ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 4 ΑΑΔ 870
25 Σεπτεμβρίου, 2001
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΟΣ ΜΟΥΡΤΟΥΒΑΝΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 561/1999)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Σχέδια υπηρεσίας ― Διαδικασία έκδοσής τους ― Νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο ― Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Αρχή της ισότητας ― Σχέδια υπηρεσίας ― Η διεύρυνση των όρων του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας δεν παραβίαζε την αρχή της ισότητας.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Προσόντα ― Χρόνος απόκτησης μεταπτυχιακού ― Κρίσιμος ο χρόνος αποφοίτησης και όχι αυτός της τυπικής τελετής απονομής του τίτλου.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι ακυρώσεως ― Η απαίτηση εξειδίκευσής τους στο δικόγραφο της Αιτήσεως ― Δεν ικανοποιούνταν στην κριθείσα περίπτωση ― Συνέπειες.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Προφορική εξέταση ― Περιστάσεις της νομιμότητας διεξαγωγής και συνυπολογισμού της στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής επεδίωξε την ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Διοικητικού Λειτουργού.
Ο αιτητής, ένας από τους προσοντούχους υποψηφίους, προσέβαλε την απόφαση με αναφορά σε όλους τους διορισθέντες αλλά εν τέλει περιόρισε την προσφυγή του σε μόνο το μέρος που αφορά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Μαρία Γ. Ανδρέου, Μιλτιάδη Ελιώτη, Γιώργο Ματθαιόπουλο, Νεόφυτο Νεοφύτου και Χρυστάλλα Χρίστου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η υπό του Υπουργικού Συμβουλίου έκδοση κανονισμών εξουσιοδοτείται και ρυθμίζεται μόνο από τον Νόμο και δεν ήταν δυνατό να υπαχθεί σε προηγουμένως εκδοθέντα Κανονισμό που να αυτοπεριόριζε την εξουσία ακόμα και ως προς την ακολουθητέα διαδικασία. Κανένας μεταγενέστερος Κανονισμός δεν μπορεί να έχει υπόσταση μικρότερη από προηγούμενο. Ισχύει οπωσδήποτε ο μεταγενέστερος. Και αυτό αποτελεί τον ερμηνευτικό οδηγό σε περίπτωση σύγκρουσης ή ασυνέπειας μεταξύ τους. Ο Καν. 6 των Κανονισμών του 1991, ορθά ερμηνευόμενος, δεν απέβλεπε στον οποιοδήποτε περιορισμό της εξουσίας που το Άρθρο 27 του Νόμου παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά στον καθορισμό του τρόπου με τον οποίο ενεργεί η οικεία αρμόδια αρχή για να θέσει ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, προς έγκριση, σχέδιο υπηρεσίας ή πρόταση για τροποποίηση σχεδίου υπηρεσίας.
2. Ως προς το ζήτημα της ισότητας, δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε πρόβλημα στη διεύρυνση των όρων του σχεδίου υπηρεσίας με αναφορά σε ό,τι αρμοδίως θεωρήθηκε ότι ανταποκρίνεται στις ανάγκες της θέσης. Η ισότητα πλέον κρίνεται όχι βάσει εσωγενών συγκρίσεων των αντίστοιχων προσόντων αλλά βάσει της ίσης δυνατότητας που προσφέρεται στον καθένα να είναι υποψήφιος με τα εν λόγω προσόντα.
3. Για τον Ν. Νεοφύτου, ο αιτητής υπέβαλε ότι το μεταπτυχιακό "Master in Business Administration", βάσει του οποίου θεωρήθηκε προσοντούχος, αποκτήθηκε μετά τις 12 Ιανουαρίου 1998, τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων. Στην πραγματικότητα ο Ν. Νεοφύτου απεφοίτησε τον Δεκέμβριο του 1997 έχοντας συμπληρώσει τις σπουδές του το φθινόπωρο του ίδιου έτους· και αυτά τα στοιχεία υπήρχαν στο φάκελό του. Ο χρόνος της τυπικής τελετής απονομής δεν είχε επομένως σημασία.
4. Σχετικά με την Χρ. Χρίστου, η οποία κατείχε πτυχίο του Πανεπιστημίου Κύπρου στη Δημόσια Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων-Λογιστική, ο αιτητής υπέβαλε ότι αυτό το πτυχίο δεν την καθιστούσε προσοντούχο αφού η Λογιστική δεν περιλαμβανόταν στο σχέδιο υπηρεσίας ως ένα από τα καθορισθέντα θέματα σπουδών. Η Χρ. Χρίστου κρίθηκε προσοντούχος επειδή, όπως σημειώθηκε, προέκυπτε από τις αναλυτικές καταστάσεις σπουδών και επιβεβαιωνόταν από τον Οδηγό Σπουδών του Πανεπιστημίου, ότι στην ουσία το πτυχίο της ήταν σε θέματα του σχεδίου υπηρεσίας, ήτοι, Διοίκηση Επιχειρήσεων και Δημόσια Διοίκηση ενώ η Λογιστική δεν αποτελούσε παρά μόνο μια εξειδίκευση. Η προσέγγιση αυτή είναι εφικτή. Θα μπορούσε ακόμα να γίνει δεκτή η λογιστική ως επιμέρους πτυχή των "οικονομικών επιστημών" που επίσης αποτελούσαν ένα από τα θέματα που καθορίζονταν στο σχέδιο υπηρεσίας.
5. Με την γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του αιτητή, διατυπώθηκε παράπονο σχετικά με τον αριθμό των υποψηφίων που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Το παράπονο συνίσταται στο ότι εφόσον στους υποψηφίους περιλαμβάνονταν και μερικοί για τους οποίους θα εφαρμόζονταν οι πρόνοιες του περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμου του 1997 (Ν. 55(Ι)/97) όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 100(Ι)/98 και στους οποίους θα αντιστοιχούσαν δύο θέσεις, αυτές οι θέσεις θα έπρεπε να είχαν αφαιρεθεί από τον ολικό αριθμό θέσεων, οπότε θα παρέμεναν μόνο είκοσι για τους άλλους και ο αριθμός των συστηθέντων θα ήταν επομένως ογδόντα, όχι ογδόντα οκτώ, με αποτέλεσμα να μην συστηνόταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Μαρία Γ. Ανδρέου που ήταν 85η σε σειρά. Τέτοιο ζήτημα δεν εξειδικεύθηκε όμως στα νομικά σημεία της προσφυγής. Η γενική αναφορά σε απόφαση ".... που λήφθηκε κατά διαδικασία που πάσχει από πλάνη ή παρανομία από προηγηθέντα προπαρασκευαστικά στάδια" δεν είναι αρκετή όπως δεν θα ήταν βέβαια αρκετή η γενική αναφορά σε μη νομιμότητα της τελικής απόφασης λόγω κάποιας πλημμέλειας όταν αυτή δεν διευκρινίζεται.
6. Η άποψη του αιτητή ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα προέκυψε από το ότι ο κατάλογος προσόντων που είχε καταρτίσει η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν περιλάμβανε ορισμένες λεπτομέρειες ήτοι το βαθμό του πτυχίου του αιτητή και των ενδιαφερομένων μερών Μ. Ελιώτη, Ν. Νεοφύτου και της Μ.Γ. Ανδρέου, όπως και το βαθμό απολυτηρίου Μέσης Εκπαίδευσης της τελευταίας, και το ότι ο αιτητής είχε περάσει και κάποιες κυβερνητικές εξετάσεις. Η Ε.Δ.Υ. είχε όμως τους ίδιους τους φακέλους που περιείχαν όλα τα στοιχεία και ρητά ανέφερε ότι έλαβε υπόψη το περιεχόμενό τους. Δεν μπορεί λοιπόν να υποτεθεί έλλειψη δέουσας έρευνας. Οι υποδειχθείσες λεπτομέρειες ήταν εν προκειμένω επουσιώδεις και δεν θα μπορούσαν λογικά να είχαν επιδράσει στο αποτέλεσμα.
7. Ως προς την προφορική εξέταση, η εξήγηση την οποία η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε για τον αντίστοιχο χαρακτηρισμό επιπέδου ήταν σύντομη αλλά επαρκής, η δε ανομοιόμορφη αναφορά σε επιμέρους πτυχές εξέφραζε φυσιολογικά ό,τι κατά κύριο λόγο προέκυψε στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με αναφορά και στις υποβληθείσεις ερωτήσεις οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ήταν όμοιες για όλους τους υποψηφίους δεδομένης της μεγάλης χρονικής έκτασης που προσέλαβε η εξέταση τόσο μεγάλου αριθμού υποψηφίων.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημητρίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 197,
Χ"Ζήνωνος v. Κτηνιατρικού Συμβουλίου Κύπρου κ.ά. (2000) 4 Α.Α.Δ. 471,
Ανδρεάδης v. Δήμου Στροβόλου, Υπόθ. Αρ. 606/99, ημερ. 27.4.2001,
Πούρος κ.ά. v. Δημοκρατίας κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τον αιτητή κατά του διορισμού πέντε ενδιαφερομένων μερών στη θέση Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού.
Χρ. Λειβαδιώτου, για τον Αιτητή.
Α. Μαρκίδης με Δ. Κούσιου-Χρυσανδρέα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Σ. Ανδρέου, για τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα Μαρία Γ. Ανδρέου, Μιλτιάδη Ελιώτη, Γιώργο Ματθαιόπουλο, Νεόφυτο Νεοφύτου και Χρυστάλλα Χρίστου.
Cur. adv. vult.
NIKOΛΑΟΥ, Δ.: Με απόφαση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 12 Φεβρουαρίου 1999, αρ. Γνωστοποίησης 572, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας προέβη στην πλήρωση είκοσι δύο θέσεων Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού.
Ο αιτητής, ένας από τους προσοντούχους υποψηφίους, προσέβαλε την απόφαση με αναφορά σε όλους τους διορισθέντες αλλά εν τέλει περιόρισε την προσφυγή του σε μόνο το μέρος που αφορά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Μαρία Γ. Ανδρέου, Μιλτιάδη Ελιώτη, Γιώργο Ματθαιόπουλο, Νεόφυτο Νεοφύτου και Χρυστάλλα Χρίστου.
Υποβλήθηκαν οκτακόσιες πενήντα εννέα αιτήσεις. Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε μεταξύ άλλων και επιτυχία σε ειδικό γραπτό διαγωνισμό, ο οποίος διεξήχθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Αποτελείτο από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, οι πεντακόσιοι πενήντα πέντε υποψήφιοι που προσήλθαν εξετάστηκαν στα Ελληνικά και Αγγλικά για να διαπιστωθεί αν κατείχαν τις γλώσσες στο αντίστοιχο απαιτούμενο επίπεδο και αν, επιπλέον, κατείχαν την επίσης απαιτούμενη ικανότητα σύνταξης επιστολών, υπομνημάτων, εκθέσεων κτλ. με σαφήνεια και ταχύτητα. Στο δεύτερο μέρος, από τους διακόσιους είκοσι δύο υποψηφίους που πέτυχαν στο πρώτο, οι διακόσιοι δεκατρείς παρουσιάστηκαν και υποβλήθηκαν σε τεστ ειδικών ικανοτήτων για να διαπιστωθεί αν κατείχαν και σε ποιο βαθμό συγκεκριμένες ικανότητες που απαιτούνταν ή σχετίζονταν με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης. Εξ αυτών πέτυχαν εκατόν είκοσι οκτώ υποψήφιοι που κρίθηκαν, ως προς όλα τα απαιτούμενα, προσοντούχοι. Η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε τους ογδόντα οκτώ - αριθμό τετραπλάσιο των υπό πλήρωση θέσεων - με την ψηλότερη συνολική βαθμολογία. Ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα συγκαταλέγονταν ανάμεσα στους συστηθέντες με την εξής βαθμολογική κατάταξη:
Αιτητής: 51,03 79ος
Μαρία Γ. Ανδρέου 50,48 85η
Μιλτιάδης Ελιώτης 58,19 18ος
Γιώργος Ματθαιόπουλος 55,63 33ος
Νεόφυτος Νεοφύτου 52,32 64ος
Χρυστάλλα Χρίστου 52,93 57η
Η Ε.Δ.Υ. κάλεσε τους συστηθέντες σε προφορική εξέταση. Προσήλθαν 75 οι οποίοι εξετάστηκαν σε δώδεκα διαφορετικές ημερομηνίες. Στην εξέταση παρευρίσκετο και ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού για να βοηθήσει την Ε.Δ.Υ. στο έργο της. Τις εντυπώσεις της για την απόδοση του αιτητή και των ενδιαφερομένων προσώπων η Ε.Δ.Υ. τις σημείωσε ως εξής:
Αιτητής: Καλός
Μαρία Γ. Ανδρέου: Πάρα πολύ καλή
Μιλτιάδης Ελιώτης: Πάρα πολύ καλός
Γιώργος Ματθαιόπουλος: Πάρα πολύ καλός
Νεόφυτος Νεοφύτου: Πάρα πολύ καλός
Χρυστάλλα Χρίστου: Σχεδόν πάρα πολύ καλή
Επειδή το σχέδιο υπηρεσίας προνοούσε ότι "Πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία θα αποτελεί πλεονέκτημα" η Ε.Δ.Υ., αφού κατηύθυνε την προσοχή της στο θέμα, κατέληξε, όπως και η Συμβουλευτική Επιτροπή, ότι κανένας από τους υπό κρίση υποψηφίους δεν διέθετε το πλεονέκτημα.
Εν συνεχεία η Ε.Δ.Υ., προτού προβεί στην επιλογή των καταλληλοτέρων, εξέτασε ζήτημα εφαρμογής του περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμου του 1997 (Ν. 55(Ι)/97) όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 100(Ι)/98. Διαπίστωσε πως τέσσερεις από τους υποψηφίους ευνοούνταν από τον Νόμο και έκρινε πως οι δύο από τις είκοσι δύο θέσεις - το προβλεπόμενο ποσοστό είναι 10% - θα έπρεπε να πληρωθούν με επιλογή μεταξύ των τεσσάρων δικαιούχων υποψηφίων. Έπραξε δε ανάλογα.
Έπειτα η Ε.Δ.Υ. προχώρησε στην πλήρωση των υπολοίπων είκοσι θέσεων. Προέβη σε επιλογή και, για την κάθε περίπτωση, εξήγησε συνοπτικά τους λόγους για την προτίμηση. Ας σημειωθεί ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Χρυστάλλα Χρίστου επελέγη ως επιλαχούσα και διορίστηκε μετά που ένας εκ των πρώτων είκοσι επιλεγέντων δεν αποδέχθηκε διορισμό.
Ο αιτητής κατ' αρχάς έθεσε υπό αμφισβήτηση τη Σημείωση στην παράγραφο 3(1) του σχεδίου υπηρεσίας, βάσει της οποίας τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Μιλτιάδης Ελιώτης και Νεόφυτος Νεοφύτου θεωρήθηκαν προσοντούχοι με το μεταπτυχιακό. Παραθέτω ολόκληρη την πρόνοια:
"3. Απαιτούμενα προσόντα:
(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών:
Δημόσια Διοίκηση, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Διοίκηση Προσωπικού, Οικονομικές Πολιτικές ή Κλασικές Επιστήμες, Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law), Δημόσιες Σχέσεις, Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Φιλοσοφία, Φιλολογία, Ιστορία.
Σημ.: Ο όρος πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο."
Η Σημείωση προσετέθη στο σχέδιο ως αποτέλεσμα τροποποίησης με τους περί Σχεδίων Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς του 1995 (Σ.Υ. 11/95) οι οποίοι εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει των Άρθρων 27 και 87 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) όπως τροποποιήθηκε. Με το άρθρο 87 προβλέπεται γενικά η έκδοση Κανονισμών "για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου ..... και γενικά για τη ρύθμιση κάθε θέματος που αφορά την Επιτροπή, τη δημόσια υπηρεσία και τους δημόσιους υπαλλήλους" ενώ με το άρθρο 27 προβλέπεται ειδικότερα η κατάρτιση, από το Υπουργικό Συμβούλιο, σχεδίων υπηρεσίας που εκδίδονται με κανονισμούς δυνάμει του άρθρου 87(3). Στους Κανονισμούς του 1995 διαλαμβάνονταν τα ακόλουθα:
"2. Στα Σχέδια Υπηρεσίας των δημόσιων θέσεων για τις οποίες απαιτείται Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος, προστίθεται ως Σημείωση η πιο κάτω πρόνοια:
"Ο όρος Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο".
3. Με τους παρόντες Κανονισμούς τροποποιούνται ανάλογα οι Κανονισμοί που έχουν θεσπιστεί αναφορικά με τα Σχέδια Υπηρεσίας επηρεαζόμενων θέσεων."
Ο αιτητής προέβαλε, πρώτο, ότι οι εν λόγω Κανονισμοί του 1995 ήταν ultra vires διότι, καθώς φαίνεται, δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται από τον Καν. 6 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικών) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91)* οι οποίοι είχαν εκδοθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 87 του Νόμου· και, δεύτερο, ότι αυτοί ήταν ούτως ή άλλως αντισυνταγματικοί ως αντίθετοι με την αρχή της ισότητας αφού το μικρότερης χρονικής διάρκειας μεταπτυχιακό στα καθορισθέντα θέματα εξισωνόταν με το μεγαλύτερης διάρκειας πρώτο πτυχίο.
Νομίζω πως επιδέχονται και τα δύο αυτά ζητήματα σύντομης απάντησης. Όπως υπέδειξε ο Γενικός Εισαγγελέας, η υπό του Υπουργικού Συμβουλίου έκδοση κανονισμών εξουσιοδοτείται και ρυθμίζεται μόνο από τον Νόμο και δεν ήταν δυνατό να υπαχθεί σε προηγουμένως εκδοθέντα Κανονισμό που να αυτοπεριόριζε την εξουσία ακόμα και ως προς την ακολουθητέα διαδικασία. Κανένας μεταγενέστερος Κανονισμός δεν μπορεί να έχει υπόσταση μικρότερη από προηγούμενο. Ισχύει οπωσδήποτε ο μεταγενέστερος. Και αυτό αποτελεί τον ερμηνευτικό οδηγό σε περίπτωση σύγκρουσης ή ασυνέπειας μεταξύ τους. Προσθέτω εν προκειμένω και την άποψη ότι ο Καν. 6 των Κανονισμών του 1991, ορθά ερμηνευόμενος, δεν απέβλεπε στον οποιοδήποτε περιορισμό της εξουσίας που το άρθρο 27 του Νόμου παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά στον καθορισμό του τρόπου με τον οποίο ενεργεί η οικεία αρμόδια αρχή για να θέσει ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, προς έγκριση, σχέδιο υπηρεσίας ή πρόταση για τροποποίηση σχεδίου υπηρεσίας. Ως προς το ζήτημα της ισότητας, δεν διακρίνω οποιοδήποτε πρόβλημα στη διεύρυνση των όρων του σχεδίου υπηρεσίας με αναφορά σε ό,τι αρμοδίως θεωρήθηκε ότι ανταποκρίνεται στις ανάγκες της θέσης. Η ισότητα πλέον κρίνεται όχι βάσει εσωγενών συγκρίσεων των αντίστοιχων προσόντων αλλά βάσει της ίσης δυνατότητας που προσφέρεται στον καθένα να είναι υποψήφιος με τα εν λόγω προσόντα.
