ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 715
4 Σεπτεμβρίου, 2002
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 503/2001)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΟΛΩΜΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Η ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 553/2001)
ΙΩΣΗΦ ΙΩΣΗΦ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Η ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 503/2001, 553/2001)
Στρατός της Δημοκρατίας ― Αξιωματικοί ― Διορισμός ― Ανέλιξη υπαξιωματικών σε αξιωματικούς ― Το κανονιστικό πλαίσιο και τα νομολογιακά πορίσματα που απέκλεισαν την δυνατότητα διαμόρφωσης δεκαδικών αριθμών κατά τον υπολογισμό της βαθμολογίας στις εκθέσεις ικανότητας των υποψηφίων ― Η επανεξέταση που διενεργήθηκε στην κριθείσα περίπτωση υπό το φως του υφιστάμενου δεδικασμένου, αγνοώντας απλώς τα δεκαδικά ψηφία των ακυρωθέντων βαθμολογιών, κρίθηκε παράνομη ― Περιστάσεις.
Οι αιτητές προσέβαλαν τον κατ' επανεξέταση διορισμό των ενδιαφερομένων μερών στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Κατά την επανεξέταση επιχειρήθηκε η συμμόρφωση προς τις σχετικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που αφορούσαν τον τρόπο σύνταξης των εκθέσεων ικανότητας των υποψηφίων, με αποτέλεσμα την διάσπαση των αντίστοιχων βαθμολογιών που περιλάμβαναν δεκαδικούς αριθμούς σε ακέραιους που λήφθηκαν υπόψη και στα δεκαδικά τους ψηφία που αγνοήθηκαν.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Η τελική βαθμολογία του ουσιαστικού προσόντος που περιλάμβανε και δεκαδικό αριθμό, δεν ήταν αυτοτελής. Ήταν ο μέσος όρος άλλων βαθμολογιών, εκείνων για τα επιμέρους στοιχεία του κάθε προσόντος. Η ξεχωριστή βαθμολόγηση των επιμέρους στοιχείων που οδήγησε στους δεκαδικούς αριθμούς, κρίθηκε πως ήταν παράνομη ως μή συνάδουσα προς τους Κανονισμούς και δεν είναι δυνατό να είναι νόμιμο οποιοδήποτε μέρος της συνολικής βαθμολογίας, όταν ήταν παράνομη στο σύνολό της η επιμέρους βαθμολογία από την οποία αυτή προέκυψε.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Οδυσσέως κ.ά. v. Δημοκρατίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 894,
Διάκος κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2707,
Λόττας v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2183,
Δημοκρατία v. Λόττα (1997) 3 Α.Α.Δ. 456,
Δημοκρατία v. Διάκου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 19.
Προσφυγές.
Σ. Οικονομίδης, για τους Αιτητές.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι μόνιμοι υπαξιωματικοί του στρατού ανελίσσονται σε αξιωματικούς δυνάμει των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκαν). Εφόσον συγκεντρώνουν τα προσόντα που εξειδικεύονται, αξιολογούνται από το Συμβούλιο Αξιολογήσεων και διορίζονται κατά τη σειρά της τελικής βαθμολογίας τους στον πίνακα που καταρτίζεται. Ως κριτήρια αξιολόγησής τους καθορίζονται οι εκθέσεις ικανότητας, δηλαδή η βαθμολογία των ουσιαστικών προσόντων που αναφέρονται στον Κανονισμό 21 (μέχρι 50 βαθμοί). Επίσης η βαθμολογία σε γραπτές εξετάσεις (μέχρι 50 βαθμοί), από τις οποίες όμως εξαιρούνται οι υπαξιωματικοί που υπηρετούσαν πριν από την έναρξη της ισχύος των Κανονισμών. Η εντύπωση πως στην περίπτωση των εξαιρουμένων θα λειτουργούσε ως υποκατάστατο προσωπική συνέντευξη, κρίθηκε λανθασμένη στην Οδυσσέως κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 894.
