ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 693
4 Σεπτεμβρίου, 2002
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υποθέσεις Αρ. 9/2000, 10/2000, 14/2000)
Κ + G COMPLEX LIMITED,
Αιτητές,
v.
1. ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡIΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚYΠΡΟΥ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤH ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡIΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚYΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 11/2000)
C.C.C. TOURIST ENTERPRISES LIMITED,
Αιτητές,
v.
1. ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Yπόθεση Αρ. 13/2000)
C.C.C. ΗOLDINGS & INVESTMENTS LIMITED,
Αιτητές,
v.
1. ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡIΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚYΠΡΟΥ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ. 9/2000, 10/2000, 11/2000, 13/2000, 14/2000)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστότητα ― Απώλεια της εκτελεστότητας απόφασης διά της συγχώνευσής της σε μεταγενέστερη μετά από ένσταση ή ιεραρχική προσφυγή ― Δεν μπορεί να τίθεται τέτοιο θέμα στην περίπτωση εφαρμογής του Άρθρου 22 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν.14(Ι)/93 όπως τροποποιήθηκε με το Ν.137(Ι)/99) ― Ερμηνεία και συνέπειές της στην κριθείσα περίπτωση.
Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ― Άρθρο 22 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν.14(Ι)/93 ως τροποποιήθηκε) ― Ερμηνεία και δικαστικός έλεγχος της εφαρμογής του στην κριθείσα περίπτωση ― Συνταγματική θεώρηση της διάταξης από πλευράς παροχής δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης και ίσης μεταχείρισης.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Φυσική δικαιοσύνη (δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως) και ίση μεταχείριση ― Κατά πόσο παραβιάζονται από το Άρθρο 22 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν.14(Ι)/93 ως τροποποιήθηκε) και από την παράγραφο 5(γ) των Κανόνων Εκκαθάρισης Συναλλαγών, Κ.Δ.Π. 306/99.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Φυσική δικαιοσύνη ― Δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως ― Περιστάσεις παραβίασής του στην κριθείσα περίπτωση επιβολής διοικητικού προστίμου από το Διευθυντή του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου.
Διοικητική Πράξη ― Αιτιολογία ― Περιστάσεις έλλειψης αιτιολογίας της κριθείσας απόφασης του Διευθυντή του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, με την οποία επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο.
Οι αιτήτριες εταιρείες προσέβαλαν τις σε βάρος τους αποφάσεις επιβολής διοικητικών χρηματικών ποινών από τον καθ'ου η αίτηση Διευθυντή του Χ.Α.Κ..
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας τις επίδικες αποφάσεις, αποφάσισε ότι:
1. Οι καθ' ων η αίτηση, με προδικαστική ένσταση, υποστήριξαν πως οι προσφυγές είναι απαράδεκτες επειδή, όπως θεωρούν, μετά την επιβολή του προστίμου από το Διευθυντή, οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση ή ιεραρχική προσφυγή προς το Συμβούλιο του ΧΑΚ, στις μεταγενέστερες αποφάσεις του οποίου και συγχωνεύθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις. Με αποτέλεσμα την απώλεια της αυτοτέλειάς τους και το απαράδεκτο της προσβολής τους.
Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, όμως, όπως ρητά αναφέρεται στις ίδιες τις επιστολές του Διευθυντή, λήφθηκαν δυνάμει του Άρθρου 22 του Νόμου, όπως αυτό τροποποιήθηκε ειδικά με το Ν. 137(Ι)/99. Προβλέπεται σ' αυτό εξουσία του Διευθυντή, μεταξύ άλλων, για επιβολή προστίμου άλλοτε μέχρι £2.000 [Λ5(β)] και άλλοτε μέχρι £10.000 [6(γ)] για κάθε ημέρα υπερημερίας, σε σχέση με θέματα που καθορίζονται. Δεν αναφέρεται το Άρθρο 22 σε δυνατότητα ένστασης ή ιεραρχικής προσφυγής προς το Συμβούλιο. Η σχετική πρόνοια στο Άρθρο 19, το περιεχόμενο του οποίου είναι διαφορετικό, δεν μπορεί να μεταφερθεί ως ισχύουσα και για την περίπτωση του Άρθρου 22. Εν πάση περιπτώσει, πέρα από το ότι οι επιστολές του δικηγόρου των αιτητών δεν είχαν αντιστοιχία προθεσμιών κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 19, αυτές δεν απευθύνονταν καν προς το Συμβούλιο του ΧΑΚ. Απευθύνονταν προς τον ίδιο το Διευθυντή και ό,τι επιδίωκαν ήταν η επανεξέταση από τον ίδιο της δικής του απόφασης. Δεν υπάρχει επομένως υπόβαθρο στην προδικαστική ένσταση και αυτή πρέπει να απορριφθεί.
2. Οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα το καθήκον παροχής, σε κάθε ένα που υπόκειται στην κύρωση, της δυνατότητας να ακουστεί, παρακολουθούν τη διαδικασία επιβολής κύρωσης είτε αυτή είναι ποινικής είτε είναι διοικητικής φύσης. Η σχετική εισήγηση των αιτητών απολήγει αβάσιμη και το τεκμήριο της συνταγματικότητας της συζητούμενης νομοθετικής διάταξης δεν έχει ανατραπεί.
3. Η συζήτηση σε σχέση με το ζήτημα της προθεσμίας και της κατ' ισχυρισμόν άνισης μεταχείρισης εταιρειών, όπως οι αιτητές, αφορούσε στην προθεσμία των πέντε ημερών που προβλέπεται στην παράγραφο 5(γ) των Κανόνων Εκκαθάρισης Συναλλαγών, Κ.Δ.Π. 306/99. Ο ισχυρισμός είναι πως ανόμοιες καταστάσεις ρυθμίστηκαν με ίσο μέτρο. Θα έπρεπε να είχε προβλεφθεί μεγαλύτερη προθεσμία για την περίπτωση εταιρειών με έδρα τη Λεμεσό εξαιτίας του χρόνου που φυσιολογικά θα απαιτείται στην περίπτωσή τους για τη μεταφορά των εγγράφων από και προς την έδρα του Χρηματιστηρίου.
Ενόψει της μικρής απόστασης και των σύγχρονων δυνατοτήτων αυτή η διαφορά δεν εντάσσει τους αιτητές σε διαφορετική κατηγορία, ώστε να εγείρεται ουσιώδες ζήτημα άνισης μεταχείρισης. Δεν είναι όμως και ανάγκη να αποφασιστεί οριστικά αυτό το θέμα. Δεν υπάρχουν ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία από τα οποία να προκύπτει πως η διαφορά την οποία επικαλούνται οι αιτητές, δηλαδή ο έστω αυξημένος κατά μία ή δύο ώρες χρόνος που κατά την εισήγησή τους απαιτείται εφόσον εδρεύουν στη Λεμεσό, αντιστοιχούσε στην πράγματι χρονική υπέρβαση της ταχθείσας προθεσμίας ώστε να δικαιολογείται η έγερση και η εξέταση τέτοιου θέματος.
4. Εγείρεται όμως σοβαρό ζήτημα σε σχέση με τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης.
Είναι γεγονός ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, στον τομέα του Διοικητικού Δικαίου, δεν εφαρμόζεται το δικαίωμα ακρόασης όταν η διοικητική κρίση διαμορφώνεται στη βάση καθαρώς αντικειμενικών δεδομένων. Δεν κάμπτεται όμως η απαίτηση για τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης στην περίπτωση επιβολής διοικητικής κύρωσης. Εν πάση περιπτώσει, σε σχέση με τη συζητούμενη νομοθετική ρύθμιση, το ύψος του προστίμου που μπορεί να επιβληθεί κυμαίνεται από £1 μέχρι £10.000 ημερησίως και αναμφιβόλως το δικαίωμα της ακρόασης αφορά και σ' αυτό.
