ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 4 ΑΑΔ 326
11 Μαΐου, 2001
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΧΩΡΑΤΤΑΣ,
2. ΚΥΠΡΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
3. ΦΡΙΞΟΣ ΚΟΓΚΟΡΟΖΗ,
Αιτητές,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΙΤΗΡΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 654/2000)
Έννομο Συμφέρον ― Υποψηφίου για προαγωγή να προσβάλλει την προαγωγή άλλου ανεξάρτητα εάν ο ίδιος είναι προσοντούχος για προαγωγή ή όχι.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Δέουσα έρευνα ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Διερεύνηση της κατοχής του προσόντος γνώσης γλώσσας από το διορίζον όργανο ― Δεν είναι ασφαλές για οποιοδήποτε διορίζον όργανο να βασίζεται στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού ιδρύματος το οποίο χορήγησε ένα πιστοποιητικό.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι ακύρωσης ― Εξέταση όλων των εγειρομένων στην προσφυγή λόγων ακυρώσεως παρά την κρίση περί βασιμότητας ενός εξ αυτών στα πλαίσια παιδαγώγησης της διοίκησης διά του ακυρωτικού ελέγχου.
Διοικητικό Δίκαιο ― Προαγωγές ― Ίση μεταχείριση των υποψηφίων ― Παραβίασή της σε περίπτωση που τα ανατεθέντα σε υποψήφιο προσόντα επαυξάνουν τελικά τις πιθανότητές του για προαγωγή ― Νομολογιακά πορίσματα και περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε στην εξετασθείσα υπόθεση ότι η διαμόρφωση υπεροχής υπέρ του προαχθέντος λόγω της φύσεως των καθηκόντων που εκτελούσε συνιστούσε λόγο ακυρώσεως.
Διοικητική Πράξη ― Αιτιολογία ― Αντιφατική αιτιολογία ― Περιστάσεις πάσχουσας σύστασης για προαγωγή στην κριθείσα περίπτωση λόγω του ότι περιείχε αντιφατική αιτιολογία.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Διαμόρφωση με τη σύσταση υπεροχής του προαχθέντος εκτός του θεσμοθετημένου πλαισίου αξιολόγησης ― Συνέπειες.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι ακυρώσεως ― Βάρος αποδείξεως ― Το φέρει ο αιτητής ― Περιστάσεις υπό τις οποίες λόγος ακυρώσεως δεν εξετάστηκε στην κριθείσα περίπτωση εξ αιτίας παραλείψεως των αιτητών να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου τα απαραίτητα έγγραφα προς απόφασή του ― Περαιτέρω παράλειψη των αιτητών να εξειδικεύσουν άλλο λόγο ακύρωσης οδήγησε επίσης στην μη εξέτασή του από το Δικαστήριο.
Οι αιτητές προσέβαλαν την κατ' επανεξέταση προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Επαρχιακού Διευθυντή η οποία είχε επανελλημμένα ακυρωθεί κυρίως λόγω της μη έγκυρης διαπίστωσης της κατοχής από τον προαχθέντα του απαραίτητου προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι αναγνωρίστηκε παρόμοιο τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής Γλώσσας υπέρ των αιτητών αρ. 1 και 2 δε βρίσκει έρεισμα στο ενώπιον του Δικαστηρίου υλικό. Οι δύο αυτοί αιτητές κατέχουν διαφορετικά προσόντα. Κατέχουν το "Intercollege Certificate, Professional English - Intermediate II, 1990" ενώ το Ε.Μ. κατέχει το "Palace College, Professional English - Intermediate I, 1991".
Εφόσον τα προσόντα των δύο αιτητών δεν ήταν ταυτόσημα δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αναγνώριση τεκμηρίου. Χωρίς να αποφασίζεται, γιατί δεν παρίσταται ανάγκη, κατά πόσο οι τρεις αιτητές κατέχουν το σχετικό προσόν, εν όψει της νομολογίας οι αιτητές αυτοί έχουν έννομο συμφέρον, δυνάμει του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος, γιατί λόγω της επίδικης προαγωγής το Ε.Μ. έχει καταστεί ανώτερός τους και γιατί ισχυρίζονται ότι ο προαχθείς δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης.
2. Δεν είναι ασφαλές για οποιοδήποτε διορίζον όργανο να βασίζεται πάνω στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού ιδρύματος το οποίο έχει χορηγήσει ένα πιστοποιητικό. Η αξιολόγηση πρέπει να γίνεται από ανεξάρτητο σώμα όπως π.χ. το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, με αναφορά στο περιεχόμενο της διδακτέας ύλης και στο επίπεδο της εξέτασης στην οποία είχε υποβληθεί ο επηρεαζόμενος για την απόκτηση του σχετικού πιστοποιητικού. Επομένως η κρίση για την κατοχή του επίδικου προσόντος από το Ε.Μ. ήταν το αποτέλεσμα ατελούς και ανεπαρκούς έρευνας με συνέπεια να οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
3. Παρόλο ότι για τους λόγους που έχουν δοθεί στη Republic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594, 687, 688 (απόφαση της Ολομέλειας) δεν είναι απαραίτητη η εξέταση των άλλων λόγων ακύρωσης, υπό τις ειδικές περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, θεωρείται σκόπιμη η εξέταση και των άλλων λόγων ακύρωσης. Η αίτηση ακυρώσεως "είναι το μέσο προς θεραπεία της αντικειμενικής νομιμότητας, το μέσο παιδαγωγήσεως της Διοικήσεως στην ορθή εφαρμογή του νόμου, το μέσο ελέγχου της Διοικήσεως προς το σκοπό της καλής λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών" (Ι.Δ. Σαρμά "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας", Β΄ έκδοση, σελ. 447-448). Εφόσον το θέμα θα αχθεί ενώπιον της Επιτροπής για τέταρτη φορά θεωρείται σκόπιμη η παράθεση της κρίσης του Δικαστηρίου επί των λόγων ακύρωσης. Αυτό θα βοηθήσει στην καλύτερη λειτουργία της Επιτροπής.
4. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη Διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία τους ανατίθενται.
Στην παρούσα υπόθεση πρόκειται για θέση προαγωγής. Οι αιτητές και το Ε.Μ. βρίσκονται επί της ίδιας κλίμακος (Κλιμ. Α8-9). Τα προσόντα των αιτητών συγκρινόμενα με εκείνα του Ε.Μ. επέτρεπαν στους αιτητές να εκτελούν τα καθήκοντα τα οποία είχαν ανατεθεί στο Ε.Μ. Ωστόσο ο Διευθυντής έχει επιδιώξει, μέσα από την ανάθεση συγκεκριμένων καθηκόντων στο Ε.Μ., να διαμορφώσει υπεροχή υπέρ του τελευταίου. Πρόκειται, όπως έχει ήδη αναφερθεί, για θέση προαγωγής και το ζητούμενο είναι η κατοχή ή μη των προσόντων που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας. Τα τελευταία δεν δίνουν οποιοδήποτε πλεονέκτημα ή προβάδισμα λόγω της φύσης των καθηκόντων που εκτελούσε ένας υποψήφιος. Η πείρα που φέρεται να έχει αποκτήσει το Ε.Μ. ήταν το αποτέλεσμα επιλογών της Διοίκησης και δεν μπορεί να λειτουργήσει εναντίον των αιτητών. Βρίσκονται σε άλλη θέση λόγω και πάλιν των επιλογών της διοίκησης.
Επίσης ο αιτητής 1 έχει επιτύχει στις εξετάσεις ανώτερης λογιστικής ενώ το Ε.Μ. στις εξετάσεις ενδιάμεσης λογιστικής. Ένας, λοιπόν, θα έλεγε ότι ο αιτητής 1 είχε τα ακαδημαϊκά προσόντα σε υπέρτερο βαθμό από το Ε.Μ. για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης Λογιστικού Λειτουργού.
Για τους πιο πάνω λόγους η διαμόρφωση υπεροχής υπέρ του Ε.Μ. λόγω της φύσεως των καθηκόντων που εκτελούσε ο τελευταίος καθιστά τη σύσταση τρωτή και την προσβαλλόμενη απόφαση άκυρη.
5. Περαιτέρω ενώ η εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης λογιστικού λειτουργού μέτρησε υπέρ του Ε.Μ. η εκτέλεση των ιδίων καθηκόντων από τον αιτητή αρ. 2 δεν μέτρησε υπέρ του τελευταίου. Αυτή η αντίφαση καθιστά τη σύσταση αναιτιολόγητη και αποτελεί πρόσθετο λόγο ακύρωσης.
6. Υπάρχει και άλλος λόγος για τον οποίο η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή.
Η προτίμηση του Διευθυντή υπέρ του Ε.Μ. οφείλεται, ανάμεσα σ΄ άλλα, στην υπεροχή του σε ικανότητα, πρωτοβουλία, προθυμία, μεθοδικότητα, αξία, προσόντα και αρχαιότητα. Με εξαίρεση την αρχαιότητά του έναντι των αιτητών 2 και 3, η υπεροχή στις λοιπές ιδιότητες δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων. Αυτό αποτέλεσε και διαπίστωση της Επιτροπής. Υπάρχει, επομένως, αιτιολογία αντίθετη προς τα στοιχεία του φακέλου. Πρόσθετα πλείστες από τις πιο πάνω ιδιότητες αξιολογούνται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Εξέταση των τελευταίων δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε υπεροχή του Ε.Μ. σε σχέση με τις πιο πάνω ιδιότητες. Επομένως ο Διευθυντής έχει με τη σύστασή του διαμορφώσει υπεροχή υπέρ του Ε.Μ. έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και έχει διαμορφώσει εκ των υστέρων νέα κατάσταση σε σχέση με ήδη αξιολογηθέντα στοιχεία στις ετήσιες αξιολογήσεις. Η διαμόρφωση τέτοιας κατάστασης είναι ανεπίτρεπτη.
7. Ο κ. Αγγελίδης έθεσε και θέμα "εάν εχρειάζετο νέα σύσταση αφού αυτή δεν ακυρώθηκε από τις δικαστικές αποφάσεις". Υπέβαλε ότι το ενδεχόμενο να έγινε αχρείαστα εκ νέου σύσταση χάριν ευνοϊκής μεταχείρισης του Ε.Μ. είναι ανοικτό. Ο λόγος αυτός δεν μπορεί να εξεταστεί γιατί οι αιτητές οι οποίοι φέρουν και το σχετικό βάρος δεν έθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου την προηγούμενη σύσταση για να είναι δυνατή η σύγκρισή της με την επίδικη και η εξαγωγή του συμπεράσματος το οποίο εισηγείται ο κ. Αγγελίδης ή οποιοδήποτε άλλο συμπέρασμα.
8. Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Από το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι η Επιτροπή διαπίστωσε υπεροχή του Ε.Μ. σε πείρα σε σχέση με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, σε πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, προθυμία, μεθοδικότητα, χαρακτήρα, προσωπικότητα και διοικητική ικανότητα. Σε σχέση με την πείρα ισχύουν τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω αναφορικά με τη σύσταση του Διευθυντή. Σε σχέση με τις άλλες ιδιότητες, όπως έχει ήδη λεχθεί, πλείστες από αυτές (π.χ. πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, διοικητική ικανότητα) βαθμολογούνται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Οι τελευταίες δεν δίνουν υπεροχή στο Ε.Μ.. Έπεται πως η αιτιολογία είναι αντίθετη προς τα στοιχεία των φακέλων και σαν τέτοια είναι τρωτή.
9. Ο κ. Αγγελίδης έχει προωθήσει ακόμη ένα λόγο ακύρωσης. Έθεσε θέμα παρουσίας μη μελών της Επιτροπής κατά τη λήψη της απόφασης και μη εξήγησης της απουσίας μελών της Επιτροπής. Δεν έδωσε, ως όφειλε, λεπτομέρειες της εισήγησης του. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να εξεταστεί.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κογκορόζης κ.ά. v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1998) 4 Α.Α.Δ. 414,
Κυπριανού κ.ά. v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 793/98 κ.ά., ημερ. 25.11.1999,
Κουτσού v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4508,
Panayides v. Republic (1973) 3 C.L.R. 378,
Christodoulou a.o. v. CY.T.A. (1973) 3 C.L.R. 695,
Κυριάκου κ.ά. v. Α.ΤΗ.Κ. (Αρ.1) (1991) 4 Α.Α.Δ. 1443,
Panayides v. Republic (1973) 3 C.L.R. 378,
Christodoulou a.o. v. Cyprus Telecommunications Authority (1973) 3 C.L.R. 695,
Frangides a.o. v. Republic (1968) 3 C.L.R. 90,
Republic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594,
Γεωργιάδης v. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249,
Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089,
Δρουσιώτη v. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2907,
Στεφάνου v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3004,
Δημοκρατία v. Ιακωβίδη κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 207,
Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 626,
Κουάλης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 742,
Iacovides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 212,
Savva v. Republic (1980) 3 C.L.R. 675.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τους αιτητές κατά της απόφασης ημερ. 27/3/00, με την οποία, κατόπιν τρίτης επανεξέτασης, προήγαγε το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Επαρχιακού Διευθυντή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Αλ. Λυκούργου για Α. Τριανταφυλλίδη, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Την 3.11.95 η Επιτροπή Σιτηρών Κύπρου (η Επιτροπή) αποφάσισε την προαγωγή του Παντελή Αναστασίου (το Ε.Μ.) στη θέση του Επαρχιακού Διευθυντή (η επίδικη θέση). Η προαγωγή εκείνη ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 28.5.98 (Βλ. Κογκορόζης κ.ά. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (1998) 4 Α.Α.Δ. 414). Ο μαναδικός λόγος ακύρωσης ήταν η απουσία δέουσας έρευνας σε σχέση με την κατοχή από το Ε.Μ. του προσόντος της "πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας". Την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση ακολούθησε επανεξέταση του θέματος της πλήρωσης της επίδικης θέσης από την Επιτροπή. Η επανεξέταση οδήγησε και πάλιν στην προαγωγή του Ε.Μ. με απόφαση της Επιτροπής ημερ. 21.7.98.
Η νέα απόφαση ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 25.11.99 για τον ίδιο λόγο (Βλ. Κυπριανού κ.ά. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 793/98, 919/98 και 933/98, ημερ. 25.11.99).
Ακολούθησε και πάλιν επανεξέταση του θέματος της πλήρωσης της επίδικης θέσης από την Επιτροπή "με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της πρώτης απόφασης για πλήρωση της θέσης". Κατά τη συνεδρία του ημερ. 11.2.2000 το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής έδωσε οδηγίες όπως η Υπεπιτροπή Προσωπικού "εξετάσει όλα τα σχετικά στοιχεία, ερευνήσει περαιτέρω το θέμα, εξασφαλίσει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και επαναφέρει το θέμα στο Διοικητικό Συμβούλιο για απόφαση".
Η Υπεπιτροπή Προσωπικού συνεδρίασε στις 15.2.2000. Όσον αφορά το θέμα της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας έκρινε πως έπρεπε να ζητηθούν από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας καθώς και από το Palace College διευκρινίσεις αναφορικά με το επίπεδο γνώσης της Αγγλικής που κατείχε το Ε.Μ.. Σημειώνεται ότι το Ε.Μ. παρουσίασε πιστοποιητικό παρακολούθησης σειράς μαθημάτων στο Palace College με τίτλο Professional English - Intermediate I. Παρουσίασε, επίσης, πιστοποιητικό φοίτησης στο πρώτο και δεύτερο έτος της Αγγλικής Σχολής στα σχολικά έτη 1956-57 και 1957-58.
Την πιο πάνω απόφαση ακολούθησαν επιστολές του Διευθυντή της Επιτροπής προς το Palace College και την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας ημερ. 16.2.2000. Η επιστολή προς το Palace College έχει ως εξής:
"Ο υπάλληλος της Επιτροπής Σιτηρών κ. Παντελής Αναστασίου παρουσίασε πιστοποιητικό παρακολούθησης σειράς μαθημάτων στη Σχολή σας με τίτλο Professional English-Intermediate I. Επισυνάπτεται αντίγραφο του σχετικού πιστοποιητικού.
2. Παρακαλούμε όπως μας πληροφορήσετε, αν είναι δυνατό, για το επίπεδο γνώσης της Αγγλικής που θεωρείτε ότι κατείχε ο πιο πάνω υπάλληλος μας, για να ήταν σε θέση να παρακολουθήσει και να επιτύχει στις σχετικές εξετάσεις για την απόκτηση του πιο πάνω πιστοποιητικού, δηλαδή αν κρίνετε ότι είχε καλή, πολύ καλή ή άριστη γνώση της Αγγλικής γλώσσας."
Η επιστολή προς την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας:
"Ο υπάλληλος της Επιτροπής Σιτηρών κ. Παντελής Αναστασίου παρουσίασε πιστοποιητικό Φοίτησης στο πρώτο και δεύτερο έτος της σχολής σας στα σχολικά έτη 1956-57 και 1957-58 (επισυνάπτεται).
2. Παρακαλούμε όπως μας πληροφορήσετε αν είναι δυνατό, για το επίπεδο γνώσης της αγγλικής που πρέπει να κατείχε ο πιο πάνω υπάλληλος μας για να είναι σε θέση να φοιτήσει στη Σχολή σας αυτά τα δύο σχολικά έτη, δηλαδή αν κρίνετε ότι είχε καλή, πολύ καλή ή άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας."
Το Palace College πληροφόρησε την Επιτροπή ότι "για την παρακολούθηση και επιτυχία στις εξετάσεις για την απόκτηση του πιστοποιητικού Professional English-Intermediate I προϋποθέτει πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο".
Η Αγγλική Σχολή Λευκωσίας εφοδίασε την Επιτροπή με το πιο κάτω πιστοποιητικό ημερ. 17.3.2000:
"This is to confirm that all students of the English School, Nicosia are expected to have reached a level of competence in English Language (both oral and written) equivalent to Intermediate to Higher Intermediate by the end of the 2nd Form."
