ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1271/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ
:Προκόπη Πηλαβά, από τη Λεμεσό,
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Καθ'ων η αίτηση
----------------------------
5 Ιουλίου 2002
Για τον Αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κα Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την ορθότητα της απόφασης των καθ'ων η αίτηση να διορίσουν το ενδιαφερόμενο μέρος (Γεώργιο Παπανικολάου) στη θέση του Ηλεκτρολόγου Μηχανικού 2ης Τάξης στο Υπουργείο Αμυνας από τις 15/11/93.
(α) Τα γεγονότα
Η παρούσα διαδικασία αποτελεί τη δεύτερη προσφυγή που καταχώρησε ο ίδιος ο αιτητής εναντίον του διορισμού του ίδιου ενδιαφερόμενου μέρους. Πιο συγκεκριμένα με την προσφυγή 72/94 ο αιτητής, που δεν κλήθηκε σε συνέντευξη ενώπιον των καθ'ων η αίτηση, πέτυχε την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους γιατί, μεταξύ άλλων, η εκτίμηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν ήταν αιτιολογημένη, αφού οι αναγραφές των λέξεων "εξαίρετος", "πολύ καλός", "καλός" ή "μέτριος" δίπλα από τα ονόματα των υποψηφίων δεν ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις του Νόμου 1/90 για αιτιολογία.
Μετά από επανεξέταση και την απόφαση των καθ'ων η αίτηση να επαναδιορίσουν το ενδιαφερόμενο μέρος, ο αιτητής καταχώρησε την υπ' αριθμό 132/98 προσφυγή ως αποτέλεσμα της οποίας εκδόθηκε δεύτερη ακυρωτική απόφαση στις 28/3/2000. Και τούτο γιατί ενώ οι καθ'ων η αίτηση αποφάσισαν να αγνοήσουν την αξιολόγηση των υποψηφίων που είχαν παρουσιαστεί σε προφορική συνέντευξη, εντούτοις προχώρησαν στο διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους, αφού έλαβαν υπόψη την τεχνική κατάρτιση του τελευταίου σε οπλικά συστήματα, που είχε επιδείξει κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης του ενώπιον των καθ'ων η αίτηση. Η στάση αυτή κρίθηκε ότι παραβίαζε τις αρχές της ισότητας, καλής πίστης και αναλογικότητας.
Ακολούθησε η επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης, που αποτελεί το επίδικο θέμα της παρούσας διαδικασίας, από τους καθ'ων η αίτηση. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας σε αντίθεση με τη Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε να προσδώσει βαρύτητα στη γραπτή εξέταση στην οποία είχαν συμμετάσχει οι υποψήφιοι, αναφέροντας ότι άνκαι τα θέματα ήταν κοινά για υποψηφίους που διεκδικούσαν θέσεις σε διαφορετικούς κλάδους και ειδίκευση σπουδών, βασίζονταν στο αντικείμενο και είχαν συνάφεια με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης. Προς τούτο αποφάσισε ξανά το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους αναφέροντας ότι η υπεροχή του προκύπτει από τη συνεκτίμηση όλων των στοιχείων που υπήρχαν ενώπιον της, μεταξύ των οποίων και τις ψηλές βαθμολογίες που πήρε στη γραπτή εξέταση.
(β) Οι λόγοι της προσφυγής
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση πάσχει γιατί
(i) Οι καθ'ων η αίτηση αποφάσισαν να μεταβάλουν τη στάση τους δίνοντας βαρύτητα στη γραπτή εξέταση χωρίς επαρκή αιτιολογία,
(ii) Ο ίδιος υπερέχει έκδηλα σε προσόντα και πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και
(iii) Οι καθ'ων η αίτηση παρέλειψαν να προβούν στη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσουν αν το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας.
(i)
Βαρύτητα στη γραπτή εξέταση χωρίς επαρκή αιτιολογίαΕίναι η θέση του αιτητή ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αποφάσισε να μεταβάλει τη στάση της και να προσδώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στη γραπτή εξέταση, χωρίς να αιτιολογήσει επαρκώς την αλλαγή αυτή από την προηγούμενη θέση της. Ποιά ήταν η προηγούμενη θέση της φαίνεται από τα πρακτικά της 12/11/97 όπου αναφέρεται ότι,
"Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού μελέτησε τη νέα έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο, αποφάσισε, όσον αφορά το γραπτό διαγωνισμό που παρακάθησαν οι αιτητές (που διεξήχθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στις 5.9.92), να δώσει πολύ περιορισμένη βαρύτητα στο αποτέλεσμα των γραπτών εξετάσεων, γιατί τα θέματα των εξετάσεων που τέθηκαν από την τότε Συμβουλευτική Επιτροπή ήσαν κοινά για όλους τους υποψήφιους οι οποίοι διεκδικούσαν θέσεις σε διαφορετικούς κλάδους και ειδίκευση σπουδών."
Η αλλαγή προσέγγισης εντοπίζεται στα πρακτικά της Επιτροπής της 26/5/2000 όπου αναφέρεται ότι,
"Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αντίθετα με τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αποφάσισε ότι δεν μπορεί παρά να αποδώσει βαρύτητα στη γραπτή εξέταση. Επί τούτου η Επιτροπή σημείωσε ότι παρόλο που τα θέματα ήταν κοινά για υποψήφιους που διεκδικούσαν θέσεις σε διαφορετικούς κλάδους και ειδίκευση σπουδών, εντούτοις αυτά εστιάζοντο στο αντικείμενο και είχαν συνάφεια με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, όπως αυτά περιγράφονται στο οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας."
Είναι η θέση του αιτητή ότι η διοίκηση δεν μπορεί να μεταβάλει την τακτική της στον τρόπο άσκησης της διακριτικής της ευχέρειας, χωρίς ειδική αιτιολογία. Αντίθετη ήταν η άποψη των καθ'ων η αίτηση που υποστήριξαν ότι είχε προσφερθεί προς τούτο ικανοποιητική αιτιολογία και ότι η γραπτή εξέταση αποτελεί "το σταθερότερο ενιαίο μέτρο κρίσεως που θα μπορούσε να λάβει υπόψη η ΕΔΥ συμμορφούμενη με την προηγούμενη δικαστική απόφαση".
Η εισήγηση του αιτητή είναι ορθή. Από τα πρακτικά της 12/11/97, κατά την πρώτη επανεξέταση η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας υιοθέτησε τους λόγους της Συμβουλευτικής Επιτροπής να προσδώσει περιορισμένη βαρύτητα στα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων. Αυτοί ήταν:
(α) Ο γραπτός διαγωνισμός ήταν κοινός για την πλήρωση τριών διαφορετικών θέσεων στο Υπουργείο Αμυνας (Εκτελεστικός Μηχανικός 2ης Τάξης, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός 2ης Τάξης και Μηχανολόγος Μηχανικός 2ης Τάξης),
(β) Τα θέματα του γραπτού διαγωνισμού τόσο στα Ελληνικά όσο και στα Αγγλικά ήταν η ανάπτυξη μιας έκθεσης ιδεών γενικού περιεχομένου,
(γ) Οι υπό κρίση θέσεις ήταν θέσεις ειδικότητας με ψηλή μισθοδοτική κλίμακα.
Η ΕΔΥ υιοθέτησε την άποψη αυτή της Συμβουλευτικής Επιτροπής και αποφάσισε να δώσει πολύ περιορισμένη βαρύτητα στα αποτελέσματα του γραπτού διαγωνισμού γιατί τα θέματα των εξετάσεων που τέθηκαν ήταν κοινά για όλους τους υποψηφίους οι οποίοι διεκδικούσαν θέσεις σε διαφορετικούς κλάδους και ειδίκευση σπουδών.
Γι' αυτή την αλλαγή πλεύσης οι καθ'ων η αίτηση σημείωσαν ότι "παρόλο που τα θέματα ήταν κοινά για υποψηφίους που διεκδικούσαν θέσεις σε διαφορετικούς κλάδους και ειδίκευση σπουδών, εντούτοις αυτά εστιάζοντο στο αντικείμενο και είχαν συνάφεια με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, όπως αυτά περιγράφονται στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας". Η πιο πάνω αιτιολογία δεν συνάδει καθόλου με την προηγούμενη θέση ότι τα θέματα τόσο στα Ελληνικά όσο και στα Αγγλικά ήταν η ανάπτυξη μιας έκθεσης ιδεών γενικού περιεχομένου.