Αντικείμενο της αναθεώρησης στην προκείμενη περίπτωση είναι μόνο η απόφαση του Διευθυντή και τίποτε από όσα ακολούθησαν δεν αποβαίνει σχετικό προς το θέμα.
Στην πραγματικότητα η διακρίβωση της μή τήρησης της προβλεπόμενης προθεσμίας και η ποινή γι' αυτή επιβλήθηκε χωρίς να είχε δοθεί στους αιτητές η δυνατότητα να ακουστούν. Επομένως, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.
5. Συντρέχει όμως και δεύτερος λόγος ακυρότητας. Η απόφαση του Διευθυντή, σε όλες τις περιπτώσεις, περιέχεται στις επιστολές του προς τις αιτήτριες εταιρείες. Δεν υπάρχει στις επιστολές αναφορά ή παραπομπή σε οτιδήποτε που θα αποκάλυπτε τις συγκεκριμένες συναλλαγές στις οποίες αναφέρονται οι αποφάσεις. Οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται πως το αντικείμενο των αποφάσεων και η αιτιολογία γι' αυτές συμπληρώνονται από διάφορες καταστάσεις τις οποίες και έθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Και να ήταν επιτρεπτός αυτός ο εκ των υστέρων, με την αγόρευση δηλαδή των καθ' ων η αίτηση, συσχετισμός, θα εγειρόταν ζήτημα αντιστοίχισης των καταστάσεων που προσκομίστηκαν προς το περιεχόμενο των προσβαλλόμενων αποφάσεων. Στην απουσία είτε ρητής εξήγησης από το Διευθυντή είτε εξήγησης η οποία αναντιλέκτως να προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, τίθεται ζήτημα όχι μόνο αιτιολόγησης της απόφασης σε σχέση με την επιβολή του προστίμου, αλλά και σε σχέση με το ίδιο το αντικείμενό της, δηλαδή τις συγκεκριμένες συναλλαγές για τις οποίες αυτό επεβλήθη.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Δημοκρατία v. Demand Shipping Co. Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 460,
Nicos Efrem Shares Agency Ltd v. Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (2001) 4 Α.Α.Δ. 96,
Φιλίππου v. Πειθαρχικού Συμβουλίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1839,
Χατζηδημητρίου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 361,
Παναγή v. Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων κ.ά., Υπόθ. Αρ. 1194/98, ημερ. 7.4.2000.
Προσφυγές.
Ι. Νικολάου, για τους Αιτητές.
Ν. Παπαδόπουλος για Τ. Παπαδόπουλο, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφαση του Διευθυντή του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (ΧΑΚ) που περιέχεται σε επιστολές του προς τους αιτητές, επιβλήθηκε σ' αυτούς πρόστιμο "για μή έγκαιρη διεκπεραίωση των συναλλαγών". Στην περίπτωση της Κ + G Complex Ltd £2.000 (στις 17.12.99), £1.800 (στις 23.12.99) και £1.450 (στις 3.1.00). Στην περίπτωση της C.C.C. Tourist Εnterprises Ltd £2.000 (στις 17.12.99) και στην περίπτωση της C.C.C. Holdings and Investments Ltd £45 στις 23.12.99.
Με τις προσφυγές αμφισβητείται το κύρος του προστίμου που επιβλήθηκε και αυτές, ενόψει της ταυτότητας των νομικών σημείων που εγείρονται στην κάθε μια, με αίτηση των καθ' ων η αίτηση στην οποία συναίνεσαν και οι αιτητές, συνεκδικάστηκαν.
Οι καθ' ων η αίτηση, με προδικαστική ένσταση, υποστήριξαν πως οι προσφυγές είναι απαράδεκτες επειδή, όπως θεωρούν, μετά την επιβολή του προστίμου από το Διευθυντή, οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση ή ιεραρχική προσφυγή προς το Συμβούλιο του ΧΑΚ, στις μεταγενέστερες αποφάσεις του οποίου και συγχωνεύθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις. Με αποτέλεσμα την απώλεια της αυτοτέλειάς τους και το απαράδεκτο της προσβολής τους. Οι αιτητές διαφώνησαν αλλά, στο τέλος, πρόσθεσαν και επιχειρήματα σε σχέση με το νόμιμο των αποφάσεων του Συμβουλίου, στις οποίες αναφέρονταν οι καθ' ων η αίτηση. Ήταν ο ισχυρισμός τους πως, εξ αιτίας της παρουσίας μή εξουσιοδοτημένων προσώπων, έπασχε η σύνθεσή του και συνεπώς οι όποιες αποφάσεις του. Παραγνωρίζοντας πως σε καμιά περίπτωση δεν θα ήταν δυνατό, στο πλαίσιο αυτών των Ιροσφυγών, να εξεταστεί το κύρος των όποιων αποφάσεων του Συμβουλίου. Αντικείμενο των προσφυγών είναι μόνο η απόφαση του Διευθυντή.
Οι αιτητές αντέδρασαν με επιστολή διαμαρτυρίας που απέστειλε ο δικηγόρος τους προς τον ίδιο το Διευθυντή με την παράκληση, στο τέλος, να επανεξετάσει την απόφασή του. Ενώπιόν μου τέθηκαν τα πρακτικά συνεδριάσεων του Συμβουλίου που ακολούθησαν στα οποία καταγράφεται συμφωνία προς την απόφαση του Διευθυντή. Αυτό, κατά τους καθ' ων η αίτηση, κατά ενάσκηση της αρμοδιότητας του Συμβουλίου όπως την προβλέπει το άρθρο 19 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993 (Ν. 14(Ι)/93 όπως τροποποιήθηκε). (ο Νόμος). Σύμφωνα με το άρθρο 19(4) (βλ. Ν.74(Ι)/95), ο Διευθυντής έχει εξουσία "για διαπιστούμενες παραβάσεις υποχρεώσεων", να επιβάλλει πρόστιμο μέχρι £30 για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης κατά τα οριζόμενα σε Χρηματιστηριακούς Κανονισμούς. Η απόφαση αυτή, όπως προβλέπεται, "δύναται να προσβληθεί ενώπιον του Συμβουλίου, μέχρι την επομένη εργάσιμη ημέρα από της επιβολής του". Το δε Συμβούλιο "επιλαμβάνεται της υπόθεσης το ταχύτερο δυνατό".
Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, όμως, όπως ρητά αναφέρεται στις ίδιες τις επιστολές του Διευθυντή, λήφθηκαν δυνάμει του άρθρου 22 του Νόμου, όπως αυτό τροποποιήθηκε ειδικά με το Ν. 137(Ι)/99. Προβλέπεται σ' αυτό εξουσία του Διευθυντή, μεταξύ άλλων, για επιβολή προστίμου άλλοτε μέχρι £2.000 [Λ5(β)] και άλλοτε μέχρι £10.000 [6(γ)] για κάθε ημέρα υπερημερίας, σε σχέση με θέματα που καθορίζονται. Δεν αναφέρεται το άρθρο 22 σε δυνατότητα ένστασης ή ιεραρχικής προσφυγής προς το Συμβούλιο και δεν μπορώ να συμφωνήσω με την άποψη των καθ' ων η αίτηση πως η σχετική πρόνοια στο άρθρο 19, το περιεχόμενο του οποίου είναι διαφορετικό, μπορεί να μεταφερθεί ως ισχύουσα και για την περίπτωση του άρθρου 22. Εν πάση περιπτώσει, πέρα από το ότι οι επιστολές του δικηγόρου των αιτητών δεν είχαν αντιστοιχία προθεσμιών κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 19, αυτές δεν απευθύνονταν καν προς το Συμβούλιο του ΧΑΚ. Απευθύνονταν προς τον ίδιο το Διευθυντή και, όπως σημείωσα, ό,τι επιδίωκαν ήταν η επανεξέταση από τον ίδιο της δικής του απόφασης. Δεν υπάρχει επομένως υπόβαθρο στην προδικαστική ένσταση και αυτή πρέπει να απορριφθεί.
