ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 967/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Ελένης Ιωάννου, από τη Λευκωσία,
Αιτήτριας,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - -
16 Ιανουαρίου, 2003
.Για την αιτήτρια: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κα Λ. Ουστά.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) με απόφαση της ημερ. 23.7.2001, επέλεξε για διορισμό στις 14 μόνιμες θέσεις Νοσηλευτικού Λειτουργού, Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 1-14. Οι επίδικες θέσεις είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής. Ανάμεσα στους 16 υποψηφίους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως κατάλληλοι για διορισμό, ήταν και η αιτήτρια.
Προηγήθηκε προφορική συνέντευξη ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην οποία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 3, 5, 7, 8, 9, 10, 11, 12 και 14 καθώς και η αιτήτρια κρίθηκαν εξαίρετα, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 1, 4, 6 και 13 σχεδόν εξαίρετα ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο 2 πάρα πολύ καλή. Μετά τις διευκρινήσεις που δόθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αναφορικά με την καθορισθείσα ενός τουλάχιστον έτους πείρα, σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, η οποία θα αποτελούσε πλεονέκτημα, η ΕΔΥ έκρινε ότι μόνο τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 2, 8 και 12 κατείχαν το πλεονέκτημα, σε αντίθεση με έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής σύμφωνα με την οποία, το πλεονέκτημα διέθεταν επίσης τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 1,4 και 11 καθώς και η αιτήτρια. Η ΕΔΥ, στη συνεδρία της ημερ. 23/7/01, επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης των θέσεων. Αναφορικά με την προηγούμενη πείρα της αιτήτριας καταγράφηκαν τα ακόλουθα:
«....... ότι η υποψήφια Ιωάννου Ελένη δεν διαθέτει τελικά το πλεονέκτημα, διότι η πείρα που είχε στην εργασία της δεν ήταν σχετική ούτε και ήταν διάρκειας ενός έτους, όπως έχει καθοριστεί με προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής (θέμα Β.(7)(1) των πρακτικών) ημερομηνίας 5.9.
00, στα πλαίσια προηγούμενης διαδικασίας πλήρωσης θέσεων Νοσηλευτικού Λειτουργού.Συγκεκριμένα, η ίδια ανέφερε στην Επιτροπή κατά τη διάρκεια της προφορικής της εξέτασης, ότι στα Bodyline που εργαζόταν για 18 μήνες μόνο τους έξι μήνες ασκούσε καθήκοντα που μπορούν να θεωρηθούν μερικώς ως εργασία σχετική με τα καθήκοντα του Νοσηλευτικού Λειτουργού, Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας.»
Στην ίδια συνεδρία, παρέστη και ο Διευθυντής Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, κ. Ανδρέας Δημητρίου ο οποίος, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση των 16 υποψηφίων και προέβη στην σύσταση του υπέρ των ενδιαφερομένων προσώπων. Η απόδοση της αιτήτριας στις συνεντεύξεις χαρακτηρίστηκε από το διευθυντή ως σχεδόν πολύ καλή ενώ η απόδοση των ενδιαφερομένων μερών χαρακτηρίστηκε από πολύ καλή+ μέχρι εξαίρετη. Η ίδια αξιολόγηση έγινε και από την ΕΔΥ, η οποία όμως αιτιολόγησε την αντίστοιχη κρίση της.
Η ΕΔΥ αφού έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων, το πλεονέκτημα όπως και τα στοιχεία των αιτήσεων στο σύνολο τους καθώς και τη σύσταση του Διευθυντή αλλά και την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον της προφορική εξέταση, προσέφερε διορισμό στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Η Επιτροπή αιτιολόγησε την επιλογή της με αναφορά στη σύσταση του Διευθυντή και στην αξιολόγηση του κάθε ενδιαφερομένου προσώπου τόσο ενώπιον της όσο και ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η απόρριψη της υποψηφιότητας της αιτήτριας καταγράφεται επίσης στα πρακτικά ως εξής:
«Η Επιτροπή, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, σημείωσε ότι οι Ιωάννου Ελένη και Νικολάου Νικόλας, οι οποίοι δεν επιλέγηκαν, σε μια συνεκτίμηση των στοιχείων που αναφέρθηκαν πιο πάνω, υστέρησαν έναντι των επιλεγέντων. Αυτοί αξιολογήθηκαν σε χαμηλότερο από τους επιλεγέντες επίπεδο στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, και συγκεκριμένα αξιολογήθηκαν ως Σχεδόν πολύ καλή και Καλός, αντίστοιχα, και επιπλέον, δεν έχουν τη σύσταση του Διευθυντή.»
Στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της αιτήτριας προβάλλονται οι πιο κάτω ισχυρισμοί:
Το οικείο σχέδιο υπηρεσίας προνοούσε ότι η πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης θα αποτελούσε πλεονέκτημα. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα καθήκοντα της θέσης ήταν η εκτέλεση νοσηλευτικών καθηκόντων στον τομέα Ψυχικής Υγείας περιλαμβανομένης Κοινοτικής και Συμβουλευτικής Νοσηλευτικής. Προκύπτει από τα πρακτικά ότι η ΕΔΥ ασχολήθηκε ειδικά με αυτό το θέμα και υιοθέτησε προηγούμενη απόφαση της για καθορισμό πείρας διάρκειας ενός τουλάχιστον έτους ώστε η πείρα των υποψηφίων να θεωρείται ως πλεονέκτημα για τις επίδικες θέσεις. Είναι επιτρεπτό για την ΕΔΥ να καθορίζει, όπου το σχέδιο υπηρεσίας δεν το προβλέπει, λογική χρονική διάρκεια για να θεωρείται η πείρα ως πλεονέκτημα και αυτό γιατί η πείρα σε κάθε περίπτωση
πρέπει να είναι ουσιαστική. Βλ. Αυγερινού ν. ΕΔΥ, ΑΕ 2428, ημερ. 22.10.99). Η ΕΔΥ, διερεύνησε, ως είχε καθήκον, κατά πόσο η πείρα των υποψήφιων που εμφανίζονταν στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής να κατέχουν το πλεονέκτημα, ικανοποιούσε όντως τις προϋποθέσεις της συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας καθώς και της συνάφειας προς τα καθήκοντα της θέσης.Η ΕΔΥ, στο πιο πάνω πλαίσιο, έκρινε ότι η αιτήτρια όπως και οι τρεις υποψήφιοι που φέρονταν να κατέχουν το πλεονέκτημα, τελικά δεν το κατείχαν. Προς τούτο, ζήτησε περισσότερες διευκρινήσεις από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και διερεύνησε το είδος της επαγγελματικής πείρας των υποψηφίων. Συγκεκριμένα για την αιτήτρια η οποία εργαζόταν ως νοσηλεύτρια σε ιδιωτικό ινστιτούτο, η ΕΔΥ είχε ενώπιον της βεβαίωση του Διευθυντή του εν λόγω ινστιτούτου αναφορικά με τα καθήκοντα της αιτήτριας ως συμβούλου ψυχολογικής υποστήριξης η οποία μιλά αφ' εαυτής:
«ΘΕΜΑ: ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΟ BODYLINE
ΑΠΟ 1.6.99 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Η Επιτροπή, ρώτησε επίσης την αιτήτρια στο στάδιο των συνεντεύξεων για τα επιμέρους καθήκοντα της και η ίδια παραδέχθηκε ότι μόνο έξι μήνες ασκούσε καθήκοντα που μπορούν μερικώς να θεωρηθούν ως εργασία σχετική με τα καθήκοντα του Νοσηλευτικού Λειτουργού, αναφερόμενη προφανώς στα πιο πάνω καθήκοντα. Εύλογα η ΕΔΥ μετά από επαρκή έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πείρα της αιτήτριας δεν αποτελούσε πλεονέκτημα αιτιολογώντας επαρκώς την
κρίση της. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι κατά τρόπο ομοιόμορφο έκρινε και για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο 11 που είχε την ίδια πείρα με την αιτήτρια στο ίδιο ινστιτούτο ότι δεν κατείχε το πλεονέκτημα.Η ΕΔΥ είχε δικαίωμα να αποστεί από την γνώμη της Συμβουλευτικής ως προς το πλεονέκτημα εφόσον διεξήγαγε επαρκή έρευνα και αιτιολόγησε την αντίθετη κρίση της. Εξάλλου το αρμόδιο όργανο που έχει τον τελικό λόγο για την συνδρομή των αναγκαίων προσόντων όσο και του πλεονεκτήματος είναι το διορίζον όργανο και όχι η Συμβουλευτική Επιτροπή όπως λανθασμένα εισηγείται η αιτήτρια. (Βλ. Κουνούνα ν. ΕΔΥ, ΑΕ 2926, ημερ. 31.12.01
).Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ερμηνεία που δίνεται από την ΕΔΥ στο προνοούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα ούτε στην τελική κρίση για την κατοχή του από τους υποψηφίους. Το Δικαστήριο δεν ενεργεί πρωτογενή έρευνα ούτε ασκεί ουσιαστική κρίση επί του θέματος αλλά ελέγχει την πιθανότητα παράλειψης διενέργειας δέουσα έρευνας, την ύπαρξη πλάνης και τυχόν υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας του οργάνου. Εδώ, δεν συντρέχει λόγος επέμβασης του Δικαστηρίου. Η ΕΔΥ κατόπιν επαρκούς έρευνας έκρινε ορθά ότι η μόλις έξι μηνών πείρα της αιτήτριας στην ψυχολογική υποστήριξη παχύσαρκων ατόμων δεν λογίζεται ως πείρα νοσηλεύτριας στον τομέα της ψυχικής υγείας προκειμένου να της αναγνωρισθεί ως πλεονέκτημα.
Ο δεύτερος λόγος ακύρωσης που προβάλλει η αιτήτρια αφορά στην έλλειψη αιτιολογίας τόσο της σύστασης όσο και της προσβαλλόμενης απόφασης. Είναι γεγονός ότι ο διευθυντής κατέγραψε τις εντυπώσεις του από την προφορική συνέντευξη με την αξιολόγηση των υποψηφίων και σύστησε ονομαστικά τα 14 ενδιαφερόμενα πρόσωπα χωρίς περαιτέρω αιτιολογία. Βάσει του άρθρου 34(9)του Ν1/90 δεν υφίσταται νομοθετική υποχρέωση αιτιολόγησης της σύστασης του Διευθυντή σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής. Συνεπώς οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της αιτήτριας είναι αβάσιμοι.
Αιτιολογία δόθηκε για τον κάθε υποψήφιο που επελέγη χωριστά και αναφέρεται στην απόδοση των υποψηφίων κατά το στάδιο των συνεντεύξεων ενώπιον της Συμβουλευτικής και της ΕΔΥ και στη σύσταση του Διευθυντή. Δεδομένου ότι οι θέσεις ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής και οι διεκδικητές ήταν μόνο εξωτερικοί υποψήφιοι, τα κριτήρια επιλογής που χρησιμοποιήθηκαν ήταν θεμιτά και κατάλληλα. Και εφόσον επρόκειτο για υποψηφίους με ισότιμα βασικά προσόντα, πλην εκείνων που υπερτερούσαν διότι κατείχαν το πλεονέκτημα που προσμέτρησε στην τελική επιλογή τους, ορθά λήφθηκε υπόψη η απόδοση τους στις συνεντεύξεις για σκοπούς σύγκρισης της καταλληλότητας τους. Σε θέσεις πρώτου διορισμού όπου η προσωπικότητα και οι ικανότητες του υποψηφίου είναι σημαντικές για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, μπορεί να δοθεί αυξημένη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις προφορικές συνεντεύξεις. (Βλ. Χριστάκης Χριστοφίδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 1601/00, ημερ. 3.4.02).
Η εντύπωση που απεκόμισε η ΕΔΥ από τις συνεντεύξεις ήταν υπό τις περιστάσεις παράγοντας σχετικός, αν όχι ενδεικτικός προς την αξία και την καταλληλότητα των υποψηφίων. (Βλ. ΕΔΥ ν. Αντωνίου, ΑΕ 2878, 2881, 2882, ημερ. 12.1
1.01). Συνεπώς ορθά αποτέλεσε το ουσιαστικό κριτήριο μαζί με την σύσταση, για την επιλογή των ενδιαφερόμενων προσώπων έναντι της αιτήτριας η οποία είχε κατώτερη απόδοση στις προφορικές εξετάσεις, δεν συστήθηκε και δεν κατείχε το πλεονέκτημα. Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει την κατά τους ισχυρισμούς αντικειμενική υπεροχή της. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η αιτιολογία τη προσβαλλόμενης απόφασης είναι πλήρης και σαφής και παρέχει στο Δικαστήριο συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της. Συνεπώς ούτε αυτό το επιχείρημα της αιτήτριας μπορεί να γίνει δεκτό.Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Α. Κραμβής, Δ.
ΣΦ.