ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 880
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 297/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Γιώργου Χιώτη, από τη Λευκωσία,
Αιτητή,
- και -
Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου,
Καθ΄ου η αίτηση.
- - - - - -
7 Οκτωβρίου, 2002
.Για τον αιτητή: κα Λυκούργου για κ. Γ. Τριανταφυλλίδη.
Για τους καθ΄ου η αίτηση: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής κατέχει τη μόνιμη θέση του Τεχνικού Προϊσταμένου/Συντονιστή στον καθ΄ ου η αίτηση Οργανισμό.
Στις 8.6.00 ο Διευθυντής του καθ΄ ου η αίτηση υπενθύμισε με επιστολή τον αιτητή ότι θα έπρεπε να παραδώσει συγκεκριμένη εργασία και ότι δεν το έπραξε. Μεταφέρω το σχετικό μέρος της επιστολής (κυανούν 119 στον φάκελο που κατετέθη ως τεκμήριο 1).
«..... Επίσης σας υπενθυμίζω ότι από τον περασμένο Μάρτη περιμένω να μου παραδώσετε τις κατόψεις όλων των θεάτρων που χρησιμοποιεί ο ΘΟΚ. Οι επανειλημμένες σας υποσχέσεις παραμένουν ανεκπλήρωτες.»
Ο αιτητής απάντησε με την επιστολή του ημερ. 20.6.00 (κυανούν 125-129). Μεταξύ άλλων, για το πιο πάνω θέμα αναφέρει τα εξής:
«..........................
(Στ) Κατόψεις θεάτρων
Σε ό,τι αφορά τις παρατηρήσεις σας για τις κατόψεις των Θεάτρων, οφείλω να αναφέρω ότι από τις αρχές Μαρτίου 2000, έχω αρχίσει αυτή την εργασία, την επανασχεδίαση δηλ. και επιβεβαίωση όλων των κατόψεων των θεάτρων της Κύπρου ώστε να γίνουν διαφάνειες. Αυτή είναι μια δουλειά η οποία γίνεται, παράλληλα με το κύριο έργο μου. Χρειάζομαι δε την συνδρομή ενός ατόμου ακόμη για να με βοηθά στις μετρήσεις. Η εργασία αυτή διεκόπτη για ένα χρονικό διάστημα διότι εξεκίνησε η προετοιμασία της παραγωγής «Αχαρνής» και κατόπιν της επιθεώρησης. Θα ήταν πολύ απλό να μου ζητήσετε να δώσω άμεση προτεραιότητα έτσι ώστε να μην παρατηρείται η καθυστέρηση για την οποία παραπονείσθε.»
Δεν υπήρξε άλλη σχετική αλληλογραφία για το θέμα, ανάμεσα στον καθ΄ ου η αίτηση και στον αιτητή. Στις 2.2.01 επιβλήθηκε στον αιτητή η ποινή της αυστηρής επίπληξης. Η απόφαση του Διευθυντή του καθ΄ ου η αίτηση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή ημερ. 2.2.01 (παράρτημα Α στην προσφυγή), το περιεχόμενο της οποίας παραθέτω αυτούσιο:
«
Θέμα: Κατόψεις θεάτρωνΕπανέρχομαι για ακόμη μια φορά στο θέμα αυτό και λυπούμαι να παρατηρήσω ότι παρόλες τις κατά καιρούς προφορικές σας διαβεβαιώσεις ότι τα σχέδια ετοιμάζονται, σήμερα μετά από παρέλευση ενός σχεδόν χρόνου, τα σχέδια δεν ετοιμάστηκαν ή δεν ολοκληρώθηκαν.
Επειδή το θέμα παρατράβηξε, υπήρξε θέμα αλληλογραφίας μεταξύ μας και πολλών προφορικών διαβεβαιώσεων σας για το ότι θα ετοιμαστούν, θεωρώ ότι δεν είναι σκόπιμο να ζητήσω άλλες εξηγήσεις.
Για τους πιο πάνω λόγους σας επιβάλλω την ποινή της αυστηρής επίπληξης.
Αναμένοντας την ολοκλήρωση της εργασίας που σας ανατέθηκε.»
Στις 5.2.01, ο αιτητής παρέδωσε τελικά τα αρχιτεκτονικά σχέδια για τις κατόψεις των θεάτρων. Επί της επιστολής του αιτητή με την οποία παρουσίασε την πιο πάνω εργασία (παράρτημα Στ στην αίτηση), ο Διευθυντής με χειρόγραφη σημείωσή του χαρακτηρίζει την παραδοθείσα εργασία ως πολύ ικανοποιητική.
Ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«Α. Δήλωση ή/και απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Διευθυντή του καθ΄ ου η αίτηση Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου η οποία περιέχεται σε επιστολή του ημερ. 2/2/01 [Παράρτημα Α στην παρούσα] και με την οποίαν αυτός επέβαλε στον αιτητή την ποινή της αυστηρής επίπληξης, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε νομίμου αποτελέσματος.»
Οι λόγοι της προσφυγής:
Ο αιτητής αμφισβητεί την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης για τους πιο κάτω λόγους:
Οι δύο πρώτοι λόγοι θα συνεξετασθούν επειδή συμπλέκονται.
Αφετηρία της εξέτασής τους είναι οι Κανονισμοί 62-70 των περί Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (Διάρθρωσις και Οροι Υπηρεσίας) Κανονισμών ΚΔΠ 229/77 (ως ετροποποιήθηκαν με τις ΚΔΠ 130/83 και ΚΔΠ 322/99). Ο αιτητής ανήκει στο Τεχνικό Προσωπικό του καθ΄ ου η αίτηση, και ενδεχόμενη πειθαρχική δίωξή του διέπεται από τους πιο πάνω κανονισμούς. Οι συγκεκριμένες πρόνοιες του πειθαρχικού κώδικα ορίζουν ότι:
«68.
Διερεύνησις πειθαρχικών αδικημάτων.Εάν καταγγελθή εις τον Διευθυντή ή έτερον πειθαρχικώς προϊστάμενον ότι υπάλληλος δυνατόν να έχη διαπράξει πειθαρχικόν αδίκημα ή εάν ο Διευθυντής ή έτερος πειθαρχικώς προϊστάμενος λάβη γνώσιν τοιούτου αδικήματος, τότε:
(α) εάν το αδίκημα είναι εκ των καθοριζομένων εν τω Κανονισμώ 69, ο Διευθυντής ή ο οικείος πειθαρχικώς προϊστάμενος μεριμνά όπως διεξαχθή το ταχύτερον ενδοϋπηρεσιακή έρευνα καθ΄ ον τρόπον ούτος ήθελε κρίνει αναγκαίον και ενεργεί ως προνοείται εν τω Κανονισμώ 70:
.................................. .................................................. ...
69.
Πειθαρχικά αδικήματα δυνάμενα να εκδικάζωνται συνοπτικώς.Τα ακόλουθα πειθαρχικά αδικήματα υπαλλήλου εκδικάζονται συνοπτικώς υπό πειθαρχικώς προϊσταμένων-
(α) εγκατάλειψις του τόπου εργασίας άνευ άδειας αρμοδίως χορηγουμένης.
(β) καθυστέρησις προσελεύσεως εις τον τόπον εργασίας.
(γ) αμέλεια, αδιαφορία, νωθρότης ή αδράνεια εν τη εκτελέσει των καθηκόντων και υποχρεώσεων αυτού.
(δ) απρεπής συμπεριφορά προς τους ανωτέρους, τους συναδέλφους και το κοινόν.
(ε) παράλειψις ή άρνησις συμμορφώσεως προς εντολήν ή οδηγίας.
(στ) παράλειψις ή άρνησις εκτελέσεως των καθηκόντων και υποχρεώσεων αυτού:
Νοείται ότι το Διοικητικόν Συμβούλιον καθορίζει, εάν ήθελε κρίνει τούτο αναγκαίον, πειθαρχικά αδικήματα άτινα δεν θα δύνανται να εκδικάζωνται συνοπτικώς υπό πειθαρχικώς προϊσταμένων.
Η σαφής ερμηνεία των πιο πάνω αυστηρών διατάξεων επιβάλλει στον Διευθυντή του καθ΄ ου η αίτηση ή στον εκάστοτε πειθαρχικώς προϊστάμενο, την υποχρέωση οποτεδήποτε του καταγγελθεί ή λάβει προσωπικά γνώση ενδεχόμενου πειθαρχικού παραπτώματος, να μεριμνήσει προς διεξαγωγή ενδοϋπηρεσιακής έρευνας, να πληροφορήσει τον υπάλληλο για την εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του και να του παρέχει την ευκαιρία να ακουσθεί. Η «συνοπτική» εκδίκαση των πειθαρχικών αδικημάτων που περιγράφονται στον Κανονισμό 69, δεν συνεπάγεται παρέκκλιση από τις προαναφερόμενες υποχρεώσεις. Ο όρος «συνοπτικά» απλά υποδηλώνει ταχύτερη διαδικασία στην διερεύνηση, κάποιων πειθαρχικών υποθέσεων, σε αντίθεση με ορισμένες άλλες σοβαρότερες υποθέσεις, οι οποίες παραπέμπονται ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου.
Η αλληλογραφία που προηγήθηκε (επιστολές ημερ. 8.6.00 και 20.6.01 αντίστοιχα), δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εκ του περιεχομένου της προειδοποίηση του αιτητή ή έναρξη νομότυπης πειθαρχικής διαδικασίας. Η απάντηση του αιτητή στο παράπονο που εξέφρασε ο Διευθυντής του καθ΄ ου η αίτηση στις 8.6.00 σχετικά με την παράλειψή του να εκτελέσει την εργασία που του είχε ανατεθεί, σε καμία περίπτωση δεν συνιστά απολογία του στα πλαίσια πειθαρχικής διαδικασίας αφού τέτοια διαδικασία δεν φαίνεται καν να είχε αρχίσει.
Μετά την παρέλευση 8 μηνών από τον χρόνο που ανταλλάχθηκαν οι πιο πάνω επιστολές, γίνεται η μόνη αναφορά σε πειθαρχική ποινή με την επιστολή του Διευθυντή του καθ΄ ου η αίτηση ημερ. 2.2.01. Στο φάκελο δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει ότι είχε ξεκινήσει εν τω μεταξύ νομότυπα πειθαρχική δίωξη εναντίον του αιτητή ή ότι διεξήχθη οποιαδήποτε έρευνα.
Επίσης, η απάντηση του αιτητή με την επιστολή ημερ. 20.6.00 για το θέμα που αποτέλεσε εκ των υστέρων την ισχυριζόμενη αιτία της επιβολής σε αυτόν πειθαρχικής ποινής, δεν συνιστούσε άσκηση του δικαιώματος ακροάσεως που όφειλε να του είχε δοθεί στα πλαίσια της νόμιμης πειθαρχικής διαδικασίας.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Π.Δ. Δαγτόγλου στο σύγγραμμά του «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 3η έκδ., σελ. 279
,«Προηγούμενη είναι η ακρόαση που γίνεται πριν τη λήψη του διοικητικού μέτρου ή ενέργειας και προπάντων σε χρόνο, κατά τον οποίο είναι ακόμη δυνατός ο επηρεασμός της αποφάσεως της διοικήσεως από την ακρόαση του ενδιαφερομένου».
Ο αιτητής δεν φαίνεται να είχε πληροφορηθεί ότι υφίστατο οποιαδήποτε πειθαρχική υπόθεση εναντίον του, πριν από τις 2.2.01 όπου του επιβλήθηκε μονομερώς από το Διευθυντή του καθ΄ ου η αίτηση Οργανισμού η αυστηρή επίπληξη. Ετσι ο αιτητής στερήθηκε τη δυνατότητα να γνωρίζει τη φύση της εναντίον του κατηγορίας και να εκθέσει τις απόψεις του τόσο για το θέμα της ενοχής του όσο και για το θέμα της ποινής που επρόκειτο να του επιβληθεί.
Το δικαίωμα ακρόασης του κατηγορούμενου υπαλλήλου σε μια πειθαρχική δίκη είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο από το άρθρο 12.5 του Συντάγματος, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση βρίσκει και νομοθετικό έρεισμα.
Η πλούσια νομολογία επί του θέματος υπογραμμίζει τη σημασία της προηγούμενης ακροάσεως του διοικούμενου πριν τη λήψη αποφάσεων που έχουν τιμωρητικό πειθαρχικό χαρακτήρα. (Kazamias v. Republic (1982) 3 CLR 239, Adamides v. Republic (1982) 3 CLR 343, Ζαβρός ν. Επάρχου Πάφου (1986) 3 CLR 44, Παπακόκκινου κα. ν. Υπουργού Εσωτερικών, ΑΕ 2560, ημερ. 19.7.02, Μαλλιώτης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, υπόθ. αρ. 510/91, ημερ. 2.2.96, K & G Complex Ltd ν. Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, υπόθ. αρ. 9/00, ημερ. 4.9.00.)
Στην
Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 CLR 1027 ο Πικής, Δ., είπε τα πιο κάτω:«The rules of natural justice is that set of rules that should govern the conduct of public bodies charged with determination of the rights of the citizen. They are founded in the words of Denning M.R., in Payne v. Lord Harris [1981] 2 All E.R. 842 (C.A.) on the simple precept of fairness. They require in law that an opportunity be given to a party to be heard in proceedings of a penal of disciplinary character. In Cyprus, the rules of natural justice form part of the fundamental provisions of the Constitution. (See Article 12.5 - Nicolaos D. Haros v. The Republic, 4 R.S.C.C. 39; Stelios K. Morsis v. The Republic, 4 R.S.C.C. 133; Menelaou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 467; Papacleovoulou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 187). The right to be heard is safeguarded in proceedings of a penal or disciplinary character. (See, Lewis v. Heffer [1978] 3 All E.R. 354 (C.A.); R. v. Hull Prison Board of Visitors [1979] 3 All E.R. 545 (D.C.). Republic v. Lefkos Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594. Relevant principles discussed at lenght).
A series of Cyprus decisions establish that opportunity to be heard must be given in every case where an accusation of a penal or disciplinary character is preferred against the citizen. (See, HjiGeorghiou v. Republic (1981) 3 C.L.R. 587, Savva v. The Republic (1981) 3 C.L.R. 599)."
Η παράλειψη διεξαγωγής οποιασδήποτε έρευνας εκ μέρους του καθ΄ ου η αίτηση Οργανισμού και η στέρηση του δικαιώματος του αιτητή για ακρόαση, καθιστούν την απόφαση για επιβολή της ποινής της αυστηρής επίπληξης άκυρη.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται . Τα έξοδα εναντίον του καθ΄ ου η αίτηση.
FONT>Α. Κραμβής, Δ.
ΑΦ.