Προβλήθηκαν και άλλοι επιμέρους λόγοι για να πληγεί η υποψηφιότητα των Μ. Ελιώτη και Ν. Νεοφύτου όπως και της Χρ. Χρίστου. Ο Μ. Ελιώτης, ο οποίος ήταν κάτοχος πτυχίου πολιτικού μηχανικού και μεταπτυχιακού στη μηχανολογία, κρίθηκε προσοντούχος βάσει μεταπτυχιακού διπλώματος του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (1995-1997) σε "Organizational Behaviour". Ο αιτητής υπέβαλε ότι η Ε.Δ.Υ. δεν διεξήγαγε δέουσα έρευνα προκειμένου να διαπιστώσει ότι αυτό το μεταπτυχιακό ήταν σε θέμα ή θέματα του σχεδίου υπηρεσίας. Παρατηρώ όμως ότι η Ε.Δ.Υ. είχε το αναγκαίο υλικό. Επιστολή του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, ημερ. 22 Σεπτεμβρίου 1998, εξέθετε το περιεχόμενο σπουδών το οποίο, καθώς μου φαίνεται, προδήλως ενέπιπτε στα προβλεπόμενα. Επομένως η κατάληξη ήταν δικαιολογημένη. Για τον Ν. Νεοφύτου, ο αιτητής υπέβαλε ότι το μεταπτυχιακό "Master in Business Administration", βάσει του οποίου θεωρήθηκε προσοντούχος, αποκτήθηκε μετά τις 12 Ιανουαρίου 1998, τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων. Στην πραγματικότητα ο Ν. Νεοφύτου απεφοίτησε τον Δεκέμβριο του 1997 έχοντας συμπληρώσει τις σπουδές του το φθινόπωρο του ίδιου έτους· και αυτά τα στοιχεία υπήρχαν στο φάκελό του. Ο χρόνος της τυπικής τελετής απονομής δεν είχε επομένως σημασία: βλ. Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (1993) 4 Α.Α.Δ. 197 και Χ"Ζήνωνος ν. Κτηνιατρικού Συμβουλίου Κύπρου κ.ά. (2000) 4 Α.Α.Δ. 471. Σχετικά με την Χρ. Χρίστου, η οποία κατείχε πτυχίο του Πανεπιστημίου Κύπρου στη Δημόσια Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων-Λογιστική, ο αιτητής υπέβαλε ότι αυτό το πτυχίο δεν την καθιστούσε προσοντούχο αφού η Λογιστική δεν περιλαμβανόταν στο σχέδιο υπηρεσίας ως ένα από τα καθορισθέντα θέματα σπουδών. Η Χρ. Χρίστου κρίθηκε προσοντούχος επειδή, όπως σημειώθηκε, προέκυπτε από τις αναλυτικές καταστάσεις σπουδών και, καθώς παρατηρώ, επιβεβαιωνόταν από τον Οδηγό Σπουδών του Πανεπιστημίου, ότι στην ουσία το πτυχίο της ήταν σε θέματα του σχεδίου υπηρεσίας, ήτοι, Διοίκηση Επιχειρήσεων και Δημόσια Διοίκηση ενώ η Λογιστική δεν αποτελούσε παρά μόνο μια εξειδίκευση. Θεωρώ αυτή την προσέγγιση εφικτή. Να προσθέσω δε πως θα ήμουν διατεθειμένος ακόμα και να δεχθώ τη λογιστική ως επιμέρους πτυχή των "οικονομικών επιστημών" που επίσης αποτελούσαν ένα από τα θέματα που καθορίζονταν στο σχέδιο υπηρεσίας, διακρίνοντας αυτή την περίπτωση από εκείνη που πρόσφατα με απασχόλησε στη Νικόλα Ανδρεάδη ν. Δήμου Στροβόλου, Υπόθ. Αρ. 606/99, ημερ. 27 Απριλίου 2001, όπου εξέφρασα την άποψη ότι πτυχίο "B.A. in Accounting and Financial Management" δεν ταυτιζόταν αυτοδήλως με απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για πτυχίο στα "Οικονομικά".
Με την γραπτή αγόρευση της συνηγόρου του αιτητή, διατυπώθηκε παράπονο σχετικά με τον αριθμό των υποψηφίων που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Το παράπονο συνίσταται στο ότι εφόσον στους υποψηφίους περιλαμβάνονταν και μερικοί για τους οποίους θα εφαρμόζονταν οι πρόνοιες του περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμου του 1997 (Ν. 55(Ι)/97) όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 100(Ι)/98 και στους οποίους θα αντιστοιχούσαν δύο θέσεις, αυτές οι θέσεις θα έπρεπε να είχαν αφαιρεθεί από τον ολικό αριθμό θέσεων, οπότε θα παρέμεναν μόνο είκοσι για τους άλλους και ο αριθμός των συστηθέντων θα ήταν επομένως ογδόντα, όχι ογδόντα οκτώ, με αποτέλεσμα να μην συστηνόταν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Μαρία Γ. Ανδρέου που ήταν 85η σε σειρά. Τέτοιο ζήτημα δεν εξειδικεύθηκε όμως στα νομικά σημεία της προσφυγής. Η γενική αναφορά σε απόφαση ".... που λήφθηκε κατά διαδικασία που πάσχει από πλάνη ή παρανομία από προηγηθέντα προπαρασκευαστικά στάδια" δεν είναι αρκετή όπως δεν θα ήταν βέβαια αρκετή η γενική αναφορά σε μη νομιμότητα της τελικής απόφασης λόγω κάποιας πλημμέλειας όταν αυτή δεν διευκρινίζεται. Επομένως δεν θα προχωρήσω σε εξέταση του ζητήματος.
Ο αιτητής έθεσε αριθμό ζητημάτων ως προς τον τρόπο με τον οποίο η Ε.Δ.Υ. προσήγγισε το έργο της. Προέβαλε (α) ότι η Ε.Δ.Υ. δεν διεξήγαγε δέουσα έρευνα αναφορικά με όλα τα προσόντα των υποψηφίων· (β) ότι δεν αιτιολόγησε δεόντως την εντύπωσή της αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση και ότι κατά την τελική αξιολόγηση αποδόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση· και (γ) ότι γενικότερα δεν αιτιολόγησε την τελική της απόφαση.
Η άποψη του αιτητή ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα προέκυψε από το ότι ο κατάλογος προσόντων που είχε καταρτίσει η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν περιλάμβανε ορισμένες λεπτομέρειες ήτοι το βαθμό του πτυχίου του αιτητή και των ενδιαφερομένων μερών Μ. Ελιώτη, Ν. Νεοφύτου και της Μ.Γ. Ανδρέου, όπως και το βαθμό απολυτηρίου Μέσης Εκπαίδευσης της τελευταίας, και το ότι ο αιτητής είχε περάσει και κάποιες κυβερνητικές εξετάσεις. Η Ε.Δ.Υ. είχε όμως τους ίδιους τους φακέλους που περιείχαν όλα τα στοιχεία και ρητά ανέφερε ότι έλαβε υπόψη το περιεχόμενό τους. Δεν μπορεί λοιπόν να υποτεθεί έλλειψη δέουσας έρευνας. Πέρα από αυτό, παρατηρώ ότι οι υποδειχθείσες λεπτομέρειες ήταν εν προκειμένω επουσιώδεις και δεν θα μπορούσαν λογικά να είχαν επιδράσει στο αποτέλεσμα.
Ως προς την προφορική εξέταση, δεν συμμερίζομαι την άποψη είτε ότι οι εντυπώσεις της Ε.Δ.Υ. δεν ήταν αιτιολογημένες είτε ότι αποδόθηκε σ' αυτές υπέρμετρη βαρύτητα: βλ. Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374. Η εξήγηση την οποία η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε για τον αντίστοιχο χαρακτηρισμό επιπέδου ήταν σύντομη αλλά επαρκής, η δε ανομοιόμορφη αναφορά σε επιμέρους πτυχές εξέφραζε φυσιολογικά ό,τι κατά κύριο λόγο προέκυψε στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με αναφορά και στις υποβληθείσεις ερωτήσεις οι οποίες, καθώς επεσήμανε η συνήγορος της Δημοκρατίας, δεν θα μπορούσαν να ήταν όμοιες για όλους τους υποψηφίους δεδομένης της μεγάλης χρονικής έκτασης που προσέλαβε η εξέταση τόσο μεγάλου αριθμού υποψηφίων. Ούτε και διακρίνω οποιαδήποτε υπερβολή στη σημασία που η Ε.Δ.Υ. φαίνεται να έδωσε στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, σε σχέση με την οποία το παράπονο του αιτητή επικεντρώνεται στην προτίμηση της Ε.Δ.Υ. για τη Μαρία Γ. Ανδρέου η οποία στον γραπτό διαγωνισμό πήρε βαθμό 50,48 έναντι 51,03 του αιτητή αλλά στην προφορική εξέταση χαρακτηρίστηκε ως "πάρα πολύ καλή" ενώ ο αιτητής μόνο ως "καλός".
Τέλος, γενικότερα ως προς την τελική απόφαση, το πρακτικό αποκαλύπτει ότι κατά την αξιολόγηση η Ε.Δ.Υ. προέβη σε σύγκριση και στάθμιση με ευλόγως επιτρεπτά αποτελέσματα και θεωρώ την τελική απόφαση δεόντως αιτιολογημένη.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Η�προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.