολομός που εισάχθηκε ανήκε, ως μη αλατισμένος, στη δασμολογική κλάση 03.03 για την οποία ίσχυε συντελεστής δασμού £2.50 ανά κιλό και πως είχε αποφευχθεί η καταβολή του συνολικού ποσού των £34.876. Δεν θα χρειαστεί να επεκταθώ σε άλλες λεπτομέρειες αναφορικά με αυτή την εισαγωγή. Δεν αναφέρεται σ΄αυτή η προσβαλλόμενη απόφαση. Η σύνδεσή της με το αντικείμενο αυτής της προσφυγής ήταν ιστορικής φύσης. Επειδή οι διαπιστώσεις που έγιναν ήταν το έναυσμα ευρύτερης έρευνας, σε βάθος χρόνου, στα αποτελέσματα της οποίας στηρίχτηκε, ως προς τα τρία θέματά της, όπως θα τα προσδιορίσω στη συνέχεια, η προσβαλλόμενη απόφαση. Αλλά και επειδή ήταν σε σχέση με εκείνη την εισαγωγή, και όχι τις επίδικες που ασκήθηκε ποινική δίωξη, την κατάληξη της οποία τα μέρη αρχικώς θεωρούσαν ως σχετική. Για να αναγνωρίσουν όμως εν τέλει πως πέρα από το ότι αφορούσε σε διαφορετική εισαγωγή δεν θα ήταν και δυνατό να επηρεάσει τα διοικητικής φύσης ζητήματα που εγείρονται εδώ τα οποία, συναρτημένα αρρήκτως όπως είναι προς το κύρος των διοικητικών πράξεων που προσβάλλονται, εμπίπτουν δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.Η προσβαλλόμενη απόφαση αφορά σε τρία κεφάλαια, θα τα εξετάσω ένα προς ένα και δεν νομίζω ότι χρειάζεται άλλη εισαγωγή. Αφορούν όλα στην αναθεώρηση του δασμού ή και φόρων όπως αυτός είχε αρχικά επιβληθεί σε σχέση με
(α) κατεψυγμένο σολομό που εμφανίστηκε να ήταν αλατισμένος,
(β) κατεψυγμένο σολομό που εμφανίστηκε να ήταν βάρους μικρότερου από το πραγματικό και
(γ) γαρίδες που εμφανίστηκαν να είχαν τιμολογιακή αξία μικρότερη από την πραγματική.
Ο κατεψυγμένος σολομός ως αλατισμένος ή ανάλατος
Η διαφορά, ανάλογα με τη δασμολογική κατάταξη, όπως την έχουμε δει, δεν αμφισβητείται. Το εμπόρευμα δεν θα υπόκειται σε δασμό ή ενόψει της ποσότητας που είναι παραδεκτό ότι εισάχθηκε θα υπόκειται σε δασμό ύψους £99.982, αναλόγως. Το ερώτημα αφορά στο νόμιμο της διοικητικής κρίσης πως ο σολομός δεν ήταν αλατισμένος με την έννοια της σχετικής δασμολογικής κλάσης.
Οι αιτητές προμηθεύονταν το σολομό από τη Νορβηγική εταιρεία Domstein Fish A/S. Με αφορμή την εισαγωγή της 2.9.97 αναλήφθηκε έλεγχος όλων των εισαγωγών των αιτητών από το 1995 μέχρι το 1997. Από τα στοιχεία προέκυπτε πως:
(α) Μέχρι και το Νοέμβριο του 1996 οι αιτητές εμφάνιζαν το σολομό που εισήγαγαν απλώς ως κατεψυγμένο.
(β) Από το Δεκέμβριο 1996 μέχρι και τον Ιούνιο 1997, σε έξι περιπτώσεις, τον εμφάνισαν και ως αλατισμένο. Ενώ σε άλλη περίπτωση, περί το τέλος του Ιουνίου 1997, τον εμφάνισαν ως μη αλατισμένο. Αυτή η τελευταία εισαγωγή προοριζόταν για τις Κυπριακές Αερογραμμές και, γι΄αυτό το λόγο, απαλλασσόταν από εισαγωγικό δασμό εν πάση περιπτώσει.
(γ) Σε σχέση με δυο από τις εισαγωγές βρέθηκαν στα γραφεία των αιτητών δυο τιμολόγια τα οποία, αντίθετα προς τα κατατεθέντα μαζί με τις αντίστοιχες διασαφήσεις, εμφάνιζαν το ίδιο εμπόρευμα ως απλώς κατεψυγμένο και όχι ως αλατισμένο κατεψυγμένο.