Η απόφαση για το διορισμό 16 υπαξιωματικών στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού από 20.12.93 ακυρώθηκε στην υπόθεση Διάκος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2707 στη βάση της ανάλογης, όπως κρίθηκε, περίπτωσης που αποτέλεσε το αντικείμενο της υπόθεσης Λόττας ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2183. Η βαθμολογία στις εκθέσεις ικανότητας ήταν παράνομη επειδή, κατά παράβαση των Κανονισμών, για τους λόγους που εξηγήθηκαν, περιλάμβανε δεκαδικούς αριθμούς. Οι εφέσεις που ασκήθηκαν κατά των πιο πάνω αποφάσεων απορρίφθηκαν και πρέπει να έχουμε εξ αρχής υπόψη το σκεπτικό. Στη Δημοκρατία ν. Λόττα (1997) 3 Α.Α.Δ. 456, 462, περικλείεται στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση που εξέδωσε ο Νικολάου, Δ.:
"Κατά την άποψή μας, ακόμα και με μόνο τη γραμματική ερμηνεία των Κανονισμών, δεν παρέχεται δυνατότητα για βαθμολογία των ουσιαστικών προσόντων με δεκαδικό αριθμό σε περιπτώσεις όπου αυτή υπερβαίνει το 8 όσο και αν το αποτέλεσμα προκύπτει μόνο έμμεσα. Επισημαίνουμε κατ' αρχήν ότι η μορφή του εντύπου δεν καθορίζεται στους Κανονισμούς. Η κατάρτιση του εν χρήσει εντύπου με τρόπο που εξυπονοεί τη ξεχωριστή βαθμολογία επί μέρους στοιχείων δε συνάδει με τον Κανονισμό 30(1). Διότι η πρόνοια εκεί ότι "βαθμολογούνται τα ουσιαστικά προσόντα" ενώ "επισημαίνονται οι αδυναμίες και τα ελαττώματα" συναρτά άμεσα τη βαθμολογία με τα ουσιαστικά προσόντα ιδωμένα στην ολότητα τους στον κάθε τομέα στον οποίο αναφέρονται. Δε διαλαμβάνεται βαθμολογία των επί μέρους. Μας φαίνεται ότι τα επί μέρους εξειδικεύονται στους Κανονισμούς ώστε, αφενός να προσδιορίσουν το προσόν και αφετέρου να διευκολύνουν τυχόν επισημάνσεις για αδυναμίες και ελαττώματα. Έπειτα, το ότι πέραν του βαθμού 8 δεν προσφέρεται δυνατότητα για δεκαδικό αριθμό προκύπτει από την κλίμακα που προβλέπεται στον Κανονισμό 30(5). Κι αυτό διότι ενώ από το "καλός" και πιο κάτω παρέχεται δυνατότητα βαθμολογίας μεταξύ δύο αριθμών (7 έως 8, 4 έως 6 και 1 έως 3), το "πολύ καλός" και το "εξαίρετος" συσχετίζονται αποκλειστικά με τους αριθμούς 9 και 10 αντίστοιχα, ενώ, ας σημειωθεί πρόσθετα, το "καλός" δεν μπορεί να υπερβεί το βαθμό 8. Καταλήγουμε λοιπόν ότι η πρωτόδικη κατάληξη ήταν ορθή."
Σημειώνω πως ο Πικής, Π., εξέδωσε χωριστή απόφαση με την ίδια κατάληξη, με σκεπτικό ως εξής:
"Η διαπίστωση ότι η αριθμητική αποτίμηση δεν αποτελεί το μέτρο της βαθμολογίας και το ότι η αριθμητική απεικόνιση των ουσιαστικών προσόντων είναι παρενθετική προς την ουσιαστική βαθμολογία, καθιστά το πρόβλημα θεωρητικό για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Η κλίμακα βαθμολογίας που καθιερώνεται από τους Κανονισμούς δεν είναι αριθμητικήα συνίσταται από πέντε ευρύτερες διαβαθμίσεις, καθοριζόμενες με τη γραμματική ορολογία, "Εξαίρετος", "Πολύ καλός", "Καλός", "Μέτριος", "Απαράδεχτος". Η αριθμητική αντιστοιχία προς την ουσιαστική βαθμολογία είναι συμπτωματική. Το "8", όπου χρησιμοποιείται, υποδηλώνει κατάταξη στην κλίμακα του "Καλός". Μεταξύ του "Καλός" και "Πολύ Καλός" δεν υπάρχει ενδιάμεση διαβάθμιση και κατά συνέπεια ούτε αντίστοιχη ευχέρεια αριθμητικής αποτίμησης. Η υποδιαίρεση της αξιολόγησης, σε πέντε βαθμίδες, συνιστά περιεκτικό κώδικα η υιοθέτηση του οποίου ήταν νομοθετικά ευχερής και λογικά παραδεχτή. Η πιο πάνω θεώρηση του υπό εξέταση θέματος με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή. Ταυτίζομαι με την απόφαση του Νικολάου, Δ., τόσον, ως προς το αποτέλεσμα όσο και το σκεπτικόα περιλαμβανομένης και της διαπίστωσης ότι οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό των ουσιαστικών προσόντων, οι οποίοι καθορίζονται στον Κ. 33, δε βαθμολογούνται ξεχωριστά. Τα επί μέρους στοιχεία προσμετρούν, όπως εξηγείται στην απόφασή του, στο σφαιρικό καθορισμό της αξίας, γεγονός που υποδηλώνεται και από τη χρήση του όρου "εν γένει", στον Κ.33(1)."
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Διάκου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 19 συζητήθηκε ως πρώτο θέμα το κατά πόσο, όπως ήταν η εισήγηση της Δημοκρατίας, η περίπτωση ήταν, για λόγους που προτάθηκαν, διαφορετική από την προηγούμενη. Το δεύτερο αφορούσε στην άποψη πως η βαθμολογία δεν είχε επηρεάσει τις προοπτικές των αιτητών. Δεν έγιναν δεκτές αυτές οι εισηγήσεις και παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας που εξέδωσε ο Νικήτας, Δ.:
"Τα σημεία που έθιξε ο κ. Χριστοφόρου δε δημιουργούν την ειδοποιό εκείνη διαφορά που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να θέσει την παρούσα εκτός της εμβέλειας της απόφασης Λόττας. Ο κανόνας που καθιέρωσε η υπόθεση εκείνη είναι καθολικής εφαρμογής. Η προταθείσα ερμηνεία δε βρίσκει κανένα νόμιμο έρεισμα στη λεκτική διατύπωση των κανονισμών περί υπαξιωματικών που είναι, άλλωστε, στο επίμαχο σημείο, ταυτόσημες με τον αντίστοιχο κανονισμό των αξιωματικών. Πέραν τούτου, θα ήταν ανεπιθύμητο και θα δημιουργούσε αδικία η αξιολόγηση που είναι, όπως προεκτέθηκε, κεφαλαιώδους σημασίας για την προαγωγή, αν αυτή απέληγε σε μικροδιαφοροποιήσεις με βάση μερικά εκατοστά της μονάδας. Δεν μπορεί να ήταν αυτός ο σκοπός του συντάκτη των κανονισμών, που αποτελούσαν προσπάθεια για αρτιότερη και πιο αξιοκρατική στελέχωση του στρατεύματος. Οι λόγοι έφεσης που σχετίζονται με το θέμα αυτό απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
Προσβάλλεται τέλος η διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η βαθμολογία επηρέασε τις προοπτικές των αιτητών για προαγωγή. Η αναδίφηση των σχετικών στοιχείων υποστηρίζει απόλυτα το εύρημα. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που ανέφερε ο κ. Οικονομίδης ενώπιόν μας - και είναι ορθόν - ότι η βαθμολογία του τελευταίου των αιτητών από τον πρώτο των ενδιαφερομένων προσώπων είναι μόνο 271 χιλιοστά της μονάδας."
Ακολούθησε επανεξέταση και πληρώθηκαν εκ νέου οι 16 θέσεις. Είχε επαναβεβαιωθεί πως οι δικαιούμενοι σε αξιολόγηση, στους οποίους περιλαμβάνονταν οι αιτητές και τα εν τέλει ενδιαφερόμενα πρόσωπα, εξαιρούνταν από τη γραπτή εξέταση και, περαιτέρω, ενόψει της απόφασης στην Οδυσσέως (ανωτέρω) αγνοήθηκαν οι βαθμολογίες των προσωπικών συνεντεύξεων που είχαν διεξαχθεί. Χρησιμοποιήθηκε ως μόνο κριτήριο η βαθμολογία στις εκθέσεις ικανότητας και οι αιτητές, στις δυο συνεκδικαζόμενες προσφυγές, επαναφέρουν ως μόνο θέμα το ζήτημα της νομιμότητάς της. Θεωρούν πως στην απουσία, πλέον, άλλου κριτηρίου θα έπρεπε να μετρήσει η αρχαιότητα και προσβάλλουν το διορισμό εκείνων που είναι νεότεροί τους. Ο αιτητής Α. Σολωμού στην Προσφυγή Αρ. 503/01, των Παναγιώτου Ανδρέα, Καντωνίδη Στέλιου, Κουταλιανού Νίκου, Γλυκή Γεώργιου, Χρυσοστόμου Χρυσόστομου, Κωνσταντίνου Δημήτρη, Κωνσταντίνου Κώστα, Πέτρου Πέτρου και Μιχαήλ Κυριάκου. Και ο αιτητής Ιωσήφ Ιωσήφ στην Προσφυγή Αρ. 553/01, του Ευριπίδου Χριστάκη.
Δεν είναι, βέβαια, έργο του Δικαστηρίου η υπαγόρευση τρόπου ενέργειας στη διοίκηση και εκείνο που θα με απασχολήσει μπορεί να είναι μόνο το ζήτημα της νομιμότητας του χειρισμού που οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση. Βρίσκουμε το υπόβαθρό του στο πρακτικό του Συμβουλίου Αξιολογήσεων ημερομηνίας 27.12.00. Το παραθέτω:
"Το Συμβούλιο, υπό το φως των ακυρωτικών αποφάσεων, αποφάσισε υπό τις περιστάσεις, ότι θα πρέπει να καθορίσει ένα ενιαίο και αντικειμενικό τρόπο υπολογισμού της βαθμολογίας που έχουν οι υπό αξιολόγηση Υπαξιωματικοί στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητάς τους των πέντε (5) τελευταίων χρόνων στην περίπτωση που σ' αυτές περιλαμβάνονται δεκαδικοί αριθμοί. Γι' αυτό, κατέληξε ότι ο πιο εύλογος, δικαιολογημένος, νόμιμος, δίκαιος και αντικειμενικός τρόπος αξιολόγησης των υποψηφίων είναι να αγνοηθούν οι δεκαδικοί αριθμοί, όπου υπάρχουν και στις περιπτώσεις αυτές ο υπολογισμός της βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων να γίνει με τον υπολειπόμενο ακέραιο αριθμό. Το Συμβούλιο κρίνει ότι με τον τρόπο αυτό καθιερώνεται ενιαίο κριτήριο αξιολόγησης για όλους τους υποψήφιους.
Το Συμβούλιο έχοντας υπόψη τα πιο πάνω και αφού μελέτησε τις Εκθέσεις Ικανότητας των υπό αξιολόγηση Υπαξιωματικών των πέντε (5) τελευταίων χρόνων υπολόγισε το σύνολο της βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων ενός εκάστου απ' αυτούς και τους κατάταξε σε σειρά καταλληλότητας, όπως φαίνεται στην Κατάσταση που επισυνάπτεται."
Οι αγορεύσεις των δυο πλευρών ήταν μακροσκελείς και επιμελημένες αλλά εκείνο που αναδύεται ως το κρίσιμο, στο οποίο υπόκεινται και όλες οι διαζευκτικές θεωρήσεις κάτω από τις οποίες αναπτύχθηκαν τα επιχειρήματα, αφορά στη δυνατότητα διάσπασης της βαθμολογίας για το κάθε ένα από τα ουσιαστικά προσόντα σε παράνομο μέρος που θα μπορούσε να αγνοηθεί και σε νόμιμο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί.
Σε συμφωνία με τους αιτητές, καταλήγω πως οι αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Λόττας και Διάκος (ανωτέρω) δεν αφήνουν περιθώριο για τέτοια διάσπαση. Η τελική βαθμολογία του ουσιαστικού προσόντος που περιλάμβανε και δεκαδικό αριθμό, δεν ήταν αυτοτελής. Ήταν ο μέσος όρος άλλων βαθμολογιών, εκείνων για τα επιμέρους στοιχεία του κάθε προσόντος. Η ξεχωριστή βαθμολόγηση των επιμέρους στοιχείων που οδήγησε στους δεκαδικούς αριθμούς, κρίθηκε πως ήταν παράνομη ως μή συνάδουσα προς τους Κανονισμούς και δεν είναι δυνατό να είναι νόμιμο οποιοδήποτε μέρος της συνολικής βαθμολογίας όταν ήταν παράνομη στο σύνολό της η επιμέρους βαθμολογία από την οποία αυτή προέκυψε. Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, με έξοδα. Οι προσβαλλόμενοι διορισμοί ακυρώνονται.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.