ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1284/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

Μάριου Λιασίδη, από τη Λεμεσό,

οδός Αντισθένους 9, 3086 Λεμεσός,

Αιτητή

και

Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών, από τη Λευκωσία,

οδός Θάσου 14, RITA COURT, 5ος όροφος, γραφ. 501,

Καθ'ων η αίτηση

----------------------------

24 Ιουλίου 2002

Για τον Αιτητή: κ. Ευαγ. Πουργουρίδης.

Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(α) Τα γεγονότα

Ο Μάριος Λιασίδης, μαιευτήρας - γυναικολόγος, από τη Λεμεσό (αιτητής), αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών σύμφωνα με την οποία βρέθηκε ένοχος κατηγορίας ότι παρεχώρησε το χειρουργείο της κλινικής του στο γιατρό Κωνσταντίνο Φραντζίδη για άσκηση παράνομης ιατρικής, κατά παράβαση του άρθρου 4(3) των Κανονισμών Ιατρικής Επαγγελματικής Δεοντολογίας του 1991. Ο Κωνσταντίνος Φραντζίδης, που είναι Κύπριος, δεν ήταν μέλος του Ιατρικού Συλλόγου Λεμεσού και δεν είχε την επαγγελματική του έδρα στη Λεμεσό αφού ήταν, κατά τον ουσιώδη χρόνο, Διευθυντής στο Χειρουργικό Τμήμα του Louis A. Weiss Memorial Hospital στην Αμερική.

Κατόπιν σχετικής καταγγελίας του γιατρού Γ. Ιωάννου ότι ο γιατρός Κωνσταντίνος Φραντζίδης διενεργούσε χειρουργικές επεμβάσεις στην κλινική του αιτητή, το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών διόρισε Ερευνώντα Λειτουργό και ακολούθως παρέπεμψε τον αιτητή σε δίκη ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου με την κατηγορία της παράβασης του άρθρου 4(3) των Κανονισμών Ιατρικής Επαγγελματικής Δεοντολογίας του 1991. Κρίνω σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσω το κείμενο του κατηγορητηρίου.

"Προς τον Ιατρό

Μάριο Λιασίδη

Φαξ: 335128

Λεμεσός.

Κύριε συνάδελφε,

Καλείσθε δια του παρόντος όπως εμφανισθείτε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών εις το γραφείον αυτού εν Λευκωσία (Οδός Θάσου 14, RITA COURT 17, 5ος όροφος, Γραφ. 501) την Πέμπτη 1η Ιουνίου 2000 και ώρα 7.30 μ.μ. δια την ακρόασιν πειθαρχικής κατηγορίας εναντίον σας επί του ότι έχετε παραβεί το άρθρο 4 (παράγραφος 3) των Κανονισμών Ιατρικής Επαγγελματικής Δεοντολογίας του 1991 (το οποίο αναφέρει ότι απαγορεύεται η συγκάλυψη ή με οποιοδήποτε τρόπο προστασία προσώπων που παράνομα ασκούν την ιατρική, ή οποιαδήποτε συνεργασία ή σύμπραξη με τέτοια άτομα), διότι παραχωρήσατε το χειρουργείο της κλινικής σας στον Κύπριο ιατρό Κωνσταντίνο Φραντζίδη για άσκηση παράνομης ιατρικής. Ο ιατρός Κ. Φραντζίδης είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Ιατρών Κύπρου με αρ. 1346 και διεύθυνση στο Εξωτερικό με γνωστή μόνιμη εγκατάστασή του στις ΗΠΑ. Ασκησε παράνομα στη Λεμεσό ιατρική διότι σύμφωνα με το άρθρο 6 του Περί Ιατρών Νόμου του 1967 δεν έχει την έδρα του στη Λεμεσό και σύμφωνα με το άρθρο 57 των Κανονισμών Ιατρικής Δεοντολογίας του 1991 εάν είχε την πρόθεση να εγκατασταθεί στη Λεμεσό έπρεπε να εγγραφεί αμέσως στον Ιατρικό Σύλλογο Λεμεσού, κάτι που δεν έπραξε. Η συγκάλυψη του Κ. Φραντζίδη από τον Μ. Λιασίδη αναφέρεται στην επιστολή του καταγγέλλοντα ιατρού Γιάννη Π. Ιωάννου ημερ. 21/10/1999, στην επιστολή του ιδίου του ιατρού Μ. Λιασίδη ημερ. 10/1/2000 και στην προφορική αποδοχή της καταγγελίας από τον Μάριο Λιασίδη στον ερευνώντα λειτουργό Ανδρέα Κοτζιαμάνη όπως αυτή ανακοινώθηκε στι συνεδρίες του ΣΙΣ ημερ. 25/1/2000 και 18/4/2000.

2. Εάν επιθυμήτε να καλέσετε μάρτυρας όπως δώσωσι μαρτυρίαν ή προσαγάγωσιν αποδεικτικά στοιχεία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου δέον να προβήτε εις τας αναγκαίας διευθετήσεις όπως εξασφαλίσητε την προσέλευσιν των μαρτύρων τούτων ή την προσαγωγήν των αποδεικτικών τούτων στοιχείων.

3. Εάν παραλείψετε να εμφανισθήτε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου εις τον προαναφερθέντα τόπον και χρόνον, το Πειθαρχικό Συμβούλιον δύναται είτε να απαιτήση την προσωπικήν προσέλευσιν σας είτε να χωρήση εις την ακρόασιν της υποθέσεως εν τη απουσία σας.

9 Μαΐου, 2000.

 

................................

Χριστόδουλος Μέσης

Πρόεδρος Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών"

 

Η ακροαματική διαδικασία άρχισε την 1/6/2000 στην παρουσία του αιτητή (που εμφανίσθηκε χωρίς δικηγόρο), συνεχίσθηκε στις 6/7/2000 (στην παρουσία του αιτητή και του δικηγόρου του) και ολοκληρώθηκε στις 5/9/2000 όταν και δόθηκε η σχετική απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου (στην παρουσία του αιτητή και του δικηγόρου του). Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω απόφασης επιβλήθηκε στον αιτητή πρόστιμο £500 και διατάχθηκε όπως καταβάλει το ποσό των £700 έναντι των εξόδων.

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ισχυρίζεται ότι

(i) Η διαδικασία που υιοθετήθηκε είναι λανθασμένη, και

(ii) Η απόφαση παραβιάζει το άρθρο 25 του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

 

 

 

(i) Λανθασμένη διαδικασία

Εχει υποβληθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την απόδειξη της σχετικής κατηγορίας πάσχει και τούτο γιατί δεν τηρήθηκαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6(2) του περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείο Συντάξεων) Νόμου αρ. 16/67, όπως έχει τροποποιηθεί, οι γενικές αρχές που εφαρμόζονται στο ποινικό δίκαιο. Πιο συγκεκριμένα υποδείχθηκε παρατυπία στην επίδοση του κατηγορητηρίου, παράλειψη εξειδίκευσης της κατηγορίας, κατάθεση μαρτύρων χωρίς όρκο, παράλειψη γνωστοποίησης στον αιτητή εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια και παραβίαση του δικαιώματος αντεξέτασης. Ευθύς εξ αρχής θα πρέπει να τονισθεί ότι επειδή οι πρόνοιες του άρθρου 6(2) καθορίζουν ότι η πειθαρχική δίκη θα διεξάγεται τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον ίδιο τρόπο όπως η ακρόαση μιας ποινικής υπόθεσης, δεν εξυπακούεται ότι στην πειθαρχική δίκη θα πρέπει να υιοθετείται μια αυστηρή προσήλωση στους κανόνες ποινικής δικονομίας. Η πειθαρχική δίκη έχει ένα πιο ελαστικό και ευέλικτο χαρακτήρα και βασικό κριτήριο σε κάθε περίπτωση είναι κατά πόσο μια συγκεκριμένη απόκκλιση από μια νομοθετική ποινική δικονομική πρόνοια ή από κάποιο κανόνα του Δικαίου της Απόδειξης έχει επηρεάσει δυσμενώς τα συμφέροντα του πειθαρχικά διωκομένου. Οπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Κρητιώτη ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 2328 της 30/11/99),

"Η αυστηρή προσήλωση στους κανόνες του δικαίου της απόδειξης δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη διεξαγωγή της πειθαρχικής δίκης. Το πειθαρχικό όργανο μπορεί να δεχθεί ευρύ φάσμα μαρτυρίας που κανονικά δεν έχει τη θέση του στις καθαρά δικαστικές διαδικασίες: Mytidou v. CY.TA (1982) 3 C.L.R. 555 στη σελ. 605 (απόφαση Σαββίδη Δ). Βλέπε επίσης υπόθεση αρ. 1017/94 Ματθαίος Παναγή ν. Δημοκρατίας, ημερ. 29/12/95 (Χρυσοστομής Δ.)"

 

 

 

 

 

 

Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω θα πρέπει να αναφερθεί ότι η σχετική κατηγορία επιδόθηκε στον αιτητή με διπλοσυστημένη επιστολή με την υπογραφή του ως παραλήπτη σύμφωνα με τον προβλεπόμενο από το νόμο τρόπο επίδοσης. Εχω ήδη παραθέσει το κείμενο του σχετικού κατηγορητηρίου που είναι λεπτομερέστατο, σε βαθμό που η εισήγηση για την παράλειψη εξειδίκευσης των λεπτομερειών να καθίσταται τελείως ανεδαφική. Ο αιτητής πληροφορήθηκε επαρκώς για τα δικαιώματα του και προτίμησε αρχικά να χειρισθεί την υπόθεση προσωπικά και ακολούθως να εκπροσωπηθεί με δικηγόρο της δικής του επιλογής. Στον αιτητή παρασχέθηκαν όλες οι σχετικές ευκολίες και είχε την ευχέρεια να αντεξετάσει τους μάρτυρες που είχαν κληθεί από το Πειθαρχικό Συμβούλιο.

Αναφορικά με την εισήγηση ότι το περιεχόμενο των εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια γνωστοποιήθηκε στον αιτητή μετά το κλείσιμο της υπόθεσης του Πειθαρχικού Συμβουλίου, σημειώνεται ότι ο αιτητής θα μπορούσε να απαιτήσει να εξετάσει το περιεχόμενο τους προτού αυτά κατατεθούν ως τεκμήρια και να πληροφορήσει το Πειθαρχικό Συμβούλιο κατά πόσο έφερε ένσταση ή όχι. Ο αιτητής παρέλειψε να το πράξει. Χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή δεν ήγειρε ένα τέτοιο ισχυρισμό όταν πρωτοεμφανίσθηκε εκ μέρους του αιτητή στις 6/7/2000. Πιο συγκεκριμένα από τα σχετικά πρακτικά καταγράφεται η πιο κάτω δήλωση του δικηγόρου του.

"Κατ' αρχήν σας ευχαριστώ για τα πρακτικά τα οποία μελέτησα καθώς και αρκετά από τα τεκμήρια τα οποία περιήλθαν εις γνώσιν μου - όχι όλα - δεν κρίνω όμως ότι είναι αναγκαίο να μας δοθούν τα τεκμήρια εκείνα."

 

Η εικόνα που προκύπτει από όσα έχουν αναφερθεί είναι ότι η διαδικασία υπήρξε από κάθε άποψη άμεμπτη και δεν έχει τεκμηριωθεί οτιδήποτε που αποδεικνύει δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων του αιτητή. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

(ii) Η απόφαση παραβιάζει το άρθρο 25 του Συντάγματος

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι ο Κωνσταντίνος Φραντζίδης, ως Κύπριος πολίτης εγγεγραμμένος στο Μητρώο Ιατρών Κύπρου σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου, Κεφ. 250, είχε με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 25 του Συντάγματος κάθε δικαίωμα να εξασκεί το επάγγελμα του στην Κύπρο ανεξάρτητα από το ότι ήταν κάτοικος εξωτερικού και δεν κατέβαλλε τη συνδρομή του στον Ιατρικό Σύλλογο Λεμεσού. Ο αιτητής εισηγείται ότι καμιά πρόνοια του Νόμου 16/67 δεν έχει σχέση με τα προσόντα των ιατρών και τη δημόσια υγεία, που είναι θέματα που καλύπτονται από το Κεφ. 250. Κατά συνέπεια οι πρόνοιες του Νόμου 16/67 δεν μπορούν να υπερφαλαγγίσουν το δικαίωμα που διασφαλίζει το άρθρο 25 του Συντάγματος και το άρθρο 19 του Κεφ. 250.

Οι πιο πάνω ισχυρισμοί δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί. Η άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος δεν αποτελεί απόλυτο και χωρίς περιορισμούς δικαίωμα όπως εισηγείται ο αιτητής. Ο νομοθέτης έδωσε το δικαίωμα στο Πειθαρχικό Συμβούλιο των Ιατρών να θεσπίζει κανονιστικές διατάξεις. Σύμφωνα με το άρθρο 13(1)(β) του Νόμου 16/67 το Συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να ρυθμίζει με κανονισμούς τη δεοντολογία που αφορά την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος στην Κύπρο.

Το άρθρο 13(3) του Νόμου 16/67 προνοεί ότι "κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι δεσμευτικοί δι' άπαντας τους ιατρούς", ενώ σύμφωνα με το άρθρο 13(4) "πας ιατρός όστις παραβαίνει ή δεν τηρεί Κανονισμούς εκδοθέντας συμφώνως τω παρόντι άρθρω θεωρείται ένοχος ασυμβιβάστου προς το ιατρικόν επάγγελμα διαγωγής".

Στην παρούσα περίπτωση η πειθαρχική διαδικασία διεξήχθηκε μέσα στα υφιστάμενα νομικά και κανονιστικά πλαίσια. Η εισήγηση για αντισυνταγματικότητα παρέμεινε ατεκμηρίωτη.

Αναφορικά με τους ισχυρισμούς του αιτητή που αφορούν την απόδειξη της σχετικής κατηγορίας, πρέπει να τονισθεί ότι δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο αναθεωρητικού ελέγχου του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Το ακυρωτικό δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέρχεται στην υποκειμενική εκτίμηση των γεγονότων όπως αυτά καθορίζονται από το πειθαρχικό όργανο, εκτός αν συντρέχει κατάχρηση ή κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας ή πλάνη περί τα πράγματα. (Ιδε Enotiadou v. Republic [1971] 3 CLR 409). Στην παρούσα περίπτωση δεν έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

 

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο