ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 536/2001
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Ανδρέα Σολωμού, από τα Κάτω Πολεμίδια Λ/σού
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Υπουργικού Συμβουλίου και/ή Υπουργού Άμυνας
Καθ΄ων η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 27.9.2002Για τον αιτητή: κ. Σ. Οικονομίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η με αριθμό 53.399 απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου (της 22.3.2001 και 5.4.2001) με την οποία διόρισε ως Αξιωματικούς στο Στρατό της Δημοκρατίας, με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, αναδρομικά από 30.12.1992, τους Ματθαίο Χριστοδουλίδη και Ανδρέα Κυριάκου (ενδιαφερόμενα μέρη), αντί αυτού, είναι άκυρη.
Το πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσης είναι το ακόλουθο:
Ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν μόνιμοι Υπαξιωματικοί του Στρατού της Δημοκρατίας. Κατά τις αξιολογήσεις Υπαξιωματικών του 1992, που έγιναν από Συμβούλιο Αξιολογήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΥΙΙ των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 έως 1992 (ΚΔΠ 90/90, όπως τροποποιήθηκε με τις ΚΔΠ 157/91 και 139/92), αξιολογήθηκαν ως κατάλληλοι για διορισμό σε Ανθυπολοχαγούς ο αιτητής, τα ενδιαφερόμενα μέρη και πολλοί άλλοι συνάδελφοί τους. Διορίστηκαν, τελικά, σε Ανθυπολοχαγούς, από 30.12.1992, 27 από τους αξιολογηθέντες. Μεταξύ των διορισθέντων δεν περιλαμβανόταν ούτε ο αιτητής ούτε τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Νέες αξιολογήσεις Υπαξιωματικών έγιναν το 1994 με αποτέλεσμα να διοριστούν σε Ανθυπολοχαγούς, από 15.12.1994, τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Όμως, οι διορισμοί αυτοί (του αιτητή και των ενδιαφερόμενων μερών) ακυρώθηκαν με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Ιωσήφ Ιωσήφ κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 79/96, ημερομηνίας 31.12.1996.
Με τους περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) (Τροποποιητικούς) Κανονισμούς του 2000 (ΚΔΠ 275/2000) προστέθηκε στους βασικούς Κανονισμούς μεταβατική διάταξη, με αναδρομική ισχύ από 1.1.1992, σύμφωνα με την οποία:
«Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των βασικών κανονισμών, η αξιολόγηση των Υπαξιωματικών για το έτος 1992 θα γίνει σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΥΙΙ της ΚΔΠ 90/90, όπως τροποποιήθηκε με την ΚΔΠ 157/91 και ο αριθμός των Υπαξιωματικών που θα διοριστούν σε Ανθυπολοχαγούς, θα είναι μέχρι το 190% του αριθμού των Ανθυπολοχαγών απόφοιτων ανώτατων στρατιωτικών σχολών που έχουν διοριστεί μέσα στο ίδιο έτος και σε καμία περίπτωση ο αριθμός αυτός δεν θα υπερβαίνει τους πενήντα ένα (51).»
Επειδή, λόγω της πιο πάνω διάταξης, ο αριθμός των Υπαξιωματικών που θα μπορούσαν να διοριστούν σε Ανθυπολοχαγούς μέσα στο 1992 αυξήθηκε κατά 24 (από 27 που ήταν ήδη διορισμένοι σε 51) συγκροτήθηκε Συμβούλιο Αξιολογήσεων για να αξιολογήσει τους κατάλληλους για να διοριστούν σε Ανθυπολοχαγούς, αναδρομικά από το 1992, για πλήρωση των 24 θέσεων. Μεταξύ των Υπαξιωματικών που εδικαιούντο να αξιολογηθούν και αξιολογήθηκαν περιλαμβάνονταν τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Τελικά, όμως, με την επίδικη απόφαση, διορίστηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη, όχι όμως ο αιτητής
& και τούτο για το λόγο ότι η θέση στην οποία είχαν καταταγεί τα ενδιαφερόμενα μέρη στον Πίνακα που συνέταξε το Συμβούλιο Αξιολογήσεων ήταν πιο ψηλή από εκείνη του αιτητή.Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι ο Πίνακας που συνέταξε το Συμβούλιο Αξιολογήσεων ήταν άκυρος και, επομένως, εφόσον σύνταξή του συνιστά προπαρασκευαστική πράξη της σύνθετης διοικητικής ενέργειας, που κατέληξε στο διορισμό των ενδιαφερόμενων μερών, η ακυρότητά του συμπαρασύρει σε ακυρότητα και το διορισμό των ενδιαφερόμενων μερών, την επίδικη δηλαδή πράξη.
Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.
Το νομικό καθεστώς, με βάση το οποίο θα γίνονταν οι αξιολογήσεις των υποψηφίων, δηλαδή για το 1992, ήταν οι διατάξεις του Μέρους ΥΙΙ της ΚΔΠ 90/90 όπως τροποποιήθηκε με την ΚΔΠ 157/91. Το πραγματικό καθεστώς, με βάση το οποίο θα γίνονταν οι ίδιες αξιολογήσεις, ήταν οι Εκθέσεις Ικανότητας των υποψηφίων των πέντε τελευταίων προ του 1992 ετών,
δηλαδή των ετών 1987, 1988, 1989, 1990 και 1991. Τα κριτήρια, με βάση τα οποία θα γίνονταν οι αξιολογήσεις, πάντοτε στη βάση των ΚΔΠ 90/90 και 157/91, ήταν οι Εκθέσεις Ικανότητας των πέντε τελευταίων ετών, αφενός, και τα αποτελέσματα της προσωπικής συνέντευξης στην οποία θα υποβάλλοντο οι υποψήφιοι, αφετέρου. Όμως, στην περίπτωση του αιτητή και των ενδιαφερόμενων μερών, το Συμβούλιο Αξιολογήσεων αποφάσισε να προχωρήσει στις αξιολογήσεις μόνο με βάση το κριτήριο των Εκθέσεων Ικανότητας των πέντε τελευταίων ετών αφού έκρινε, ορθά, ότι, ενόψει της απόφασης της Ολομέλειας στην Ε. Οδυσσέως και Κ. Νικοδήμου ν. Δημοκρατίας, ΑΕ2027, ημερομηνίας 21.12.1998, δεν ήταν νόμιμο να καλέσει τους υπό αξιολόγηση υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη. Όσο δε αφορά το κριτήριο των Εκθέσεων Ικανότητας, το ίδιο Συμβούλιο, ενόψει προφανώς της απόφασης στη Δημοκρατία ν. Διάκου κ.ά., ΑΕ 2192, ημερομηνίας 13.1.1998, αποφάσισε να αγνοήσει το δεκαδικό μέρος των βαθμολογήσεων στα ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων. Έτσι συνέταξε τον Πίνακα με βάση τις βαθμολογίες του αιτητή και των ενδιαφερομένων μερών στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητας των πέντε τελευταίων προ του 1992 ετών. Όμως, οι βαθμολογίες που αφορούσαν τα έτη 1990 και 1991 ήταν εξ υπαρχής άκυρες γιατί, με βάση το εν χρήσει έντυπο, βαθμολογήθηκαν ξεχωριστά τα επιμέρους στοιχεία στα οποία αναφέρετο το κάθε ουσιαστικό προσόν κατά παράβαση του Κανονισμού 30(1). Με αποτέλεσμα και ο Πίνακας να είναι άκυρος, εφόσον κριτήριο που λήφθηκε υπόψη κατά τη σύνταξή του ήταν άκυρο.Δεδομένου ότι ο Πίνακας που συνέταξε το Συμβούλιο Αξιολογήσεων ήταν άκυρος, εφόσον κριτήριο που λήφθηκε υπόψη κατά την σύνταξή του ήταν άκυρο, και εφόσον αν δεν λαμβανόταν υπόψη το εν λόγω άκυρο κριτήριο, αυτός θα ήταν, ενδεχόμενα, διαφορετικός, με διαφορετική
, δηλαδή, τη σειρά καταλληλότητας των αξιολογηθέντων, και εφόσον η σύνταξη του Πίνακα συνιστούσε προπαρασκευαστική πράξη, που κατέληξε στο διορισμό των ενδιαφερομένων μερών, η ακυρότητά του συμπαρασύρει σε ακυρότητα και τον εν λόγω διορισμό, ήτοι την επίδικη διοικητική πράξη.Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