ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 4 ΑΑΔ 1182

13 Δεκεμβρίου, 2001

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29, 35 ΚΑΙ

146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΝIΚΗ ΣΤΑYΡΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 679/2000)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Προθεσμία επί διαρκούς παραλείψεως ― Δεν συνέτρεχε τελικά περίπτωση διαρκούς παραλείψεως στην κριθείσα υπόθεση ― Περιστάσεις εκπροθέσμου της προσφυγής.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Ακύρωση μετά από παρεμπίπτουσα κρίση νόμου ως αντισυνταγματικού ― Επενέργεια της στο συνολικό νομικό πεδίο και σε συνάρτηση με μη προσβληθείσες πράξεις.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της παράλειψης πλήρωσης θέσης που κατά την άποψή της παρέμεινε κενή μετά από ακύρωση της πλήρωσής της εξ αιτίας της κρίσης ως αντισυνταγματικού του περί Ένταξης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1996 (Ν.107(Ι)/96).  Η αιτήτρια δεν ήταν διάδικος στη διαδικασία που οδήγησε στην εν λόγω ακύρωση.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Οι καθ΄ων η αίτηση έθεσαν τρία θέματα.  Κατά το πρώτο, η προφυγή είναι εκπρόθεσμη αφού ασκήθηκε μήνες μετά την έκδοση της απόφασης της Ολομέλειας. Εδώ, όμως, θα είχαμε διαρκή παράλειψη αφού δεν είχε παρεμβληθεί απόφαση της διοίκησης επί του αιτήματος που είχε  υποβληθεί.

2.  Κατά το δεύτερο, όλες οι θέσεις, μεταξύ των οποίων και η επίδικη, ήταν δημιουργήματα του συγκεκριμένου Νόμου, ακριβώς για τη νομιμοποίηση των εκτάκτων.  Αφού δε αυτός κρίθηκε στο σύνολό του αντισυνταγματικός, η διεκδίκηση της αιτήτριας θα ήταν εν πάση περιπτώσει καταδικασμένη σε αποτυχία.  Δεν θα ήταν δυνατό να τίθεται θέμα επανεξέτασης με προοπτική την πλήρωση τέτοιας θέσης και αυτό θα ίσχυε ακόμα και στις περιπτώσεις των διορισμών που είχαν ακυρωθεί.   Η αιτήτρια έχει άλλη άποψη επ' αυτού αλλά δεν χρειάζεται να εξεταστεί αυτό το εναλλακτικό, ουσιαστικά, θέμα.  Είναι ορθή η βασική θέση του Γενικού Εισαγγελέα, πως το υπόβαθρο στο οποίο στηρίζεται η προσφυγή είναι ανύπαρκτο και πως είναι απαράδεκτη.

Δεν ήταν, ούτε θα μπορούσε να ήταν, ο Νόμος ο ίδιος αντικείμενο των προσφυγών που εκδικάστηκαν από την Ολομέλεια.  Αντικείμενο των προσφυγών ήταν οι διορισμοί που προσβλήθηκαν και τίποτε άλλο. Όπως άλλωστε διευκρίνισε και η Ολομέλεια όταν ορισμένες προσφυγές αποσύρθηκαν σε σχέση με ορισμένα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Η συνταγματικότητα του Νόμου εξετάστηκε μόνο παρεμπιπτόντως και η κρίση γι΄αυτή, ως δεδικασμένο, αφορούσε στο κύρος των διορισμών που προσβλήθηκαν. Ό,τι ακυρώθηκε, έναντι πάντων βεβαίως, ήταν εκείνοι οι διορισμοί.  Ο διορισμός στην επίδικη θέση θα ήταν δυνατό να προσβληθεί μέσα στην προθεσμία των 75 ημερών.  Δεν προσβλήθηκε και παρέμεινε.  Η αντίληψη πως η θέση είναι "νομικά κενή" είναι εσφαλμένη. 

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ηλία κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884,

Χατζηνικολάου κ.ά. v. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 106,

Papasavva v. Republic (1973) 3 C.L.R. 467,

Δήμος Λευκωσίας v. Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191,

Dias United Publishing Co Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550,

Παναγίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 191,

Δημητρίου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 867/00, ημερ. 31.5.2001,

Χριστοδουλίδου v. Δημοκρατίας (2000) 4(Β) Α.Α.Δ. 783,

Κληρίδης v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 575.

Προσφυγή.

Προσφυγή από την αιτήτρια κατά της παράλειψης της Επιτροπής να επανεξετάσει την πλήρωση μιας θέσης Υπολογιστή Ποσοτήτων 2ης Τάξης στο Υπουργείο Άμυνας η οποία παρέμεινε κενή κατόπιν ακυρωτικής απόφασης και για την οποία είχε υποβάλει αίτηση.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Α. Μαρκίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Ε. Καρακάννα, Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, όπως αναφέρεται στην ίδια τη θεραπεία που επιδιώκει, θεωρεί ότι μετά από  απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Ηλία κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884) μια θέση Υπολογιστή Ποσοτήτων 2ης Τάξης στο Υπουργείο Άμυνας, την οποία είχε και η ίδια διεκδικήσει, παρέμεινε κενή.  Οπότε, στη βάση αυτού του υπόβαθρου, επιδιώκει δήλωση πως η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας παρέλειψε την οφειλόμενη ενέργεια της επανεξέτασης προς πλήρωσή της.

Η θέση πληρώθηκε δυνάμει του περί Ένταξης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου του 1996 (Ν. 107(Ι)/96) (ο Νόμος). Είχε και η αιτήτρια αποταθεί για διορισμό αλλά αποκλείστηκε επειδή, όπως διαπιστώθηκε, δεν ήταν έκτακτος υπάλληλος και δεν περιλαμβανόταν, όπως απαιτείτο από το Νόμο, στον τελικό πίνακα που είχε καταρτιστεί.  Δεν άσκησε όμως προσφυγή κατά του κύρους του διορισμού που έγινε στη θέση.  Επομένως, η απόφαση της Ολομέλειας την οποία επικαλείται δεν είχε τέτοιο αντικείμενο.  Αφορούσε σε προσφυγές που άσκησαν άλλοι και είναι η άποψη της αιτήτριας πως είναι χωρίς σημασία αυτή η πραγματικότητα.

Οι άλλες προσφυγές πέτυχαν και οι διορισμοί στους οποίους αφορούσαν ακυρώθηκαν επειδή κρίθηκε πως ο νόμος ήταν αντισυνταγματικός στο σύνολό του. Επομένως, κατά την εκτίμησή της, αφού εξαφανίστηκε ο νόμος δυνάμει του οποίου έγιναν οι διορισμοί, εξαφανίστηκαν και "όλα τα δι' αυτού διαμορφωθέντα έναντι πάντων".  Κατ΄ακολουθίαν, η θέση στην οποία αναφέρεται παρέμεινε "νομικά κενή".  Γεγονός που τη νομιμοποιούσε να αποταθεί για επανεξέταση και καθιστούσε την παράλειψη διενέργειάς της από την ΕΔΥ παράνομη, αφού όφειλε "ενεργό συμμόρφωση προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα" ώστε να μή συνεχίζει επιλεκτικά εφαρμοζόμενος ο Νόμος για μερικούς απλώς επειδή δεν ακυρώθηκε ονομαστικά ο διορισμός τους.  Ενώ όσα οδήγησαν στην ακύρωση των διορισμών που προσβλήθηκαν ισχύουν για όλους.  Με αποτέλεσμα να παραμένει ζωντανή η αρχική αίτησή της για διορισμό στη θέση.  Εν τούτοις, επικαλέστηκε το Γενικό Διοικητικό Δίκαιο του Δ. Δαγτόγλου έκδοση 1977 σελ. 180 και την απόφαση του Πική Δ., όπως ήταν τότε, στην Α. Χατζηνικολάου κ.ά ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 106 σε σχέση με την υποχρέωση ανάκλησης.  Ταυτόχρονα δε και σειρά συγγραμμάτων και αποφάσεων σε σχέση με το καθήκον της διοίκησης μετά από έναντι πάντων ισχύουσα ακυρωτική απόφαση.  Ενώ, εν προκειμένω, προωθεί την προσφυγή της παρά το ότι δεν έχουμε δικαστική απόφαση ακυρωτική του διορισμού στη συγκεκριμένη θέση.  Επειδή, όπως είναι ο κεντρικός ισχυρισμός της, αυτομάτως κατέστη κενή μετά την έκδοση της απόφασης της Ολόμελειας.

Οι καθ΄ων η αίτηση έθεσαν τρία θέματα.  Κατά το πρώτο, η προφυγή είναι εκπρόθεσμη αφού ασκήθηκε μήνες μετά την έκδοση της απόφασης της Ολομέλειας.  Εδώ, όμως, θα είχαμε διαρκή παράλειψη αφού δεν είχε παρεμβληθεί απόφαση της διοίκησης επί του αιτήματος που είχε υποβληθεί. (Βλ. Lefki Papasavva v. Republic (1973) 3 C.L.R. 467 και Δήμος Λευκωσίας ν. Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191 σελ. 200).  Κατά το δεύτερο, όλες οι θέσεις, μεταξύ των οποίων και η επίδικη, ήταν δημιουργήματα του συγκεκριμένου Νόμου, ακριβώς για τη νομιμοποίηση των εκτάκτων.  Αφού δε αυτός κρίθηκε στο σύνολό του αντισυνταγματικός, η διεκδίκηση της αιτήτριας θα ήταν εν πάση περιπτώσει καταδικασμένη σε αποτυχία.  Δεν θα ήταν δυνατό να τίθεται θέμα επανεξέτασης με προοπτική την πλήρωση τέτοιας θέσης και αυτό θα ίσχυε ακόμα και στις περιπτώσεις των διορισμών που είχαν ακυρωθεί.  Η αιτήτρια έχει άλλη άποψη επ' αυτού αλλά δεν θα χρειαστεί να ασχοληθώ με αυτό το εναλλακτικό, ουσιαστικά, θέμα.  Θεωρώ ορθή τη βασική θέση του Γενικού Εισαγγελέα, πως το υπόβαθρο στο οποίο στηρίζεται η προσφυγή είναι ανύπαρκτο και πως είναι απαράδεκτη.

Δεν ήταν, ούτε θα μπορούσε να ήταν, ο Νόμος ο ίδιος αντικείμενο των προσφυγών που εκδικάστηκαν από την Ολομέλεια.  (Βλ. Dias United Publishing Co Ltd v. Kυπριακής Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550).  Αντικείμενο των προσφυγών ήταν οι διορισμοί που προσβλήθηκαν και τίποτε άλλο. Όπως άλλωστε διευκρίνισε και η Ολομέλεια όταν ορισμένες προσφυγές αποσύρθηκαν σε σχέση με ορισμένα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Η συνταγματικότητα του Νόμου εξετάστηκε μόνο παρεμπιπτόντως και η κρίση γι΄αυτή, ως δεδικασμένο, αφορούσε στο κύρος των διορισμών που προσβλήθηκαν.  Ό,τι ακυρώθηκε, έναντι πάντων βεβαίως, ήταν εκείνοι οι διορισμοί.  Ο διορισμός στην επίδικη θέση θα ήταν δυνατό να προσβληθεί μέσα στην προθεσμία των 75 ημερών.  Δεν προσβλήθηκε και παρέμεινε.  Η αντίληψη πως η θέση είναι "νομικά κενή" είναι εσφαλμένη. Η απόφαση της Ολομέλειας στην Παναγιώτης Α. Παναγίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 191 και η πρωτόδικη του Χατζηχαμπή, Δ., στη Δώρα Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 867/00, ημερ. 31.5.01 είναι σχετικές.  Στην πρώτη, μετά από απόφαση της Ολομέλειας πως ορισμένη διάταξη σε νόμο ήταν αντισυνταγματική, οι εφεσείοντες επανήλθαν ώστε το θέμα της υποχρέωσής τους σε πληρωμή φόρου κεφαλαιουχικών κερδών να κριθεί εκ νέου.  Κρίθηκε πως η απόρριψη της διεκδίκησης ήταν βεβαιωτική της εκτελεστής και μή προσβληθείσας αρχικής απόφασης.  Η απόφαση της Ολομέλειας είχε διακηρύξει ποιό ήταν εξ αρχής το ισχύον δίκαιο και δεν συνιστούσε νέο στοιχείο που θα προσέδιδε εκτελεστότητα στη νέα.  Ομοίως και στη δεύτερη, σε σχέση με διεκδίκηση σύνταξης στην οποία έγινε αναφορά και στις παλαιότερες του Γαβριηλίδη Δ., στη Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας (2000) 4(Β) Α.Α.Δ. 783 και της Ολομέλειας στην Κληρίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 575. Είχαν σε όλες δομηθεί αιτήματα προς εκ νέου θεώρηση διεκδικήσεων στη βάση δικαστικών αποφάσεων για αντισυνταγματικότητα νόμου και σταθερά εξηγήθηκε πως οι πρώτες αποφάσεις που δεν προσβλήθηκαν, παρέμειναν ισχυρές. Οπότε, αφού οι δικαστικές αποφάσεις δεν ήταν νέο στοιχείο ώστε να παραχθεί νέα εκτελεστή πράξη, υπό το μανδύα νέας θεώρησης θα ασκείτο έλεγχος της νομιμότητάς τους κατά παράκαμψη της συνταγματικής προθεσμίας των 75 ημερών.  Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο