ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 252/1998
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Ανδρέα Φλωρίδη, από τη Λευκωσία
Αιτητή
- και -
Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου
Κα θ'ου η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 20 Σεπτεμβρίου, 2002Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για το καθ΄ου η αίτηση: Π. Πολυβίου.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος 2: Ν. Χρυσομηλά (κα) για Σκορδή και Παπαπέτρου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε προς το προσωπικό με εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή ημερ. 31.12.97, και με την οποίαν προήγαγε τους 1. Δώρο Ευθυμιάδη και 2. Καρατσιόλη Θεοχάρη στη θέση Τεχνικού Επιθεωρητή από 31.12.97 στη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ), στις 15.12.1997, προκήρυξε δύο κενές θέσεις Τεχνικού Επιθεωρητή ως θέσεις προαγωγής. Υπέβαλαν αίτηση ο αιτητής και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ σε συνεδρία του ημερομηνίας 30.12.1997, αφού άκουσε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον του στοιχεία, με βάση τα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας, απεφάσισε να προαγάγει τα ενδιαφερόμενα μέρη στις δύο θέσεις Τεχνικού Επιθεωρητή από την 31.12.1997. Τόσο ο Γενικός Διευθυντής στη σύσταση του όσο και το διορίζον όργανο αγνόησαν τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους των ετών 1990 και εντεύθεν γιατί δεν συντάχθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου 155/90. Έλαβαν όμως υπόψη τις εκθέσεις των ετών 1985-1989. Αιτιολογία τόσο της σύστασης όσο και της τελικής απόφασης για την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών ήταν ότι οι τελευταίοι υπερέχουν του αιτητή τόσο σε αξία όσο και σε αρχαιότητα.
Ο αιτητής προβάλλει ως λόγους ακύρωσης (α) ότι λανθασμένα και παράνομα αποφάσισαν να μην λάβουν υπόψη τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων από το 1990 και εντεύθεν, (β) ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή ήταν αναιτιολόγητη και (γ) ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα με επακόλουθο η τελική επίδικη απόφαση να είναι αναιτιολόγητη.
Όσον αφορά τον πρώτο λόγο θεωρώ ότι ορθά τόσο ο Γενικός Διευθυντής όσο και το διορίζον όργανο αγνόησαν τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους που συνετάχθησαν μετά το 1990. Επί του θέματος αυτού έχει δώσει ορθή λύση η νομολογία. Ο Νόμος 155/90 τυγχάνει εφαρμογής και για την περίπτωση του ΡΙΚ, οργανισμό δημοσίου δικαίου που δεν έχει δική του αυτοτέλεια αφού επιχορηγείται ετησίως από το Κράτος τα δε πλείστα δάνεια του τυγχάνουν κυβερνητικής εγγύησης. Παραπέμπω στις υποθέσεις: Αττίκη κ.ά. ν. ΡΙΚ, Υποθέσεις 40/97, 75/97, 97/97 και 182/97, ημερ. 18.7.2000, Χρυσάνθου ν. ΡΙΚ, Υπόθεση αρ. 180/99, ημερ. 29.12.2000, Κουκουνίδη ν. ΡΙΚ, Υπόθεση αρ. 46/2001, ημερ. 30.11.2001, Παπαντωνίου ν. ΡΙΚ, Υπόθεση αρ. 214/98, ημερ. 28.6.2001.
Έπεται ότι ο πρώτος λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Εισηγείται περαιτέρω ο αιτητής ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή πάσχει ως μη επαρκώς αιτιολογημένη.
Παραθέτω ολόκληρη τη σύσταση που έχει ως εξής:-
"Έχω μελετήσει και έχω λάβει υπόψη το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων. Αγνόησα το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων τους για την περίοδο από το 1990 μέχρι σήμερα, γιατί δεν συντάχθηκαν με βάση τον Νόμο 155/90, που απαιτεί οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις για τους υπαλλήλους των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου να συντάσσονται με Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων Νόμων.
Όμως και αν ακόμη δεν αγνοούσα το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων της περιόδου μετά το 1990, δεν θα διαφοροποιούσα την εκτίμηση και σύστασή μου για τον καταλληλότερο από τους υποψηφίους για τις θέσεις, γιατί η εικόνα της αξίας τους, όπως κατοπτρίζεται στις βαθμολογίες στις εν λόγω Εκθέσεις δεν αλλοιώνει την εικόνα της αξίας τους, όπως προκύπτει από τους Προσωπικούς Φακέλους τους.
Λαμβάνοντας υπόψη μου τα τρία καθιερωμένα κριτήρια, δηλαδή την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα στο σύνολό τους, καθώς επίσης την καταλληλότητα των υποψηφίων για τη θέση Τεχνικού Επιθεωρητή και, ύστερα από μελέτη των φακέλων τους, συστήνω ως καταλληλότερους για προαγωγή τον Ευθυμιάδη Δώρο και τον Καρατσιόλη Θεοχάρη, οι οποίοι έχουν προβάδισμα έναντι του τρίτου υποψηφίου Φλωρίδη Ανδρέα, γιατί:
1. Η εικόνα της αξίας τους, όπως προκύπτει από τους Προσωπικούς Φακέλους τους, είναι πολύ καλύτερη από την αντίστοιχη εικόνα του Φλωρίδη Ανδρέα.
2. Κατέχουν τα προσόντα που απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.
3. Υπερέχουν ουσιαστικά του Φλωρίδη Ανδρέα σε αρχαιότητα."
Η σημασία της σύστασης ως αυτοτελές στοιχείο κρίσης έχει αναφερθεί και εξηγηθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Βασική αρχή επιβάλλει την αιτιολόγηση της σύστασης. Η σύσταση δεν πρέπει να αντιστρατεύεται τα στοιχεία των φακέλων ούτε να είναι αντίθετη με τις νόμιμες αξιολογήσεις των υποψηφίων που γίνονται σε ανύποπτο χρόνο. Ούτε επίσης να ανασκευάζει ή να αναπλάθει τα στοιχεία των φακέλων.
Έχω διεξέλθει τις εμπιστευτικές εκθέσεις των ετών 1985-1989 για κάθε ένα των υποψηφίων. Η επισήμανση του Διευθυντή ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν σε αξία, που αποτελεί και το ένα σκέλος της αιτιολογίας, είναι ορθή. Τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν σε αξία στα βαθμολογημένα κριτήρια των ετών 1985-1989.
Η επισήμανση επίσης του Διευθυντή ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν σε αρχαιότητα, που αποτελεί το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας, είναι επίσης ορθό. Τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν ουσιαστικά στο κριτήριο της αρχαιότητας.
Καταλήγω κατά συνέπεια ότι η σύσταση είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Είναι μεν σύντομη αλλά περιεκτική. Και τα δύο σκέλη της αιτιολογίας, αυτή της αξίας και αυτή της αρχαιότητας, υποστηρίζονται πλήρως από τους διοικητικούς φακέλους.
Εισηγείται περαιτέρω ο αιτητής ότι το διορίζον όργανο χωρίς να προβεί στη δέουσα έρευνα υιοθέτησε, άνευ άλλου τινός, τη σύσταση και προήγαγε τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ισχυρίζεται ότι η αιτιολογία που έδωσε το διορίζον όργανο δεν ήταν επαρκής.
Το διορίζον όργανο είχε ενώπιον του όλα τα στοιχεία αναφορικά με τους υποψηφίους και προχώρησε, όπως αναφέρει στην απόφαση του, "στην αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου χωριστά και σε σύγκριση με τον κάθε ένα από τους άλλους υποψηφίους". Αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιον του στοιχεία σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας, υιοθέτησε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας, ως καταλληλότερους για τη θέση τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία υπερέχουν σε αξία και αρχαιότητα.
Όσα έχουν λεχθεί προηγουμένως για την επάρκεια της σύστασης του Διευθυντή ισχύουν και για την αιτιολογία του διορίζοντος οργάνου. Θεωρώ την αιτιολογία της τελικής επίδικης απόφασης επαρκή. Δίδει με σαφήνεια τους λόγους οι οποίοι συνάδουν με τα στοιχεία των φακέλων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν τόσο σε αξία όσο και σε αρχαιότητα του αιτητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