ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1326/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Efremico Holdings Limited, από τη Λευκωσία
Αι τητών
- και -
Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, διά του
Διοικητικού Συμβουλίου του
Καθ'ων η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 5 Νοεμβρίου, 2002.Για τους αιτητές: Κ. Αιμιλιανίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Ν. Πελίδης.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές στην προσφυγή αυτή ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:-
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφασις των Καθ΄ων η Αίτησις που κοινοποιήθηκε στους Αιτητές με την επιστολή των Καθ΄ων η Αίτησις ημερομηνίας 20/7/2000 με την οποίαν οι Καθ΄ων η Αίτησις απέρριψαν την αίτησιν των Αιτητών δια παραχώρησιν 2 δωρεάν μετοχών (bonus shares) για κάθε ένα δικαίωμα προτίμησης αγοράς μετοχών των Αιτητών που θα εξασκείτο από τους Μετόχους των Αιτητών που θα ήσαν εγγεγραμμένοι ως Μέτοχοι των Αιτητών την 17/3/2000, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."
Την 9.3.2000 το Διοικητικό Συμβούλιο των Αιτητών ανακοίνωσε στους καθ΄ων η αίτηση (Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου) ότι σε συνεδρία του, στις 23.3.2000, θα εξέταζε την πιθανότητα παραχώρησης δωρεάν μετοχών σε όσους από τους μετόχους που κατέχουν δικαιώματα προτίμησης αγοράς μετοχών (rights) εξασκήσουν τα δικαιώματα τους.
Την 23.3.2000 το διοικητικό συμβούλιο των αιτητών αποφάσισε να συστήσει σε έκτακτη συνέλευση των μετόχων την παραχώρηση δύο δωρεάν μετοχών αξίας 25 σεντ για κάθε δικαίωμα προτίμησης αγοράς (right) που θα εξασκηθεί. Η απόφαση αυτή επαναλήφθηκε σε νέα συνεδρία στις 10.4.2000.
Την 8.6.2000 η έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων, με ειδικό ψήφισμα, ενέκρινε την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της 23.3.2000 και 10.4.2000.
Στις 11.5.2000 οι εξουσιοδοτημένοι σύμβουλοι χρηματιστές των αιτητών με επιστολή τους υπέβαλαν στους καθ΄ων η αίτηση (Χ.Α.Κ.) την αίτηση για εισαγωγή δικαιωμάτων προτίμησης και δωρεάν μετοχές μαζί με αντίγραφο ενημερωτικού δελτίου. Το Χ.Α.Κ. αφού μελέτησε την αίτηση με επιστολές τους προς τους αιτητές ημερ. 24.5.2000 και 5.6.2000 τους υπέδειξαν ορισμένες αλλαγές. Οι αιτητές συμμορφώθηκαν και υπέβαλαν εκ νέου το ενημερωτικό δελτίο με τις αλλαγές που τους είχαν ζητηθεί. Το Χ.Α.Κ. το απέστειλε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προς εξέταση. Στη συνέχεια το Χ.Α.Κ. έχοντας υπόψη το υπηρεσιακό σημείωμα και την επιστολή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αποφάσισαν να εγκρίνουν την αίτηση υπό την αίρεση της συμμόρφωσης των αιτητών με ορισμένα σημεία που αναφέρονται στις επιστολές ημερ. 23.6.2000 και 26.6.2000.
Πριν δοθεί η τελική έγκριση ήρθε σε γνώση του Χ.Α.Κ. ότι καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αγωγή εναντίον των αιτητών που προσέβαλε τις αποφάσεις των ημερ. 8.6.2000. Το Χ.Α.Κ. ζήτησε εξηγήσεις από τους αιτητές οι οποίες δόθηκαν με γνωμάτευση του νομικού τους συμβούλου.
Σε συνεδρία του το Χ.Α.Κ. στις 6.7.2000 αποφάσισε όπως ζητήσει γνωμάτευση από το νομικό του σύμβουλο, η οποία δόθηκε στις 13.7.2000. Την ίδια ημερομηνία, 13.7.2000, το Χ.Α.Κ. σε συνεδρία του απεφάσισε, υπό το φως της γνωμάτευσης του νομικού του συμβούλου να απορρίψει την αίτηση των αιτητών με το αιτιολογικό ότι μια τέτοια επιλογή, θα αποτελούσε απαλλοτρίωση περιουσίας της εταιρείας προς όφελος μερικών μετόχων σε βάρος των επενδυτών.
Οι αιτητές ως λόγους ακύρωσης προβάλλουν, μεταξύ άλλων, ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα, ότι είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και ότι η απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη. Και οι τρεις πιο πάνω λόγοι είναι αλληλένδετοι μεταξύ τους.
Στο "ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ", Έκδ. 2002 ο Α. Λοΐζου εκφράζοντας τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρει τα εξής στις σελίδες 356-357 για τη δέουσα έρευνα και την πλάνη περί τα πράγματα:-
"
(ε) Έλλειψη δέουσας έρευνας: Ο λόγος αυτός ακύρωσης συνδέεται με το λόγο πλάνης περί τα πράγματα αλλά στην Κυπριακή νομολογία έτυχε μεταχείρισης και ως ανεξάρτητου λόγου ακύρωσης. Συνδέεται επίσης και με την αιτιολογία διοικητικής πράξης. Η διοίκηση έχει καθήκον να προβεί στη δέουσα έρευνα για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων, να ερμηνεύσει, όπου τούτο είναι αναγκαίο, τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες και να τις εφαρμόσει στα γεγονότα και να αποφασίσει. Η έρευνα μπορεί να διεξαχθεί είτε από το ίδιο το αρμόδιο διοικητικό όργανο είτε μέσω άλλου προσώπου ή Αρχής ή Οργάνου. Η τελική όμως εκτίμηση των γεγονότων, η εφαρμογή σ΄ αυτά του νόμου και η λήψη της τελικής απόφασης είναι καθήκον του αρμοδίου οργάνου. Η έκταση της έρευνας είναι σχετική, ανάλογα με την κάθε περίπτωση. Λόγω ελλιπούς έρευνας διαπιστώνεται πλάνη περί τα πράγματα ως προς την κρινόμενη απόφαση. Το τεκμήριο της νομιμότητας των ευρημάτων της διοίκησης εξασθενεί αν ο αιτητής επιτύχει να θέσει ως πιθανή την ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα. Αν δημιουργηθούν αμφιβολίες στο Δικαστή, αναφορικά με την ορθότητα των ευρημάτων της διοίκησης, η διοικητική πράξη μπορεί να ακυρωθεί αν το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα. Η διεξαγωγή της δέουσας έρευνας πρέπει να συνάγεται από τα στοιχεία του φακέλου. Εξ άλλου, η παρουσίαση στοιχείων από έναν αιτητή τα οποία δεν ήσαν ενώπιον της διοίκησης κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη προς αντίκρουση του ισχυρισμού του.""
(δ) Πλάνη περί τα πράγματα: Ο λόγος αυτός συνίσταται είτε στη λήψη υπόψη μη υφιστάμενου γεγονότος, είτε στη μη λήψη υπόψη υπάρχοντος γεγονότος και έχει ως αποτέλεσμα λόγω της παραβίασης των καλά καθιερωμένων αρχών του Διοικητικού Δικαίου στην ακύρωση της σχετικής διοικητικής πράξης και η έννοια του "νόμου" στο Άρθρο 146.1 ερμηνεύεται ενόψει της φύσης της θεραπείας που ζητείται ότι περιλαμβάνει τις καθιερωμένες αρχές του Διοικητικού Δικαίου.Για την ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα απαιτείται αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών γεγονότων και προϋποθέσεων πάνω στα οποία στηρίζεται η πράξη. Δεν υφίσταται τέτοια πλάνη όταν η διοίκηση εκτιμά στην ουσία διάφορα και αντιφατικά στοιχεία των οποίων η στάθμιση μπορεί και να οδηγεί στο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε και η διοίκηση. Τέτοια εκτίμηση δεν ελέγχεται "κατ΄ ουσίαν" στην ακυρωτική δίκη. Η πλάνη περί τα πράγματα συνιστά παρανομία όταν υπεισέρχεται στο συλλογισμό των σκέψεων του διοικητικού οργάνου "έτσι που η αποκάλυψη του ή το ενδεχόμενο της ύπαρξης του να αφαιρεί ή να θέτει εξ αντικειμένου υπό αμφισβήτηση το βάθρο της κρίσης, επέρχεται αυτό το αποτέλεσμα όταν η πλάνη είναι ουσιώδης, δηλαδή όταν επηρέασε την απόφαση του διοικητικού οργάνου."
Σύμφωνα με τη νομολογία αποτελεί καθήκον του αποφασίζοντος οργάνου να προβαίνει στην αναγκαία έρευνα για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων υπό το πρίσμα των οποίων αποφασίζει. (Βλέπε: Photos Photiades and Co. v. The Republic (1964) CLR 102 και ΕΕΥ ν. Αντώνη Ζάμπογλου (1997) 3 ΑΑΔ 270).
Στην τελευταία απόφαση (Ζάμπογλου) αναφέρεται ότι "το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα". (Βλέπε επίσης: Ευαγόρας Νικολαΐδης κ.ά. ν. Δρα Μιχαλάκη Μηνά κ.ά. (1994) 3 ΑΑΔ 321).
Στην παρούσα υπόθεση, ενώ το καθ΄ου η αίτηση Χ.Α.Κ., είχε εγκρίνει κατ΄ αρχήν την αίτηση με τη σύμφωνο γνώμη και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς υπό την αίρεση ότι οι αιτητές θα προέβαιναν σε διορθώσεις στο κείμενο του ενημερωτικού δελτίου, πράγμα που οι αιτητές έπραξαν, τελικά με το πρόσχημα ότι εκκρεμούσε πολιτική αγωγή στο Δικαστήριο εναντίον των αιτητών προχώρησαν σε τελική απόρριψη της αίτησης με το αιτιολογικό ότι η παραχώρηση δωρεάν μετοχών συνιστά απαλλοτρίωση περιουσίας της εταιρείας προς όφελος μερικών μετόχων. Περαιτέρω το Χ.Α.Κ. αιτιολογεί την επίδικη απόφαση αναφέροντας ότι "γενικά η εταιρεία κρίνεται ότι δεν παρέχει τα αναγκαία εχέγγυα προς προστασία του επενδυτή και η ίση μεταχείριση των μετοχών που είναι βασική προϋπόθεση εισαγωγής δεν έχει τηρηθεί."
Σύφμωνα με τον Καν. 59 της Κ.Δ.Π. 214/95 το Χ.Α.Κ. έχει διακριτική ευχέρεια να εξετάζει και αποδέχεται αιτήσεις για την εισαγωγή τίτλων στο Χρηματιστήριο ή για την έκδοση νέων τίτλων από εκδότες που έχουν ήδη τίτλους τους εισηγμένους στο Χρηματιστήριο.
Ο δε Καν. 61(1)(ιγ) αναφέρει τα εξής:-
"61.-(1) Δε γίνεται δεκτή η αίτηση προς εισαγωγή τίτλων στο Χρηματιστήριο εκτός εάν ο εκδότης ικανοποιεί τις ακόλουθες προϋποθέσεις και οποιαδήποτε τυχόν άλλη προϋπόθεση προκύπτουσα από την κείμενη νομοθεσία της Δημοκρατίας-
.............................. .................................................. ..............
(ιγ) ικανοποιεί το Συμβούλιο ότι παρέχει όλα τα αναγκαία προς προστασία των επενδυτών εχέγγυα."
Το Χ.Α.Κ., μετά την υπό αίρεση έγκριση της αίτησης, έχοντας φαίνεται αμφιβολίες κατά πόσον ετηρείτο η πιο πάνω υπό (ιγ) προϋπόθεση, μετά την πληροφορία που πήρε για την καταχώρηση της αγωγής εναντίον της εταιρείας, ζήτησε διευκρινήσεις από τους αιτητές οι οποίες δόθηκαν με την γνωμοδότηση του νομικού τους συμβούλου. Φαίνεται ότι οι αμφιβολίες του Χ.Α.Κ. δεν ήρθησαν και έτσι ζήτησε γνωμοδότηση από το νομικό του σύμβουλο. Στη γνωμοδότηση του νομικού του συμβούλου αναφέρετο ότι η καταχώρηση της αγωγής εναντίον των αιτητών από μόνη της δεν αποκλείει την έγκριση της σχετικής αίτησης της εταιρείας. Ο νομικός του σύμβουλος προχωρεί και προτρέπει το Χ.Α.Κ. "να επιζητήσει την παροχή περαιτέρω επεξηγήσεων, εγείροντας σ΄ αυτήν το ότι, από πρώτη άποψη, υπάρχει αδικαιολόγητη διάκριση των μετόχων." Επισημαίνει περαιτέρω η γνωμοδότηση του νομικού συμβούλου του Χ.Α.Κ. ότι δεν μπορεί τελικά να τοποθετηθεί πάνω στο θέμα γιατί "δεν είχε υπόψη του τους ακριβείς λόγους και συνθήκες έκδοσης από την εταιρεία τέτοιων δωρεάν μετοχών ....". Η γνωμοδότηση, είναι έκδηλο, ότι προβαίνει σε συλλογισμούς οι οποίοι βασίζονται σε υποθετικά γεγονότα, χρησιμοποιώντας τη φράση "για παράδειγμα". Δε είχε υπόψη του ο νομικός σύμβουλος όλα τα γεγονότα που συνέτρεχαν στην περίπτωση, όπως δεν είχε όλα τα γεγονότα, όπως τεκμαίρεται, και το Χ.Α.Κ..
Το Χ.Α.Κ., παρά την προτροπή της γνωμοδότησης του νομικού της συμβούλου να ζητήσει από τους αιτητές διευκρινήσεις, και χωρίς να προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα των πραγμάτων, κατέληξε στην επίδικη απόφαση. Το Χ.Α.Κ. απέτυχε να συλλέξει και διερευνήσει τα ουσιώδη στοιχεία τα οποία θα παρείχαν τη βάση για εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Η έρευνα του δεν ήταν πλήρης ούτε η δέουσα. Η μη εξακρίβωση των ουσιωδών στοιχείων και η ανεπαρκής έρευνα εκ μέρους του Χ.Α.Κ. καθιστά και την αιτιολογία της επίδικης απόφασης τρωτή.
Λόγω της πιο πάνω κατάληξης μου η επίδικη απόφαση υπόκειται σε ακύρωση και δεν παρίσταται ανάγκη περαιτέρω εξέτασης άλλων λόγων ακύρωσης που προβάλλονται από τους αιτητές.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των αιτητών.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