ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 1049
31 Οκτωβρίου, 2002
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Κ. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΕΣΤΕΪΤΣ ΛΤΔ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΣΩ
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 995/2001)
Πολεοδομία και Χωροταξία ― Τοπικά Σχέδια και Σχέδια Περιοχής ―Νομοθετικό πλαίσιο θεσπίσεως ― Ενστάσεις των επηρεαζομένων και οριστικοποίηση των Σχεδίων από το Υπουργικό Συμβούλιο ― Ένδικα μέσα.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Περιστάσεις του εκπροθέσμου της προσφυγής κατά Τοπικού Σχεδίου στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πληροφοριακή απόφαση ― Περιστάσεις του πληροφοριακού χαρακτήρα της επίδικης πράξης.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέφυγε κατά του Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού μετά την πάροδο 75 ημερών από την κατά νόμο οριστικοποίησή του αναλώνοντας την συνταγματική προθεσμία προς προσφυγή σε μη προβλεπόμενη από το δίκαιο ένσταση ενώπιον της διοίκησης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Η προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη. Σε ό,τι αφορά τη Γνωστοποίηση Αρ. 1450, ημερ. 3 Δεκεμβρίου, 1999, η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Σε ό,τι αφορά δε την απάντηση του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 14 Σεπτεμβρίου, 2001, αυτή δεν είναι εκτελεστή αλλά μόνο πληροφοριακού περιεχομένου. Δικαίωμα ένστασης ο νόμος παρέχει - με το εδάφιο (5) του Άρθρου 18 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν.90/72) όπως τροποποιήθηκε - μόνο σε σχέση με Γνωστοποίηση από τον Υπουργό βάσει του εδαφίου (2), όχι και σε σχέση με Γνωστοποίηση από το Υπουργικό Συμβούλιο βάσει του εδαφίου (8). Για τη δεύτερη ο διοικούμενος δύναται να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των εβδομήντα πέντε ημερών.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Γεωργαλλίδης v. Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 1082.
Προσφυγή.
Γ. Κασάπης, για την Αιτήτρια.
Χρ. Iωσηφίδης, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Το άρθρο 18 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72) όπως τροποποιήθηκε - βλ. ιδιαίτερα τον Ν. 7/90 που αντικατέστησε την προηγούμενη διάταξη - προβλέπει μηχανισμό αναφορικά με την εκπόνηση, τροποποίηση, υιοθέτηση ή έγκριση Τοπικού Σχεδίου ή Σχεδίου Περιοχής. Η εξουσία ασκείται σε πρώτο στάδιο από τον Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος, σύμφωνα με το εδάφιο (2):
«...... καταθέτει αντίγραφο του Σχεδίου αυτού στο Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας και Οικήσεως της Επαρχίας στην οποία βρίσκεται η περιλαμβανόμενη στο Σχέδιο περιοχή και στα γραφεία όλων των δήμων που περιλαμβάνονται μέσα στην περιοχή αυτή και δημοσιεύει σχετική γνωστοποίηση.»
Καθορίζεται στο εδάφιο (3) ότι:
«(3) Η προβλεπόμενη στο προηγούμενο εδάφιο γνωστοποίηση καθιστά γνωστό στο κοινό ότι το Τοπικό Σχέδιο ή Σχέδιο Περιοχής είναι διαθέσιμο προς επιθεώρηση κατά πάντα εύλογο χρόνο και -
(α) Δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας και σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες· και
(β) αναρτάται στις πινακίδες γνωστοποιήσεων ή σε άλλα περίοπτα σημεία του γραφείου του Επάρχου και του Επαρχιακού Γραφείου Πολεοδομίας και Οικήσεως της Επαρχίας στην οποία βρίσκεται η περιλαμβανόμενη στο Σχέδιο αυτό Περιοχή και στα γραφεία όλων των δήμων που τυχόν περιλαμβάνονται μέσα στην περιοχή αυτή.»
Παρέχεται, με το εδάφιο (5), προθεσμία οκτώ μηνών από τη δημοσίευση της Γνωστοποίησης για την υποβολή στον Υπουργό αιτιολογημένων ενστάσεων. Κατά δε το εδάφιο (6) ο Υπουργός αφού τις εξετάσει:
«...... υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο το Τοπικό Σχέδιο ή Σχέδιο Περιοχής, τις ενστάσεις αυτές και, εφόσο συντρέχει περίπτωση, την αντίθετη γνώμη του Κοινού Συμβουλίου προς το Σχέδιο μαζί με τις δικές του παρατηρήσεις και συστάσεις.»
Εν συνεχεία, σε δεύτερο στάδιο, αποφασίζει το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο βάσει του εδαφίου (7):
«..... έχει εξουσία είτε να επικυρώσει το Τοπικό Σχέδιο ή Σχέδιο Περιοχής ως έχει είτε να επιφέρει σε αυτό τις κατά την κρίση του αναγκαίες τροποποιήσεις.»
Οπότε, σύμφωνα με το εδάφιο (8):
«Αντίγραφα του Τοπικού Σχεδίου ή Σχεδίου Περιοχής, όπως αυτό εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατατίθενται στο Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας και Οικήσεως της επαρχίας στην οποία βρίσκεται η περιλαμβανόμενη στο Σχέδιο Περιοχή και στα γραφεία όλων των δήμων που περιλαμβάνονται μέσα στην περιοχή αυτή. σχετική γνωστοποίηση με την οποία καθίσταται γνωστό ότι το Τοπικό Σχέδιο ή Σχέδιο Περιοχής είναι διαθέσιμο προς επιθεώρηση κατά πάντα εύλογο λόγο, δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας και κατ' άλλο τρόπο που τυχόν θα ορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο.»
Τέλος, ορίζεται στο εδάφιο (9) ότι οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης, βάσει του εδαφίου (8), Γνωστοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα.
Στην προκείμενη περίπτωση το Τοπικό Σχέδιο Λεμεσού, το οποίο ρυθμίζει την ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή Λεμεσού, τροποποιήθηκε στα πλαίσια αναθεώρησης βάσει του άρθρου 14. Και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 4 Οκτωβρίου, 1996, η Γνωστοποίηση Αρ. 1189 βάσει του άρθρου 18(2). Υποβλήθηκαν ενστάσεις από ιδιοκτήτες των οποίων η γη επηρεαζόταν. Δεν προέκυπτε όμως θέμα υποβολής ένστασης από την αιτήτρια, ιδιοκτήτρια του τεμ. 354, Φ/Σ LIV/44, ενορίας Αγ. Παρασκευής, Γερμασόγεια, αφού η δική της γη, που παρέμενε οικιστική, δεν επηρεαζόταν δυσμενώς. Εν τέλει όμως, με την τροποποίηση την οποία αποφάσισε το Υπουργικό Συμβούλιο βάσει του εδαφίου (7) και για την οποία, σύμφωνα με το εδάφιο (8), δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 3 Δεκεμβρίου, 1999, η Γνωστοποίηση Αρ. 1450, επηρεάστηκε το προαναφερθέν τεμάχιο της αιτήτριας κατά το ότι καθορίστηκε ως χώρος για δημοτικό σχολείο, προς αντικατάσταση του προηγουμένως επιλεγέντος χώρου σε σχέση με μέρος του οποίου η ιδιοκτήτρια είχε επιτύχει σε ιεραρχική προσφυγή εναντίον απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθώ σε λεπτομέρειες.
Στις 14 Ιουλίου, 2000, η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση κατά της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, στην οποία αναφερόταν η δεύτερη Γνωστοποίηση Αρ. 1450, που δημοσιεύτηκε στις 3 Δεκεμβρίου, 1999, βάσει του άρθρου 18(8). Πληροφορήθηκε, με επιστολή εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 19 Σεπτεμβρίου, 2000, ότι η ένστασή της θα εξεταζόταν αλλά αργότερα, κατόπιν γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας, πληροφορήθηκε με επιστολή ημερ. 14 Σεπτεμβρίου, 2001, ότι η ένσταση δεν ήταν δυνατόν να εξεταστεί γιατί βρισκόταν έξω από τα όρια του άρθρου 18(5).
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύτηκε με τη Γνωστοποίηση Αρ. 1450 ημερ. 3 Δεκεμβρίου, 1999, και την άρνηση λήψης απόφασης στην ένστασή της. Στον τίτλο δεν γίνεται αναφορά στο Υπουργικό Συμβούλιο αλλά δεδομένου ότι η προσφυγή στρέφεται κατά της Δημοκρατίας, αυτό δεν αποτελεί εν προκειμένω παρά μόνο τυπικό πρόβλημα με εύκολη λύση αφού θα μπορούσα τώρα αυτεπάγγελτα να προχωρούσα σε τροποποίηση: βλ. Γεωργαλλίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 1082.
Ωστόσο η προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη για τους λόγους που επεσήμανε ο συνήγορος της Δημοκρατίας. Σε ό,τι αφορά τη Γνωστοποίηση Αρ. 1450, ημερ. 3 Δεκεμβρίου, 1999, η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Σε ό,τι αφορά δε την απάντηση του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 14 Σεπτεμβρίου, 2001, αυτή δεν είναι εκτελεστή αλλά μόνο πληροφοριακού περιεχομένου. Δικαίωμα ένστασης ο νόμος παρέχει - με το εδάφιο (5) του άρθρου 18 - μόνο σε σχέση με Γνωστοποίηση από τον Υπουργό βάσει του εδαφίου (2), όχι και σε σχέση με Γνωστοποίηση από το Υπουργικό Συμβούλιο βάσει του εδαφίου (8). Για τη δεύτερη ο διοικούμενος δύναται να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των εβδομήντα πέντε ημερών.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως μη παραδεκτή, με έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.