ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 829/01

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Γεώργιος Ιορδάνους,

Αιτητή ς,

και

Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ης η αίτηση.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10.7.02

Για τον αιτητή: κ. Π. Λυσάνδρου

Για την καθ΄ ης η αίτηση: κα Ε. Αντωνίου

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:

«Δήλωσιν του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση να αποκαταστήσουν την νομιμότητα διά της εξαφάνισης της πράξης ημερομηνίας 10.5.91 δια της οποίας εδιόρισαν/προήγαγαν το ενδιαφερόμενον μέρος στη θέση Διευθυντού του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ) και επανεξέτασης του θέματος μέχρι σήμερον από 10.7.00 ημέραν καθην εξεδόθη η ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 828/97 (παράρτημα 1) είναι άκυρη και εστερημένη εννόμου αποτελέσματος και παν το παραλειφθέν εδει να είχε εκτελεσθεί.

Στην προσφυγή 828/97 που ήταν ενώπιον μου, εκδόθηκε απόφαση στις 10.7.00, με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του Δημήτρη Λαζαρίδη (ΕΜ) στη θέση Διευθυντή του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ). Κρίθηκε εκεί πως η ΕΔΥ δεν διεξήγαγε τη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσει κατά πόσο το ΕΜ διέθετε τα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας και υποδείχθηκε ποια ήταν η υποχρέωση της ΕΔΥ για να διαπιστώσει κατά πόσο το δίπλωμα του ΕΜ ήταν ισότιμο πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου. Επίσης υποδείχθηκε πως η ΕΔΥ δεν ανέφερε οτιδήποτε στην απόφασή της αναφορικά με την κατοχή από το ΕΜ του προσόντος της «πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής γλώσσας».

Δύο ημέρες μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση ο δικηγόρος του αιτητή απέστειλε επιστολή στην ΕΔΥ, με την οποία της ανέφερε τι θα έπρεπε να λάβει υπόψη κατά την επανεξέταση πλήρωσης της επίδικης θέσης.

Στις 20.7.00 ο δικηγόρος του αιτητή έστειλε στην ΕΔΥ νέα επιστολή καλώντας τη να προβεί σε ανάκληση της ακυρωθείσας απόφασης. Η ΕΔΥ με επιστολή της ημερομηνίας 25.7.00 ειδοποίησε γραπτώς το ΕΜ ότι επανερχόταν στη θέση που κατείχε προηγουμένως, αφού αποφάσισε τούτο σε συνεδρία της ημερομηνίας 24.7.00. Επίσης την ίδια ημερομηνία απάντησε στο δικηγόρο του αιτητή πως συμμορφώθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου και ότι το συντομότερο δυνατό θα προέβαινε σε επανεξέταση με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε στον ουσιώδη χρόνο.

Εναντίον της ακυρωτικής αυτής απόφασης στην Προσφυγή 828/97 καταχωρήθηκε έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα.

Στις 30.8.00 ο δικηγόρος του αιτητή έστειλε και πάλι επιστολή στην ΕΔΥ ζητώντας της να προβεί σε επανεξέταση και η ΕΔΥ με επιστολή της ημερομηνίας 18.9.00 τον πληροφόρησε πως μετά από σύσταση της αρμόδιας αρχής διόρισε το ΕΜ ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΑΤΙ από 1.9.00. Σε προσφυγή εναντίον του διορισμού αυτού, Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε διάταγμα αναστολής της ισχύος της απόφασης. Ακολούθως η ΕΔΥ διόρισε ως Αναπληρωτή Διευθυντή τον Κωνσταντίνο Λοϊζου, Προϊστάμενο Κλάδου Σπουδών (Ηλεκτρολογίας).

Ο μοναδικός λόγος ακυρότητας που προβλήθηκε από τον αιτητή ήταν η παράλειψη της ΕΔΥ να προβεί, ως όφειλε, σε επανεξέταση πλήρωσης της επίδικης θέσης και να αποκαταστήσει τη νομιμότητα μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης, παρόλον ότι παρήλθαν 15 μήνες μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της παρούσας προσφυγής.

Η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση πρόβαλε προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή ήταν άνευ αντικειμένου αφού η ΕΔΥ είχε συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου, διορίζοντας το ΕΜ ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΑΤΙ. Δεν έχω ενδοιασμό να απορρίψω αμέσως την προδικαστική ένσταση, αφού ο προσωρινός αυτός διορισμός δεν ήταν διορισμός μετά από επανεξέταση, κάτι που όφειλε να κάμει η ΕΔΥ και, όπως αναφέρεται και στη γραπτή αγόρευση της καθ΄ης η αίτηση, ο διορισμός Αναπληρωτή Διευθυντή, αργότερα του κ. Λοϊζου, έγινε μέχρι η ΕΔΥ να προβεί σε δέουσα έρευνα, όπως δεσμευόταν να πράξει εν όψει της ακυρωτικής απόφασης. Επισημαίνω πως μετά από ακυρωτική απόφαση το καθήκον της διοίκησης για συμμόρφωση είναι διπλό. Πρώτα πρέπει να αποκαταστήσει τη νομιμότητα με την εξαφάνιση της ακυρωθείσας πράξης και δεύτερον, να προβεί το ταχύτερο δυνατό σε επανεξέταση και λήψη νέας απόφασης.

Στην παρούσα περίπτωση είναι σαφές πως το πρώτο σκέλος έχει ικανοποιηθεί από την ΕΔΥ, αφού μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης το ΕΜ επαναφέρθηκε στη θέση που κατείχε προηγουμένως. Παραμένει να εξεταστεί το θέμα της επανεξέτασης για τη λήψη νέας απόφασης. Σε αυτό το στάδιο πρέπει να επισημάνω ότι η παράλειψη της ΕΔΥ να προβεί σε επανεξέταση προσβλήθηκε και προηγουμένως με την Προσφυγή 1389/00, στην οποία Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με απόφαση ημερομηνίας 4.10.01, έκρινε ότι δεν υπήρξε παράλειψη συμμόρφωσης με την ακυρωτική απόφαση της 10.7.00, αφού η συμμόρφωση αναμένεται να γίνει σε εύλογο χρόνο και, εν όψει του γεγονότος ότι η προσφυγή εκείνη καταχωρήθηκε στις 20.10.00, δηλαδή 3 μόνο μήνες μετά την ακυρωτική απόφαση, δεν είχε παρέλθει εύλογο χρονικό διάστημα.

Τα πράγματα όμως φαίνεται να έχουν αλλάξει στην παρούσα προσφυγή. Αυτή καταχωρήθηκε στις 9.10.01 και μέχρι την ημερομηνία επιφύλαξης της απόφασης στις 16.4.02 δεν φαίνεται ή τουλάχιστον δεν δηλώθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι έγινε επανεξέταση του θέματος μετά από την αναγκαία έρευνα. Έχουν δηλαδή περάσει 15 μήνες από την ακυρωτική απόφαση μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής και τίθεται το θέμα κατά πόσο ο εύλογος χρόνος εντός του οποίου όφειλε η ΕΔΥ να προβεί σε επανεξέταση έχει παρέλθει. Στο στάδιο αυτό σημειώνω πως η δικηγόρος της καθ΄ης η αίτηση δεν επικαλείται το γεγονός της καταχώρησης έφεσης για να υποστηρίξει παράλειψη επανεξέτασης, αλλά απλώς προβάλλει το λόγο πως η καθυστέρηση οφείλεται στην αναζήτηση της άποψης άλλου οργάνου, δηλαδή του ΕΤΕΚ, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Είναι βασική προϋπόθεση της αρχής της χρηστής διοίκησης πως τα αρμόδια όργανα πρέπει να ενεργούν μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα και να μην επιδεικνύεται σκόπιμη ή εξ αμελείας καθυστέρηση (Ακίνητα Ανθούπολης Λτδ ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 130, 135).

Στην παρούσα περίπτωση κρίνω πως ο χρόνος που παρήλθε μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής, έχοντας και υπόψη την έρευνα στην οποία θα έπρεπε να προβεί η ΕΔΥ, υπερέβη τα όρια της εύλογα αναγκαίας χρονικής περιόδου εντός της οποίας όφειλε να ενεργήσει και να προβεί σε επανεξέταση.

Κατά συνέπεια η προσφυγή γίνεται αποδεκτή και η παράλειψη κρίνεται ως άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος και διατάσσεται όπως, ό,τι παρελείφθη, να εκτελεστεί. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

/Χ.Π.

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο