ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
FONT>Υπόθεση Αρ. 92/2001
ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Marlia Karaconsi - Krzic από τη Λεμεσό για
την ίδια και για τον ανήλικο γιό της
Aleksandar Krzic,
Αιτήτρια,< /P>
και
1. Υπουργείο Εσωτερικών,
2. Λειτουργός Μετανάστευσης,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:
4.9.02Για την αιτήτρια: κα Υ. Καραβιώτου για κ. Π. Παύλου
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Γ. Γιωργαλλής
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση, ημερομηνίας 27.11.2000 με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημα της αιτήτριας και του ανήλικου τέκνου της, για παράταση της άδειας προσωρινής διαμονής τους στη Δημοκρατία υπό την ιδιότητά τους ως επισκέπτες και με την οποία διατάσσονταν ταυτόχρονα να εγκαταλείψουν αμέσως τη Δημοκρατία.
Η αιτήτρια είναι Γιουγκοσλαβικής υπηκοότητας, νυμφευμένη με τον επίσης Γιουγκοσλάβο υπήκοο Marijo Krzic και μητέρα του ανήλικου Aleksandar Krzic. Ο σύζυγος της αιτήτριας είναι μέτοχος της Κυπριακής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης INFOGATE ENTERPRISES LTD η οποία συστάθηκε την 22.1.2000 σύμφωνα με τις πρόνοιες του Περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 και εδρεύει στη Λεμεσό. Κατόπιν σχετικής αιτήσεως των δικηγόρων της πιο πάνω εταιρείας προς τις αρμόδιες αρχές, χορηγήθηκε στον μεν σύζυγο της αιτήτριας άδεια προσωρινής διαμονής για εργασία (employment) ως Διευθυντής της INFOGATE, μέχρι 21.1.2001 υποκείμενη σε ανανέωση, στη δε αιτήτρια και το ανήλικο τέκνο τους εκδόθηκε άδεια προσωρινής διαμονής τους στην Κύπρο μέχρι 28.10.2000 για να διαμένουν, όπως σημειώθηκε στο σχετικό έγγραφο, μαζί με το σύζυγο ως επισκέπτες (visitors). Η αιτήτρια υπέβαλε, πριν την εκπνοή της άδειας παραμονής που της χορηγήθηκε, αίτημα για παράταση της προσωρινής διαμονής της όπως και της διαμονής του εξαρτώμενου τέκνου της στη Δημοκρατία ζητώντας να τους επιτραπεί η παραμονή μέχρι την 21.1.2001, ημερομηνία κατά την οποίαν, όπως ήδη επισημάνθηκε, έληγε η άδεια παραμονής και εργασίας του συζύγου της. Ο υπεύθυνος του Κλάδου Αλλοδαπών Επαρχίας Λεμεσού σημείωσε στο σχετικό έντυπο ότι «η αίτηση συνιστάται» και ότι υπάρχει «ισχύουσα τραπεζική εγγύηση για την αλλοδαπή μέχρι 31.3.2001». Αντίθετα, ο Λειτουργός Μετανάστευσης με σημείωμά του στο ίδιο έντυπο ανέφερε ότι «η τραπεζική εγγύηση ισχύει μέχρι 31.3.2000 και ως εκ τούτου «δεν μπορούμε να συστήσουμε θετικά». Ακολούθησε η έκδοση και κοινοποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης στην αιτήτρια.
Προβάλλονται εκ μέρους της αιτήριας τρεις λόγοι ακυρότητας. (α) Παράβαση ουσιώδους τύπου συνιστάμενη σε παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση να συμπεριλάβουν στο κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης τα διαθέσιμα μέσα θεραπείας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 158(1)/99, (β) έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης και (γ) παραβίαση της αρχής της καλής πίστης της διοίκησης.
Οι δικηγόροι της αιτήτριας αναπτύσσουν σε μεγάλη έκταση μέσα στα πλαίσια των δικογράφων τους τις γενικές αρχές που διέπουν την υποχρέωση αιτιολόγησης των διοικητικών πράξεων. Επικαλούμενοι δε τη νομολογιακή προσέγγιση στο ζήτημα της επάρκειας της αιτιολογίας, υποστηρίζουν ότι η επίδικη απόφαση πάσχει προφανώς από έλλειψη αιτιολογίας και ότι ο λόγος που δόθηκε εκ των υστέρων μέσω της ένστασης του δικηγόρου των καθ΄ων η αίτηση, ότι δηλαδή το σχετικό αίτημα απορρίφθηκε λόγω τροποποίησης από τη Βουλή των Αντιπροσώπων των Κανονισμών που ρυθμίζουν τα θέματα αλλοδαπών και μεταναστεύσεως, δεν μπορεί να περισώσει το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης. Τονίζουν επίσης το ανθρωπιστικό στοιχείο που χαρακτήριζε την υπόθεση, καθώς η συνέπεια της επίδικης απόφασης ήταν η παρεμπόδιση της συμβίωσης της αιτήτριας και του ανήλικου με το σύζυγο και πατέρα.
Ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση, υποβάλλει από την πλευρά του, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παρουσιάζει επαρκή αιτιολογία, λήφθηκε κατά τον ορθό τρόπο κατά τη δέουσα άσκηση της διακριτικής ευχέρειας των αρμοδίων οργάνων, είχε ως νομικό υπόβαθρο τους πρόσφατα τροποποιηθέντες περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 216/2000 και ειδικότερα τον Κανονισμό 15Α(α)) και η αρχή που την εξέδωσε είχε ενώπιον της το σχετικό φάκελο με τα στοιχεία, γεγονός που οδηγεί, κατά την άποψή του, στο συμπέρασμα ότι η αιτιολογία «προκύπτει από το σύνολο της διοικητικής ενέργειας». Υπενθυμίζει ακόμα την ευρεία εξουσία του Λειτουργού Μεταναστεύσεως σε θέματα έκδοσης αδειών εισόδου και εξόδου αλλοδαπών στη Δημοκρατία, με αναφορά σε σχετικές δικαστικές αποφάσεις.
Παραθέτω αυτούσια την επίδικη απόφαση του Λειτουργού Μετανάστευσης, ημερομηνίας 27.11.2000.
"Mrs Marija KARACONJI-KRZIC
And your child Aleksandar KRZIC
Galatex Beach Center, Flat 1
Yermasoyia
Limassol
Gentlemen/Sir/Madam,
I am directed to refer to your application dated the 19.10.2000 requesting permission under the Aliens and Immigration Laws of 1952 - 1998 and the relevant Regulations of 1972-2000 to enable you and your child to stay in Cyprus as Visitors at Limassol and to inform you that your application was very carefully considered but it was not found possible to be approved according to the existing Policy.
Στα πιο πάνω γίνεται αναφορά σε αίτημα της αιτήτριας για παραμονή τους στη Δημοκρατία ως επισκέπτες, ενώ επρόκειτο κατ΄ακρίβειαν για αίτηση παράτασης της ήδη υφιστάμενης προσωρινής άδειας παραμονής που τους χορηγήθηκε. Το αίτημα απορρίπτεται κατόπιν όπως σημειώνεται, προσεκτικής εξέτασης, διότι «σύμφωνα με την υπάρχουσα πολιτική δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί». Η τελευταία αυτή πρόταση επιχειρείται να καλύψει την απαίτηση του Νόμου για αιτιολόγηση των διοικητικών αποφάσεων. Παρά την ευρεία εξουσία του κράτους ως προς την είσοδο και παραμονή στη Δημοκρατία αλλοδαπών, το ουσιαστικό θέμα που εγείρεται στην παρούσα προσφυγή είναι το κατά πόσο η αίτηση εξετάσθηκε με αναφορά προς όλες τις παραμέτρους που διέπουν την υπόθεση, ούτως ώστε να μπορεί με βεβαιότητα να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση υποστηρίζεται από τα περιεχόμενα στο φάκελο στοιχεία στο βαθμό που απαιτείται για την πλήρωση της ανάγκης αιτιολόγησης, η οποία προφανώς απουσιάζει από το κείμενό της. Προσεκτική μελέτη του φακέλου αποκαλύπτει ότι στην προκειμένη περίπτωση το αίτημα για περαιτέρω άδεια παραμονής απορρίφθηκε ως αποτέλεσμα και μόνο της διαπίστωσης του Λειτουργού Μεταναστεύσεως ότι η τραπεζική εγγύηση ασφάλειας εξόδων επαναπατρισμού της αιτήτριας, που συνόδευε την αίτηση, έληγε την 31.3.2000. Επρόκειτο για εσφαλμένη διαπίστωση, γεγονός που καταμαρτυρεί η ύπαρξη στο φάκελο δύο τραπεζικών εγγυήσεων της Λαϊκής Τράπεζας οι οποίες εκδόθηκαν, κατόπιν αιτήματος του συζύγου της αιτήτριας, υπέρ αυτής και του ανήλικου και εξέπνεαν στις 31.3.2001 και 23.4.2002 αντιστοίχως. Πέρα από την αρνητική θέση του Λειτουργού Μεταναστεύσεως, η οποία σε αντίθεση με την ευνοϊκή για το αίτημα στάση των Αστυνομικών Αρχών, οδήγησε στην απορριπτική απόφαση, δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει ότι το θέμα διερευνήθηκε με επάρκεια. Ούτε παρέχεται στοιχειώδης αιτιολόγηση της στάσης που τηρήθηκε εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση. Η αναφορά σε Κανονισμούς που τροποποιήθηκαν γίνεται εκ των υστέρων και δεν είναι δυνατό να θεραπεύσει τα ελαττώματα που χαρακτηρίζουν την απόφαση, αφού ούτε καν προσδιορίζονται στο σώμα της επίδικης απόφασης, ή στο σχετικό φάκελο. Αντίθετα, με δεδομένο το γεγονός της εγκριθείσας
ήδη προσωρινής άδειας διαμονής προς το σύζυγο με παράλληλη άδεια εργασίας, μέχρι 21.1.2001, και με ισχύουσα τραπεζική εγγύηση για την αιτήτρια και τον ανήλικο Aleksandar, οι οποίοι όπως δηλώθηκε στο έντυπο αίτησης, θα παρέμειναν ως επισκέπτες με την οικονομική υποστήριξη του συζύγου και πατέρα, όφειλαν οι καθ΄ων η αίτηση, να αιτιολογήσουν την απόφαση σε συνάρτηση με όλους τους πιο πάνω παράγοντες. Σχετική με το υπό κρίση ζήτημα είναι η στάση που τηρήθηκε από το Σ.τ.Ε στην υπόθεση αρ. 2879 και υιοθετήθηκε από το Νικήτα, Δ. στην Todorov v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 109/00, ημερ. 14.12.2000:«Κατ΄άρθρ. 6, 7, 13, 14 Ν.4310/29, εις αλλοδαπόν, εις τον οποίον επετράπη η είσοδος και παραμονή εις την Ελλάδα, δύναται μεν να αποκλεισθή η περαιτέρω διαμονή εις την χώραν, αλλά δέον να επιβάλλουν τούτο λόγοι δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, 2879/89.
. . . . . αι κατ΄εφαρμογήν δε των άρθρων αυτών εκδιδόμεναι πράξεις δεν είναι απαραίτητον να φέρουν εις το σώμα αυτών αιτιολογίαν περιλαμβάνουσαν τα πραγματικά περιστατικά, κατ΄εκτίμησιν των οποίων εθεωρήθη ότι λόγοι δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος επέβαλον την λήψιν του επαχθούς δια τον αλλοδαπόν μέτρου, δέον όμως όπως τα πραγματικά ταύτα περιστατικά, εξ ων αιτιολογείται η λήψις του εν λόγω μέτρου, προκύπτουν εκ των στοιχείων,
Η υποχρέωση για αιτιολόγηση των διοικητικών αποφάσεων που αφορούν αιτήσεις αλλοδαπών για είσοδο και παραμονή στη Δημοκρατία τονίσθηκε από το Νικήτα, Δ. και στην Kreidi v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 3/96, ημερ. 27.2.98, όπου το Δικαστήριο κατέληξε ως ακολούθως:
«Στο χώρο της νομολογίας μας υπάρχουν αποφάσεις ότι οι αιτήσεις για την είσοδο αλλοδαπών στη Δημοκρατία πρέπει να εξετάζονται με καλή πίστη: βλ. για παράδειγμα την υπόθεση
Εδώ η υποχρέωση προς αιτιολόγηση προκύπτει από τις διατάξεις που παρέθεσα. Παρόλο που αναγνωρίζεται η ευρύτητα της διακριτικής αυτής ευχέρειας εντούτοις η Πολιτεία δεν ενεργεί αυθαίρετα. Η αιτιολογία στις περιπτώσεις αυτές λειτουργεί ως παρακολούθημα για τη σύννομη άσκηση των εξουσιών της διοίκησης.»
Τα γεγονότα που προεκτέθηκαν οδηγούν αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι στην παρούσα υπόθεση δεν τηρήθηκε στο βαθμό που επιβαλλόταν η αρχή της καλής πίστης εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση ενώ παράλληλα διαπιστώνεται ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Η χρήση της κοινότυπης έκφρασης «ότι (η αίτηση) δεν κατέστη δυνατό να εγκριθεί σύμφωνα με την τρέχουσα πολιτική» δεν μπορεί, ενόψει και των γεγονότων που περιέβαλλαν την υπόθεση, τη θετική στάση του Υπεύθυνου Κλάδου Αλλοδαπών και των εσφαλμένων διαπιστώσεων του Λειτουργού Μετανάστευσης σε σχέση με την ημερομηνία λήξης της τραπεζικής εγγύησης της αιτήτριας, να αναπληρώσει το κενό αιτιολογίας.
Περαιτέρω, θα πρέπει να παρατηρήσω ότι εγείρετο και το θέμα του δικαιώματος κατοχύρωσης της οικογενειακής ζωής μέσα στα πλαίσια που καθορίστηκαν και στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας κ.ά (1996) 3 Α.Α.Δ. 474. Στην παρούσα υπόθεση δεν φαίνεται να απασχόλησε καθόλου τους καθ΄ων η αίτηση το ζήτημα αυτό, ούτε διερευνήθηκαν τα σχετικά με αυτό γεγονότα και δεν αιτιολογήθηκε η απόφαση και σε σχέση με αυτή την πτυχή της υπόθεσης.
Με βάση τα πιο πάνω κρίνεται ότι η επίδικη απόφαση, όπως αυτή διατυπώνεται στην επιστολή του Λειτουργού Μετανάστευσης, παραβιάζει τη θεμελιακή αρχή του διοικητικού δικαίου που επιβάλλει αιτιολόγηση των αποφάσεων που λαμβάνονται μέσα στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης. Κάτω από τις συνθήκες δεν θα εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακυρότητας που προβλήθηκαν.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.
Π. Αρτέμης,
Δ.
/Χ.Π.