ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1248/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ -
Ανδρέα Αριστοδήμου
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Διευθυντή Φυλακών
Καθού η αίτηση
----------------------
Ημερομηνία:
8 Απριλίου,2002Για τον αιτητή: Μ. Τριανταφυλλίδης και Ε. Ευσταθίου
Για τον καθού η αίτηση: Αντ. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της
Δημοκρατίας
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής είναι κατάδικος. Εκτίει ποινή ισόβιας φυλάκισης. Του έχει επιβληθεί στις 5/2/88 από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στην υπόθεση αρ. 31175/87 για το σοβαρότερο έγκλημα με το οποίο μπορεί κάποιος να κατηγορηθεί σε κυπριακό δικαστήριο, φόνο εκ προμελέτης. Η ποινή αυτή, σε περίπτωση καταδίκης, είναι υποχρεωτική. Την προβλέπει το άρθρ. 203(2) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε από το ν. 86/83.
Το νοηματικό περιεχόμενο του όρου "φυλάκιση διά βίου", που απαντάται στο κείμενο της διάταξης, εξετάστηκε τότε από το δικάσαν δικαστήριο. Το έθεσε έμμεσα η Υπεράσπιση του κατηγορουμένου (νυν αιτητή), στο πλαίσιο εισήγησης της ότι η ισόβια φυλάκιση του πρέπει να συντρέχει με την ίδια ποινή που Κακουργιοδικείο της Λεμεσού του επέβαλε στις 31/7/87 για άλλο φόνο που διέπραξε. Ας σημειωθεί ότι στις 4/5/90, το Εφετείο στην Π.Ε. 4893 που αφορά την υπόθεση αρ. 3691/87 ακύρωσε τόσο την καταδίκη όσο και την ισόβια φυλάκιση. Η επανεκδίκαση που ακολούθησε, με διαταγή του Εφετείου, είχε πάλιν ως αποτέλεσμα την καταδίκη του αιτητή, αλλά για το ελαφρότερο έγκλημα της ανθρωποκτονίας, για το οποίο καταδικάστηκε σε 16 χρόνια φυλάκιση.
Βασιζόμενο στην υπόθεση R. v. Foy (1962) 2 All E.R. 246, το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας απέρριψε την παραπάνω εισήγηση γιατί η φράση σημαίνει, όπως την ερμήνευσε ο δικαστής Λόρδος Πάρκερ στην Foy, "το υπόλοιπο της βιολογικής ύπαρξης του καταδικασθέντος". Η έφεση του αιτητή, στην οποία δεν φαίνεται να έθιξε το ίδιο θέμα, απορρίφθηκε. Βλ. Αριστοδήμου άλλως Γιουρούκκης ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 402. Θα μπορούσε εδώ να λεχθεί ότι στην Politis v. Republic (1987) 2 C.L.R. 116, κρίθηκε ότι τα άρθρα 203 (2) και 29 του Ποινικού Κώδικα, στην έκταση που προβλέπουν επιτακτικά την φυλάκιση διά βίου, δεν παραβιάζουν το άρθρ. 12(3) του Συντάγματος (" νόμος δεν δύναται να προβλέψει ποινήν δυσανάλογον προς την βαρύτητα του αδικήματος").
Είναι αξιοσημείωτο ότι στις υποθέσεις R. v. Lichniak, R. v. Pyrah ημερ. 16/5/2001, The Times, το Αγγλικό Εφετείο έκρινε ότι η αναγκαστική ποινή της ισόβιας φυλάκισης για το έγκλημα του φόνου δεν παραβιάζει τα άρθρ. 3 και 5 της Συνθήκης της Ρώμης. Το άρθρ. 3 προβλέπει, όπως ακριβώς το άρθρ. 8 του Κυπριακού Συντάγματος, το οποίο επικαλείται κυρίως ο αιτητής, ότι "ουδείς υποβάλλεται εις βασανιστήρια ή εις απάνθρωπον ή ταπεινωτικήν τιμωρίαν ή μεταχείρισιν".
Η προσφυγή στρέφεται κατά του περιεχομένου επιστολής του καθού η αίτηση Διευθυντή Φυλακών ημερ. 1/8/2000, που αποτελεί την απάντηση σε προγενέστερη επιστολή ημερ. 5/7/2000 του δικηγόρου του αιτητή. Ο τελευταίος ζήτησε την αποφυλάκιση του πελάτη του γιατί η συνεχιζόμενη κράτηση του αιτητή "είναι παράνομη, αντισυνταγματική και αντίθετη προς Διεθνείς Συμβάσεις που έχει κυρώσει η Δημοκρατία". Ο καθού αρνήθηκε πως έτσι έχουν τα πράγματα. Και παρέπεμψε σε γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για το νόμιμο της κράτησης, της οποίας αντίγραφο, όπως αναφέρει ο καθού, έχει στην κατοχή του ο συνήγορος. Ο αιτητής τώρα ζητά:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθών η Αίτηση να μην απολύσουν τον αιτητή λόγω αντισυνταγματικότητας ή/και παρανομίας της ποινής ισόβιας φυλάκισης δυνάμει της οποίας ο Αιτητής εξακολουθεί να κρατείται επ' αόριστο στις Φυλακές, η οποία του κοινοποιήθηκε με την επισυνημμένη επιστολή με ημερομηνία 1/8/2000, είναι άκυρη και εστερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος."
Οι δικηγόροι του αιτητή απλώς ισχυρίστηκαν, χωρίς οποιαδήποτε ανάπτυξη, ανάλυση ή αναφορά σε νομολογία, πως η προσβαλλόμενη είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Η Δημοκρατία εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η απάντηση του Διευθυντή Φυλακών δεν έχει τη φυσιογνωμία που της αποδίδεται. Αντικείμενο της προσφυγής είναι πράξη που συνδέεται με την άσκηση δικαστικής εξουσίας, η οποία, ως τέτοια, δεν είναι προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως στο Ανώτατο Δικαστήριο. Το άρθρ. 146.1 του Συντάγματος παρέχει κατ' αποκλειστικότητα δικαιοδοσία εναντίον αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων οργάνων ή αρχών που ασκούν μόνο εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία.
Στην απαντητική τους αγόρευση, οι δικηγόροι του αιτητή ισχυρίζονται, στις λίγες γραμμές της αγόρευσης τους, ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν εμπλέκεται με οποιοδήποτε τρόπο η δικαστική διαδικασία ή οι δικαστικές αποφάσεις που ερμήνευσαν το άρθρ. 203(2). Κατά την εισήγηση, η δικαστική ερμηνεία του άρθρ. 203(2) όπως επι λέξει αναφέρεται "δεν εμποδίζει την επίδικη άρνηση του Διευθυντή των Φυλακών, να απολύσει τον Αιτητή, από του να είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, ως πράξη εκτέλεσης της προαναφερθείσης Νομοθεσίας".
Το απαύγασμα της σχετικής νομολογίας είναι ότι οι δικαστικές πράξεις ή πράξεις οργάνων που είναι ενταγμένα ή συνδέονται με την άσκηση της δικαστικής εξουσίας δεν υπόκεινται είτε απευθείας είτε παρεμπιπτόντως στον ακυρωτικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η νομολογία συγκεντρώνεται και επισκοπείται από τον Πική Π. στην απόφαση της πλήρους Ολομέλεας στην προσφ. αρ. 1547/2000 Σάββας Καρατσή ν. Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ημερ. 15/3/01, όπου σαφώς διακηρύχθηκε ότι απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου δεν εμπίπτει στα δικαιοδοτικά όρια του άρθρ. 146, όντας πράξη συνδεδεμένη με τη δικαστική λειτουργία. Όμοια είναι η αντιμετώπιση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με την απόφαση της ολομέλειας του στην 1160/89 αποφάσισε ότι:
"δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Σ.τ.Ε. πράξεις των διοικητικών αρχών που αφορούν στην εύρυθμη λειτουργία και απονομής της τακτικής δικαιοσύνης και συνδέονται με την άσκηση της δικαστικής εξουσίας της πολιτείας."
Βλ. επίσης Ι. Σαρμά "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Σ.τ.Ε. Κεφ. 16 ΙΙ-VI και Κεφ. 73 ΙΙ-ΙV.
Στην Phedias Kyriakides and the Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66, αποφασίστηκε ότι οι αστυνομικές πράξεις που συνδέονται άμεσα με την έναρξη ποινικής δίωξης κείνται εκτός της δικαιοδοτικής εμβέλειας του άρθρ. 146.1 του Συντάγματος λόγω της οργανικής της σχέσης με τη δικαστική λειτουργία. Ανάλογη ήταν η απόφαση στην Charilaos Xenofontos and the Republic 2 R.S.C.C. 89, αναφορικά με την εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα να διατάξει ποινική δίωξη για οποιοδήποτε αδίκημα. Είναι εμφανής η διαπλοκή της εξουσίας του με τη δικαστική λειτουργία.
Κρίθηκε ευθέως από τον Χ"Αναστασίου Δ στην
Modestos Savva Pitsillos v. Elias Aristodemou (1969) 3 C.L.R. 226, 230, ότι η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν εκτείνεται σε απόφαση του Εφετείου, που είναι πράξη δικαστική. Οι αποφάσεις του Σ.τ.Ε. 260, 386/86 έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και χρησιμότητα για το υπό συζήτηση θέμα:"Αι πράξεις και γνωμοδοτήσεις των Δικαστικών Αρχών και εάν έτι αφορούν εις διοικητικής φύσεως αντικείμενα ...... δεν υπόκεινται εις έλεγχον διά του ενδίκου μέσου της αιτήσεως ακυρώσεως, ού μόνον αμέσως, αλλ' ούτε και εμμέσως διά του ελέγχου των πράξεων των διοικητικών οργάνων, αι οποίαι στηρίζονται επ' αυτών."
Ο Α. Λοΐζου, Δ (όπως ήταν τότε), είναι πιο άμεσος στην
Raftis Co. v Municipality Paphos (1981) 3 C.L.R. 497, 501-502:"Νο doubt the proceedings and the judgments of civil and criminal Cour
ts and the sentences imposed in criminal cases are judicial acts and do not come within the ambit of Article 146 of the Constitution. Likewise the execution of such judgments and the enforcement of punishments are a corollary of the judicial process and in any event are so closely connected with judicial acts that do not come within the ambit of the said Article. See White Hills Ltd., and others v. The Republic (1970) 3 C.L.R. p. 132 at p. 134 and where reference is made also to Xenofontos and The Republic 2 R.S.C.C. 89."H απεμπλοκή που επιχειρήθηκε εδώ από τη δικαστική απόφαση είναι τουλάχιστο άστοχη. Δε δημιουργεί διοικητική διαφορά η αμφισβήτηση με μία επιστολή της νομιμότητας της κράτησης από τον αιτητή και η απάντηση που έλαβε, η οποία ουσιαστικά παραπέμπει στη δικαστική απόφαση. Δεν είναι δεκτική προσβολής με προσφυγή η απάντηση του καθού, η οποία συνδέεται με την εκτέλεση ποινικής απόφασης και την άσκηση της δικαστικής λειτουργίας. Οι αναλογίες με την προαναφερθείσα νομολογία είναι περισσότερο από εμφανείς.
Η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
Σ. Νικήτας, Δ.
Κασ