ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 1265/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 146 και 28 του Συντάγματος

Λαρίσσα Παρτζίλη,

Αιτήτρια,< /P>

και

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω της

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,

Καθ΄ης η αίτηση.

―――――

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 27.2.02

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για την αιτήτρια: κ. Σ. Κώστα για κ. Χ. Κληρίδη

Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Κ. Σταυρινός

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:

«Α. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ων η Αίτηση που δημοσιεύθηκε στον ημερήσιο στις 28.6.2000 και με την οποία η Αιτήτρια μετατέθηκε στο Λύκειο Αγίου Γεωργίου στη Λάρνακα είναι εξ΄υπαρχής άκυρη και/ή στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.

Β. Δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση ημερομηνίας 6.7.2000 με την οποία απερρίφθη η ένσταση της Αιτήτριας ημερομηνίας 30.6.2000 σχετικά με την μετάθεση της στη Λάρνακα είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερείται εννόμου αποτελέσματος.»

- 2 -

Η αιτήτρια είναι καθηγήτρια της Γερμανικής Γλώσσας. Δίδασκε αρχικά στα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης μέχρι το 1984, όταν διορίστηκε στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία, εργαζόμενη αρχικά πάνω σε ωριαία βάση, αργότερα με σύμβαση και από την 1.9.87 σε μόνιμη θέση. Είναι κάτοικος Λευκωσίας. Από το 1993 υπηρετεί εκτός έδρας, με συνδυασμό διδακτικών περιόδων σε σχολεία Παραλιμνίου και Λευκωσίας ή Λευκωσίας - Λάρνακας ενώ από την 31.8.98 τοποθετήθηκε και διδάσκει εξ ολοκλήρου στη Λάρνακα. Την 28.6.2000 δημοσεύθηκαν στον τύπο μεταθέσεις Εκπαιδευτικών Μέσης Εκπαίδευσης σύμφωνα με τις οποίες η αιτήτρια παρέμενε στη Λάρνακα, τοποθετούμενη στο Λύκειο Αγίου Γεωργίου και στη Διανέλλειο Τεχνική Σχολή. Η αιτήτρια υπέβαλε με επιστολή της προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή») ημερομηνίας 20.6.2000 ένσταση στην εκ νέου τοποθέτησή της στη Λάρνακα σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στους περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Τοποθετήσεις, Μετακινήσεις και Μεταθέσεις) Κανονισμούς του 1987 (Κ.Δ.Π. 212/87). Οι λόγοι για τους οποίους ενίστατο στην προκείμενη τοποθετήση εξηγούντο στην πιο πάνω επιστολή (βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 στην Αίτηση) και περιλάμβαναν ισχυρισμούς περί υπεροχής της σε μονάδες υπηρεσίας έναντι άλλων συναδέλφων της, γεγονός που την καθιστούσε, κατά την άποψή της, δικαιούχο επαναφοράς στην έδρα της, δηλαδή στη Λευκωσία. Επικαλείτο επίσης λόγους υγείας, τεκμηριωμένους από ιατρικά πιστοποιητικά, και οικογενειακά προβλήματα, τα οποία καθιστούσαν επιβεβλημένη την τοποθέτησή της στη Λευκωσία. Η Επιτροπή απέρριψε την ένσταση με επιστολή της προς την αιτήτρια ημερομηνίας 6.7.2000. Είχε το ακόλουθο λακωνικό περιεχόμενο:

«Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας σε απάντηση της ένστασής σας ημερ. 30.6.2000 και ενεργώντας στα πλαίσια της κειμένης νομοθεσίας σας πληροφορεί τα πιο κάτω:

Η ένσταση για μετάθεσή σας στη Λάρνακα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί λόγω του αριθμού των μονάδων σας.»

Η αιτήτρια επανήλθε με νέα επιστολή της προς την Επιτροπή, επαναλαμβάνοντας τους λόγους για τους οποίους θεωρούσε δικαιολογημένη

- 3 -

την επαναφορά της στη Λευκωσία, τονίζοντας το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε και ζητώντας την αναθεώρηση της απόφασης για την απόρριψη της ένστασής της. Η τελευταία αυτή επιστολή δεν έτυχε απάντησης εκ μέρους της Επιτροπής και η αιτήτρια καταχώρησε στις 11.9.2000 την παρούσα προσφυγή.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας εισηγείται ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση για την απόρριψη της ένστασης πάσχει προβάλλοντας ως πρωταρχικό λόγο για την ακύρωσή της τον ισχυρισμό ότι το αρμόδιο όργανο δεν έλαβε υπόψη την κατάσταση της υγείας της αιτήτριας, αγνοώντας τους λόγους υγείας που επισημαίνοντο στις επιστολές που στάληκαν προς την Επιτροπή και παρακάμπτοντας ουσιαστικά τα ιατρικά πιστοποιητικά που βεβαίωναν την ύπαρξη ψυχοσωματικών προβλημάτων και υποδείκνυαν την εξαφάνιση των αιτιών που τα προκαλούσαν. Το λιτό περιεχόμενο της απορριπτικής της ένστασης της αιτήτριας απόφασης της Επιτροπής (βλ. πιο πάνω) αποδεικνύει, κατά το δικηγόρο της αιτήτριας, ότι το πρόβλημα των λόγων υγείας που επικαλείτο η τελευταία, δεν απασχόλησε την Επιτροπή, με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση της 6.7.2000 να καθίσταται ακυρώσιμη λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας. Σε ότι αφορούσε τον υπολογισμό των μονάδων, ο αριθμός των οποίων απετέλεσε σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής τον λόγο για τον οποίο δεν ήταν δυνατό να ικανοποιηθεί το αίτημα της αιτήτριας, υποβλήθηκε εκ μέρους του δικηγόρου της, ότι ο υπολογισμός τους έγινε «με λανθασμένο τρόπο λόγω κακής ερμηνείας των Κανονισμών της Κ.Δ.Π. 217/87» χωρίς να ληφθεί υπόψη «η συνολική υπηρεσία της αιτήτριας σε κρατικά ιδρύματα από το 1971». Εγέρθηκε εκ μέρους της δικηγόρου των καθ΄ων η αίτηση προδικαστική ένσταση ότι «η παρούσα προσφυγή δύναται να προχωρήσει μόνο για τη ζητούμενη θεραπεία Α. της αίτησης». Αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης, αντέταξε ότι η Επιτροπή είχε κάθε δικαίωμα, ασκώντας τη διακριτική της ευχέρεια, να εκτιμήσει η ίδια τις ανάγκες της υπηρεσίας της και να προβεί στην επίδικη μετάθεση. Παρέπεμψε δε σε αποσπάσματα από τη νομολογία σχετικά με τις αρχές που διέπουν τη δυνατότητα δικαστικής επέμβασης σε

- 4 -

θέματα μεταθέσεων δημοσίων υπαλλήλων, προσθέτοντας ότι στην προκείμενη περίπτωση η απόφαση της Επιτροπής ήταν εύλογα επιτρεπτή, διότι το σύνολο των μονάδων της δεν της επέτρεπε επάνοδο στην έδρα της, ενώ για τους προβαλλόμενους λόγους υγείας, η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε πως «δεν ήταν δυνατό να γίνουν αποδεκτοί με μετάθεσή της στη Λευκωσία γιατί το Ιατρικό Συμβούλιο . . . αποφάνθηκε ότι μπορεί να της παρασχεθεί θεραπεία όπου υπάρχουν ψυχιατρικές κλινικές.»

Εξετάζοντας την προδικαστική ένσταση που υποβλήθηκε, παρατηρώ, παρά την απουσία ανάπτυξης του θέματος στην αγόρευση της δικηγόρου των καθ΄ων η αίτηση και ανάλογης τοποθέτησης εκ μέρους της αιτήτριας, ότι στο έντυπο της προσφυγής διατυπώνονται δύο αιτητικά τα οποία παρατέθηκαν πιο πάνω αυτούσια. Δεν είναι βάσιμος ο ισχυρισμός ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να επιληφθεί του αιτητικού που προδιορίζεται στην παρ. Α και με το οποίο προσβάλλεται η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση για την επίδικη τοποθέτηση, που δημοσιεύθηκε στον τύπο στις 28.6.2000. Σύμφωνα με πάγια νομολογία, απόφαση εναντίον της οποίας υποβλήθηκε ένσταση με βάση νομοθετική πρόνοια χάνει την εκτελεστότητά της επειδή ενσωματώνεται στην απόφαση που εκδίδεται επί της ένστασης. Το θέμα αναλύθηκε στην υπόθεση Economides and Others v. Republic (1978) 3 C.L.R. 230, όπου στη σελ. 235 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

