ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1522/2000.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Αντρέα Μιχαήλ,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
(α) Διευθυντή Τμήματος Αλιείας και
Θαλάσσιων Ερευνών, Υπουργείου
Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και
Περιβάλλοντος,
(β) Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων
και Περιβάλλοντος,
Καθ΄ ων η αίτηση
__________________
1 Νοεμβρίου, 2002
.Για τον αιτητή: Α. Ευτυχίου.
Για τους καθ' ων η αίτηση: Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γ-Ε.
_____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να απορρίψουν την αίτηση του Αιτητή για την ανανέωση και/ή παραχώρηση επαγγελματικής άδειας αλιείας για το 2000 όπως κοινοποιήθηκε σ΄ αυτό με επιστολή των ημερ. 28.9.2000 είναι άκυρη και ότι ο,τιδήποτε παραλείφθηκε να γίνει να εκτελεστεί.»
Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή:
Στις 20.10.99 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για χορήγηση άδειας αλιείας για το έτος 2000. Ο Διευθυντής του Τμήματος Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών με επιστολή του ημερ. 9.6.2000 πληροφόρησε τον αιτητή ότι η αίτησή του για παραχώρηση άδειας αλιείας για το έτος 2000 δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμένο αριθμό αδειών αλιείας που μπορεί να εκδοθούν κάθε χρόνο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Αλιείας Νόμου και με βάση τα σχετικά κριτήρια επιλογής των αιτητών. Επίσης τον πληροφόρησε ότι μπορεί αν επιθυμεί να εξασφαλίσει ειδική άδεια αλιείας, αφού αποταθεί στα Επαρχιακά Γραφεία του Τμήματος. Εναντίον της απόφασης που του κοινοποιήθηκε με την πιο πάνω επιστολή ο αιτητής άσκησε ιεραρχική προσφυγή προς τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος (ο Υπουργός) (βλ. επιστολή του αιτητή ημερ. 13.7.2000).
Με σχετική απόφαση του ο Υπουργός διόρισε τριμελή Επιτροπή (η Επιτροπή) αποτελούμενη από Λειτουργούς του Υπουργείου «για την εξέταση των ιεραρχικών προσφυγών για μη παραχώρηση αδειών αλιείας για το έτος 2000 (βλ. επιστολή του Υπουργού προς τα μέλη της Επιτροπής ημερ. 18.7.2000 - Παράρτημα Ι στην ένσταση). Ο διορισμός της τριμελούς Επιτροπής έλαβε χώραν δυνάμει των εξουσιών που παρέχονται στον
Υπουργό από τον Καν. 25 των περί Αλιείας Κανονισμών 1990 (η Κ.Δ.Π. 273/90).
Στα πλαίσια της εξέτασης των ιεραρχικών προσφυγών η Επιτροπή ζήτησε από το Διευθυντή Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών, ενημερωτική έκθεση/πληροφοριακό δελτίο για κάθε αιτητή που υπέβαλε νομότυπα ιεραρχική προσφυγή. Η έκθεση αυτή, την οποία ετοίμασαν λειτουργοί του Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών (πληροφοριακό δελτίο), «περιλαμβάνει στοιχεία αναφορικά με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του αιτητή, περιγραφή/εξοπλισμό της βάρκας του αιτητή, κατάσταση όσον αφορά προηγούμενες άδειες και είδος άδειας (επαγγελματική, ερασιτεχνική, περιστασιακή, μερικής απασχόλησης κλπ) και κατά πόσον ο αιτητής ασχολείται με το ψάρεμα σύμφωνα με παρατηρήσεις ψαράδων της περιοχής και των αρμοδίων λειτουργών του Τμήματος».
Η Επιτροπή μετά από συνάντηση με κάθε αιτητή και λαμβάνοντας υπόψη τα ενώπιον της δεδομένα για κάθε περίπτωση καθώς και τα κριτήρια προτεραιότητας που καθορίσθηκαν για την επιλογή των αιτητών, μετά από συσκέψεις της, υπέβαλε το Πόρισμα της στον Υπουργό την 8.9.2000. Σύμφωνα με το Πόρισμα (βλ. κ.30 στο φακ. τεκ. 1) ο μέγιστος αριθμός αδειών αλιείας που μπορεί να παραχωρηθεί δυνάμει του Καν. 6(2) (γ) της Κ.Δ.Π. 273/90 είναι 500 και ο Διευθυντής είχε ήδη εγκρίνει την παραχώρηση 486 αδειών για το έτος 2000. Για το λόγο αυτό η Επιτροπή μπορούσε να συστήσει την παραχώρηση μέχρι 14 μόνο αδειών. Από το σύνολο των 36 εμπρόθεσμων ιεραρχικών προσφυγών η Επιτροπή συνέστησε σε 14 περιπτώσεις την έκδοση άδειας αλιείας.
Το πόρισμα της Επιτροπής περιλάμβανε, ανάμεσα σ' άλλα, και τη σύσταση της για κάθε προσφυγή. Το σχετικό με την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή μέρος του πορίσματος έχει ως εξής:
«29.
Ανδρέας Μιχαήλ36
ος Δρόμος Αρ. 18Συνοικισμός Αγίου Ιωάννου, Λεμεσός.
Ο αιτητής είναι ηλικίας 50 χρονών έγγαμος. Είχε για σειρά ετών άδεια υπό παρακολούθηση. Από την παρακολούθηση προκύπτει ότι ο αιτητής δεν ασχολείται συστηματικά με το ψάρεμα και ότι κύριο επάγγελμα του είναι οδηγός ταξί. Ιδιοκτήτης της βάρκας με την οποία είχε την άδεια είναι άλλο άτομο που ήταν τραπεζικός υπάλληλος. Το ότι δεν ήταν συστηματικός στο ψάρεμα το απέδωσε στην καταστροφή της βάρκας του από θαλασσοταραχή.
Σύσταση Επιτροπής: ΟΧΙ
Λόγω της στενότητας στον αριθμό των διαθέσιμων αδειών αλιείας και λόγω των άλλων ασχολιών του αιτητή η Επιτροπή κρίνει ότι ορθά έχει απορριφθεί ο αιτητής από το Διευθυντή του Τμήματος Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών.»
Ακολούθως ο Πρόεδρος της Επιτροπής, με σχετικό σημείωμα του, ημερ. 8.9.2000, υπέβαλε το πόρισμα στον Υπουργό μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου. Το σημείωμα έχει ως εξής:
«κ. Υπουργό (Μέσω Γ/Δ) 18/9/00
Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 15.7.2000 με την οποία με διορίσατε Πρόεδρο της Επιτροπής για την εξέταση των Ιεραρχικών Προσφυγών για μη παραχώρηση αδειών αλιείας για το 2000 και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
Η Επιτροπή έχει ολοκληρώσει την εργασία για την εξέταση των Ιεραρχικών Προσφυγών.
Στο Κ-53 υποβάλλεται το Πόρισμα από την πιο πάνω εξέταση, με τα σχετικά Παραρτήματα για έγκριση.
Σ. Μιχαήλ
Γεωργ. Λειτουργός Α΄
8/9/2000»
< /DIR>
Ο Υπουργός υιοθέτησε τη σύσταση της Επιτροπής στις 22.9.2000 με το να θέσει την υπογραφή του και τη λέξη «εγκρίνεται» πάνω από το πιο πάνω σημείωμα. Η υιοθέτηση των πορισμάτων της Επιτροπής είχε σαν αποτέλεσμα την αποδοχή 14 Ιεραρχικών Προσφυγών για τις οποίες εκδόθηκε αντίστοιχος αριθμός αδειών. Λόγω της έγκρισης των 14 ιεραρχικών προσφυγών ο αριθμός των αδειών ανήλθε στις 500, που είναι ο μέγιστος αριθμός αδειών που μπορεί να παραχωρηθεί σύμφωνα με τον Καν. 6(2) (γ) της πιο πάνω Κ.Δ.Π. 273/90. 'Ενας από τους 14 επιτυχόντες ήταν ο Τηλέμαχος Κολοκασίδης τον οποίο ο αιτητής κατέστησε Ε.Μ. στην παρούσα προσφυγή. To E.M. δεν εμφανίσθηκε και δεν έλαβε μέρος στην παρούσα διαδικασία.
Ο αιτητής έλαβε γνώση της απόρριψης της ιεραρχικής του προσφυγής με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ημερ. 28.9.2000 και στις 30.11.2000 καταχώρησε την παρούσα προσφυγή
.Οι λόγοι ακύρωσης
.Ο κ. Ευτυχίου, εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη γιατί λήφθηκε από «αναρμόδιο διοικητικό όργανο και/ή κατά παράβαση του Καν. 25 της Κ.Δ.Π. 273/90». Σύμφωνα με τον κ. Ευτυχίου ο Υπουργός διόρισε τριμελή Επιτροπή να εξετάσει εξ ολοκλήρου την ιεραρχική προσφυγή που άσκησε ο αιτητής και «όχι για να εξετάσει ορισμένα θέματα που περιλαμβάνει η προσφυγή όπως προβλέπεται στην επιφύλαξη του εδαφίου (2) του Καν. 25». Περαιτέρω - συνέχισε ο κ. Ευτυχίου - «ο Υπουργός απεκδύθηκε την αρμοδιότητα του να επιληφθεί της ακρόασης της προσφυγής του αιτητή και την αρμοδιότητα αυτή παρεχώρησε στην Επιτροπή η οποία και επιλήφθηκε της ακρόασης της υπόθεσης του αιτητή αντί ο Υπουργός». Επίσης, η Επιτροπή χωρίς να έχει οποιαδήποτε αρμοδιότητα ή εξουσία και κατά παράβαση της επιφύλαξης του Καν. 25(2) «ζήτησε τις απόψεις κατά την ακρόαση της προσφυγής του αιτητή λειτουργών του Τμήματος Αλιείας πράγμα που μόνο ο Υπουργός μπορούσε να κάνει». Η έγκριση από τον Υπουργό του πορίσματος της Επιτροπής «δεν απαλλάσει αυτό από την ευθύνη να διεξαγάγει ο ίδιος της ακρόαση της ιεραρχικής προσφυγής που υπέβαλε σ' αυτό ο αιτητής». Η αναφορά στην επιφύλαξη του Καν. 25(2) των Περί Αλιείας Κανονισμών 1990-1994 - κατέληξε ο κ. Ευτυχίου - «ότι ο Υπουργός μπορεί να αναθέσει σε λειτουργό ή επιτροπή από λειτουργούς του Υπουργείου του να εξετάσει ορισμένα θέματα που περιλαμβάνει η προσφυγή και να υποβάλει σ' αυτή πόρισμα της εξέτασης αυτής πριν από την έκδοση της απόφασης του για την προσφυγή εξυπακούει ότι αφού λάβει υπ' όψη το πόρισμα που θα ετοιμάσει λειτουργός ή επιτροπή πάνω σε επί μέρους θέματα που ζήτησε να προχωρήσει να εκδώσει ο ίδιος την απόφαση του και όχι να αφήσει την ευθύνη αυτή στο λειτουργό ή Επιτροπή και απλώς αυτός να εγκρίνει το πόρισμα της».
Στην
Solea Car Company Limited and Another (No. 2) v. The Republic (1976) 3 C.L.R. 385 οι εφεσείοντες άσκησαν ιεραρχική προσφυγή
δυνάμει του άρθρου 6 του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1964 (Ν 16/64) όπως είχε τροποποιηθεί από το άρθρο 3 του Νόμου 81/72. Σημειώνεται ότι το λεκτικό του άρθρου 6 είναι σχεδόν ταυτόσημο με τον πιο πάνω Καν. 25. Ο Υπουργός ανέθεσε σε τρεις λειτουργούς του Υπουργείου του ν' ακούσουν την προσφυγή. Οι τρεις λειτουργοί, αφού άκουσαν την προσφυγή, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι ανάγκες της περιοχής εξυπηρετούντο δεόντως και δεν έπρεπε να δοθεί άδεια στο ενδιαφερόμενο μέρος. Δεν διατύπωσαν εγγράφως τα συμπεράσματα τους αλλά έθεσαν προφορικώς τις θέσεις τους ενώπιον του Υπουργού. Ο Υπουργός δεν υιοθέτησε τα συμπεράσματα των 3 λειτουργών και με την απόφαση του έδωσε οδηγίες στην Αρχή Αδειών να χορηγήσει άδεια οδικής χρήσεως στο Ε.Μ.. Σε προσφυγή που ασκήθηκε από ενδιαφερόμενους ιδιοκτήτες λεωφορείων το Πρωτόδικο Δικαστήριο (βλ.
Solea Car Company and Another (No. 1) v. The Republic (1976) 3 C.L.R. 44, 55) έκρινε ότι η απουσία έγγραφης διατύπωσης των συμπερασμάτων των 3 λειτουργών δεν θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης γιατί ο Υπουργός έδωσε εγγράφως τους λόγους της διαφωνίας του με τα συμπεράσματα των 3 λειτουργών.Οι αιτητές άσκησαν έφεση ενώπιον της Ολομέλειας. Η έφεση πέτυχε γιατί δεν είχε χρησιμοποιηθεί ο τύπος ιεραρχικής προσφυγής που προβλέπεται από τους Κανονισμούς. Στην απόφαση της η Ολομέλεια πρόσθεσε και τα εξής (βλ. σελ. 388):
«................................. .................................................. .............. we should point out that, had we found that there was before the Minister a properly made appeal, we would have, again, annulled the sub judice decision of the Minister, because it seems to us that, in the present case, the proviso to subsection (2) of section 6 of the relevant Law has been misunderstood and misapplied by the Minister, inasmuch as when he 'assigned' to three officers of his Ministry the task of hearing what he considered to be an appeal made by the interested party, he, in effect, went so far as to delegate to them completely his powers under such section 6, which was a thing that he was not lawfully entitled to do under the provisions of that section; or, to say the least, he shared with them such powers in a manner which exceeded the limits of the proper application of the proviso to subsection (2) of section 6.
We have, indeed, given anxious consideration to this aspect of the case, because we do feel that it is necessary, when applying the provisions of section 6, to adhere fully both to the letter and the spirit of such section, with the result that the ultimate responsibility for reaching a decision under such section should, at all times, remain with the Minister, and with the Minister only.»
Σε μετάφραση
:«................................. .................................................. .......... θα πρέπει να υποδείξουμε ότι αν διαπιστώναμε ότι υπήρχε ενώπιον του Υπουργού ορθώς υποβληθείσα έφεση και πάλιν, θα ακυρώναμε την επίδικη απόφαση του Υπουργού, γιατί μας φαίνεται ότι στην παρούσα υπόθεση, η επιφύλαξη του εδαφίου 2 του άρθρου 6 του σχετικού Νόμου έχει παρερμηνευθεί και εφαρμοσθεί εσφαλμένα από τον Υπουργό εφ' όσο όταν 'ανέθεσε' σε 3 λειτουργούς του το έργο της ακρόασης αυτού που θεώρησε ως έφεση από το Ε.Μ. στην ουσία προχώρησε μέχρι του σημείου πλήρους μεταβίβασης σ' αυτούς των εξουσιών του δυνάμει του εν λόγω άρθρου 6, πράγμα το οποίο δεν είχε νομίμως δικαίωμα να πράξει δυνάμει των προνοιών εκείνου του άρθρου
. ή για να πούμε το λιγότερο, έχει μοιρασθεί με αυτούς τέτοιες εξουσίες με τρόπο που υπερέβαινε τα όρια της ορθής εφαρμογής της επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου 6.'Εχουμε πράγματι, εξετάσει με ανησυχία αυτή τη πτυχή της υπόθεσης γιατί αισθανόμαστε ότι είναι ανάγκη, κατά την εφαρμογή των προνοιών του άρθρου 6, να σημειώνεται πλήρης συμμόρφωση τόσο προς το γράμμα όσο και προς το πνεύμα του εν λόγω άρθρου, με αποτέλεσμα η τελική ευθύνη για τη λήψη απόφασης δυνάμει του εν λόγω άρθρου να παραμένει, πάντοτε, στον Υπουργό και μόνο τον Υπουργό.»
Στην πιο πάνω υπόθεση ο Υπουργός είχε και κάποια εμπλοκή. Εξέδωσε αιτιολογημένη απόφαση (βλ. σελ. 51 της πρωτόδικης απόφασης η οποία δημοσιεύεται στο (1976) 3 C.L.R. 44). Στην παρούσα υπόθεση ο Καν. 25(2) εναποθέτει στον Υπουργό την εξουσία να εξετάζει την προσφυγή και να ακούει ή να δίδει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίζει τους λόγους πάνω στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή και - στη συνέχεια - να αποφασίζει σχετικά. Διαπιστώνω με βάση τα παραδεκτά γεγονότα ότι στην παρούσα υπόθεση η μόνη ανάμειξη του Υπουργού ήταν η μονολεκτική έγκριση του πορίσματος της τριμελούς Επιτροπής, το οποίο αναφερόταν σε αποδοχή 14 προσφυγών και απόρριψη άλλων 22. Ο Υπουργός δεν εξέτασε ο ίδιος την προσφυγή και δεν άκουσε ο ίδιος τον προσφεύγοντα όπως ρητά προβλέπεται από τον Καν. 25(2). Μεταβίβασε όλες τις εξουσίες του στην τριμελή Επιτροπή ενώ σύμφωνα με την επιφύλαξη του εδαφίου 2 του Καν. 25 μπορούσε να της αναθέσει να εξετάσει
μόνο ορισμένα θέματα που περιλάμβανε η προσφυγή. 'Οπως έχει ήδη υποδειχθεί (βλ. σελ. 7, πιο πάνω) το λεκτικό των αντίστοιχων διατάξεων είναι ταυτόσημο. Τυγχάνουν επομένως εφαρμογής τα νομολογηθέντα στην Soleas Car Company (No. 2), πιο πάνω. Για τους λόγους που υποδεικνύονται στην υπόθεση εκείνη η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.