ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2001) 4 ΑΑΔ 238
10 Απριλίου, 2001
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΟΪΖΟΣ ΛΟΥΚΑ & YΙΟΙ ΛΤΔ.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 725/1999)
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Παροχή υπηρεσιών ― Η παροχή υπηρεσιών του Άρθρου 6(8) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν.246/90) ― Ερμηνεία ― Λογικά εφικτή η απόφαση του Εφόρου να επιβάλει Φ.Π.Α. στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Οι αιτητές προσέβαλαν την απόφαση επιβολής σε βάρος τους φορολογίας προστιθέμενης αξίας ως προς την παραχώρηση εκ μέρους τους του δικαιώματος σε μεταπωλητές τους για χρήση ψυγείων και συναφούς εξοπλισμού διά του οποίου θα διευκολυνόταν η διάθεση προϊόντων που εμπορεύοντο χονδρικά οι αιτητές.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Η χρησιμοποίηση αγαθού της επιχείρησης για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, έστω και χωρίς αντιπαροχή, εξομοιούται προς φορολογητέα παροχή υπηρεσιών.
Με βάση τους όρους της στερεότυπης συμφωνίας μεταξύ αιτήτριας και αγοραστή-μεταπωλητή εν προκειμένω, ο τελευταίος δεν δικαιούται, χρησιμοποιώντας τα ψυγεία και την άλλη περιουσία της αιτήτριας, να εμπορεύεται άλλα ομοειδή προϊόντα ή να προάγει τις πωλήσεις άλλων προϊόντων πλην εκείνων που του προμηθεύει η αιτήτρια.
Ο δεσμός ωστόσο που δημιουργεί μια τέτοια συμφωνία δεν επηρεάζει την ουσία της σχέσης πωλητή ή προμηθευτή με το μεταπωλητή του.
Οι μεταπωλητές είναι τρίτα πρόσωπα φυσικά ή νομικά, που ασκούν δική τους επιχειρηματική και οικονομική δραστηριότητα. Περαιτέρω, έχουν προβεί, προφανώς, σε χωριστές εγγραφές στα σχετικά μητρώα του φόρου. Το όφελος της αιτήτριας, που αποκομίζει από τον μεταπωλητή της, δεν την ταυτίζει με αυτόν και το σκοπό της επιχείρησής της.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Λοΐζος Λουκά & Υιοί Λτδ v. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 2059,
Lanitis Bros Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 737/96, ημερ. 2.7.1998,
Othon Ghalanos Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 530/99, ημερ. 5.3.2001.
Προσφυγή.
Προσφυγή από την αιτήτρια κατά της επιβολής φόρου Φ.Π.Α. ύψους £68.299,36 για την παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ψυγείων, ραφιών και μηχανών 'post-mix' σε πελάτες της χωρίς αντιπαροχή.
Στ. Αμπίζας, για την Αιτήτρια.
Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ών η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Εδρεύει στη Λευκωσία. Ασχολείται με την εμφιάλωση, διάθεση και γενικά την εμπορία αναψυκτικών και χυμών. Της επιβλήθηκε, για τις φορολογικές περιόδους από 1.8.95 - 31.1.99, φόρος προστιθέμενης αξίας, σε σχέση με διάφορες δραστηριότητες της, για συνολικό ποσό £91.207,13. Η προσφυγή της αιτήτριας περιορίζεται όμως στην προσβολή του μέρους της απόφασης που αφορά την επιβολή φόρου ύψους £68.299,36, για "την παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ψυγείων, ραφιών και μηχανών "post-mix" σε πελάτες (της) χωρίς αντιπαροχή".
Κρίνω σκόπιμη την παράθεση του μέρους της απόφασης που προσβάλλεται:
"Παραλείψατε να αποδώσετε φόρο εκροών ύψους £68.299,36 για την παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ψυγείων, ραφιών και μηχανών "post-mix" σε πελάτες σας χωρίς αντιπαροχή. Αυτά τα στοιχεία πάγιου ενεργητικού έχει διαπιστωθεί, ότι κατέχονται από την επιχείρηση σας και προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από τους πελάτες σας, για σκοπούς δικής τους επιχείρησης. Η προσφορά αυτή αποτελεί, σύμφωνα με το άρθρο 6(8) του Ν. 246/90, παροχή υπηρεσιών που φορολογείται με τον θετικό συντελεστή Φ.Π.Α. Με βάση το άρθρο 23 (14)(β) του ιδίου Νόμου, η φορολογητέα αξία των υπηρεσιών αυτών είναι το κόστος των αγαθών και ως κόστος θεωρείται η ετήσια απόσβεση με συντελεστή 10% επί της τιμής απόκτησης. Ο οφειλόμενος φόρος αναλύεται κατά φορολογική περίοδο στον Πίνακα ΙΙ, που επισυνάπτεται."
Τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία της αιτήτριας τα αγόραζε η ίδια από διάφορους προμηθευτές, που τα παράδιναν ακολούθως στις αποθήκες της, όπου και καταγράφονταν στα αρχεία της αποθήκης. Στη συνέχεια η αιτήτρια τα παρέδινε στους μεταπωλητές - πελάτες της για να τοποθετούνται σ' αυτά και να εκτίθενται προς λιανική πώληση αναψυκτικά, χυμοί και άλλα συναφή προϊόντα, που η αιτήτρια, στο πλαίσιο της επιχείρησης της, εμφιάλωνε και διέθετε χονδρικά. Υπογραφόταν γραπτή σύμβαση για κάθε περίπτωση ότι τα ψυγεία κ.λ.π., θα παρέμεναν ιδιοκτησία της αιτήτριας και θα τοποθετούνταν σ' αυτά μόνο τα προϊόντα της.
Η γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της αιτήτριας περιορίστηκε στην ανάπτυξη της θέσης ότι είναι λανθασμένη η ερμηνεία και εφαρμογή, στην υπόθεση αυτή, του άρθρ. 6(8) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (αρ. 246/90), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο (ο νόμος αυτός καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από το ν. 95(1)/2000). Κρίνω σκόπιμη την παράθεση του άρθρ. 6(8):
"Όταν αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, με οδηγίες ή παραλείψεις ή ανοχή του προσώπου που ασκεί την επιχείρηση, διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς ή χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης, με αντιπαροχή ή χωρίς αντιπαροχή, τότε αυτό αποτελεί παροχή υπηρεσιών."
Παρενθετικά, η ίδια κατ' ουσίαν πρόνοια, που προωθεί την επιβολή του γενικού αυτού φόρου, επαναλαμβάνεται και στη νέα νομοθεσία [(βλ. Δεύτερο Παράρτημα, παράγραφ. 4(4)].
Η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας είναι ότι η διάθεση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων στους πελάτες της αιτήτριας (μεταπωλητές), όπως υπεραγορές, περίπτερα, κ.λ.π., δεν μπορεί να αποτελεί παροχή υπηρεσίας με βάση το άρθρ. 6(8). Ο συνήγορος αναφέρθηκε στους όρους της σύμβασης και υποστήριξε ότι ενισχύουν την άποψη ότι η παραχώρηση δεν γινόταν για οποιοδήποτε σκοπό άλλο από τον σκοπό της επιχείρησης. Ιδιαίτερη αναφορά έκαμε στον όρο 3(α), σύμφωνα με τον οποίο ο πελάτης δεσμεύεται να χρησιμοποιεί το παρεχόμενο περιουσιακό στοιχείο στο κατάστημα του αποκλειστικά για την πώληση των προϊόντων της εταιρείας. Τόνισε δε ότι τα περιουσιακά στοιχεία της αιτήτριας χρησιμοποιούνται μόνο για την προώθηση των πωλήσεων των προϊόντων της και συνεπώς εξυπηρετούνται οι σκοποί της επιχείρησης της αιτήτριας. Για ενίσχυση των ισχυρισμών του ο κ. Αμπίζας με παρέπεμψε στις αποφάσεις: Λοΐζος Λουκά & Υιοί Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 2059 και Lanitis Bros Ltd. v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 737/96, ημερ. 2/7/98.
Η δικηγόρος των καθών η αίτηση αναφέρθηκε ειδικά στη Λουκά (ανωτέρω). Κατά την άποψη της στην κρινόμενη περίπτωση ο Έφορος ενήργησε σύμφωνα με το σκεπτικό της εν λόγω υπόθεσης. Στη Λουκά, ακυρώθηκε η φορολογική απόφαση γιατί δεν είχε διενεργηθεί έρευνα κατά πόσον συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις φορολόγησης που θέτει το άρθρ. 6(8). Εδώ πραγματοποιήθηκε η απαιτούμενη έρευνα.
Η κα Αντωνίου πρόβαλε περαιτέρω ότι στα ψυγεία τοποθετούνταν προϊόντα που πλέον ανήκαν στους μεταπωλητές και ήταν οι δικές τους λιανικές πωλήσεις που προωθούνταν και η δική τους επιχείρηση προαγόταν, αφού εκείνοι εισέπρατταν και το τίμημα. Τόνισε περαιτέρω ότι η χρησιμοποίηση γινόταν προς όφελος των μεταπωλητών και συνεπώς ήταν χρήση για σκοπούς άλλους από εκείνους της επιχείρησης της αιτήτριας. Παρέπεμψε στο σύγγραμμα του De-Voil στο θέμα υπό την επικεφαλίδα "Duality Benefit", V3.409 και σε αγγλικές αποφάσεις.
Όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω, η χρησιμοποίηση αγαθού της επιχείρησης για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, έστω και χωρίς αντιπαροχή, εξομοιούται προς φορολογητέα παροχή υπηρεσιών. Είναι μόνο στην ύπαρξη ή μή της προϋπόθεσης αυτής του άρθρ. 6(8) που περιορίστηκε - και περιστράφηκε - η αντιπαράθεση των δικηγόρων.
Είναι σωστό ότι, με βάση τους όρους της στερεότυπης συμφωνίας μεταξύ αιτήτριας και αγοραστή-μεταπωλητή, ο τελευταίος δε δικαιούται, χρησιμοποιώντας τα ψυγεία και την άλλη προαναφερθείσα περιουσία της αιτήτριας, να εμπορεύεται άλλα ομοειδή προϊόντα ή να προάγει τις πωλήσεις άλλων προϊόντων πλην εκείνων που του προμηθεύει η αιτήτρια.
Ο δεσμός ωστόσο που δημιουργεί μια τέτοια συμφωνία δεν επηρεάζει την ουσία της σχέσης πωλητή ή προμηθευτή με το μεταπωλητή του. Δε διακρίνω διαφορά με την Othon Ghalanos Ltd. v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 530/99, ημερ. 5/3/01, στην οποία έκρινα νόμιμη τη φορολόγηση που απέρρευσε από την παραχώρηση και χρήση των φορτηγών οχημάτων της αιτήτριας σε θυγατρική της εταιρεία, η οποία διένειμε αποκλειστικά τα προϊόντα της αιτήτριας.
Εδώ η περίπτωση είναι πιο ξεκάθαρη. Δεν υφίσταται η νομική σχέση ιθύνουσας και θυγατρικής εταιρείας. Οι μεταπωλητές είναι τρίτα πρόσωπα φυσικά ή νομικά, που ασκούν δική τους επιχειρηματική και οικονομική δραστηριότητα. Περαιτέρω, έχουν προβεί, προφανώς, σε χωριστές εγγραφές στα σχετικά μητρώα του φόρου. Όπως ανέφερα και στην Othon Ghalanos Ltd (ανωτέρω), το όφελος της αιτήτριας, που αποκομίζει από τον μεταπωλητή της, δεν την ταυτίζει με αυτόν και το σκοπό της επιχείρησης της.
Μπορεί να επισημανθεί εδώ η διάκριση οφέλους και σκοπού επιχειρήσεως από τον De Voil, η οποία διατηρεί τις χωριστές οντότητες των συναλλασσομένων για σκοπούς επιβολής Φ.Π.Α., αφού το όφελος από μόνο του δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο και δεν ταυτίζεται με το σκοπό μιας επιχείρησης:
"Ιt is necessary to distinguish a business "purpose" and a business "benefit". Thus, it is reasonable to suppose that a person's business will benefit if goods or services are purchased, acquired or imported for the purposes of that business. On the other hand, the fact that this business benefits from the goods or services does not necessarily mean that they were purchased, acquired or imported for the purposes of that business. There must be a real nexus between the matter in relation to which the expenditure has been incurred and the business itself. The fact that the business benefits from the expenditure is unsufficient to create such nexus and it follows, therefore, that benefit is not the test which determines whether expenditure has been incurred for the purposes of business. Instead, the nexus must be directly referable to the nature of that business."
H απόφαση του Εφόρου ήταν, υπό τις συνθήκες της υπόθεσης, λογικά εφικτή. Η προσφυγή απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.