"It appears to be a well established principle of administrative law that an act or decision against which there has been lodged an objection, under the provisions of a Law, ceases to be of an executory nature, because it becomes incorporated in the subsequent decision determining the said objection and, therefore, it can no longer be made by itself the subject matter of an administrative recourse. Useful reference may be made, in this respect, to the decisions of the Council of State in Greece in Cases 628/1963, 2550/1965, 1564/1968, 145/1966, 889/1969, 2872/1969 and 883/1970; it is to be noted that in each of the last four of the above referred to cases the objection was determined, as in the present instance, by the same organ which had reached the initial decision against which the objection was lodged."

 

- 5 -

Έτσι λοιπόν και στην παρούσα περίπτωση η απόφαση της 28.6.2000 (Αιτητικό Α.) εναντίον της οποίας η αιτήτρια έκανε ένσταση με βάση τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό 13 της Κ.Δ.Π. 212/87 έχασε την εκτελεστότητά της με την έκδοση της απορριπτικής επί της ένστασης απόφασης ημερομηνίας 6.7.2000, η οποία αποτελεί το αντικείμενο του δεύτερου αιτητικού της προσφυγής. Κατά συνέπεια η προσφυγή είναι παραδεκτή μόνο ως προς τη δεύτερη αιτούμενη θεραπεία.

Ως προς την ουσία της προσφυγής, είναι πράγματι χαρακτηριστική η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στην επίδικη απόφαση στους λόγους υγείας που επικαλέστηκε η αιτήτρια. Το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου δεν προσφέρει εξάλλου οτιδήποτε που θα μπορούσε να αναπληρώσει το κενό. Ενιστάμενη στην τοποθέτησή της εκ νέου σε σχολεία της Λάρνακας, η αιτήτρια επικαλέστηκε όπως ήδη επισημάνθηκε ιατρικά πιστοποιητικά. (Βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6 στην Αίτηση). Η ιατρική έκθεση της 29.5.2000 την οποίαν υπογράφει ο Δρ. Α. Θράσου, Επιμελητής Ψυχίατρος έχει το ακόλουθο περιεχόμενο:

«ΘΕΜΑ: Λαρίσσα Παρτζίλη, 55 χρονών,

από τη Λευκωσία Α.Τ. 535026

Εξέτασα την πιο πάνω ασθενή στη Ψυχιατρική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας στις 15.5.2000 και 22.5.00. Η ασθενής παρεπέμφθη για εξέταση από τον παθολόγο των εξωτερικών ιατρείων.

Κατά τις συνεντεύξεις διεφάνη ότι η κα Παρτζίλη έχει αγχώδη κατάθλιψη η οποία συνοδεύεται από γενικευμένη κόπωση, ατονία, αίσθημα έλλειψης αέρος και διαταραχές του ύπνου δηλ. αϋπνία τα βράδια και υπνηλία κατά την ημέρα. Όλα αυτά επηρεάζουν τον φυσιολογικό τρόπο ζωής της ασθενούς. Όπως ανέφερε η ίδια αντιμετωπίζει διάφορα οικονομικά και επαγγελματικά προβλήματα τα οποία επηρεάζουν αρνητικά την υγεία της ψυχικά και σωματικά (έλκος του δωδεκαδακτύλου με συχνές υποτροπές). Η κόπωση η ατονία και η υπνηλία που παρουσιάζει, βάζουν σε κίνδυνο την ζωή της όταν είναι αναγκασμένη να ταξιδεύει καθημερινά σχετικά μεγάλες αποστάσεις για να πηγαίνει στην εργασία της.

 

 

- 6 -

Έχω την γνώμη ότι η διευθέτηση των επαγγελματικών προβλημάτων της ασθενούς, θα συνέβαλλε σε μεγάλο βαθμό στη βελτίωση της ψυχικής της κατάστασης.»

Υπήρχε ακόμα η προγενέστερη, (1.12.99) ιατρική έκθεση της ιατρού Μαρίας Βασιλείου η οποία βεβαιώνει ότι «Η κ. Λαρίσσα Παρτζίλη με επισκέφθηκε στο ιατρείο μου με προβλήματα κατάθλιψης και στομαχικών διαταραχών. Σύμφωνα με τις εξετάσεις και με τις αναλύσεις που έγιναν στην Trace Elements Inc στην Αμερική, επιβεβαιώνεται η διάγνωση, πράγματι αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα στο στομάχι, κατάθλιψη και ψυχοσωματική κούραση.» Η ίδια ιατρός, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των αναλύσεων στις οποίες υποβλήθηκε η αιτήτρια, κατέληγε στο ακόλουθο συμπέρασμα:

«Σύμφωνα πάντα με την ανάλυση τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία αυτά όπως υπάρχουν στον οργανισμό βασικά επιφέρουν κατάθλιψη, ψυχοσωματική κούραση, αυπνία, δυσφορία, καθώς επίσης και λήθαργο και αδυναμία ανοσοποιητικού συστήματος.

Συνίσταται οπωσδήποτε ανάπαυση και φαρμακευτική αγωγή για επαναφορά της φυσικής υγείας.

Σκοπός δεν είναι η καταστολή των συμπτωμάτων, αλλά η αφάνιση των αιτίων που προκαλούν την ασθένεια.»

Τέλος, το Ιατρικό Συμβούλιο που εξέτασε την αιτήτρια την 1.6.2000 διέγνωσε «Αγχώδη κατάθλιψη» συνιστώντας θεραπεία σε ψυχιατρικές κλινικές. Οι πιο πάνω ιατρικές γνωματεύσεις δεν φαίνεται να αποτέλεσαν αντικείμενο εξέτασης εκ μέρους της Επιτροπής κατά τη λήψη της απόφασης της 6.7.2000 για απόρριψη της ένστασης της αιτήτριας. Αποτελούσαν όμως παράγοντες οι οποίοι μπορούσαν να επηρεάσουν ουσιαστικά την κρίση της Επιτροπής και κατ΄επέκταση το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης. Επρόκειτο αναμφισβήτητα για ουσιώδεις και σχετικούς παράγοντες. Στο ακόλουθο απόσπασμα από την Kammitsis v. Republic (1987) 3 C.L.R. 384, υπόθεση που επικαλέστηκε η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση προς υποστήριξη των ισχυρισμών της, τονίζεται, μεταξύ άλλων, (σελ.388) ότι:

 

- 7 -

"Appreciation of the needs of the public service and departments of it and choice of the means to satisfy them are matters falling with the exclusive competence of the administration not in themselves subject to review, except where there exists improper use of the relevant discretionary power or misconception concerning the factual situation or failure to take into account a material factor."

(Η υπογράμμιση δική μου).

΄Eτσι και στην παρούσα, η Επιτροπή παρέλειψε να αξιολογήσει και διερευνήσει δεόντως τα όσα υποδεικνύοντο μέσω των ιατρικών εκθέσεων που προαναφέρθηκαν. Μοναδικό έρεισμα της απορριπτικής της ένστασης απόφασης απετέλεσε, όπως αποδεικνύεται από το λιτό περιεχόμενο της, ο υπολογισμός των υπηρεσιακών μονάδων της αιτήτριας. Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί χωρίς επαρκή γνώση και έρευνα όλων των σχετικών και ουσιωδών παραγόντων. Η μη διερεύνηση των λόγων υγείας που προβλήθηκαν και των συναφών ιατρικών πιστοποιητικών κατέστησε την προσβαλλόμενη απόφαση προϊόν πλημμελούς άσκησης της σχετικής διακριτικής ευχέρειας και συνεπώς πρέπει να ακυρωθεί, επειδή ισοδυναμεί με απόφαση αντίθετη προς το νόμο. Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης περιττεύει η εξέταση των άλλων λόγων ακυρότητας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση της 6.7.2000 ακυρώνεται, με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

/Χ.Π.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο