ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 4 ΑΑΔ 1003
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 723/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
Κυριάκου Δρουσιώτη, από τη Λευκωσία,
Αιτητή
και
Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Πατατών,
Καθ'ου η αίτηση
------------------------
1 Νοεμβρίου 2001
Για τον Αιτητή: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Π. Αγγελίδης.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής, που κατά τον ουσιώδη χρόνο της παρούσας διαδικασίας κατείχε τη θέση του Τεχνικού Λειτουργού/Γεωπόνου Α΄ στο Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών, προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης των καθ'ων η αίτηση να τον θέσουν σε διαθεσιμότητα κατόπιν καταγγελιών εναντίον του για πιθανή διάπραξη πειθαρχικών παραπτωμάτων.
(α) Τα γεγονότα
Στις 5/5/2000 ο αιτητής κλήθηκε ενώπιον του Συμβουλίου των καθ'ων η αίτηση για να απαντήσει σε διάφορες ερωτήσεις αναφορικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του. Μεταξύ άλλων του ζητήθηκε να δώσει εξηγήσεις αναφορικά με θέματα παράλειψης εκτέλεσης καθηκόντων και απουσίας του από συνάντηση Επιτροπής του Συμβουλίου. Ο αιτητής αρνήθηκε να απαντήσει και ζήτησε όπως του κοινοποιηθούν γραπτώς οι σχετικοί ισχυρισμοί οι οποίοι αποτελούσαν ουσιαστικά μομφές για πλημμελή εκτέλεση καθηκόντων. Το θέμα απασχόλησε ξανά το Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του στις 2/5/2000, όπου στην απουσία του αιτητή λέχθηκε και καταγράφηκε ότι με τη στάση του δημιουργούσε προβλήματα έναντι των γεωργών της περιοχής Κοκκινοχωριών, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια έκρυθμη κατάσταση με αντίκτυπο στην ομαλή λειτουργία του Συμβουλίου. Ακολούθησε έκτακτη συνεδρία του Συμβουλίου στις 11/5/2000 με αποκλειστικό θέμα την εξέταση του θέματος της πιθανής πειθαρχικής ευθύνης του αιτητή. Ο Γενικός Διευθυντής παρουσίασε και διένειμε στον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου κατάλογο με ισχυριζόμενα "πειθαρχικά" όπως τα χαρακτήρισε παραπτώματα, που κατά την άποψη του είχε υποπέσει κατά καιρούς ο αιτητής και προέκυψαν, όπως χαρακτηριστικά υπέδειξε, από καταγγελίες του προσωπικού, μελών του Συμβουλίου, γεωργών και συνεργατών, αλλά και από προσωπική του αντίληψη.
Ως αποτέλεσμα της συζήτησης που επακολούθησε το Συμβούλιο αποφάσισε όπως θέσει τον αιτητή σε διαθεσιμότητα για 50 μέρες μέχρι ολοκλήρωσης της πειθαρχικής έρευνας. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω προς τούτο το πιο κάτω απόσπασμα από τα πρακτικά της 11/5/2000.
"Στη συνέχεια το Συμβούλιο, μετά από διεξοδική συζήτηση και αφού έλαβε υπ' όψη (1) τις γραπτές καταγγελίες ως στο Παράρτημα, (2) όσαν αναφέρθηκαν στην προηγούμενη συνεδρία και (3) μερικά πρόσφατα γεγονότα που ανέφερε ο Γενικός Διευθυντής μερικά από τα οποία είναι:
(α) Παρά τις προφορικές και γραπτές οδηγίες του Γενικού Διευθυντή δεν πήγε στο συσκευαστήριο των Βρυσούλλων που λειτουργεί χωρίς καθοδήγηση και επίβλεψη από μέρους του Συμβουλίου με σοβαρούς κινδύνους,
(β) Δεν προσήλθε σε καθορισμένη συνάντηση με Επιτροπή του Συμβουλίου στο Αυγόρου στην οποία απάντησε στο Γενικό Διευθυντή ότι θα παρευρεθεί,
(γ) Δεν έδωσε κατάλογο γεωργών που φύτεψαν τις ποικιλίες Μαρφόνα, Κάρα, Σιαρλότ, με τους οποίους να γίνει στη συνέχεια προσπάθεια για συσκευασία από χωράφι ως θέλουν οι υπεραγορές του εξωτερικού,
(δ) Δεν προάγει την πολιτική του Συμβουλίου αλλά την αντιστρατεύεται και κατηγορεί το Συμβούλιο σε γεωργούς και Λειτουργούς άλλων υπηρεσιών,
(ε) Φιλονικεί συνεχώς με γεωργούς,
(στ) Αλλα γεγονότα σε σχέση με συμπεριφορές, ενέργειες ή παραλήψεις του κ. Δρουσιώτη που έχουν σχέση με τα Συμβούλια Πατατών και Τεύτλων,
θεώρησε ως πολύ σοβαρές τις κατηγορίες και αποφάσισε ομόφωνα όπως θέσει τον κ. Κ. Δρουσιώτη σε διαθεσιμότητα μέχρι ολοκλήρωσης της διαδικασίας για την πειθαρχική έρευνα. Ο σκοπός που τίθεται σε διαθεσιμότητα είναι να αποφευχθεί καταστροφή μαρτυρίας ή επηρεασμού μαρτύρων.
Το Συμβούλιο αποφάσισε επίσης όπως ο Γενικός Διευθυντής αποστείλει τη συνημμένη επιστολή στον κ. Δρουσιώτη με ταχυδρομείο διπλοσυστημένη και με το χέρι."
Η πιο πάνω απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με σχετική επιστολή ημερομηνίας 11/5/2000.
(β) Η προδικαστική ένσταση
Οι καθ'ων η αίτηση έχουν εγείρει προδικαστική ένσταση ότι το Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και η παρούσα προσφυγή εκπίπτει από τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος. Προς τούτο επικαλούνται τον περί Εμπορίας Κυπριακών Πατατών Νόμο αρ. 59/64 (όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα), που σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4 ιδρύθηκε το Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών. Στο Μέρος ΙΙ (άρθρο 4(1)(2)) του πιο πάνω Νόμου, όπου ρυθμίζονται τα σχετικά με την ίδρυση και σύνθεση του Συμβουλίου, αναφέρεται ότι αυτό αποτελεί "νομικό πρόσωπο με διηνεκή διαδοχήν και κοινήν σφραγίδα, κέκτηται δε εξουσίαν κτήσεως, κατοχής και διαθέσεως κινητής και ακινήτου περιουσίας, συμβατικήν ικανότητα, ως και την ικανότητα του παρίστασθαι επί δικαστηρίων ως ενάγων ή εναγόμενος υπό την ιδία του νομικού προσώπου επωνυμίαν." Για να υποστηρίξουν την άποψή τους οι καθ'ων αναφέρονται επίσης στο άρθρο 28(3) του πιο πάνω Νόμου το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:
"(3) Προς άρσιν οιασδήποτε αμφιβολίας διά του παρόντος διακηρύττεται ότι αι διατάξεις του άρθρου 27 και αι προηγούμεναι διατάξεις του παρόντος άρθρου αφορώσι μόνον εις την ικανότητα του Συμβουλίου ως νομικού προσώπου ιδρυθέντος διά νόμου εκτός δέ εάν άλλως προνοώσι, ουδεμία των ειρημένων διατάξεων δύναται να ερμηνευθή ως παρέχουσα εξουσίαν τω Συμβουλίω πρός παράβασιν οιουδήποτε νομοθετήματος ή κανόνος δικαίου."
Πρέπει να επισημανθεί εδώ ότι με τον τροποποιητικό Νόμο 83/68 αντικαταστάθηκαν στο πιο πάνω εδάφιο του βασικού Νόμου οι λέξεις "νομικού προσώπου Δημοσίου Δικαίου" με τις λέξεις νομικού προσώπου "ιδρυθέντος διά νόμου".
Η διάκριση σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δημόσιου δικαίου έχει ιδιάζουσα σημασία ως προς το δίκαιο που εφαρμόζεται. Σε αρκετές περιπτώσεις η Νομοθετική Εξουσία καθορίζει σε ένα νομοθέτημα ρητά ότι ένας οργανισμός θα θεωρείται σαν οργανισμός δημοσίου δικαίου. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου η Νομοθετική Εξουσία δεν καθορίζει επακριβώς αν ένας οργανισμός είναι δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Σε μια τέτοια περίπτωση ένας οργανισμός μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου αν (i) έχει σκοπό την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, (ii) έχει συσταθεί διά νόμου και (iii) τελεί υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας.
(Ιδε Papacharalambous and others v. Nicosia Local Bar Association [1983] 3 CLR 330 και Κυβερνήτου και άλλοι ν. Δημοκρατίας [1991] 4 ΑΑΔ 2632).Το Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών ιδρύθηκε με βάση τις πρόνοιες του Περί Εμπορίας Κυπριακών Πατατών Νόμου (αρ. 59/64) ως "Οργανισμός με διηνεκή νομική προσωπικότητα" (άρθρο 4(2)). Ακολούθως με σχετική νομοθετική τροποποίηση ο Οργανισμός κατέστη "νομικό πρόσωπο με διηνεκή διαδοχή". (Ιδε άρθρο 2 του Περί Εμπορίας Κυπριακών Πατατών Νόμου αρ. 83/68). Επιπρόσθετα οι λέξεις "νομικού προσώπου Δημοσίου Δικαίου" του άρθρου 28(3) του Νόμου 59/64 αντικαταστάθηκαν με τις λέξεις "νομικού προσώπου ιδρυθέντος δια νόμου" (άρθρο 3 του Νόμου 83/68). Ανεξάρτητα από τις πιο πάνω φραστικές τροποποιήσεις ο Οργανισμός δεν απέβαλε το
δημόσιο χαρακτήρα του. Και τούτο γιατί βασικές πρόνοιες του Ιδρυτικού Νόμου 59/64 τονίζουν τον εξασκούμενο κρατικό έλεγχο. Π.χ. τα μέλη του Συμβουλίου διορίζονται από τον Υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας (άρθρο 5(1)), ο διορισμός υπαλλήλων υπόκειται στην έγκριση του Υπουργού (άρθρο 25(α)), ο οποίος μπορεί να εγκρίνει και τη σύναψη δανείων (άρθρο 34(1)). Το Συμβούλιο οφείλει να παρουσιάζει στον Υπουργό Εμπορίου τις ζητούμενες οικονομικές και στατιστικές εκθέσεις (άρθρο 42), ο Υπουργός μπορεί να εγκρίνει τη διαγραφή επισφαλών οφειλών (άρθρο 43) ενώ έχει και το δικαίωμα να εκδίδει οποιαδήποτε οδηγία για να παρεμποδίσει ή μειώσει ζημιά που επάγεται εις το δημόσιο συμφέρον (άρθρο 57(2)). (Ιδε επίσης Α.Ι. Τάχου "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο", 6η έκδοση, σ. 291 και Π.Δ. Δαχτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο", Β΄ έκδοση, σ. 455). Οι πιο πάνω πρόνοιες είναι χαρακτηριστικές του ασκούμενου κρατικού ελέγχου, που αποδεικνύουν ότι οι καθ'ων η αίτηση λειτουργούν ως δημόσιος οργανισμός. Συνακόλουθα η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
(γ) Ελλειψη κανονισμών
Τα επίδικα άρθρα του περί της Ιδρύσεως Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Πατατών, της Ρυθμίσεως και Ελέγχου Εξαγωγών, περί της Εμπορίας Κυπριακών Πατατών ως και περί Ετέρων Συναφών Ζητημάτων Νόμου (αρ. 59/64), όπως έχει τροποποιηθεί, είναι τα άρθρα 17, 18 και 25 που προνοούν τα ακόλουθα:
"17. Τη εγκρίσει του Υπουργού το Συμβούλιον δύναται να εκδίδη Κανονισμούς αφορώντας εις την διεξαγωγήν των συνεδριών του Συμβουλίου ή των Επιτροπών αυτού, τας γνωστοποιήσεις των συνεδριών, την κατά τας συνεδρίας τηρουμένην διαδικασίαν, την φύλαξιν των πρακτικών των τοιούτων συνεδριών και την προσαγωγήν αυτών προς επιθεώρησιν.
18. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει του άρθρου 17 γενομένων κανονισμών η ενώπιον του Συμβουλίου και των Επιτροπών αυτού διαδικασία καθορίζεται υπό του Συμβουλίου.
25. Το Συμβούλιον δύναται -
(α) να διορίζη τους εκάστοτε αναγκαίους υπαλλήλους διά την προσήκουσαν και αποτελεσματικήν διεξαγωγήν των επιχειρήσεων του Συμβουλίου εν τη Δημοκρατία ή εν τη αλλοδαπή, υπό όρους υπηρεσίας καθοριζομένους υπό του Συμβουλίου τη εγκρίσει του Υπουργού."
Είναι κοινά αποδεκτό γεγονός ότι δεν έχουν εγκριθεί κανονισμοί αναφορικά με τους όρους υπηρεσίας του Οργανισμού και το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσο η απουσία ρύθμισης των όρων υπηρεσίας των υπαλλήλων και περισσότερο η ρύθμιση της πειθαρχικής διαδικασίας θα μπορούσε να επιφέρει την ακυρότητα της επίδικης απόφασης με την οποία ο αιτητής τέθηκε σε διαθεσιμότητα.
Το θέμα της έλλειψης κανονισμών εξετάστηκε στην υπόθεση Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου (Αίτηση 478/96 της 8/11/96) όπου αμφισβητήθηκε η απόφαση με την οποία υπάλληλος του Δήμου τέθηκε σε διαθεσιμότητα παρά την έλλειψη κανονισμών, όπως προβλέπεται στον περί Δήμων Νόμο (αρ. 111/85). Απαντώντας στο σχετικό ερώτημα, το Δικαστήριο ανέφερε τα ακόλουθα:
"Εχει ωστόσο νομολογηθεί με σταθερότητα ότι η ύπαρξη νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την προσωρινή απομάκρυνση του υπαλλήλου από τα καθήκοντά του προς διευκόλυνση της πειθαρχικής διαδικασίας: προσφ. αρ. 494/90 Χριστόδουλου Α. Γιάλλουρου ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λευκωσίας, ημερομηνίας 25/10/1990 (Στυλιανίδης, Δ., όπως ήταν τότε), συνεκδ. προσφ. 501/90 κ.α. Ευγένιου Νικολάου ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λευκωσίας, ημερομηνίας 18/3/1991 (Χατζητσαγγάρης, Δ.) και προσφ. αρ. 126/91 Βαρβάρα Περικλέους ν. Συμβ. Βελτιώσεως Αγίας Νάπας, ημερομηνίας 5/3/1992 (Κούρρης Δ.). Στην περίπτωσή μας το Δημοτικό Συμβούλιο έχει εξουσία να διορίζει πρόσωπο στη θέση του Δημοτικού Μηχανικού (άρθρ. 54(1)(β)). Συνεπώς, κατά το άρθρ. 19 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, έχει και την εξουσία "to suspend". Στην υπόθεση Γιάλλουρου, ανωτέρω, κρίθηκε ότι η διαθεσιμότητα είναι μορφή "suspension" και η σχετική εξουσία μπορεί να ασκηθεί με ή χωρίς όρους αναφορικά με τη στέρηση των ωφελημάτων της θέσης. Επομένως το Δημοτικό Συμβούλιο, που είναι public authority με την έννοια του άρθρ. 19 ως αρχή, της οποίας οι εξουσίες εξυπηρετούν δημόσιους σκοπούς, μπορούσε, χωρίς ρητή νομοθετική εξουσιοδότηση, να πάρει την επίδικη απόφαση."
Το ίδιο θέμα εξετάστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Εταιρεία Κώστα Γ. Τύμβιου Λτδ. (1994) 3 ΑΑΔ 553, όπου τονίστηκε ότι,
"Η χρήση της εξουσιοδοτικής διάταξης για την έκδοση κανονιστικής πράξης που προβλέπει ο Νόμος βρίσκεται στην ευχέρεια της Διοίκησης. Η σχετική νομοθετική πρόνοια δεν είναι επικρατέστερη από την ελευθερία της Διοίκησης για έκδοση της κανονιστικής πράξης."
Η απόφαση Τύμβιου υιοθετήθηκε λίγο αργότερα στις υποθέσεις Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1827 της 15/9/97 και Δ. Νικολάου & Υιοί Λτδ. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2357 της 28/5/99.
Στην παρούσα περίπτωση το Συμβούλιο είχε το δικαίωμα να προβεί στο διορισμό υπαλλήλων. Το δικαίωμα αυτό εξυπακούει και το δικαίωμα προσωρινής απομάκρυνσης υπαλλήλου από τα καθήκοντα του προς διευκόλυνση διεξαγωγής πειθαρχικής διαδικασίας. Η έλλειψη κανονισμών δεν εμποδίζει το Συμβούλιο να θέσει σε διαθεσιμότητα υπάλληλο μέχρι την αποπεράτωση της πειθαρχικής διαδικασίας. Η εισήγηση του αιτητή απορρίπτεται.
(δ) Παραβίαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι σύμφωνα με την απόφαση Matsas v. R. (1988) 3(Β) CLR 1448, όπου τονίσθηκε ότι τα βασικά δικαιώματα ενός κατηγορουμένου σε μια ποινική υπόθεση εφαρμόζονται και σε πειθαρχικές διαδικασίες, με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε παραβιάσθηκαν οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης όπως αυτές εφαρμόζονται με τις πρόνοιες του άρθρου 12.5(δ) του Συντάγματος. Το πιο πάνω άρθρο προνοεί ότι,
"5(δ) Πας κατηγορούμενος δι' αδίκημά τι, έχει τα ακόλουθα κατ' ελάχιστον όρον δικαιώματα ......
(α) .................................................. ......................................
(β) .................................................. ......................................
(γ) ............................................................ ............................
(δ) να εξετάζει ή να προκαλεί την εξέτασιν μαρτύρων κατηγορίας και να ζητεί την προσέλευσιν και εξέτασιν μαρτύρων υπερασπίσεως υπό τους αυτούς όρους τους ισχύοντας ως προς τους μάρτυρας κατηγορίας
."
Είναι η θέση του αιτητή ότι το Συμβούλιο των καθ'ων η αίτηση λειτούργησε παράνομα αφού μετατράπηκε σε "δικαστική επιτροπή ή έκτακτο δικαστήριο".
Η εισήγηση του αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Η διαδικασία της διαθεσιμότητας αποτελεί διοικητικό μέτρο ανεξάρτητο της πειθαρχικής διαδικασίας και δεν μπορεί να θεωρείται ως ποινή. Οπως τονίστηκε στην υπόθεση
Payiatas v. Republic (1984) 3 CLR 1239,"We have it on authority that interdiction is an administrative measure independent of, though related to, a disciplinary prosecution. Interdiction is not a punishment but a precautionary measure that may be taken in the interests of the efficacy of the service."
(Ιδε επίσης
Veis and others v. The Republic [1979] 3 CLR 390, 412, Azinas v. The Republic [1980] 3 CLR 510, 521, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-1959, σελ. 368).Η γραμμή που καθιερώθηκε από τις πιο πάνω αυθεντίες υιοθετήθηκε στη σχετικά πρόσφατη υπόθεση Χριστάκης Βασιλείου ν. Δήμος Παραλιμνίου (Αίτηση 215/92 της 27/2/97), όπου τονίσθηκε ότι,
"Η αρχή ότι κανένας δεν μπορεί να ενεργεί ως κριτής της υπόθεσής του αποτελεί έναν από τους βασικούς κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης έχουν εφαρμογή σε ποινικές και πειθαρχικές διαδικασίες, όχι όμως σε περιπτώσεις καθαρά διοικητικών θεμάτων. (Βλέπε:
Με βάση τα πιο πάνω, η εισήγηση του αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή αφού δεν παρέχεται στον αιτητή η δυνατότητα επίκλησης των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης στην παρούσα περίπτωση όπου εξετάζεται απλά το ερώτημα αν θα ετίθετο σε διαθεσιμότητα ή όχι. Οπως εξάλλου προκύπτει από το πρακτικό της συνεδρίας του Συμβουλίου κατά την οποία λήφθηκε η απόφαση για να τεθεί σε διαθεσιμότητα, το μέτρο αυτό λήφθηκε στα πλαίσια των ερευνών για τυχόν πειθαρχική ευθύνη και αποσκοπούσε στη διαφύλαξη μαρτυρίας και την αποτροπή πιθανού επηρεασμού μαρτύρων. Ετσι ούτε η συμμετοχή του Γενικού Διευθυντή, η οποία επικρίθηκε από τον αιτητή στην λήψη της επίδικης απόφασης, επηρέασε τη νομιμότητα της έστω και αν αυτός εμφανίζεται ως κατήγορος, εφόσον όπως ανωτέρω υποδείχθηκε η απόφαση για διαθεσιμότητα δεν λήφθηκε υπό μορφή οποιασδήποτε ποινής ούτε σχετιζόταν με την ενοχή ή την αθωότητα του αιτητή.
(δ) Η απόφαση για τη διαθεσιμότητα δεν "πληρεί κάποιες
προϋποθέσεις όπως αυτές που περιγράφει η Νομολογία"Εχει υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι η απόφαση για τη διαθεσιμότητα "δεν πληρεί κάποιες προϋποθέσεις όπως αυτές που περιγράφει η νομολογία" με ιδιαίτερη αναφορά στις αποφάσεις Πισσούριος ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 865/98 της 15/6/99) και Πλατρίτης ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή 862/99 της 11/10/99). Από τις πιο πάνω αποφάσεις εξάγεται το συμπέρασμα ότι η απόφαση να τεθεί ένας δημόσιος υπάλληλος σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 85(1) των περί Δημοσίων Υπαλλήλων Νόμων, πρέπει να είναι αιτιολογημένη.
Στην παρούσα περίπτωση η σχετική απόφαση παρουσιάζει λόγους που θα δικαιολογούσαν τη διεξαγωγή πειθαρχικής έρευνας. Οι λόγοι αναφέρονται στις ενέργειες του αιτητή μέσα στα πλαίσια της εκτέλεσης των καθηκόντων του που θεωρήθηκαν από τους καθ'ων η αίτηση ως πολύ σοβαρές κατηγορίες και οδήγησαν στη διαθεσιμότητα του αιτητή. Η αιτιολογία που δόθηκε για τη λήψη της απόφασης είναι για να αποφευχθεί η καταστροφή μαρτυρίας ή επηρεασμού μαρτύρων. Μπορεί να μην έχουν προσφερθεί συγκεκριμένα στοιχεία ως προς τον αριθμό μαρτύρων που μπορεί να επηρεασθούν ή ως προς το είδος της μαρτυρίας που μπορεί να καταστραφεί, όμως από τις λεπτομέρειες των σχετικών καταγγελιών και τα πρόσωπα που θα κληθούν να καταθέσουν (συνάδελφοι του αιτητή και αριθμός γεωργών με τους οποίους έχει έλθει σε επαφή), μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει πιθανότητα επηρεασμού τους. Αναφορικά με την πιθανότητα καταστροφής μαρτυρίας η παραμονή του αιτητή για πέντε χρόνια στην πιο ψηλή βαθμίδα της Κλίμακας Α12 οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αν συνέχιζε να εξασκεί τα καθήκοντα του κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής της πειθαρχικής έρευνας, θα υπήρχε η πιθανότητα επέμβασης εκ μέρους του σε έγγραφα που βρισκόντουσαν στην κατοχή του που αφορούν τις καταγγελίες που έχουν υποβληθεί εναντίον του.
Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,
Δ.