Στο σύγγραμμα του Μ. Στασινόπουλου "Δίκαιον Διοικητικών Πράξεων" 1951, σελ. 19-20, αναφέρεται ότι η διοίκηση μπορεί να μεταβάλει την πρακτική που έχει ως περιεχόμενο την άσκηση διακριτικής εξουσίας με ορισμένο τρόπο για κάποιο θέμα, μόνο όμως όταν αιτιολογεί τη μεταστροφή της τακτικής που ακολουθούσε μέχρι τώρα.
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 182, σε σχέση με τις αρχές που πρέπει να ακολουθεί η διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Δύναται, εξ άλλου, η Διοίκησις να μεταβάλη τακτικήν ως προς τον τρόπον ασκήσεως της διακριτικής αυτής εξουσίας, αλλ' η τοιαύτη μεταβολή χρήζει ειδικής αιτιολογίας."
Συνακόλουθα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αλλαγή αυτή της προσέγγισης της διοίκησης πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας, σε βαθμό που καθιστά την επίδικη απόφαση άκυρη. (Ιδε Μπατίστα ν. ΚΟΤ, Προσφυγή 61/95 της 2
9/11/95).
(ii)
Εκδηλη υπεροχή του αιτητήΟ αιτητής ισχυρίζεται ότι υπερέχει έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους σε προσόντα και σε πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης. Για να αποδείξει την υπεροχή του σε προσόντα πρόβαλε ότι κατέχει BSc και MSc in Electrical Engineering, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος μόνο BSc. Ο ισχυρισμός αυτός είναι αόριστος εφόσον δεν υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου το σχέδιο υπηρεσίας. Συνεπώς η αξιολόγηση του είναι αδύνατη.
Ο ισχυρισμός της υπεροχής σε πείρα στηρίχθηκε στην άσκηση των καθηκόντων της επίδικης θέσης με σύμβαση από το 1989. Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και τούτο γιατί έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι η προσωρινή υπηρεσία σε κυβερνητικό τμήμα δεν μπορεί να προσμετρήσει ως πλεονέκτημα. (Ιδε Papantoniou and others v. Republic (1968) 3 CLR 233 και Nicolaidou v. P.S.C. (1985) 3 CLR 2492).
(iii) Μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας για την κατοχή του πλεονεκτήματος του σχεδίου υπηρεσίας
Ανκαι δεν έχει κατατεθεί το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης, εντούτοις φαίνεται από τη γραπτή αγόρευση της δικηγόρου των καθ'ων η αίτηση ότι το πλεονέκτημα καθορίζεται ως ακολούθως:
"Προσόν στη Μηχανολογία ή/και πείρα σε ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, επισκευές ηλεκτρολογικών, ηλεκτρονικών, ηλεκτροϊατρικών μηχανημάτων - συσκευών, σχεδίαση ηλεκτρικών δικτύων, βιομηχανικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θα αποτελεί πλεονέκτημα."
Προβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή ότι στον κατάλογο στον οποίο αναγράφονται τα προσόντα και η πείρα των υποψηφίων υπάρχει η εξής αναφορά για το ενδιαφερόμενο μέρος:
"ΠΕΙΡΑ: GEVO LTD τεχνικός τηλεπικοινωνιών 8/89-5/92 χωρίς πιστοποιητικά 2 έτη και 9 μήνες πείρα που καθορίζεται ως πλεονέκτημα."
Είναι η θέση του αιτητή ότι αναγνωρίστηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος το πλεονέκτημα χωρίς την παρουσίαση του σχετικού πιστοποιητικού, μόνο με βάση τη δήλωση του στην αίτηση και ότι η άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής για κατοχή του πλεονεκτήματος από το ενδιαφερόμενο μέρος υιοθετήθηκε χωρίς οποιαδήποτε εξέταση από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και στη συνεδρία της 12/11/97 κατά την πρώτη επανεξέταση.
Η εισήγηση του αιτητή είναι ορθή. Τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας είχαν την υποχρέωση να προβούν στη δέουσα έρευνα ζητώντας την παρουσίαση πιστοποιητικού, το περιεχόμενο του οποίου θα επιβεβαίωνε τον πιο πάνω ισχυρισμό.
Η προσφυγή επιτυγχάνει για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Οι καθ'ων η αίτηση διατάσσονται όπως καταβάλουν τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.