Οι αιτητές αμφισβήτησαν τη συνταγματικότητα του άρθρου 22 στην έκταση που αυτό αποδίδει στο Διευθυντή εξουσία για επιβολή προστίμου. Κατά την εισήγησή τους, την εξουσία για την επιβολή τέτοιας ποινής, σύμφωνα με το Άρθρο 30 του Συντάγματος, μπορούσε να έχει μόνο Δικαστήριο.
Το δεύτερο συνταγματικής φύσης ζήτημα που ήγειραν, αφορά στην προθεσμία την οποία, κατά τους καθ' ων η αίτηση, υπερέβησαν. Εισηγούνται πως ο καθορισμός προθεσμίας πέντε ημερών αδιακρίτως, δηλαδή και για τις εταιρείες των οποίων η έδρα βρίσκεται στη Λεμεσό, παραβιάζει την αρχή της ισότητας.
Τα άλλα ζητήματα αφορούν στο μηχανισμό της λήψης των προσβαλλόμενων αποφάσεων. Ισχυρίζονται οι αιτητές πως παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης αφού δεν τους δόθηκε σε κανένα στάδιο η δυνατότητα να ακουστούν είτε σε σχέση με την ίδια τη στοιχειοθέτηση της κατ' ισχυρισμόν παράλειψής τους είτε, εν πάση περιπτώσει, σε σχέση με το ύψος του προστίμου που θα εδικαιολογείτο να τους επιβληθεί. Συναφώς, προβάλλουν ισχυρισμούς για ελλιπή έρευνα και πλάνη. Θεωρούν, τελικά, πως οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι εντελώς αναιτιολόγητες.
Τα επιχειρήματα των αιτητών σε σχέση με τη συνταγματικότητα της απόδοσης στο Διευθυντή εξουσίας για επιβολή προστίμου αναπτύχθηκαν με αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Demand Shipping Co. Ltd (1994) 3 A.A.Δ. 460. Στην υπόθεση εκείνη, όμως, κρίθηκε ως μή αντικείμενη προς το Άρθρο 30 του Συντάγματος η εξουσία που αποδόθηκε στη διοίκηση για επιβολή χρηματικής ποινής και οι αιτητές επιχείρησαν διαφοροποίηση της παρούσας νομοθετικής πρόνοιας. Χωρίς όμως οτιδήποτε το συγκεκριμένο με αναφορά στις ιδιαίτερες ρυθμίσεις των δυο νομοθετικών κειμένων. Εντοπίζουν τη διαφορά στα γεγονότα των δυο υποθέσεων. Όπως υποστηρίζουν, "τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης διακρίνονται σαφώς από ουσιώδη γεγονότα της πιο πάνω απόφασης Demand Shipping Co. Ltd ως προς το γεγονός ότι οι καθ' ων η αίτηση επέβαλαν την προσβαλλόμενη ποινή χωρίς να ακολουθήσουν τους απαραίτητους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης". Προσθέτοντας στη συνέχεια και τη μή αναφορά του ίδιου του Νόμου σ' αυτούς τους κανόνες. Για να καταλήξουν πως "η ποινή θα μπορούσε να επιβληθεί από αρμόδιο Δικαστήριο και όχι από δημόσιο λειτουργό, τηρώντας τις απαραίτητες αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και τους κανόνες διάγνωσης της ισχυριζόμενης ενοχής της αιτήτριας". Και, περαιτέρω, της επιλογής της ποινής που δικαιολογείται στην περίπτωση.
Δεν προκύπτει όμως από την υπόθεση Demand Shipping Co. Ltd (ανωτέρω) και τη νομολογία στην οποία αυτή αναφέρεται τέτοιος γνώμονας για την κατάταξη μιας κύρωσης ως ποινικής ή διοικητικής φύσης. Οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, ιδιαίτερα το καθήκον παροχής σε κάθε ένα που υπόκειται στην κύρωση της δυνατότητας να ακουστεί, παρακολουθούν τη διαδικασία επιβολής κύρωσης είτε αυτή είναι ποινικής είτε είναι διοικητικής φύσης. Αυτό προκύπτει και από την ίδια την απόφαση Demand Shipping Co. Ltd και θα πρόσθετα και τη σχετική απόφαση του Νικήτα, Δ., στη Νicos Efrem Shares Agency Ltd v. Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (2001) 4 Α.Α.Δ. 96, στην οποία, μεταξύ άλλων, σε σχέση με "διοικητικό πρόστιμο" που επιβλήθηκε, κρίθηκε ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Παραπέμπω περαιτέρω στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Πολύκαρπος Φιλίππου ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 1839 στην οποία συνοψίζεται η νομολογία σε σχέση με τα ελάχιστα δικαιώματα προσώπου που αντιμετωπίζει πειθαρχική κύρωση. Περιλαμβάνεται σ' αυτά το αναφαίρετο, όπως χαρακτηρίζεται, δικαίωμα να έχει ο διωκόμενος επαρκή δυνατότητα να υπερασπίζεται τον εαυτό του. Εν τέλει δε, και στο άρθρο 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) το οποίο, κωδικοποιώντας τις γενικές αρχές, προβλέπει πως το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται και σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί "από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης". Η εισήγηση των αιτητών απολήγει αβάσιμη και το τεκμήριο της συνταγματικότητας της συζητούμενης νομοθετικής διάταξης δεν έχει ανατραπεί.
Η συζήτηση σε σχέση με το ζήτημα της προθεσμίας και της κατ' ισχυρισμόν άνισης μεταχείρισης εταιρειών, όπως οι αιτητές, αφορούσε στην προθεσμία των πέντε ημερών που προβλέπεται στην παράγραφο 5(γ) των Κανόνων Εκκαθάρισης Συναλλαγών, Κ.Δ.Π. 306/99. Την ουσία του την έχω ήδη σημειώσει. Ο ισχυρισμός είναι πως ανόμοιες καταστάσεις ρυθμίστηκαν με ίσο μέτρο. Θα έπρεπε να είχε προβλεφθεί μεγαλύτερη προθεσμία για την περίπτωση εταιρειών με έδρα τη Λεμεσό εξαιτίας του χρόνου που φυσιολογικά θα απαιτείται στην περίπτωσή τους για τη μεταφορά των εγγράφων από και προς την έδρα του Χρηματιστηρίου.
Δεν θα έλεγα πως ενόψει της μικρής απόστασης και των σύγχρονων δυνατοτήτων αυτή η διαφορά εντάσσει τους αιτητές σε διαφορετική κατηγορία ώστε να εγείρεται ουσιώδες ζήτημα άνισης μεταχείρισης. Τουλάχιστον στη βάση του υλικού που τέθηκε ενώπιόν μου στο οποίο δεν περιλαμβάνεται οποιασδήποτε μορφής επεξήγηση αναφορικά με τους ιδιαίτερους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην περίπτωση. Δεν είναι όμως και ανάγκη να καταλήξω οριστικά επ' αυτού του θέματος. Όπως θα δούμε και στη συνέχεια, δεν υπάρχουν ενώπιόν μου στοιχεία από τα οποία να προκύπτει πως η διαφορά την οποία επικαλούνται οι αιτητές, δηλαδή ο έστω αυξημένος κατά μια ή δυο ώρες χρόνος που κατά την εισήγησή τους απαιτείται εφόσον εδρεύουν στη Λεμεσό, αντιστοιχούσε στην πράγματι χρονική υπέρβαση της ταχθείσας προθεσμίας ώστε να δικαιολογείται η έγερση και η εξέταση τέτοιου θέματος.
Εγείρεται όμως σοβαρό ζήτημα σε σχέση με τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Κατά την πρώτη αντίδραση των καθ' ων η αίτηση "οι προϋποθέσεις επιβολής του προστίμου είναι αντικειμενικές", δεν προϋποθέτουν "υπαίτια παράλειψη" και, περαιτέρω, η κατ' επανάληψη καθυστέρηση των αιτητών και άλλων εταιρειών δεν ήταν επιδεκτικές αμφισβήτησηςς ώστε να τίθεται ζήτημα παροχής δικαιώματος ακρόασης. Είναι γεγονός ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, στον τομέα του Διοικητικού Δικαίου, δεν εφαρμόζεται το δικαίωμα ακρόασης όταν η διοικητική κρίση διαμορφώνεται στη βάση καθαρώς αντικειμενικών δεδομένων. (Βλ. Φώτος Χατζηδημητρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 361, Παναγή ν. Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων κ.ά., Υπόθ. Αρ. 1194/98, ημερ. 7.4.2000). Δεν κάμπτεται όμως η απαίτηση για τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης στην περίπτωση επιβολής διοικητικής κύρωσης. Εν πάση περιπτώσει, σε σχέση με τη συζητούμενη νομοθετική ρύθμιση, το ύψος του προστίμου που μπορεί να επιβληθεί κυμαίνεται από £1 μέχρι £10.000 ημερησίως και αναμφιβόλως το δικαίωμα της ακρόασης αφορά και σ' αυτό.
Σε δεύτερο επίπεδο οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν πως οι αιτητές άσκησαν στην πραγματικότητα το δικαίωμα ακρόασης, ως εξής: Με την υποβολή της ένστασής τους προς το Συμβούλιο στην οποία αναπτύσσουν με λεπτομέρεια τους λόγους για τους οποίους δεν θα έπρεπε να υποστούν κύρωση. Επικαλούνται συναφώς το βιβλίο Η Προστασία του Διοικουμένου της Ανδρομάχης Μαρκαντωνάτου-Σκαλτσά, Έκδοση 2000 σελ. 80 και 81 σύμφωνα με το οποίο,
"η αρχή της προηγούμενης ακρόασης δεν παραβιάζεται όταν κατά του επιβλαβούς μέτρου (πρόστιμο) ή ενέργειας προβλέπεται προσφυγή ή ένσταση του ενδιαφερομένου ενώπιον διοικητικής ή δικαστικής αρχής η οποία και αποφαίνεται κατ' ουσία, εφόσον όμως η άσκηση της εν λόγω προσφυγής ή ενστάσεως επιφέρει αναστολή της εκτελέσεως του επιβλαβούς μέτρου".
Όπως επεξηγείται περαιτέρω, η έκδοση νέας πράξης από την ανώτερη διοικητική αρχή,
"κατόπιν τηρήσεως της νομίμου διαδικασίας, εξαλείφει τη διαδικαστική παράβαση της πρώτης πράξεως και δη στην περίπτωση μή τηρήσεως της αρχής της ακροάσεως του ενδιαφερομένου, η οποία τηρήθηκε από το δευτεροβάθμιο όργανο".
Για τους λόγους που έχω ήδη εξηγήσει στο πλαίσιο της εξέτασης της προδικαστικής ένστασης των καθ' ων η αίτηση, δεν υπάρχει υπόβαθρο για θεώρηση του θέματος κάτω από το πιο πάνω πρίσμα. Επιχειρήματα αυτής της μορφής θα μπορούσαν να προωθηθούν μόνο στο πλαίσιο της αναθεώρησης απόφασης του Συμβουλίου. Αντικείμενο της αναθεώρησης στην προκείμενη περίπτωση, όπως έχω υποδείξει, είναι μόνο η απόφαση του Διευθυντή και τίποτε από όσα ακολούθησαν δεν αποβαίνει σχετικό προς το θέμα.
Κατά τα λοιπά, οι καθ' ων η αίτηση επικαλέστηκαν το γεγονός ότι έγιναν δημόσιες ανακοινώσεις σε σχέση με την ανάγκη τήρησης των προθεσμιών και περαιτέρω τη συμμετοχή του Συνδέσμου των εταιρειών που έχουν εισηγμένους τίτλους στο Χρηματιστήριο σε σωρεία συνεδριάσεων στις οποίες είχαν εκφέρει τις απόψεις τους για το θέμα της εκκαθάρισης των συναλλαγών. Συναφώς, εμφανίζουν όλα τα "εμπλεκόμενα μέρη" να είχαν "δια των φορέων τους" συναινέσει στην επιβολή προστίμων. Και έτσι να ήταν, αυτά δεν ικανοποιούν τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης σε σχέση με τη συγκεκριμένη παράλειψη και την ποινή που δικαιολογείται γι' αυτή. Στην πραγματικότητα, από τα στοιχεία που βρίσκονται ενώπιόν μου, η διακρίβωση της μή τήρησης της προβλεπόμενης προθεσμίας και η ποινή γι' αυτή επιβλήθηκε χωρίς να είχε δοθεί στους αιτητές η δυνατότητα να ακουστούν. Επομένως, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.
Συντρέχει όμως και δεύτερος λόγος ακυρότητας. Η απόφαση του Διευθυντή, σε όλες τις περιπτώσεις, περιέχεται στις επιστολές του προς τις αιτήτριες εταιρείες. Δεν έχει τεθεί ενώπιόν μου άλλο κείμενο με τη μορφή ίσως πρακτικού που θα περιλάμβανε οποιαδήποτε επεξήγηση. Κατά το πανομοιότυπο κείμενο των επιστολών, το πρόστιμο επιβλήθηκε, "για τη μή έγκαιρη διεκπεραίωση των συναλλαγών, σύμφωνα με τα στοιχεία μας ...." και ακολουθεί ημερομηνία για την κάθε περίπτωση. Δεν υπάρχει στις επιστολές αναφορά ή παραπομπή σε οτιδήποτε που θα αποκάλυπτε τις συγκεκριμένες συναλλαγές στις οποίες αναφέρονται οι αποφάσεις. Οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται πως το αντικείμενο των αποφάσεων και η αιτιολογία γι' αυτές συμπληρώνονται από διάφορες καταστάσεις τις οποίες και έθεσαν ενώπιόν μου. Και να ήταν επιτρεπτός αυτός ο εκ των υστέρων, με την αγόρευση δηλαδή των καθ' ων η αίτηση, συσχετισμός, θα εγειρόταν ζήτημα αντιστοίχισης των καταστάσεων που προσκομίστηκαν προς το περιεχόμενο των προσβαλλόμενων αποφάσεων. Στις καταστάσεις, όπως τις κατανοώ, αναγράφεται στο τέλος ο αριθμός των ημερών καθυστέρησης και ένας αριθμός, κάτω από την ένδειξη "charge", που αντιστοιχεί σε 10, υποθέτω λίρες, για κάθε μέρα καθυστέρησης. Το ύψος που προκύπτει από το άθροισμα εκείνων των ποσών είναι εντελώς ασύνδετο προς το ποσό του προστίμου που έχει επιβάλει ο Διευθυντής στην κάθε μια από τις αιτήτριες. Επομένως, στην απουσία είτε ρητής εξήγησης από το Διευθυντή είτε εξήγησης η οποία αναντιλέκτως να προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, τίθεται ζήτημα όχι μόνο αιτιολόγησης της απόφασης σε σχέση με την επιβολή του προστίμου αλλά και σε σχέση με το ίδιο το αντικείμενό της, δηλαδή τις συγκεκριμένες συναλλαγές για τις οποίες αυτό επεβλήθη.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, με έξοδα. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.