(δ) Σε αντίγραφο υγειονομικού πιστοποιητικού των Νορβηγικών αρχών που επίσης βρέθηκε στα γραφεία των αιτητών, ο σολομός περιγραφόταν ως κατεψυγμένος και όχι ως αλατισμένος κατεψυγμένος.
(ε) Σε ανταπόκριση παράκλησης του Τμήματος Τελωνείων, στα πλαίσια της αμοιβαίας διοικητικής συνεργασίας, οι τελωνειακές αρχές της Νορβηγίας, μεταξύ άλλων, διαβίβασαν δήλωση της Domstein σύμφωνα με την οποία ουδέποτε εξήγαγαν αλατισμένο σολομό είτε στην Κύπρο είτε σε άλλη χώρα.
(στ) Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων στον οποίο επίσης αποτάθηκε το Τμήμα Τελωνείων εξήγησε, με την επιστολή ημερομηνίας 17.9.97, τα κριτήρια κατάταξης του σολομού ως αλατισμένου ή μή. Το ουσιώδες, όπως τονίστηκε, είναι η μέθοδος διατήρησης δια της οποίας επιτυγχάνεται, αν πρόκειται να κατατάσσεται ως αλατισμένος ο σολομός, η εισχώρηση άλατος σ΄αυτόν ώστε να εξασφαλίζεται μακρά ζωή δια του αλατίσματος με αυτή τη μέθοδο. Και, όπως εξηγείται περαιτέρω, δεν είναι γνωστή η περίπτωση ψαριού που είναι πράγματι αλατισμένο με την πιο πάνω έννοια και το οποίο όμως να χρειάζεται και κατάψυξη για να διατηρηθεί.
(ζ) Ενώπιον των τελωνειακών αρχών υπήρχε έγγραφο της Domstein ημερομηνίας 9.7.97 αναφορικά με τον τρόπο επεξεργασίας του σολομού με τον οποίο προμήθευαν και τους αιτητές. Αυτό το έγγραφο το επικαλούνται και οι δυο πλευρές. Μάλιστα οι αιτητές, όντας ίσως υπό την εντύπωση πως δεν βρισκόταν στο φάκελο ενώπιον της διοίκησης, με αίτησή τους ζήτησαν να προσαχθεί ως μαρτυρία ενσωματώνοντας το περιεχόμενό του σε ένορκη δήλωση διευθυντή της Domstein. Παραθέτω το έγγραφο όπως και τη μετάφρασή του από τους ίδιους τους αιτητές, την οποία επισύναψαν στη γραπτή αγόρευσή τους.
"To Whom It May Concern
Procedure for slaughtering and freezing salmon sold to F.P.P. Fish Processing at Flora Fiskeindustri AS, packing no. SF 222.
The fish is carried by well boat to Flora Fiskeindustri alive in sea water.
The fish is discharged for outbleeding in a seawater tank. After oubleeded, the fish is slaughtered and all guts is taken out and cleaned properly by vacuum.
After being well cleaned, the fish is taken into a RSV tank (refrigerated seawater). Temperature of this seawater is close to 0 degree Celsius. The seawater is pumped from 40 - 60 meters into the factory. After being cooled down to about 1 - 2 degree Celsius measured at the back bone, the fish is taken out for quality inspection and size grading.
As the salmon is transported to the factory and kept for long time during processing in high salt content seawater, the fish will absorb salt into the meat and will have higher salt content because of this routine.
The salmon is then placed on racks for individual freezing. After 20 hours at minus 25 degree Celsius, the fish is packed for export.
Maaloy, 09.07.97
Knut M. Domstein"
Σε μετάφραση:
"ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ
Διαδικασία για τη σφαγή και κατάψυξη σολομών που πωλούνται στην F.P.P. Fish Processing at Flora Fiskendustri A.S., Αριθμός Συσκευασίας SF 222.
Tα ψάρια μεταφέρονται με σκάφος στο Flora Fiskendustri ζωντανά μέσα σε θαλάσσιο νερό.
Τα ψάρια εκφορτώνονται για αφαίμαξη σε δεξαμενή με θαλάσσιο νερό. Μετά την αφαίμαξη τα ψάρια σφάζονται και όλα τα εντόσθια αφαιρούνται και καθαρίζονται δεόντως με τη δημιουργία κενού.
Αφού καθαριστούν καλά τα ψάρια μεταφέρονται σε δεξαμενή RSV (κατεψυγμένο θαλάσσιο νερό). Η θερμοκρασία του θαλάσσιου αυτού νερού είναι γύρω στο 0 βαθμούς Κελσίου. Το θαλάσσιο νερό στέλλεται με αντλία από απόσταση 40-60 μέτρα μέσα στο εργοστάσιο. Αφού η θερμοκρασία τους, που καταμετράται στη σπονδυλική στήλη, μειωθεί σε 1-2 βαθμούς Κελσίου, τα ψάρια μεταφέρονται έξω για έλεγχο της ποιότητας και διαλογή ανάλογα με το μέγεθος.
Επειδή ο σολομός μεταφέρεται στο εργοστάσιο και διατηρείται για μακρό χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας σε θαλάσσιο νερό με υψηλό περιεχόμενο άλατος, το ψάρι απορροφά άλας στο κρέας του και έχει ψηλότερο περιεχόμενο άλατος λόγω της διαδικασίας αυτής.
Ο σολομός μετά τοποθετείται σε ράφια για κατάψυξη, το κάθε ένα χωριστά. Μετά από 20 ώρες σε θερμοκρασία 25 βαθμών Κελσίου κάτω από το μηδέν, τα ψάρια συσκευάζονται για εξαγωγή."
Οι αιτητές ενώ αναγνώρισαν, όπως και οι καθ΄ ων η αίτηση, ως το κρίσιμο θέμα το κατά πόσο η διαδικασία που ακολουθείται από τους κατασκευαστές στη Νορβηγία απολήγει ή όχι σε αλατισμένο σολομό, επισημαίνoυν το γεγονός ότι δεν περιλαμβάνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση αναφορά σ΄αυτή και εισηγούνται έλλειψη αιτιολογίας και ελλιπή έρευνα. Οι καθ΄ ων η αίτηση επικαλέστηκαν το γεγονός ότι ακριβώς το έγγραφο που περιέγραφε τη διαδικασία μαζί με τα άλλα σε σχέση με το κριτήριο της κατάταξης, βρισκόταν ενώπιον της διοίκησης. Οπότε, όπως εισηγούνται, προκύπτει από το φάκελο πως ήταν με αναφορά σ΄αυτή τη διαδικασία, ως μή απολήγουσα σε αλατισμένο σολομό, που κατέληξε.
Κατά την πάγια νομολογία μας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου προσφέρεται ως αποκαλυπτικό της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, εφόσον η ορισμένη αιτιολογία προκύπτει από αυτό αναντιλέκτως. Στην προκείμενη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατά ρητή αναφορά στις δασμολογικές κλάσεις 03.03 και 03.05. Είναι σαφές, συνεπώς, πως εμπεριέχει κρίση ως προς το τί, κατά ορθή ταξινόμηση, καλύπτει η κάθε μια. ΄Οπως κρίνω, από τα δεδομένα που υπήρχαν, μόνο το έγγραφο του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων, θα ήταν δυνατό, σε συνάρτηση και προς το έγγραφο της Domstein αναφορικά με τη διαδικασία στη Νορβηγία, να θεωρηθεί ως εξ αντικειμένου έρεισμα. Τα άλλα, όπως τα τιμολόγια ή το πώς κατέτασσαν το σολομό οι Νορβηγοί όταν μάλιστα δεν έχουμε και την εξήγηση γι΄αυτό, εκ της φύσεώς τους δεν προσφέρονται ως συντελεστικά στο ποιο περιεχόμενο δικαιολογείται, ως θέμα νόμου, να αποδοθεί στην κυπριακή πρόνοια αναφορικά με τις δασμολογικές κλάσεις. Το ίδιο και σε σχέση με τα δείγματα που αναλύθηκαν ή κατά άλλο τρόπο εξετάστηκαν. Αυτά δεν ήταν δείγματα του σολομού στον οποίο αφορά η προσβαλλόμενη απόφαση και σημειώνω και τη δήλωση των αιτητών κατά τις διευκρινίσεις πως, πράγματι, οι παράλληλοι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν σε σχέση με ελαττώματα κατά τη δειγματοληψία, τις αναλύσεις και τους ελέγχους που ακολούθησαν, δεν είναι σχετικοί. Επίσης τη δήλωσή τους πως δεν είναι σχετική ούτε και η εκ των πραγμάτων απουσία ανάλυσης και ελέγχου δειγμάτων της επίδικης ποσότητας εφόσον είχε ήδη συντελεστεί η διάθεσή τους. Περαιτέρω, εφόσον, όπως ρητά δέχτηκαν και οι δυο πλευρές, κατά τη διαδικασία στη Νορβηγία αναμφιβόλως ο σολομός αποκτά επιπρόσθετο άλας, το κρίσιμο ζήτημα είναι αν, με αυτή τη μέθοδο καθίσταται αλατισμένος με την έννοια της δασμολογικής κλάσης. Πριν αφήσω αυτό το ζήτημα εντοπίζω και ένα στοιχείο αντίφασης στη θέση των αιτητών. ΄Οπως θα δούμε στη συνέχεια, καταλογίζουν στη διοίκηση παραβίαση των αρχών της καλής πίστης, επειδή, όπως ισχυρίζονται, διαφοροποίησαν την αρχική τους θέση, όπως τη δήλωσαν στο διευθυντή των αιτητών. Πρότειναν ότι ενώ αρχικά δέχτηκαν ότι εκείνο που μετρά είναι η πράγματι περιεκτικότητα του σολομού σε άλας, στο τέλος αυτό το θεώρησαν ως άνευ σημασίας. Εισήγηση που λογικά παραπέμπει σε τελική στήριξη της διοίκησης στην αντίληψη πως το ορθό κριτήριο αφορά στη μέθοδο συντήρησης. Δεν έχω επί του προκειμένου παραγνωρίσει την εγκύκλιο της 13.2.97 στην οποία δίδονται οδηγίες για αναλύσεις δειγμάτων σε τέτοιες περιπτώσεις. Το έχουμε όμως πως εδώ δεν υπήρχε τέτοια δειγματοληψία ώστε ευλόγως να μπορεί να λεχθεί πως ενδεχομένως η προσβαλλόμενη απόφαση είχε τέτοιας φύσης αιτιολογικό έρεισμα. Ούτως ή άλλως, ακόμα και σε εκείνη την εγκύκλιο γίνεται παράλληλη αναφορά στις επεξηγηματικές σημειώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων και, σε κάθε περίπτωση, όσα σημείωσα προβάλλουν ως ανεξάρτητο και αυτοτελές κριτήριο.
Είναι γεγονός πως δεν υπάρχει νομοθετικής φύσης ορισμός της έννοιας του "αλατισμένου". ΄Εχουμε, εν τούτοις, στις δασμολογικές κλάσεις όπως αυτές περιέχονται στον περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο του 1996 (δημοσιεύεται ως Ν. 109(Ι)/95) που είναι ο σχετικός, ένδειξη ερμηνευτικής σημασίας. Οι αιτητές εμφάνισαν το σολομό ως ενταγμένο στη δασμολογική κλάση 03.05. Αυτή, αναφέρεται, μεταξύ άλλων που δεν ενδιαφέρουν, σε ψάρια αλατισμένα. (Βλ. και το Ν. 20(Ι)/96). Θεωρούν, όπως σημείωσα, πως από τη στιγμή που είναι παραδεκτό πως για τη διαδικασία που ακολουθείται στη Νορβηγία οπωσδήποτε αυξάνεται το άλας που φυσιολογικά έχουν, οι σολομοί πρέπει να θεωρούνται αλατισμένοι. Αυτό επειδή, όπως είναι η θέση τους, το ουσιώδες είναι η πράγματι περιεκτικότητα του σολομού σε άλας. Επικαλούνται συναφώς και το Recommended International Code of Practice for Salted Fish, Codex Alimentarius της FAO, σύμφωνα με το οποίο, όπως εισηγούνται, αλατισμένο ψάρι είναι αυτό που τυγχάνει επεξεργασίας η οποία επαυξάνει το άλας σε αυτό πέραν των ορίων που φυσιολογικά έχει το φρέσκο. Περαιτέρω, τις μετρήσεις με σαλινόμετρο κατά την αρχική εισαγωγή μιας ποσότητας που έδειξαν αυξημένη περιεκτικότητα σε άλας. Και αποδίδουν στη διοίκηση πλάνη περί το νόμο ή τα πράγματα. ΄Ομως η δασμολογική κλάση 03.03 που είναι η άλλη συζητούμενη (βλ. τους ίδιους νόμους) αναφέρεται σε "ψάρια κατεψυγμένα" με μια εξαίρεση που πάλιν δεν ενδιαφέρει. Επομένως, έχουμε στον ίδιο το νόμο την αντιδιαστολή των "κατεψυγμένων" από τα "αλατισμένα". Ενώ οι αιτητές, στο πλαίσιο της αντίληψης που προωθούν, περιγράφουν τα ψάρια ως "κατεψυγμένα" και "αλατισμένα", που στις δασμολογικές κλάσεις είναι όροι διακριτοί. Διάκριση που ευθέως γίνεται και στο έγγραφο του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων ημερομηνίας 17.9.97, η στήριξη στο οποίο αντανακλά ακριβώς τέτοιας φύσης διάκριση στη διοικητική προσέγγιση.
Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι αν ένα ψάρι έχει αποκτήσει, κατά οποιοδήποτε τρόπο, περισσότερο άλας από ό,τι φυσιολογικά έχει. Όπως αντιλαμβάνομαι το θέμα, ο όρος "αλατισμένος" παραπέμπει σε μέθοδο συντήρησης σε αντιδιαστολή προς τον άλλο τρόπο συντήρησης, εκείνο της κατάψυξης. Η υιοθέτηση αυτού του κριτηρίου είναι κατά την κρίση μου ορθή και, βεβαίως, ανταποκρίνονται σε όσα προκύπτουν, όπως τα σημείωσα, από τη δασμολογική κλάση όπως την εισήγαγε ο νόμος. Θα πρόσθετα συναφώς πως δεν διακρίνω ούτε και αντίφαση προς τον Codex Alimentarius τον οποίο επικαλούνται οι αιτητές. Αυτός δεν αναφέρεται σε πρόσκτηση άλατος κατά οποιονδήποτε τρόπο. Η έμφαση του αποσπάσματος στο οποίο παραπέμπουν οι αιτητές βρίσκεται στην επεξεργασία, ως αποβλέπουσας στο αποτέλεσμα και όχι στην προσθήκη άλατος ως παρεμπίπτουσας στο πλαίσιο άλλης επεξεργασίας προς άλλο σκοπό. Παραθέτω το σχετικό από τον κώδικα:
«"salted fish" or "salt fish" are fish which have been treated by either brining, dry-salting, pickle curing or a combination of these treatments increasing the amount of salt in the fish beyond the limits ordinarily found in fresh fish».
Απομένει το τελικό ερώτημα. Αφορά ακριβώς στο είδος επεξεργασίας του σολομού στη Νορβηγία. Ο στόχος της προσδιορίζεται ρητά στο ίδιο το έγγραφο της Domstein. Είναι η σφαγή και η κατάψυξή του. Δεν περιγράφεται καν ως διαδικασία αλατίσματος και σαφώς είναι συμπτωματικό το όποιο πρόσθετο άλας αποκτά, κατά την έστω για μεγάλο χρόνο εμβάπτισή του σε θαλάσσιο νερό μεγάλης περιεκτικότητας σε άλας στο πλαίσιο της διαδικασίας για την κατάψυξή του, που είναι η μέθοδος συντήρησής του. Επομένως, αντίθετα προς την εισήγηση των αιτητών, είναι ορθή η κρίση πως ο σολομός εμπίπτει στη δασμολογική κλάση 03.03 και πως, κατά λογική αντιστοιχία, η κατάταξή του στη δασμολογική κλάση 03.05 ήταν παράνομη.
Οι αιτητές θέτουν ένα τελευταίο θέμα. Εισηγούνται πως η διοίκηση είναι ένοχος κακής πίστης και αντιφατικής συμπεριφοράς. Ως αντιφατική συμπεριφορά εννοούν την αρχική και την εν τέλει κατάταξη αλλά, βεβαίως, κάθε περίπτωση αναθεώρησης και ανάκλησης προϋποθέτει την ύπαρξη της αρχικής και της δεύτερης που την εξαφανίζει.
Ως προς την κακή πίστη, με τη γραπτή αγόρευσή τους οι αιτητές υποστήριξαν πως ο διευθυντής τους, μετά τη θέσπιση των σχετικών δασμολογικών κλάσεων, έθεσε το έγγραφο της Domstein στο οποίο έχω αναφερθεί, υπόψη τελωνειακής λειτουργού η οποία τον διαβεβαίωσε ότι σολομός που υφίσταται την επεξεργασία που εκείνο περιγράφει είναι αλατισμένος. Οπότε, για τις εισαγωγές που θα ακολουθούσαν, ζήτησαν από τους Νορβηγούς προμηθευτές να περιγράφουν το σολομό όχι απλώς ως κατεψυγμένο, όπως μέχρι τότε, αλλά και ως αλατισμένο. Οι καθ΄ ων η αίτηση ευστόχως υπέδειξαν στην αγόρευσή τους πως αυτός ο ισχυρισμός είναι εξ ορισμού αντιφατικός. Το έγγραφο της Domstein ήταν ανύπαρκτο κατά το χρόνο εκείνο και δεν ήταν δυνατό να είχαν τύχει διαβεβαίωσης τέτοιου περιεχομένου. Οι αιτητές, όπως ανέφερα, υπέβαλαν αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας η οποία, μεταξύ άλλων, θα αναφερόταν στην κατ' ισχυρισμόν συνομιλία. Συμφώνησαν τελικά οι δυο πλευρές να εισάξουν, ως σχετικό παραδεκτό γεγονός, απόσπασμα από τα πρακτικά του Επαρχιακού Δικαστηρίου το οποίο είχε εκδικάσει την ποινική υπόθεση. Αφορούσε σε ερώτηση και στην απάντησή της από την αναφερθείσα τελωνειακή λειτουργό, και αποτελεί πλέον το μόνο πραγματικό υπόβαθρο της εισήγησης. Παραθέτω την ερώτηση και την απάντηση:
«Ε. Ο κ. Δημητριάδης συζήτησε μαζί σας τη διαδικασία (σ.σ. διαδικασία αλάτισης στο εργοστάσιο του Προμηθευτή) και τελική σας θέση ήταν ότι, ναι, είναι αλατισμένος αν υπάρχει αύξηση άλατος;
Α. Ναι άμα υπάρχει αύξηση, ναι είναι αλατισμένος».
Θα ήταν ερώτημα το κατά πόσο η γνώμη μιας τελωνειακής λειτουργού θα ήταν λογικό να εκληφθεί ως δέσμευση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου ως προς την έννοια των δασμολογικών κλάσεων που εισάγει ο Νόμος. Κάθε άλλο, όμως, είναι δυνατό δια των πιο πάνω να θεωρηθεί πως η τελωνειακή λειτουργός παραδέχθηκε πως είχε καν προχωρήσει σε τέτοια διαβεβαίωση. Η ερώτηση, βεβαίως, αφορούσε σε τότε κατ΄ ισχυρισμό δήλωσή της. ΄Ο,τι, προκύπτει όμως από την απάντηση είναι απλή έκφραση της γνώμης της τελωνειακής λειτουργού για το πότε, γενικά, θεωρείται αλατισμένος ο σολομός. Μάλιστα σύγχρονης, όπως υποδήλωνε ο ενεστώτας που χρησιμοποίησε, παρά το ότι ήδη είχε διαμορφωθεί η αντίθετη κρίση του αρμοδίου. Επομένως, δεν δικαιολογείται περαιτέρω ενασχόληση με το θέμα αυτό.
Η υποτιμολόγηση των γαρίδων
Όπως εξηγείται στην επιστολή προς τους αιτητές ημερομηνίας 12.11.97 που ενσωματώνει την προσβαλλόμενη απόφαση, σε 13 περιπτώσεις εισήξαν γαρίδες από τη Νορβηγία καταθέτοντας στο Τελωνείο αναληθή τιμολόγια που έδειχναν τιμές χαμηλότερες από τις πράγματι πληρωθείσες. Με αποτέλεσμα την αποφυγή καταβολής δασμών και φόρων συνολικού ύψους £38.996. Στο ίδιο έγγραφο αναλύονται μια προς μια οι περιπτώσεις και έχουν τεθεί ενώπιόν μου ως μέρος του φακέλου
(α) τιμολόγια των γαρίδων στις οποίες αφορούν οι επίδικες εισαγωγές, όπως εξασφαλίστηκαν από τους ίδιους τους προμηθευτές και
(β) τα τιμολόγια που κατέθεσαν εδώ οι αιτητές.
Οι αιτητές, ως προς το πραγματικό υπόβαθρο, περιορίστηκαν στη φράση "δεν έγινε η δέουσα έρευνα από τους καθ΄ ων η αίτηση η οποία να στηρίζει αυτό τον ισχυρισμό τους". Χωρίς όμως καμιά απολύτως εξειδίκευση αναφορικά με το τι έπρεπε να γίνει και δεν έγινε. Συναφώς δεν αμφισβητήθηκαν ούτε οι πηγές ούτε η αναντιστοιχία όπως την προσδιόρισε η διοίκηση, μεταξύ των τιμολογίων. Ο βασικός ισχυρισμός τους συναρτήθηκε προς το γεγονός ότι κατά την εισαγωγή των γαρίδων, είχε γίνει δεκτή η τιμολογιακή τιμή όπως τη δήλωσαν οι ίδιοι. Οπότε, όπως εισηγούνται, ενόψει του άρθρου 159 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν.82/67 όπως τροποποιήθηκε) σε σχέση με το οποίο παραπέμπουν στην απόφαση της Ολομέλειας στην Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γ. Μαυρομμάτη και Σία (1994) 3 ΑΑΔ 17, "δεν μπορούν εκ των υστέρων να έρχονται και να μην αποδέχονται αυτή την τιμή".
Εν πρώτοις, η πιο πάνω απόφαση δεν θα ήταν δυνατό να συσχετισθεί προς το θέμα. Είχε διαπιστωθεί εκεί πως η απόφαση για μη αποδοχή της δηλωθείσας τιμολογιακής τιμής ως χαμηλότερης από την πραγματική, λήφθηκε χωρίς έρεισμα αφού, όπως δέχτηκε τελικά και η διοίκηση, η έρευνα που διεξάχθηκε δεν έφερε σε φως γεγονότα που θα την καθιστούσαν ευλόγως επιτρεπτή. Ενώ εν προκειμένω υπήρχαν τα τιμολόγια από τους προμηθευτές ως το υπόβαθρο για την άσκηση της ενδιάθετης εξουσίας για ανάκληση. (Βλ. συναφώς την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Θαλασσινού (1991) 3 ΑΑΔ 423 και την ελληνική νομολογία σε σχέση με τη δυνατότητα ανάκλησης στην οποία αναφέρθηκα στην Ευριπίδης Αλεξάνδρου ν. Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, Προσφυγή 220/01 ημερομηνίας 22.1.02).
Σημειώνω περαιτέρω τα ακόλουθα: Το άρθρο 159 του Ν. 82/67 έχει καταργηθεί και αντικατασταθεί με τον περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως (Τροποποιητικό) Νόμο του 1989 (Ν.98/89). Στην Pαvlos F. Varelas Trading Co Ltd κ.α. ν. Κυπριακήs Δημοκρατίαs, Προσφυγή 886/98 κ.α. ημερομηνίας 15.10.02 εξετάστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου όμοιο θέμα. Εξηγήθηκε η νομοθετική αλλαγή και, μεταξύ άλλων (κατηγορία Δ) αναθεωρήθηκε η απόφαση της διοίκησης για επιβολή νέου ψηλότερου δασμού ακριβώς επειδή εντοπίστηκαν έγγραφα στα οποία αναφέρονταν τιμολογιακές αξίες ψηλότερες από
τη δασμολογητέα αξία όπως αυτή προέκυπτε από τιμολόγια που είχαν καταθέσει οι εισαγωγείς. Η απόφαση της διοίκησης επικυρώθηκε αφού εξηγήθηκε πως "στην ουσία κατά ανάκληση της αρχικής απόφασης, επιβλήθηκε νέος δασμός στη βάση της θεωρηθείσας ως πραγματικής συναλλακτικής αξίας, δηλαδή του ποσού το οποίο πράγματι πληρώθηκε ως η αξία των αυτοκινήτων". Και περαιτέρω, πως "εν προκειμένω οι τελωνειακές αρχές παρέμειναν στη συναλλακτική αξία, όπως έκριναν ότι την προσδιόριζαν τα έγγραφα που εν τέλει βρέθηκαν στην κατοχή των αιτητών". ΄Οπως και στην πιο πάνω υπόθεση, δεν έχει προταθεί οτιδήποτε που θα ήταν δυνατό, συσχετιζόμενο προς την επίδικη απόφαση, να αποτελέσει αιτία ακυρότητας.Το βάρος του κατεψυγμένου σολομού
Με την επιστολή ημερομηνίας 12.11.97 οι αιτητές ενημερώθηκαν ως ακολούθως:
"Στις 17.10.96 είχατε εισαγάγει 10.193 κιλά κατεψυγμένο σολομό και στη σχετική διασάφηση εισαγωγής με αριθμό 1345 ημερομηνίας 17.10.96 δηλώσετε λανθασμένα ότι είχατε εισαγάγει 9.060 κιλά. Σαν αποτέλεσμα της αναληθούς δηλώσεως της ποσότητας που είχατε εισαγάγει ήταν η αποφυγή καταβολής εισαγωγικού δασμού ΛΚ 2.831.,00 (δύο χιλιάδες οκτακόσιες τριάντα μία λίρες)."
Τα στοιχεία του φακέλου που ευθέως συναρτώνται προς την επίδικη εισαγωγή, όπως εντοπίστηκαν στα ίδια τα γραφεία των αιτητών στο πλαίσιο της έρευνας που διεξάχθηκε, είναι τα ακόλουθα:
(α) Επιστολές του Διευθυντή των αιτητών ημερομηνίας 7.10.96, 15.10.96 και 31.10.96 προς τους προμηθευτές με οδηγίες που κατέτειναν σε πρόσκληση για εμφάνιση στα τιμολόγια βάρους σολομού μικρότερο από το πραγματικό.
(β) Δυο τιμολόγια με ίδιο αριθμό (F02925) και ίδια ημερομηνία (1.10.96) στα οποία φαίνονταν διαφορετικές ποσότητες σολομού. Στο πρώτο η ορθή κατά τους καθ΄ ων η αίτηση ποσότητα (10.193 κιλά) ενώ στο δεύτερο η μισή ακριβώς (5.096,50 κιλά
(γ) Πιστοποιητικό καταγωγής (certificate of origin) ημερομηνίας 1.10.96 με το οποίο επιβεβαιώνεται η εμφάνιση στο τιμολόγιο, ως βάρος του σολομού. το 50% του πραγματικού.
(δ) Τηλεομοιότυπο των αιτητών προς τους προμηθευτές ημερομηνίας 15.10.96, με το οποίο ζητούσαν νέο τιμολόγιο. Όπως εξηγούσαν, η φορτωτική και το υγειονομικό πιστοποιητικό που προηγήθηκαν προσδιόριζαν το ορθό βάρος και αυτά τα έγγραφα ζητούνταν από τις τελωνειακές αρχές. Επομένως, θα έπρεπε να σταλεί νέο τιμολόγιο που να δείχνει το βάρος των 10.193 κιλών αλλά, ταυτοχρόνως, και επίπαγο (glaze) ώστε αυτό να μειώνεται κατά 12.5%. Όπως και έγινε. Στάληκε τιμολόγιο που έδειχνε βάρος 9.060 κιλά οπότε, σ΄αυτή τη βάση, καταβλήθηκε δασμός μειωμένος κατά £2.831.
Οι αιτητές εισηγούνται πως ο δασμός θα έπρεπε να είχε υπολογιστεί στη βάση του καθαρού βάρους δηλαδή χωρίς τον επίπαγο. Όπως χαρακτηριστικά προτείνουν, εν τέλει τους επιβλήθηκε δασμός όχι μόνο για το σολομό αλλά, ουσιαστικά, και για το αλατόνερο που τον περιέβαλλε. Αναφέρθηκαν συναφώς σε επιστολή τους ημερομηνίας 11.9.96 με την οποία διαμαρτυρήθηκαν για την τακτική του Τελωνείου να μην αφαιρεί τον επίπαγο από το βάρος του σολομού. Ενώ οι καθ΄ ων η αίτηση υποστήριξαν την ορθότητα αυτής της τακτικής, υποδεικνύοντας ότι σ΄αυτές τις περιπτώσεις πράγματι υπολογίζεται το καθαρό βάρος το οποίο όμως αντιδιαστέλλεται προς το καθαρό - καθαρό βάρος (net - net weight) που είναι το προτεινόμενο από τους αιτητές.
Δεν θα υποκαθιστούσα τη δική μου στη θέση της κρίσης της διοίκησης επί τέτοιου θέματος την οποία, εν πάση περιπτώσει, κρίνω εύλογη. (βλ.
Takis Makrides v. The Republic (1979) 3 CLR 584 και Demetriou Dairy Products Ltd v. The Republic (1985) 3 CLR 758). Το εμπόρευμα, εν προκειμένω, δασμολογείται ως κατεψυγμένος σολομός και χωρίς τον επίπαγο, ως αναπόσπαστο μέρος του κατά τη μέθοδο της συντήρησής του, δεν θα ήταν κατεψυγμένος σολομός αλλά κάτι άλλο. Προκύπτει όμως και περαιτέρω πρόβλημα στη διεκδίκηση των αιτητών. Προτείνουν ως το υπόβαθρό της το τελευταίο τιμολόγιο, ως προσδιοριστικό του βάρους του επίπαγου. Ενώ, όπως προκύπτει, το σύνολο των στοιχείων το εμφανίζει και αυτό ως εκ των υστέρων δημιούργημα προς συγκεκριμένο στόχο. Τα δε παράπονά τους πως η διοίκηση δεν ερεύνησε αν πράγματι υπήρχε τόσου ποσοστού επίπαγος και πως παραβιάστηκαν οι αρχές της καλής πίστης, παραγνωρίζουν πως, όπως ορθά εισηγούνται οι καθ΄ ων η αίτηση, πέτυχαν τον αρχικό δασμό αφού παραπλάνησαν τη διοίκηση. Λέγουν, βεβαίως, πως δεν την παραπλάνησαν αλλά τα στοιχεία δεν τους δικαιώνουν. Στο τελικό τιμολόγιο, όπως το συνέταξαν μετά από επί τούτου συνεννόηση, αναφέρθηκαν σε ποσοστό επίπαγου 12.5% σε παρένθεση κάτω από την ένδειξη "περιγραφή εμπορευμάτων" και όχι κάτω από την ορθή, την προορισμένη γι΄αυτό, "ποσότητα" των εμπορευμάτων. Κάτω από την ένδειξη "ποσότητα" έγραψαν 9.060,50 κιλά που ήταν και η ποσότητα στη βάση της οποίας υπολογίστηκε ο δασμός. Το έχουμε δε πως ήταν γνωστή η τακτική της διοίκησης να υπολογίζει και τον επίπαγο. Η διοίκηση ευλόγως κινήθηκε και επ΄ αυτού του θέματος ενόψει των στοιχείων που εξασφαλίστηκαν στο πλαίσιο των ερευνών που διεξάχθηκαν και δεν διαπιστώνω αιτία ακυρότητας.Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται στο σύνολό της.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
ΜΣι.C:\My Documents\2003\part4\101-98a.doc