ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΣΥΝΕΚΔ. ΥΠΟΘ. ΑΡ. 215/2000 ΚΑΙ 216/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 215/2000

Μεταξύ:

Δέσπως Συμεού, από τη Λευκωσία,

Αιτήτριας,

- και -

Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού,

Καθ΄ου η αίτηση.

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 216/2000

Μεταξύ:

Βραχίμη Χ"Χάννα, από τη Λευκωσία,

Αιτητή,

- και -

Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού,

Καθ΄ου η αίτηση.

- - - - - -

29 Νοεμβρίου, 2001.

Για την αιτήτρια στην 215/2000: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.

Αιτητής στην 216/2000 προσωπικά.

Για τον καθ΄ ου η αίτηση: κ. Μ. Τριανταφυλλίδης.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (στο εξής "ο Οργανισμός") με δημοσιεύσεις στον ημερήσιο τύπο, προκήρυξε την πλήρωση δύο κενών θέσεων Διευθυντή Τουρισμού, μιας για το Τμήμα Διοίκησης και μιας για το Τμήμα Προβολής. Η θέση που εδώ ενδιαφέρει, είναι η θέση Διευθυντή Τουρισμού για το Τμήμα Διοίκησης που είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.

Υποβλήθηκαν είκοσι αιτήσεις. Η Επιτροπή Προσωπικού του Οργανισμού αξιολόγησε τις αιτήσεις και διαπίστωσε ότι μόνο επτά αιτητές πληρούσαν τα προβλεπόμενα στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα και αυτοί κλήθηκαν για προφορική συνέντευξη. Μεταξύ των κληθέντων ήταν και η αιτήτρια στην προσφυγή 215/00 Δέσπω Συμεού η οποία είναι υπάλληλος του Οργανισμού. Ο αιτητής στην προσφυγή 216/00 Βραχίμης Χ"Χάννας δεν κλήθηκε για συνέντευξη επειδή δεν κατείχε μεταπτυχιακό προσόν σε θέματα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.

Από τους επτά που κλήθηκαν για συνέντευξη προσήλθαν έξι. Η Επιτροπή Προσωπικού υπέβαλε σε όλους τους υποψήφιους τις ίδιες ερωτήσεις που ήταν έτοιμες εκ των προτέρων. Οι υποψήφιοι αξιολογήθηκαν από την Επιτροπή Προσωπικού και τα έξι μέλη της Επιτροπής που συμμετείχαν στις συνεντεύξεις διατύπωσαν τις απόψεις τους για κάθε υποψήφιο και δήλωσαν τις προτιμήσεις τους. (Βλ. πρακτικά συνεδρίας Επιτροπής Προσωπικού ημερ. 13.12.1999) Τέσσερις υποψήφιοι δεν πήραν καμιά ψήφο ενώ η αιτήτρια και ακόμα ένας υποψήφιος συγκέντρωσαν από τρεις ψήφους ο καθένας.

Ενόψει του αποτελέσματος (ισοψηφίας), η Επιτροπή ζήτησε και πήρε νομική συμβουλή. Στο μεταξύ και ο δικηγόρος της αιτήτριας με επιστολή του προς τον Οργανισμό κάλεσε το Διοικητικό του Συμβούλιο να επιλέξει το ίδιο, ως το κατά νόμο αρμόδιο όργανο, τον κατάλληλο υποψήφιο αν η Επιτροπή Προσωπικού νομίζει ότι δεν μπορεί να επιλέξει λόγω της ισοψηφίας. Στην επιστολή περιέχεται επίσης η προειδοποίηση ότι δεν αποτελεί υπό τις περιστάσεις ορθό διάβημα η νέα προκήρυξη της θέσης.

Η Επιτροπή Προσωπικού σε συνεδρία της που πραγματοποιήθηκε στις 13.1.2000 θεώρησε προφανώς ότι δημιουργήθηκε αδιέξοδο λόγω της ισοψηφίας και αποφάσισε να παραπέμψει το θέμα στο Διοικητικό Συμβούλιο με εισήγηση την επαναπροκήρυξη της θέσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού στη συνεδρία του ημερ. 13.1.2000 χωρίς αιτιολογία, ενέκρινε την εισήγηση της Επιτροπής Προσωπικού και έγινε νέα προκήρυξη της θέσης με δημοσιεύσεις στον τύπο. Ο Οργανισμός με επιστολή του ημερ. 21.1.2000 που στάληκε προς όλους όσους είχαν υποβάλει αίτηση (20 αιτητές) για τη συγκεκριμένη θέση, γνωστοποιούσε την απόφασή του για επαναπροκήρυξη της θέσης και τους πληροφορούσε πως αν εξακολουθούσαν να ενδιαφέρονται μπορούσαν να υποβάλουν εκ νέου αίτηση.

Η αιτήτρια στην προσφυγή αρ. 215/00 ζητά με την προσφυγή της τις πιο κάτω θεραπείες:

"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση και/ή υπεπιτροπής του να μην προχωρήσει στην πλήρωση της προκηρυχθείσης κενής θέσης του Διευθυντή Τουρισμού στο Τμήμα Διοίκησης στον ΚΟΤ με την ολοκλήρωση της διαδικασίας που άρχισε με την προκήρυξη από Σεπτέμβριο 1998 και/ή η κρίση ότι δεν είναι δυνατή η επιλογή και/ή γιατί δεν κρίθηκε κανένας καταλληλότερος των άλλων υποψηφίων είναι άκυρη και χωρίς νόμιμο αποτέλεσμα και πως ότι παρέλειψε να ενεργήσει ο ΚΟΤ οφείλει να το πράξει.

Β. Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται παράνομη, άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα κάθε πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση που ακολούθησε μετά και/ή στηρίζεται στην πιο πάνω αναφερθείσα απόφαση.

Γ. Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη η μη εξέταση του θέματος από το ίδιο το Διοικητικό Συμβούλιο του ΚΟΤ όπως η από 11.1.2000 επιστολή εκ μέρους της αιτήτριας."

 

Ο αιτητής στην προσφυγή αρ. 216/00 ζητά με την προσφυγή του την πιο κάτω δήλωση:

"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση η οποία μου ανακοινώθηκε με συστημένη επιστολή του ΚΟΤ, με Αρ. Φακ. 5.5.03 και ημερ. 21.1.2000 και με την οποίαν με πληροφορούν ότι αποφάσισαν, έμμεσα, τη μη επιλογή μου και/ή τη μη συμπλήρωση της θέσης ως η προκήρυξη ημερ. 4.9.98 στην επίσημη εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή με την οποίαν μου γνωστοποιούσαν ότι επαναπροκήρυξαν την ίδια, μόνιμη θέση Διευθυντή Τουρισμού, για το Τμήμα Διοίκησης, στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού, χωρίς καν να με καλέσουν σε συνέντευξη, όπως έπραξαν με άλλους υποψήφιους, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."

 

 

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού είναι το όργανο το οποίο είναι αρμόδιο να διορίζει τους υπαλλήλους του Οργανισμού - άρθρο 5(1)(ε) του περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμου του 1969, Ν. 54/69 όπως τροποποιήθηκε (στο εξής "ο νόμος"). Η Επιτροπή Προσωπικού του Οργανισμού επέχει θέση συμβουλευτικού οργάνου του Διοικητικού Συμβουλίου συσταθείσα από το Διοικητικό Συμβούλιο με βάση το άρθρο 5(6) του νόμου.

Ενώ υπήρχαν κατάλληλοι υποψήφιοι για διορισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού αποφάσισε την επαναπροκήρυξη της θέσης αντί να προχωρήσει το ίδιο το Συμβούλιο να επιλέξει τον πιο κατάλληλο υποψήφιο για την πλήρωση της θέσης ή τουλάχιστο να αναπέμψει το θέμα στην Επιτροπή Προσωπικού με υπόδειξη για εφαρμογή του άρθρου 25(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (αρ. 158(1) του 1999 που προβλέπει:

"Αν δεν ορίζεται διαφορετικά από το νόμο, οι αποφάσεις ενός συλλογικού οργάνου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας, επικρατεί η ψήφος του Προέδρου."

 

 

Στην προκείμενη περίπτωση "δεν ορίζεται διαφορετικά από το νόμο" και συνεπώς το άρθρο 25(1) του νόμου αρ. 158(1) του 1999 μπορούσε να τύχει εφαρμογής.

Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού για επαναπροκήρυξη της θέσης συνιστά εμμέσως την απόρριψη των υποψηφιοτήτων και τη χωρίς αιτιολογία παράλειψη πλήρωσης της θέσης ενώ υπήρχαν κατάλληλοι και προσοντούχοι υποψήφιοι. Ο ανακλητικός χαρακτήρας πράξεως της διοίκησης δεν εξαρτάται από την ονομασία της, εδώ "επαναπροκήρυξη" αλλά από το περιεχόμενό της.

Στην προκείμενη περίπτωση η συμπερίληψη της αιτήτριας μεταξύ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων για τη θέση, δημιούργησε υπέρ της δικαίωμα διοικητικού χαρακτήρα το οποίο, με την αναιτιολόγητη απόφαση της διοίκησης για επαναπροκήρυξη της θέσης, έχει επηρεασθεί δυσμενώς. Στη Δήμος Λάρνακας ν. Mobil Oil Ltd, ΑΕ 1319, ημερ. 31.10.95 ειπώθηκαν τα εξής:

"Πρόσωπο, του οποίου το συμφέρον επηρεάζεται δυσμενώς, από παράλειψη της Διοίκησης να εκπληρώσει υποχρέωση την οποία επιτάσσει ο Νόμος, νομιμοποιείται να αξιώσει την αναθεώρηση της προς το σκοπό εξαφανισμού της με την έκδοση διαταγής βάσει του άρθρου 146.4(γ) του Συντάγματος "..... ό,τι παν το παραλειφθέν έδει να είχεν εκτελεσθή."

 

 

Η στάση που τήρησε ο Οργανισμός θα μπορούσε επίσης να χαρακτηρισθεί ότι είναι αντίθετη προς την έννοια της αρχής της καλής πίστης η οποία γενικά διέπει το διοικητικό δίκαιο. Θα επαναλάβω ό,τι έχει ειπωθεί στην Γεωργία Παπαμιλτιάδους - Μπατίστα ν. ΚΟΤ, προσφυγή αρ. 61/95, ημερ. 29.11.95:

"Με βάση τις πιο πάνω γενικές αρχές έχει αποφασιστεί ότι η διοίκηση οφείλει να χρησιμοποιεί το αυτό μέτρο κρίσης έναντι πάντων των ενδιαφερομένων πολιτών, είτε πρόκειται περί νομικών προσώπων είτε περί φυσικών προσώπων (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανωτέρω, σελ. 182, υπόθ. 218 (39). Η διοίκηση μπορεί βέβαια να μεταβάλει τακτική ως προς τον τρόπο άσκησης της διακριτικής της εξουσίας, αλλά η μεταβολή αυτή χρήζει ειδικής αιτιολογίας. (Πορίσματα Σ.τ.Ε. ανωτέρω, σελ. 182, υπόθ. 1185 (34) και 343 (38)).

Οπως αναφέρει ο Π.Δ. Δαγτόγλου στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Εκδοση 1977, σελ. 106 και 107, η συχνή και αυξανόμενη εξάρτηση του σύγχρονου ανθρώπου από την παροχική και ρυθμιστική κυρίως διοίκηση έχει δημιουργήσει μίαν αμεσότητα και στενότητα επαφής διοίκησης και ιδιώτη που καθιστά απαραίτητη την καλή πίστη στις σχέσεις τους. Από την αρχή της καλής πίστης προκύπτει ότι η διοίκηση δεν δικαιούται να εκμεταλλευτεί, ή ακόμα λιγότερο να δημιουργήσει καταστάσεις πλάνης, απάτης ή απειλής. Το Συμβούλιο της Επικρατείας εφαρμόζει μάλιστα στη διοίκηση την αρχή του estoppel (χωρίς βέβαια να την αναφέρει ρητώς) κατά την οποία η διοίκηση δεν δικαιούται, επικαλούμενη τις ίδιες της παραλείψεις, στις οποίες δεν συνέπραξε ο ιδιώτης, να αγνοεί μια ευνοϊκή για τον ιδιώτη πραγματική κατάσταση, δημιουργημένη από πολύ χρόνο και να αρνείται την υπέρ του ιδιώτη συναγωγή των ωφελημάτων και νομίμων συνεπειών που προκύπτουν από αυτήν (ΣτΕ 2024-2025/59). Σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα η διοίκηση παραβαίνει την αρχή της καλής πίστης προπάντων όταν ενεργεί κατά τρόπο αντίθετο προς την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη........ Η αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης (venire contra factum proprium) προσβάλλει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ιδιώτη απέναντι της και μπορεί να στηρίξει την παρανομία της διοικητικής πράξης.

Οι ίδιες αρχές απασχόλησαν και την Κυπριακή νομολογία. Εχει αποφασιστεί ότι στο διοικητικό δίκαιο ισχύει η αρχή της καλής πίστης η οποία αποβλέπει στη διασφάλιση της σύμμετρης λειτουργίας των διοικητικών οργάνων και τον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας (Ιφιγένεια Παπαλεοντίου και άλλοι ν. Δημοκρατίας Υπ. αρ. 637/92, 717/92 και 753/92, ημερ. 13.1.95). Η αρχή αυτή δεν επιτρέπει εκτροπή από τις αρχές του διοικητικού δικαίου ή λειτουργία της διοίκησης έξω από τους κανόνες της χρηστής διοίκησης. (Βλ. Vassiliou v. The Republic (1982) 3 CLR 220, Papadopoulou v. The Republic (1984) 3 CLR 332, Tamassos Tobacco Suppliers & Co v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 903, ημερ. 28.2.92. Βλ. επίσης και Eleftherios Soteriou v. The Greek Communal Chamber and Another (1964) 3 CLR 83, 104 Medcom Construction and Others v. The Republic (1968) 3 CLR 535, 544 και Spyros Drousiotis v. The Cyprus Broadcasting Corporation (1984) 3 CLR 546, 552)."

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού χωρίς το ίδιο να ερευνήσει το ζήτημα που προέκυψε και να αναζητήσει νόμιμη "διέξοδο" υιοθέτησε χωρίς αιτιολογία την εισήγηση της Επιτροπής και επαναπροκήρυξε την πλήρωση της θέσης ανακαλώντας έμμεσα με αυτό τον τρόπο την αρχική διαδικασία προκήρυξης της θέσης και επηρεάζοντας δυσμενώς το συμφέρον της αιτήτριας.

Στην Γεώργιου Ν. Γεωργούδη ν. Δήμου Αραδίππου, προσφυγή αρ. 68/89, ημερ. 28.9.90 ειπώθηκαν τα εξής:

"Ανακλητική διοικητική απόφαση πρέπει όπως και κάθε άλλη απόφαση να αιτιολογείται. Μάλιστα όπως είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε στην Kazan Carton Industry Ltd v. The Cyprus Ports Authority συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι για τη ρητή αιτιολόγηση απόφασης αυτής της κατηγορίας ενόψει της ανατροπής της προκαθορισθείσας πορείας.

Η μόνη πτυχή του διοικητικού έργου που ο αιτητής νομιμοποιείται να ζητήσει την αναθεώρηση είναι η εξυπακουόμενη από την επαναπροκήρυξη της θέσης ανάκλησης της προγενέστερης απόφασης του Δήμου Αραδίππου για πλήρωση της θέσης. Η απόφαση είναι εντελώς αναιτιολόγητη και πρέπει για το λόγο αυτό να ακυρωθεί."

 

 

 

Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η προσφυγή της αιτήτριας Δέσπως Συμεού αρ. 215/00 επιτυγχάνει. Η απόφαση του Οργανισμού να μην προχωρήσει στην ολοκλήρωση της διαδικασίας που άρχισε για την πλήρωση της θέσης είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.

Καθόσον αφορά την προσφυγή του κ. Βραχίμη Χ"Χάννα αυτή δεν έχει προοπτική επιτυχίας εφόσον εύλογα έχει κριθεί από την Επιτροπή Προσωπικού ότι αυτός δεν κατείχε μεταπτυχιακό προσόν σε θέματα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Εκ τουτου ακολουθεί ότι ο αιτητής δεν διατηρεί έννομο συμφέρον να προχωρήσει περαιτέρω για να θέσει υπό δικαστικό έλεγχο ο,τιδήποτε ακολούθησε.

Κατόπιν των ανωτέρω η προσφυγή αρ. 215/00 της αιτήτριας Δέσπως Συμεού επιτυγχάνει με έξοδα. Η απόφαση του Οργανισμού για επαναπροκήρυξη της επίδικης θέσης και ο,τιδήποτε ακολούθησε είναι άκυρη.

Η προσφυγή αρ. 216/00 του Βρ. Χ"Χάννα απορρίπτεται με £250.- έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

Α. Κραμβής,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο