ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΡ. 1448/2000,

1454/2000, 1505/2000

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

---------------------------------------------

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1448/2000

ΜΕΤΑΞΥ:

ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Χ. ΧΑΡΙΤΩΝΙΔΗ, από τη Λεμεσό,

Αιτητή

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση

-----------------------------------

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1454/2000

ΜΕΤΑΞΥ:

ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, από Σπάρτης 2,

Εγκωμη - Μακεδονίτισσα,

Αιτητή

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση

-----------------------------------

 

 

 

 

 

 

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1505/2000

ΜΕΤΑΞΥ:

ΙΩΑΝΝΑΣ ΑΓΑΠΙΟΥ, από Λευκωσία,

(Τεχνικού, οδός Κυπρολέοντος αρ. 24,

2314 Λακατάμεια)

Αιτήτριας

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση

-----------------------------------

8 Ιανουαρίου 2003

Για τον Αιτητή στην υπόθεση αρ. 1448/00: κ. Ν. Παπαμιλτιάδους.

Για τον Αιτητή στην υπόθεση αρ. 1454/00: κ. Παπαχαραλάμπους.

Για την Αιτήτρια στην υπόθεση αρ. 1505/00: κ. Α. Κωνσταντίνου.

Για τους Καθ'ων η αίτηση: κα Κούσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με τις παρούσες προσφυγές που έχουν συνενωθεί, οι αιτητές προσβάλλουν την ορθότητα της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως η "Επιτροπή") με την οποία η Μάρω Ιακώβου (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως το "ενδιαφερόμενο μέρος") προάχθηκε στη θέση του Ανώτερου Τεχνικού Πολεοδομίας και Οίκησης από την 1/8/2000.

 

 

 

) Τα γεγονότα

Τα απαιτούμενα προσόντα της θέσης του Ανώτερου Τεχνικού Πολεοδομίας και Οίκησης σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, ήταν τα ακόλουθα:

"Απαιτούμενα προσόντα:

    1. Δεκαεξαετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Τεχνικού από την οποία πενταετής τουλάχιστον υπηρεσία στην Κλίμακα Α7.
    2. Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα και ευθυκρισία.

Σημ.: Υπάλληλοι που κατείχαν τη θέση Τεχνικού κατά τη 16.2.1996 μπορούν να προαχθούν με δεκαπενταετή τουλάχιστο συνολική υπηρεσία στη θέση Τεχνικού ή/και στις προηγούμενες θέσεις Τεχνικού, 1ης και 2ης Τάξης, από την οποία πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία στην Κλίμακα Α7."

 

Επιπρόσθετα τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης καθορίσθηκαν ως ακολούθως:

"(α) Βοηθά ανώτερούς του στην ετοιμασία ή/και αναλαμβάνει την ετοιμασία και εφαρμογή χωροταξικών, πολεοδομικών και άλλων ρυθμιστικών σχεδίων, το χειρισμό και έλεγχο αιτήσεων και σχεδίων για ανάπτυξη, που υποβάλλονται σύμφωνα με οποιαδήποτε σχετική νομοθεσία, την ετοιμασία και εκτέλεση σχεδίων οικήσεως, τη διαχείριση Κυβερνητικών Οικισμών ή/και άλλης ακίνητης ιδιοκτησίας, που βρίσκεται κάτω από τη δικαιοδοσία του Τμήματος, καθώς και τη σχεδίαση και επίβλεψη της εκτέλεσης αποχετευτικών συστημάτων.

 

 

(β) Καθοδηγεί, ελέγχει και εκπαιδεύει κατώτερο προσωπικό στον Κλάδο που υπηρετεί.

(γ) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του ανατεθούν."

 

Η Επιτροπή αφού έκρινε ως προάξιμους τους 22 υποψηφίους που είχαν την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας πείρα στην κατώτερη θέση, κάλεσε το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης, ενώπιον του οποίου είχαν τεθεί οι προσωπικοί φάκελοι και οι φάκελοι των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, ο οποίος προέβηκε στην ακόλουθη σύσταση:

"΄Ελαβα υπόψη τα ισχύοντα με βάση τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμους κριτήρια για προαγωγή δημόσιων υπαλλήλων - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - , την προσωπική γνώση που έχω για όλους τους υποψηφίους και την προσφορά ενός εκάστου, τη μελέτη του περιεχομένου των Προσωπικών τους Φακέλων καθώς και τις πληροφορίες που πήρα από τους άμεσα προϊσταμένους τους αναφορικά με την προσφορά, την αξία και γενικά την καταλληλότητα του καθενός υποψηφίου ξεχωριστά για τη θέση του Ανώτερου Τεχνικού. Γνωρίζω επίσης τις ικανότητές τους και την εργασία τους. Με βάση τα πιο πάνω, συστήνω ως την πιο κατάλληλη για προαγωγή την Ιακώβου Μάρω.

Πρόκειται για μια καθόλα εξαίρετη υπάλληλο με πολύ αξιόλογη και σημαντική προσφορά σε όλους τους τομείς που εργάσθηκε τόσο στα Κεντρικά Γραφεία όσο και στα Επαρχιακά Γραφεία Λάρνακας και Αμμοχώστου. Η ευρύτατη πείρα που απέκτησε στους τομείς αυτούς και η πολύ μεγάλη ικανότητα που διαθέτει, της επέτρεψε να εκτελεί τα καθήκοντά της με απόλυτη επιτυχία. Διακρίνεται για τη σοβαρότητα, υπευθυνότητα, αξιοπιστία και ταχύτητα με την οποία διεκπεραιώνει την κάθε εργασία που της ανατίθεται. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για το υπηρεσιακό της ενδιαφέρον και την υποδειγματική της αφοσίωση στο καθήκον καθώς επίσης και το μεγάλο ενδιαφέρον που επιδεικνύει για τις εξελίξεις του τομέα εργασίας της, εμπλουτίζοντας συνεχώς τις γνώσεις της. Η σοβαρότητα και η υπευθυνότητα με την οποία εκτελεί την εργασία της επιτρέπουν στους προϊσταμένους της να την εμπιστεύονται και να της αναθέτουν αναβαθμισμένα καθήκοντα. Η αποδοτικότητά της τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά είναι εξαίρετη. Τη χαρακτηρίζει επίσης η ιδιαίτερη ικανότητα με την οποία προγραμματίζει, οργανώνει και ελέγχει την εργασία της, με αποτέλεσμα να τη φέρνει πάντοτε σε πέρας έγκαιρα και με επιτυχία. Στα Επαρχιακά Γραφεία Λάρνακας - Αμμοχώστου, όπου εργάζεται τα τελευταία σχεδόν 20 χρόνια, έχει κερδίσει την καθολική αναγνώριση και εκτίμηση για την προσωπικότητα και την ευσυνειδησία της και την ανάπτυξη ιδιαίτερα αρμονικών σχέσεων τόσο με τους συναδέλφους της όσο και με το εξυπηρετούμενο κοινό.

Γενικά κρίνω ότι η Ιακώβου Μάρω υπερτερεί ουσιαστικά σε αξία όλων των υποψηφίων, πράγμα που άλλωστε είναι προφανές και από τις αξιολογήσεις των τελευταίων χρόνων, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα.

Σ' ό,τι αφορά τα προσόντα, αναφέρω ότι η Ιακώβου Μάρω κατέχει το προσόν του Απολυτηρίου Εργων Αρχιτέκτονα, Αθηναϊκός Τεχνολογικός ΄Ομιλος, κατόπιν διετούς φοίτησης στην ιδιωτική σχολή Αθηνών Δοξιάδη. Το προσόν αυτό παρόλον ότι με βάση το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας δεν συνιστά πλεονέκτημα, εντούτοις λόγω της σχετικότητάς του, μπορεί να βοηθήσει τον κάτοχό του στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων του.

Συστήνοντας την Ιακώβου, σημείωσα ότι επτά υποψήφιοι υπερτερούν σε αρχαιότητα. Πέντε από αυτούς υπερτερούν μόνο οριακά, λόγω ημερομηνίας γέννησης, ενώ δύο υποψήφιοι έχουν περίπου τέσσερα χρόνια διαφορά. Αξιολογώντας όμως τη συνολική εικόνα τόσο της ίδιας, όσο και των άλλων υποψηφίων που δεν συστήνονται για προαγωγή, κρίνω ότι η Ιακώβου Μάρω υπερτερεί αισθητά αυτών και είναι η καταλληλότερη."

 

 

 

 

Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Επιτροπή αφού προχώρησε στην αξιολόγηση των στοιχείων που είχε ενώπιον της, αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους από την 1/8/2000.

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής

Οι αιτητές προσβάλλουν την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης επικαλούμενοι τους πιο κάτω λόγους:

  1. Πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή (Στις προσφυγές 1448/2000, 1454/2000 και 1505/2000).
  2. Ελλειψη αιτιολογίας (Στις προσφυγές 1454/2000 και 1505/2000).
  3. Ελλειψη δέουσας έρευνας που κατέληξε σε πλάνη περί τα πράγματα (Στην προσφυγή 1454/2000).
  4. Κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της Επιτροπής (Στην προσφυγή 1454/2000).

 

 

(γ) Η σύσταση του Διευθυντή

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην προσφυγή 1448/2000 ισχυρίστηκε ότι με τη μορφή που δόθηκε στη σύσταση του Διευθυντή παραγκωνίζονται η αξία, τα προσόντα και η αρχαιότητα των υποψηφίων που δεν επελέγησαν. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι ο Διευθυντής δεν είχε επαρκές χρονικό περιθώριο για τη μελέτη όλων των προσωπικών φακέλων και ότι δεν έχει αποκαλύψει την πηγή των πληροφοριών του αναφορικά με τον αιτητή Χαριτωνίδη.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην προσφυγή 1454/2000 ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι η σύσταση περιέχει εξωγενή στοιχεία, ότι τα όσα συμπεριλαμβάνει δεν προσθέτουν τίποτε περισσότερο από ό,τι περιέχεται στους σχετικούς φακέλους και ότι η σύσταση δεν περιείχε "την προσωπική γνώση όλων των υποψηφίων", αφού οι 22 υποψήφιοι υπηρετούσαν σε όλη την Κύπρο.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας στην προσφυγή 1505/2000 επικέντρωσε τους ισχυρισμούς του στη νομιμότητα της σύστασης αμφισβητώντας την εγκυρότητα της αφού, όπως εισηγήθηκε αυτή, συγκρούεται με το περιεχόμενο των σχετικών φακέλων. Προβλήθηκε η θέση ότι η άποψη του Διευθυντή περί "αισθητής" και ουσιαστικής υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία και συνολική εικόνα έναντι των υπόλοιπων συνδιεκδικητών της θέσης και κυρίως έναντι της Ι. Αγαπίου, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αφού οι υπηρεσιακές εκθέσεις φέρουν το ενδιαφερόμενο μέρος και την αιτήτρια ως "περίπου ισοδύναμους" και ότι η αναφορά του Διευθυντή σε "ευρύτατη πείρα" του ενδιαφερόμενου μέρους δεν τεκμηριώνεται από τα υπηρεσιακά στοιχεία των φακέλων. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι με την επίμαχη σύσταση ο Διευθυντής προσπάθησε να προσδώσει υπεροχή στο ενδιαφερόμενο μέρος ως προς τα προσόντα, με σχετική αναφορά στο Απολυτήριο Εργων Αρχιτέκτονα του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στο Απολυτήριο Σχεδιαστή του Κέντρου Τεχνολογικών Εφαρμογών που κατείχε η αιτήτρια.

Εκ μέρους των καθ'ων η αίτηση ο ευπαίδευτος συνήγορος τους υπέβαλε ότι ο Διευθυντής είχε αρκετό χρονικό διάστημα για να διαβουλευθεί με τους άμεσα προϊσταμένους τους και ότι δεν ήταν απαραίτητη η καταγραφή των πληροφοριών που άντλησε από άλλους λειτουργούς. Το κείμενο της σύστασης ήταν απόλυτα ορθό αφού συμφωνούσε με το περιεχόμενο των φακέλων και ότι το προβάδισμα των αιτητών Σταύρου και Αγαπίου σε αρχαιότητα (4 χρόνια στην προηγούμενη θέση) έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους, αναγνωρίσθηκε τόσο από το Διευθυντή όσο και από την Επιτροπή αλλά δεν μπορούσε να αποβεί σαν καθοριστικός παράγοντας, ενόψει της υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία.

Οι εισηγήσεις των αιτητών ότι ο Διευθυντής προσήλθε ενώπιον της Επιτροπής προαποφασισμένος για το ποιούς θα σύστηνε και χωρίς να γνωρίζει εκ των προτέρων ποιοί ήσαν οι προσοντούχοι υποψήφιοι, δεν ευσταθούν. Υπάρχει στο διοικητικό φάκελο "Επείγουσα-Εμπιστευτική" επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής ημερομηνίας 6/6/2000 προς το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης, με την οποία εκαλείτο ο τελευταίος να παρευρεθεί στη συνεδρία που θα ελάμβανε χώρα την 23/6/2000 σχετικά με την πλήρωση της επίδικης θέσης. Ταυτόχρονα είχε επισυναφθεί κατάλογος των υποψηφίων για προαγωγή καθώς και αντίγραφο του σχεδίου υπηρεσίας. Η κρίσιμη τελικά συνεδρία, κατά την οποία προσήλθε και προέβη σε σύσταση ο Διευθυντής, έλαβε χώρα στις 29/6/2000 και με βάση το τεκμήριο της κανονικότητας τεκμαίρεται ότι ο Διευθυντής είχε τον απαραίτητο χρόνο να ετοιμαστεί κατάλληλα προτού εμφανιστεί ενώπιον της καθ'ης η αίτηση και ότι γνώριζε τους υποψηφίους και τα προσόντα τους. Οι ισχυρισμοί των δικηγόρων των αιτητών δεν αποδεικνύουν ότι ο Διευθυντής δεν γνώριζε εκ των προτέρων ποιοί ήταν προσοντούχοι. Αβάσιμοι εξάλλου κρίνονται οι ισχυρισμοί ότι ο Διευθυντής δεν αποκάλυψε τη γνώση πάνω στην οποία βάσισε τη σύστασή του, ούτε κατέγραψε τις απόψεις ή πληροφορίες που πήρε από άλλους Λειτουργούς. Σύμφωνα με τη νομολογία δεν απαιτείται η καταγραφή της γνώσης του Διευθυντή ούτε των απόψεων και πληροφοριών που συνέλεξε από άλλους λειτουργούς και το πώς τις αξιολόγησε. (Βλέπε Απέητος κ.α. ν. Δημοκρατίας [1991] 3 ΑΑΔ 64, όπως επίσης Απόστολος Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 212/95, ημερομηνίας 28/2/97, Κατερίνα Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 817, ημερομηνίας 12/7/90, Γιώργος Μαυρομάτης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 131/96, ημερομηνίας 15/1/97 και Γεωργία Περικλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 701/99, ημερομηνίας 14/5/2001).

΄Ομως οι ισχυρισμοί των αιτητών αναφορικά με το περιεχόμενο της σύστασης φαίνεται ότι είναι δικαιολογημένοι. Στη σύσταση γίνεται μνεία για την υπευθυνότητα του ενδιαφερόμενου μέρους, την αξιοπιστία και την ταχύτητα με την οποία διεκπεραιώνει την εργασία της, ενώ τονίζεται ιδιαίτερα το υπηρεσιακό της ενδιαφέρον και η "εξαίρετη" αποδοτικότητά της. Εκθειάζεται ακόμα η εκ μέρους της "ανάπτυξη ιδιαίτερα αρμονικών σχέσεων τόσο με τους συναδέλφους της όσο και με το εξυπηρετούμενο κοινό". Οι τομείς στους οποίους γίνεται αναφορά, βαθμολογούνται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Ενδελεχής ανασκόπηση των αξιολογήσεων των τελευταίων χρόνων στις οποίες σύμφωνα με τη σύσταση αποδόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα, αποκαλύπτουν ότι για την περίοδο 1993-1998 (δεν υπάρχει βαθμολόγηση των αιτητών αναφορικά με το έτος 1999) σε ό,τι αφορά τα στοιχεία της απόδοσης, του υπηρεσιακού ενδιαφέροντος, της υπευθυνότητας και αυτό της συνεργασίας-σχέσεων, το ενδιαφερόμενο μέρος και δύο από τους αιτητές, δηλαδή οι Χαριτωνίδης και Αγαπίου, έχουν αξιολογηθεί με τον ίδιο βαθμό (εξαίρετα) κατά τα τελευταία έξι χρόνια. Με οριακή διαφορά ακολουθεί ο αιτητής Σταύρου, ο οποίος έχει αξιολογηθεί το 1993 στο στοιχείο της υπευθυνότητας με το βαθμό "πολύ ικανοποιητικά". Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν συνάδει με το περιεχόμενο των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Η σύσταση, όπως είναι διατυπωμένη, φέρει το ενδιαφερόμενο μέρος να υπερτερεί σε τέσσερις τομείς (απόδοση, υπηρεσιακό ενδιαφέρον, υπευθυνότητα και συνεργασία-σχέσεις) που δεν δικαιολογούνται από τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Ούτε η γενική εικόνα υπεροχής την οποία ο Διευθυντής μεταφέρει στη σύστασή του (αναφέροντας ότι το ενδιαφερόμενο μέρος "υπερτερεί ουσιαστικά σε αξία όλων των υποψηφίων" και επαναλαμβάνοντας συμπερασματικά ότι "υπερτερεί αισθητά" άλλων υποψηφίων που προηγούνται σε αρχαιότητα), επιβεβαιώνεται από τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Επιπρόσθετα η αναφορά του Διευθυντή ότι η "ουσιαστική" υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία "είναι προφανής και από τις αξιολογήσεις των τελευταίων χρόνων" δεν συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων. Η εικόνα που προκύπτει από τη βαθμολογημένη αξία δεν είναι αυτή της ουσιαστικής υπεροχής. Στο σύνολο των βαθμολογιών των έξι τελευταίων χρόνων το ενδιαφερόμενο μέρος προηγείται οριακά με 43 "εξαίρετα" και 5 "πολύ ικανοποιητικά" έναντι 41 και 7 αντίστοιχα για τον αιτητή Σταύρου και 40 με 8 για την αιτήτρια Αγαπίου. Σε κάποια απόσταση ακολουθεί ο αιτητής Χαριτωνίδης που έχει συγκεντρώσει 38 "εξαίρετα" και 10 "πολύ ικανοποιητικά". Στα επί μέρους στοιχεία, που τονίσθηκαν στη σύσταση, παρουσιάζεται μια εικόνα ισοδυναμίας. Προκύπτει ότι ο Διευθυντής επιχείρησε να μεταβάλει με τη σύστασή του την υπηρεσιακή αξία των υποψηφίων, μετατρέποντας την οριακή υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε "ουσιαστική" και "αισθητή", όπως ο ίδιος την χαρακτήρισε, δημιουργώντας έτσι νέα κατάσταση υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων. Το αποτέλεσμα των πιο πάνω επισημάνσεων είναι η ανατροπή των αξιολογήσεων αφού για τα θέματα που έχουν αναφερθεί και όπου τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος όσο και οι αιτητές είχαν ήδη αξιολογηθεί παρόμοια, διαχωρίζεται το ενδιαφερόμενο μέρος με γενικές παρατηρήσεις που του προσδίδουν ένα προβάδισμα ως προς την αξία. Τόσο η γενική αξιολόγηση όσο και η αξιολόγηση επί των επί μέρους στοιχείων που έχουν αναφερθεί είναι, με τη μορφή που διατυπώθηκε στη σύσταση, αναιτιολόγητη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην εντελώς πρόσφατη απόφαση Ιωάννης Μοδίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2852 της 25/10/2002, έθεσε τα πλαίσια μέσα στα οποία πρέπει να κινείται η σύσταση για να μην εκφεύγει από τα όρια της νομιμότητας. Οπως έχει τονισθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη που εξέδωσε τη σχετική απόφαση,

"Οσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους, όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει. Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. Ωστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. Συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ΑΕ 2037 ημερομηνίας 20.11.98). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων. Σημειώνουμε συναφώς πως ο ίδιος προϊστάμενος αξιολόγησε τον αιτητή τα δυο τελευταία χρόνια, το 1996 και το 1997. Και τον βρήκε εξαίρετο σε όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία αξιολόγησης. Οπότε, κατά την πάγια νομολογία μας, δεν θα έπρεπε να της είχε προσδοθεί βαρύτητα. Συνυπολογίστηκε κατά την τελική επιλογή, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας και η έφεση επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται."

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Διευθυντής επικαλείται στη σύσταση του την κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος του προσόντος του Απολυτηρίου Εργων Αρχιτέκτονα του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου, το οποίο θα μπορούσε "λόγω της σχετικότητας του να βοηθήσει τον κάτοχο του στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων του". Ομως και η αιτήτρια Ι. Αγαπίου κατείχε ένα σχετικά ανάλογο προσόν και πιο συγκεκριμένα το Απολυτήριο Σχεδιαστή του Κέντρου Τεχνολογικών Εφαρμογών Αθηνών. Η σχετική παράλειψη εκ μέρους του Διευθυντή στη σύσταση του του πιο πάνω προσόντος της αιτήτριας Ι. Αγαπίου, κατέληξε στην έμμεση διαμόρφωση υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους, που μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία πλάνης.

Η πιο πάνω σύσταση που έπασχε υιοθετήθηκε από την Επιτροπή και λανθασμένα οδήγησε στην προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.

Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω αποδέχομαι τις σχετικές προσφυγές και προβαίνω στην ακύρωση της σχετικής απόφασης, με έξοδα σε βάρος των καθ'ων η αίτηση. Με βάση την πιο πάνω κατάληξη δεν κρίνω σκόπιμο να ασχοληθώ με τους άλλους λόγους που έχουν προβληθεί.

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο