ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 112
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ.1554/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Ανδρέα Κούλη, από τη Λευκωσία
(Λεωφ. Κωνσταντινουπόλεως 63,
Στρόβολος)
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
28 Ιανουαρίου, 2002
Για τον αιτητή : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Γ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας Α΄, για Γενικό Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
______________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη μόνιμη θέση Πρώτου Φοροθέτη Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων που έγινε στη συνεδρία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή"), ημερ. 24.7.2000. Σύμφωνα με τον αιτητή, η Επιτροπή εσφαλμένα και υπό πλάνη δεν εφάρμοσε τον περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων (Τροποποιητικό) Νόμο του 1998, Ν.100(Ι)/98. Η Επιτροπή, ενώ διαπίστωσε από τη μελέτη του φακέλου του ότι ο αιτητής ενέπιπτε στις σχετικές πρόνοιες, αποφάσισε ότι οι Νόμοι 55(Ι)/97 και 100(Ι)/98, δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν στη συγκεκριμένη διαδικασία, γιατί αυτή αφορούσε μόνο μία θέση.
Προβάλλεται το επιχείρημα ότι η Επιτροπή εσφαλμένα κατέληξε στην απόφασή της, ενώ η ερμηνεία που έδωσε στους πιο πάνω νόμους είναι αυθαίρετη και πεπλανημένη. Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, χωρίς έρευνα παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του Νόμου, αφού κατέληξε ότι δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν στη συγκεκριμένη διαδικασία που αφορούσε μόνο μία θέση.
Το άρθρο 3 του περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμου του 1997, Ν.55(Ι)/97, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 100(Ι)/98, προβλέπει:
«3.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού με βάση τον οποίο πληρούνται κενές θέσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ποσοστό 10% επί του συνολικού αριθμού των θέσεων κάθε μισθολογικής κλίμακας που προκηρύσσονται ή κενούνται κατ΄ έτος σε οποιαδήποτε υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα πληρούται από υποψηφίους που είναι παθόντες ή τέκνα εγκλωβισμένων, νοουμένου ότι κατέχουν τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς νόμους ή κανονισμούς ή σχέδια υπηρεσίας προσόντα.»
Οι καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή ορθά αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να εφαρμοστεί ο νόμος, αφού μια μόνο κενή θέση Πρώτου Φοροθέτη υπήρχε για πλήρωση και συνεπώς δεν μπορούσε να τεθεί θέμα ποσόστωσης του 10%. Παραδέχονται ότι ο αιτητής πληρούσε τις πρόνοιες του νόμου, αλλά στην υπό πλήρωση θέση δεν μπορούσε να τύχει του σχετικού ευεργετήματος, αφού μια μόνο κενή θέση Πρώτου Φοροθέτη υπήρχε για πλήρωσή της, ενώ μέχρι της πλήρωσής της δεν υπήρχε άλλη ίδια κενή θέση, ώστε να τίθεται θέμα ποσόστωσης του 10% των κενών θέσεων κατ΄ έτος.
Δεν συμφωνώ με τις πιο πάνω θέσεις. Οι πρόνοιες του άρθρου 3 του Νόμου 100(1)/98 είναι σαφείς. Ποσοστό 10% επί του συνολικού αριθμού των θέσεων κάθε μισθολογικής κλίμακας που προκηρύσσονται ή κενούνται κατ΄ έτος σε οποιαδήποτε υπηρεσία, πληρούνται από υποψήφιους της κατηγορίας που ο Νόμος θέλησε να ευνοήσει. Η διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε δεν αφήνει περιθώρια διαφορετικής ερμηνείας. Προς καθορισμό του συνολικού αριθμού των θέσεων δεν λαμβάνεται υπ΄ όψιν μόνο ο αριθμός των κενών θέσεων που υπήρχαν για πλήρωση στη συγκεκριμένη διαδικασία, αλλά ούτε και ο συνολικός αριθμός μόνο των ίδιων κενών θέσεων που είχαν πληρωθεί μέχρι τότε. Ο νόμος προβλέπει ποσοστό επί του συνολικού αριθμού των θέσεων που κενούνται κατ΄ έτος σε κάθε μισθοδοτική κλίμακα
.Αντιλαμβάνομαι τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στην εφαρμογή του Νόμου, αφού είναι πολύ δύσκολο για την Επιτροπή να γνωρίζει πριν τη συμπλήρωση του έτους το συνολικό αριθμό των θέσεων που θα πληρωθούν σε κάθε μισθολογική κλίμακα, ούτως ώστε να μπορεί να υπολογίζει και το ανάλογο ποσοστό. ΄Ομως, όπως ορθά αναφέρεται από το Δικαστή Αρτεμίδη στην υπόθεση Νεοκλέους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1154/99, ημερ. 3.7.2001, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να εκφράσει άποψη ή ακόμα και να προβεί σε υποθέσεις ως προς τον τρόπο που πρακτικά εφαρμόζεται η συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη. ΄Ισως θα πρέπει ο νομοθέτης με κατάλληλη τροποποίηση να καταστήσει την εφαρμογή του νόμου ευχερέστερη.
΄Ομως, υπάρχει ακόμα ένα σημείο το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή προβάλλει το επιχείρημα ότι η Επιτροπή εσφαλμένα και υπό νομική πλάνη δεν εφάρμοσε το νόμο. Στη συνέχεια, στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είχαν πληρωθεί πέραν των δέκα θέσεων και συνεπώς ο αιτητής θα έπρεπε να διοριστεί, προχωρεί και αναφέρεται στις θέσεις που πληρώθηκαν από 1.1.2000 έως 20.7.2000 στη μισθολογική κλίμακα Α13, στην οποία ανήκει και η επίδικη. ΄Ομως η θέση δημιουργήθηκε με συμπληρωματικό προϋπολογισμό στις 27.12.1999 και συνεπώς είναι άσχετο πόσες θέσεις είχαν πληρωθεί στην ανάλογη μισθολογική κλίμακα κατά το 2000.
Με απασχόλησε πάρα πολύ κατά πόσο η αναφορά αυτή στις θέσεις που πληρώθηκαν το 2000 στερούσε από τον αιτητή τη νομιμοποίηση να ζητά ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, αφού είναι νομολογημένο ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να περιορίζεται σε όσα ο συγκεκριμένος αιτητής αξιώνει με την προσφυγή του.
΄Εχω τελικά αποφασίσει ότι ο αιτητής εκείνο που προβάλλει ως λόγο ακύρωσης είναι η πεπλανημένη ερμηνεία του σχετικού νόμου, ενώ η (εσφαλμένη) αναφορά στις θέσεις που πληρώθηκαν το 2000, σκοπό είχε να αποδείξει την ύπαρξη περισσοτέρων των δέκα θέσεων, οπότε ο αιτητής σίγουρα θα εδικαιούτο σε προαγωγή.
Από την αιτιολογία που δόθηκε από την Επιτροπή, πως στη συγκεκριμένη διαδικασία δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του νόμου γιατί επρόκειτο για πλήρωση μόνο μίας θέσης, είναι φανερό πως η ερμηνεία που δόθηκε είναι εντελώς πεπλανημένη.
Γνωρίζω ότι υπάρχει αριθμός αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλέπε για παράδειγμα Περικλέους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 701/99, ημερ. 14.5.2001 και Αγαπίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1469/99, ημερ. 28.6.2001) που ερμηνεύει διαφορετικά τον πιο πάνω Νόμο. Οι αποφάσεις αυτές καταλήγουν ότι οι συγκεκριμένες νομοθετικές πρόνοιες εφαρμόζονται μόνο αν στη συγκεκριμένη διαδικασία οι θέσεις είναι πέραν των δέκα. Με όλο το σεβασμό, διαφωνώ με την πιο πάνω ερμηνεία. Η διατύπωση που χρησιμοποίησε ο νομοθέτης είναι καθαρή. Ιδιαίτερα η χρήση των λέξεων «συνολικού αριθμού
» «κάθε μισθολογικής κλίμακας» και «κατ΄ έτος», είναι καταλυτική.Εν όψει όλων των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