Σε μετάφραση:
"Επιβεβαιώνεται δια του παρόντος ότι όλοι οι μαθητές της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας αναμένεται να είχαν πετύχει επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας (τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο) ισοδύναμο με το Intermediate προς Higher Intermediate μέχρι το τέλος της 2ας Τάξης."
Η Υπεπιτροπή εξέτασε τις απαντήσεις των πιο πάνω δύο Σχολών κατά τη συνεδρία της ημερ. 20.3.2000. Διατύπωσε την πιο κάτω άποψη:
"Η Υπεπιτροπή έχει την άποψη ότι με την απάντηση που έδωσε η Αγγλική Σχολή Λευκωσίας σχετικά με το πιστοποιητικό της διετούς φοίτησης και το Palace College σχετικά με το πιστοποιητικό Professional English-Intermediate I που κατέχει ο Παντελής Αναστασίου, και αφού ληφθεί δεόντως υπόψη η διετής φοίτηση του στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας, όπου η διδασκαλία και οι εξετάσεις των πλείστων μαθημάτων γίνονται στην αγγλική γλώσσα, τεκμαίρεται ότι ο υπάλληλος αυτός κατέχει πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, όπως απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης."
Η Επιτροπή επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης κατά τη συνεδρία της ημερ. 27.3.2000. Ενώπιον της Επιτροπής τέθηκαν τα πιο πάνω έγγραφα τα οποία είχαν εξασφαλιστεί από την Υπεπιτροπή Προσωπικού αναφορικά με την κατοχή της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας από το Ε.Μ.. Η Επιτροπή αφού "μελέτησε προσεκτικά το περιεχόμενο επιστολής του Palace College ημερομηνίας 21 Φεβρουαρίου, 2000 και επιστολής του English School ημερ. 17 Μαρτίου, 2000 που παρουσίασε η Υπεπιτροπή Προσωπικού σχετικά με το επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας από τον κ. Αναστασίου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτός κατέχει το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο".
Ακολούθως η Επιτροπή επέλεξε ομόφωνα το Ε.Μ. ως τον καταλληλότερο υποψήφιο για την επίδικη θέση. Το σκεπτικό της Επιτροπής φαίνεται στο πιο κάτω απόσπασμα των πρακτικών:
"4.1 Οι πέντε Αρχαιότεροι από τους υποψηφίους οι οποίοι πληρούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα είναι οι Α. Κουγιάλης (1/1/1979), Θ. Χωραττάς (1/1/1979), Π. Αναστασίου (1/6/1983), Κ. Κυπριανού (1/1/1984) και Κ. Μαγκλής (1/12/1984). Όλοι οι υπόλοιποι υποψήφιοι που πληρούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα έχουν ενταχθεί στην θέση με κλίμακα Α8-Α9, που κατείχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, από την 1/12/1988 και μεταγενέστερα και κατά συνέπεια υστερούν κατά πολύ σε αρχαιότητα από τους πέντε προαναφερθέντες υποψηφίους.
4.2 Από τους φακέλους των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων προκύπτει ότι η Γενική Βαθμολογία όλων των υποψηφίων οι οποίοι πληρούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα είναι άριστη με μικρές αποκλίσεις στις επιμέρους βαθμολογίες. Οι πέντε αρχαιότεροι υποψήφιοι που αναφέρονται πιο πάνω έχουν ακόμη πιο παραπλήσιες βαθμολο-γίες με οριακές αποκλίσεις και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κάποιος από αυτούς υπερτερεί στις βαθμολογίες των πέντων ετών. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Α. Κουγιάλης και Θ. Χωραττάς που υπερτερούν σε αρχαιότητα έναντι των τριών υπολοίπων υποψηφίων που αναφέρονται πιο πάνω είναι Ανώτεροι Τεχνικοί και η εμπειρία τους σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης είναι μικρή. Οι υπόλοιποι τρεις υποψήφιοι Π. Αναστασίου, Κ. Κυπριανού και Κ. Μαγκλής καθώς και οι υπόλοιποι υποψήφιοι που πληρούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα έχουν σημαντικά μεγαλύτερη πείρα σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης αφού είναι Αποθηκάριοι ή Λογιστικοί Λειτουργοί, θέσεις με παραπλήσια καθήκοντα με την υπό πλήρωση θέση.
4.3 Όλοι οι υποψήφιοι που πληρούν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα παρουσιάζονται στον Πίνακα 4. Κανένας όμως από αυτούς δεν κατέχει προσόν το οποίο μπορεί να θεωρηθεί σαν πλεονέκτημα με βάση τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης.
4.4 Ο Διευθυντής σύστησε τον κ. Παντελή Αναστασίου, Λογιστικό Λειτουργό Ι σαν τον καλύτερο υποψήφιο για την υπό πλήρωση θέση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο έκρινε ότι η υπέρτερη πείρα του Αναστασίου, η οποία ήταν άμεσα σχετική με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, η πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, προθυμία, μεθοδικότητα, ο χαρακτήρας, η προσωπικότητα και η διοικητική ικανότητα που επέδειξε κατά την άσκηση των καθηκόντων του, στοιχεία τα οποία προκύπτουν τόσο από το περιεχόμενο του προσωπικού του φακέλου και του φακέλου των Υπηρεσιακών Εκθέσεων όσο και από τη σύσταση του Διευθυντή, συνιστούν υπεροχή έναντι των υπολοίπων υποψηφίων. Συγκεκριμένα το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε δεόντως υπόψη τα πιο κάτω αποσπάσματα από τη σύσταση του Διευθυντή:
"4.4.1. Τόσο ο Επαρχιακός Διευθυντής όσο και ο Λογιστικός Λειτουργός 1ης Τάξης επιβλέπουν ή/και εκτελούν μεταξύ άλλων και καθήκοντα σχετικά με την παρακολούθηση των αποθεμάτων, τις πωλήσεις σιτηρών κ.ά.. Να σημειωθεί ότι αυτές οι εργασίες συνιστούν σημαντικό μέρος του συνόλου των εργασιών του Επαρχιακού Διευθυντή. Αντίθετα ο Ανώτερος Τεχνικός υπολείπεται στις αντίστοιχες εμπειρίες.
4.5. Επίσης έκρινε ότι η υπεροχή των Κουγιάλη και Χωρατά σε αρχαιότητα δεν είναι τόσο σημαντική ώστε να αντισταθμίσει την υπεροχή του Π. Αναστασίου όπως περιγράφεται πιο πάνω, αφού και οι πέντε επικρατέστεροι υποψήφιοι έχουν υπηρετήσει πέραν της δεκαετίας στις θέσεις που κατείχαν κατά τον χρόνο λήψης της πρώτης ακυρωθείσας απόφασης για την πλήρωση της θέσης."
Η σύσταση του Διευθυντή.
Σύμφωνα με το Διευθυντή οι επικρατέστεροι υποψήφιοι με βάση την αξία, προσόντα και αρχαιότητα ήταν το Ε.Μ., οι αιτητές Χωραττάς και Κυπριανού και 3 άλλοι υποψήφιοι. Συγκρίνοντας τους 6 υποψηφίους ο Διευθυντής σύστησε για προαγωγή στην επίδικη θέση το Ε.Μ. ως τον καταλληλότερο υποψήφιο. Έλαβε υπόψη την υπεροχή σε αρχαιότητα των Κουγιάλη και Χωραττά οι οποίοι είναι Ανώτεροι Τεχνικοί αλλά έκρινε ότι η υπεροχή του Ε.Μ. σε πείρα σχετική με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης του Επαρχιακού Διευθυντή είναι πιο σημαντική αφού τόσο αυτός όσο και οι δυο Ανώτεροι Τεχνικοί κατείχαν τις παρούσες τους θέσεις (κλίμακα Α8-Α9) πέραν της δεκαετίας. Συγκεκριμένα σημείωσε τα ακόλουθα:
"Τόσο ο Επαρχιακός Διευθυντής όσο και ο Λογιστικός Λειτουργός 1ης Τάξης επιβλέπουν ή/και εκτελούν μεταξύ άλλων και καθήκοντα σχετικά με την παρακολούθηση των αποθεμάτων, τις πωλήσεις σιτηρών κ.ά.. Να σημειωθεί ότι αυτές οι εργασίες συνιστούν σημαντικό μέρος του συνόλου των εργασιών του Επαρχιακού Διευθυντή. Αντίθετα ο Ανώτερος Τεχνικός υπολοίπεται στις αντίστοιχες εμπειρίες."
Συγκρίνοντας το Ε.Μ. με τους άλλους επικρατέστερους υποψηφίους ο Διευθυντής έκρινε ότι το Ε.Μ. υπερέχει σε αρχαιότητα, ικανότητα και πρωτοβουλία για την επίλυση προβλημάτων, την προθυμία και μεθοδικότητα για εκτέλεση των εργασιών που του έχουν ανατεθεί. Ο χαρακτήρας και η προσωπικότητα του Ε.Μ. - κατέληξε ο Διευθυντής - "θα βοηθήσουν στην επιτυχή άσκηση των καθηκόντων που περιγράφονται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης".
Έχοντας υπόψη την αξία, προσόντα και αρχαιότητα ο Διευθυντής έκρινε ότι το Ε.Μ. υπερτερεί όλων των υποψηφίων και είναι ο καταλληλότερος για προαγωγή στη θέση του Επαρχιακού Διευθυντή.
Η προδικαστική ένσταση.
Η Επιτροπή έχει εγείρει προδικαστική ένσταση. Ισχυρίστηκε την έλλειψη νομιμοποίησης του αιτητή αρ. 3 για έγερση της παρούσας προσφυγής.
Έρεισμα της προδικαστικής ένστασης αποτέλεσε η απόφαση της Υπεπιτροπής Προσωπικού (βλ. Πίνακα 4 της ένστασης) ότι ο αιτητής αρ. 3 "δεν πληροί το σχέδιο υπηρεσίας Επαρχιακού Διευθυντή".
Η κα. Λυκούργου, εκ μέρους της Επιτροπής, υπέβαλε ότι από τη στιγμή που ο ίδιος ο αιτητής αρ. 3 έχει κριθεί από την Επιτροπή ως μη προσοντούχος και έχει αποκλεισθεί από την περαιτέρω διαδικασία επιλογής και εφόσον αυτός δεν έχει αμφισβητήσει παραδεκτά και βάσιμα την κρίση αυτή της Επιτροπής, δεν νομιμοποιείται να ασχολείται με τα προσόντα του Ε.Μ.. Ο αιτητής αρ. 3 - συνεχίζει η εισήγηση - δεν δικαιούται "να συμπεριφέρεται ως προσοντούχος υποψήφιος χωρίς να έχει αμφισβητήσει παραδεκτά και βάσιμα (δια των δικογράφων και των γραπτών αγορεύσεων που καταχωρίστηκαν εκ μέρους του) τις αποφάσεις της Επιτροπής και των Οργάνων της που τον έκριναν ως μη προσοντούχο".
Η κα. Λυκούργου υπέβαλε - στη συνέχεια - ότι όλοι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προβάλλουν ως λόγο ακύρωσης την εκ μέρους του Ε.Μ. μη κατοχή του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής εφ' όσον στους μεν αιτητές Θεόδωρο Χωραττά και Κύπρο Κυπριανού αναγνωρίσθηκε τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της αγγλικής κατά τρόπον παρόμοιο, "ο δε αιτητής Φρίξος Κογκορόζης ισχυρίζεται ότι γνωρίζει πολύ καλά ελληνικά επικαλούμενος προσόντα υποδεέστερα αυτών του Ε.Μ.".
Συγκεκριμένα, στους αιτητές Θ. Χωραττά και Κ. Κυπριανού αποδόθηκε πολύ καλή γνώση της αγγλικής ως κατόχων πιστοποιητικού του Intercollege, Professional English - Intermediate II. Ο δε αιτητής Φρ. Κογκορόζης διεκδικεί πολύ καλή γνώση της αγγλικής με βάση το πιστοποιητικό G.C.E. Modern Greek "O" Level.
Δεν επιτρέπεται στους αιτητές να αμφισβητούν την νομιμότητα των αποφάσεων της Επιτροπής περί της ύπαρξης πολύ καλής γνώσης της αγγλικής όταν οι ίδιοι οι αιτητές επωφελήθηκαν (ή ζητούν να επωφεληθούν) από αυτές. Εάν η Επιτροπή - κατέληξε η κα. Λυκούργου - παρέλειψε να διεξάγει τη δέουσα έρευνα ως προς τα προσόντα του Ε.Μ., τα οποία τεκμαίρουν την εκ μέρους του πολύ καλή γνώση της αγγλικής, παρόμοια παράλειψη θα πρέπει να σημειώθηκε και ως προς τους αιτητές Θ. Χωραττά και Κ. Κυπριανού υπέρ των οποίων επίσης αναγνωρίστηκε η ύπαρξη τέτοιου τεκμηρίου.
Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους του αιτητή αρ. 3, υποστήριξε ότι "κατ' αρχήν ουδόλως εκρίθη μη προσοντούχος ο αιτητής αρ. 3". Πρόσθετα "εν προκειμένω δεν εξετάζονται τα προσόντα του αιτητή αρ. 3 αλλά αυτά του Ε.Μ.". Το έννομο συμφέρον του αιτητή αρ. 3 "είναι αναγνωρισμένο νομολογιακά και ως ηθικό σε οποιαδηποτε περίπτωση". Ο κ. Αγγελίδης έκαμε αναφορά στην Κουτσού ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4508 (απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.) στην οποία με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία (βλ. Panayides v. Republic (1973) 3 C.L.R. 378, Chistodoulou and Others v. CY.T.A. (1973) 3 C.L.R. 695 και Κυριάκου κ.ά. ν. Α.ΤΗ.Κ. (Αρ. 1) (1991) 4 Α.Α.Δ. 1443) λέχθηκε πως "ενόψει ιδιαίτερων περιστατικών, θεμελιώνεται η νομιμοποίηση για την προσβολή της πράξης, παρά το γεγονός ότι ο αιτητής δεν συγκεντρώνει τα προσόντα της θέσης, είτε γιατί έχει ηθικό έννομο συμφέρον είτε γιατί αποκαλύπτεται κάποιας μορφής δυσμενής επηρεασμός του. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που ο λόγος της προσβολής του διορισμού ή της προαγωγής αναφέρεται στη μη κατοχή από τον διορισθέντα ή τον προαχθέντα των προσόντων της θέσης".
Όλα τα πιο πάνω - κατέληξε ο κ. Αγγελίδης - ισχύουν για το έννομο συμφέρον όλων των αιτητών να προβάλουν ως λόγο ακύρωσης τον ισχυρισμό ότι το Ε.Μ. δεν κατέχει το προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας.
Στην Panayides, πιο πάνω, κρίθηκε ότι ο αιτητής είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την αναδρομική προαγωγή του Ε.Μ. στη θέση Λιμενικού Λειτουργού 1ης Τάξης γιατί η αναδρομικότητα θα επηρέαζε δυσμενώς την αρχαιότητα του μετά τη δική του προαγωγή στη θέση.
Στην Κυριάκου, πιο πάνω, με αναφορά στις υποθέσεις Panayides και Chistodoulou, πιο πάνω, λέχθηκε ότι "πρόσωπο που δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης έχει ηθικό συμφέρον να προσβάλει με παραδεκτή προσφυγή τη νομιμότητα της προαγωγής άλλου υπαλλήλου ο οποίος δεν κατέχει τα προσόντα, αν με την προαγωγή θα επηρεασθεί η αρχαιότητά του, ή το προαγόμενο πρόσωπο θα καταστεί ανώτερό του (Βλ. Panayides v. Republic (1973) 3 C.L.R. 378, Christodoulou and Others v. Cyprus Telecommunications Authority (1973) 3 C.L.R. 695)".
Παρατηρώ: Η θέση της κας Λυκούργου ότι αναγνωρίστηκε παρόμοιο τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής Γλώσσας υπέρ των αιτητών αρ. 1 και 2 δε βρίσκει έρεισμα στο ενώπιον μου υλικό. Οι δύο αυτοί αιτητές κατέχουν διαφορετικά προσόντα. Κατέχουν το "Intercollege Certificate, Professional English - Intermediate II, 1990" ενώ το Ε.Μ. κατέχει το "Palace College, Professional English - Intermediate I, 1991".
Εφόσο τα προσόντα των δύο αιτητών δεν ήταν ταυτόσημα δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αναγνώριση τεκμηρίου. Χωρίς να αποφαίνομαι, γιατί δεν παρίσταται ανάγκη, κατά πόσο οι τρεις αιτητές κατέχουν το σχετικό προσόν, θεωρώ ότι εν όψει της νομολογίας στην οποία γίνεται αναφορά πιο πάνω οι αιτητές αυτοί έχουν έννομο συμφέρον, δυνάμει του άρθρου 146.2 του Συντάγματος, γιατί λόγω της επίδικης προαγωγής το Ε.Μ. έχει καταστεί ανώτερος τους και γιατί ισχυρίζονται ότι ο προαχθείς δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης.
Η ουσία της προσφυγής.
Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε ότι τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον της η Επιτροπή δεν αποδείκνυαν με ασφάλεια ότι το συγκεκριμένο Ε.Μ. κατείχε το απαιτούμενο προσόν στο επίπεδο της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Σε καμιά έρευνα δεν "προβαίνει η Επιτροπή" ενώ η έρευνα ήταν καθήκον και υποχρέωση της Επιτροπής.
Έχει γίνει αναφορά στο είδος της έρευνας η οποία αποφασίσθηκε από την Υπεπιτροπή Προσωπικού (βλ. σελ. 332, πιο πάνω). Αποφάσισε να ζητήσει από το Palace College και από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας να διευκρινίσουν κατά πόσο το Ε.Μ. είχε "καλή, πολύ καλή ή άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας". Το Palace College ανταποκρίθηκε θετικά. Έδωσε απάντηση στο ερώτημα που του είχε τεθεί. Η Αγγλική Σχολή Λευκωσίας όμως δεν έδωσε απάντηση στο ερώτημα. Δεν απάντησε κατά πόσο το Ε.Μ. κατείχε "καλή, πολύ καλή ή άριστη γνώση της Αγγλικής γλώσσας". Επομένως μπορεί να λεχθεί ότι η έρευνα η οποία είχε εγκαινιαστεί από την ίδια την Υπεπιτροπή παρέμεινε ατελής. Παρά την ατέλεια της έρευνας η απάντηση που έδωσε η Αγγλική Σχολή αποτέλεσε ένα από τα τρία θεμέλια επί των οποίων θεμελιώθηκε η διαπίστωση της Υπεπιτροπής ότι το Ε.Μ. "κατέχει πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας". Εξέταση του περιεχομένου της απάντησης της Αγγλικής Σχολής κάθε άλλο παρά μπορεί να αποτελέσει το θεμέλιο για τέτοια διαπίστωση. Ούτε και η απάντηση του Palace College μπορεί να αποτελέσει ασφαλές βάθρο. Δεν είναι ασφαλές για οποιοδήποτε διορίζον όργανο να βασίζεται πάνω στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού ιδρύματος το οποίο έχει χορηγήσει ένα πιστοποιητικό. Η αξιολόγηση πρέπει να γίνεται από ανεξάρτητο σώμα όπως π.χ. το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, με αναφορά στο περιεχόμενο της διδακτέας ύλης και στο επίπεδο της εξέτασης στην οποία είχε υποβληθεί ο επηρεαζόμενος για την απόκτηση του σχετικού πιστοποιητικού. Διαπιστώνω επομένως ότι η κρίση για την κατοχή του επίδικου προσόντος από το Ε.Μ. ήταν το αποτέλεσμα ατελούς και ανεπαρκούς έρευνας με συνέπεια να οδηγεί στην ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλ. Frangides and Another v. Republic (1968) 3 C.L.R. 90).
Παρόλο ότι για τους λόγους που έχουν δοθεί στη Republic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594, 687, 688 (απόφαση της Ολομέλειας) δεν είναι απαραίτητη η εξέταση των άλλων λόγων ακύρωσης, υπό τις ειδικές περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, θεωρείται σκόπιμη και η εξέταση και των άλλων λόγων ακύρωσης. Η αίτηση ακυρώσεως "είναι το μέσο προς θεραπεία της αντικειμενικής νομιμότητας, το μέσο παιδαγωγήσεως της Διοικήσεως στην ορθή εφαρμογή του νόμου, το μέσο ελέγχου της Διοικήσεως προς το σκοπό της καλής λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών" (Ι.Δ. Σαρμά "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας", Β΄ έκδοση, σελ. 447-448). Εφόσον το θέμα θα αχθεί ενώπιον της Επιτροπής για τέταρτη φορά θεωρείται σκόπιμη η παράθεση της κρίσης του Δικαστηρίου επί των λόγων ακύρωσης. Αυτό θα βοηθήσει στην καλύτερη λειτουργία της Επιτροπής.
Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν περιέχει νόμιμη αιτιολογία. Πρόσθετα με τη σύσταση ο Διευθυντής έχει διαμορφώσει πλεονέκτημα. Περαιτέρω ο Διευθυντής έχει επαναξιολογήσει και αναπλάσει τις αξιολογήσεις των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων.
Στην Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249, 255 υποδείχθηκε ότι "οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη Διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία τους ανατίθενται (Βλ. Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089, 1095, Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2907, Στεφάνου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3004).".
Ανάλογη είναι και η θέση της Ελληνικής Νομολογίας (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 357: "Αντιθέτως εκρίθη ότι δεν αποτελεί νόμιμον στοιχείον δυσμενούς κρίσεως η απασχόλησις του υπαλλήλου εις ωρισμένα αποκλειστικώς καθήκοντα: 1192(58), 1349,1414(52), 447(50), 248(49), 2409(46), 346(43), 508(42), το είδος της υπό του υπαλλήλου κατόπιν εντολής της προϊσταμένης αυτού υπηρεσίας ασκουμένης εργασίας: 1883(58), 227, 228(56), το ότι ούτος δεν ητήσατο όπως ανατεθή αυτώ ωρισμένη υπηρεσία, εφ' όσον εκ του νόμου δεν προκύπτει τοιαύτη υποχρέωσις του υπαλλήλου αλλ' απόκειται εις την Διοίκησιν η τοποθέτησις αυτού: 447(50). Επίσης ούτε το ότι ο υπάλληλος δεν διηύθυνεν ωρισμένην υπηρεσίαν ίνα εντεύθεν κριθή η ικανότης αυτού, διότι η Διοίκησις οφείλει να παρέχη εις τους υπ' αυτήν υπαλλήλους την ευκαιρίαν ν' αναπτύξωσι τας ικανότητας αυτών, αναθέτουσα εις τούτους την άσκησιν αρμοδιότητος αναλόγου προς τον βαθμόν αυτών: 2015(49). Εν τούτοις νομίμως λαμβάνεται υπ' όψει το γεγονός ότι δεν έχει ο υπάλληλος αναλάβει υπηρεσίαν ανάλογον προς τον βαθμόν αυτού, ματαιώσας τούτο δι' εξωυπηρεσιακών ενεργειών: 1633(58), ως επίσης και το ότι δι' εξωυπηρεσιακών ενεργειών εματαίωσαν αποφασισθείσαν μετάθεσιν αυτού: 787(53)").
Στην παρούσα υπόθεση πρόκειται για θέση προαγωγής. Οι αιτητές και το Ε.Μ. βρίσκονται επί της ίδιας κλίμακος (Κλιμ. Α8-9). Τα προσόντα των αιτητών συγκρινόμενα με εκείνα του Ε.Μ. επέτρεπαν στους αιτητές να εκτελούν τα καθήκοντα τα οποία είχαν ανατεθεί στο Ε.Μ.. Ωστόσο ο Διευθυντής έχει επιδιώξει, μέσα από την ανάθεση συγκεκριμένων καθηκόντων στο Ε.Μ., να διαμορφώσει υπεροχή υπέρ του τελευταίου. Πρόκειται, όπως έχει ήδη αναφερθεί, για θέση προαγωγής και το ζητούμενο είναι η κατοχή ή μη των προσόντων που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας. Τα τελευταία δεν δίνουν οποιοδήποτε πλεονέκτημα ή προβάδισμα λόγω της φύσης των καθηκόντων που εκτελούσε ένας υποψήφιος. Η πείρα που φέρεται να έχει αποκτήσει το Ε.Μ. ήταν το αποτέλεσμα επιλογών της Διοίκησης και δεν μπορεί να λειτουργήσει εναντίον των αιτητών. Βρίσκονται σε άλλη θέση λόγω και πάλιν των επιλογών της διοίκησης.
Παρατηρώ επίσης ότι ο αιτητής 1 έχει επιτύχει στις εξετάσεις ανώτερης λογιστικής ενώ το Ε.Μ. στις εξετάσεις ενδιάμεσης λογιστικής. Ένας, λοιπόν, θα έλεγε ότι ο αιτητής 1 είχε τα ακαδημαϊκά προσόντα σε υπέρτερο βαθμό από το Ε.Μ. για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης Λογιστικού Λειτουργού.
Για τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι η διαμόρφωση υπεροχής υπέρ του Ε.Μ. λόγω της φύσεως των καθηκόντων που εκτελούσε ο τελευταίος καθιστά τη σύσταση τρωτή και την προσβαλλόμενη απόφαση άκυρη (Βλ. Γεωργιάδης, πιο πάνω).
Παρατηρώ περαιτέρω ότι ενώ η εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης λογιστικού λειτουργού μέτρησε υπέρ του Ε.Μ. η εκτέλεση των ιδίων καθηκόντων από τον αιτητή αρ. 2 δεν μέτρησε υπέρ του τελευταίου. Αυτή η αντίφαση καθιστά τη σύσταση αναιτιολόγητη και αποτελεί πρόσθετο λόγο ακύρωσης (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας, πιο πάνω, σελ. 186-187: "Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία η περιλαμβάνουσα αντιφατικάς προτάσεις αναιρούσας αλλήλας").
Υπάρχει και άλλος λόγος για τον οποίο η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή. Τον παραθέτω:
Η προτίμηση του Διευθυντή υπέρ του Ε.Μ. οφείλεται, ανάμεσα σ' άλλα, στην υπεροχή του σε ικανότητα, πρωτοβουλία, προθυμία, μεθοδικότητα, αξία, προσόντα και αρχαιότητα. Με εξαίρεση την αρχαιότητα του έναντι των αιτητών 2 και 3, η υπεροχή στις λοιπές ιδιότητες δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των διοικητικών φακέλων. Αυτό αποτέλεσε και διαπίστωση της Επιτροπής (Βλ. σελ. 334, πιο πάνω). Έχουμε, επομένως, αιτιολογία αντίθετη προς τα στοιχεία του φακέλου. Πρόσθετα πλείστες από τις πιο πάνω ιδιότητες αξιολογούνται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Εξέταση των τελευταίων δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε υπεροχή του Ε.Μ. σε σχέση με τις πιο πάνω ιδιότητες. Επομένως ο Διευθυντής έχει με τη σύσταση του διαμορφώσει υπεροχή υπέρ του Ε.Μ. έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και έχει διαμορφώσει εκ των υστέρων νέα κατάσταση σε σχέση με ήδη αξιολογηθέντα στοιχεία στις ετήσιες αξιολογήσεις. Η διαμόρφωση τέτοιας κατάστασης είναι ανεπίτρεπτη (Βλ. Δημοκρατία ν. Ιακωβίδη κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 207).
Έχει τονισθεί στη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 626, πως οι συστάσεις δεν είναι επιτρεπτόν να λειτουργούν έξω από το θεσμοθετημένο πλαίσιο αξιολόγησης και να διαμορφώνουν εκ των υστέρων νέα κατάσταση σε σχέση με τα ήδη αξιολογηθέντα στοιχεία στις ετήσιες αξιολογήσεις. Η θέση αυτή επικυρώθηκε και στην Κουάλης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 742.
Ο κ. Αγγελίδης έθεσε και θέμα "εάν εχρειάζετο νέα σύσταση αφού αυτή δεν ακυρώθηκε από τις δικαστικές αποφάσεις". Υπέβαλε ότι το ενδεχόμενο να έγινε αχρείαστα εκ νέου σύσταση χάριν ευνοϊκής μεταχείρισης του Ε.Μ. είναι ανοικτό. Ο λόγος αυτός δεν μπορεί να εξεταστεί γιατί οι αιτητές οι οποίοι φέρουν και το σχετικό βάρος δεν έθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου την προηγούμενη σύσταση για να είναι δυνατή η σύγκριση της με την επίδικη και η εξαγωγή του συμπεράσματος το οποίο εισηγείται ο κ. Αγγελίδης ή οποιοδήποτε άλλο συμπέρασμα.
Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Από το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι η Επιτροπή διαπίστωσε υπεροχή του Ε.Μ. σε πείρα σε σχέση με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, σε πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, προθυμία, μεθοδικότητα, χαρακτήρα, προσωπικότητα και διοικητική ικανότητα. Σε σχέση με την πείρα ισχύουν τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω (βλ. σελ. 336-337) αναφορικά με τη σύσταση του Διευθυντή. Σε σχέση με τις άλλες ιδιότητες, όπως έχει ήδη λεχθεί, πλείστες από αυτές (π.χ. πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, διοικητική ικανότητα) βαθμολογούνται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Οι τελευταίες δεν δίνουν υπεροχή στο Ε.Μ.. Έπεται πως η αιτιολογία είναι αντίθετη προς τα στοιχεία των φακέλων και σαν τέτοια είναι τρωτή (Βλ. Iacovides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 212 και Savva v. Republic (1980) 3 C.L.R. 675).
Ο κ. Αγγελίδης έχει προωθήσει ακόμη ένα λόγο ακύρωσης. Έθεσε θέμα παρουσίας μη μελών της Επιτροπής κατά τη λήψη της απόφασης και μη εξήγησης της απουσίας μελών της Επιτροπής. Δεν έδωσε, ως όφειλε, λεπτομέρειες της εισήγησης του. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να εξεταστεί.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.