ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1365/99
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Δημήτρη Δημητριάδη
Αι τητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ'ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 21 Νοεμβρίου, 2001.Για τον αιτητή: Α. Κουντουρή (κα) για Τ. Παπαδόπουλο.
Για την καθ΄ης η αίτηση: Κ. Σταυρινός.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή αυτή στρέφεται κατά της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερομηνίας 1.7.99, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 20.8.99, και με την οποία προήχθησαν στη μόνιμη θέση Ταχυδρομικού Επιθεωρητή από 1.8.99 τα ενδιαφερόμενα μέρη Αντωνάκης Μυλωνάς, Μιχαλάκης Παπαναστασίου, Σάββας Πρωτοπαπάς και Γεώργιος Παστέλλης, αντί του αιτητή.
Με επιστολή της αρμόδιας αρχής ημερομηνίας 19.2.99 ζητήθηκε η πλήρωση πέντε μόνιμων (Τακτ. Προϋπ.) θέσεων Ταχυδρομικού Επιθεωρητή, Τμήμα Ταχυδρομικών Υπηρεσιών (η θέση).
Η θέση είναι προαγωγής και η ΕΔΥ κατά τη συνεδρία της την 1.7.99, άκουσε τις απόψεις και συστάσεις του Διευθυντή του Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών (ο Διευθυντής), ο οποίος σύστησε για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη και τον Αργυρού Νίκο. Ακολούθως, η ίδια συνέχισε και περάτωσε την εξέταση του θέματος. Αφού δε έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης και της σύστασης του Διευθυντή, επέλεξε για προαγωγή τους υποψήφιους που συστήθηκαν από αυτόν.
Ως ημερομηνία ισχύος της προαγωγής των επιλεγέντων ορίστηκε η 1.8.99. Η προαγωγή του Αργυρού Νίκου δεν προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή.
Προεξέχουσα θέση στους ισχυρισμούς του δικηγόρου του αιτητή έχει η σύσταση του Διευθυντή. Υποβάλλεται ότι είναι αβάσιμη και νομικά πάσχουσα γιατί δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων και τις υπηρεσιακές εκθέσεις, βασίζεται στις εντυπώσεις που απεκόμισε ο ίδιος από επαφές του με αρμόδιους λειτουργούς της υπηρεσίας του και προϊσταμένους των υποψηφίων, οι οποίες όμως παραμένουν άγνωστες, αφού δεν καταγράφονται, εισάγει εξωγενή στοιχεία κρίσεως ή υπερτονίζει στοιχεία που δεν συνάδουν με την όλη εικόνα αξίας των υποψηφίων, δεν προβαίνει σε δέουσα σύγκριση μεταξύ αυτών και γενικά είναι αόριστη και ασαφής.
Λέγεται συγκεκριμένα ότι η άποψή του ότι ο κ. Μυλωνάς χαρακτηρίζεται από συστηματικότητα και συνέπεια στη δουλειά του, δεν βρίσκει έρεισμα στα στοιχεία των φακέλων και ότι δεν γίνεται αντίστοιχη συγκριτική αναφορά στον κ. Δημητριάδη (αιτητή), τη στιγμή που και αυτός έχει την ίδια βαθμολογία όπως και ο κ. Μυλωνάς στο στοιχείο "Διευθυντική/Διοικητική ικανότητα" (σ΄ αυτό εμπίπτει η συστηματικότητα και η συνέπεια) στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Όσο για την αναφορά του Διευθυντή στο ότι ο κ. Μυλωνάς "έχει υπηρετήσει σε αρκετά Γραφεία και τομείς δραστηριοτήτων του Τμήματος και ως εκ τούτου έχει πολλές γνώσεις και εμπειρίες σε όλο τον κύκλο εργασιών του Τμήματος", καθώς και στο ότι "εκτός των άλλων καθηκόντων αντικαθιστά με επιτυχία τον προϊστάμενο του Γραφείου όταν απουσιάζει" ο κ. Σεραφείμ (δικηγόρος του αιτητή), επισημαίνει ότι σύμφωνα με τη νομολογία η αναφορά στη φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε ένα υπάλληλο, δεν αποτελεί νόμιμο κριτήριο για την πρόκριση υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του, εκτός αν προκύπτει ότι στον τελευταίο ανατέθηκαν περιορισμένα καθήκοντα λόγω ανεπάρκειας. (Βλέπε: Ανδρέας Κούλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 2384 της 22/12/99). Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαλάκη Παπαναστασίου, γίνεται επίσης εισήγηση ότι η σύσταση του Διευθυντή βασίζεται στην επίδοσή του σε ειδικά καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί, και ότι η αναφορά του ότι υπερτερεί των άλλων υποψηφίων που δεν συστήνονται στην ανάληψη ευθυνών, την πρωτοβουλία και τη συνεργασία με τους υφισταμένους του, παραγνωρίζει ότι ο αιτητής στα εν λόγω στοιχεία έχει την ίδια εξαίρετη βαθμολογία. Το ίδιο συμβαίνει λέει ο κ. Σεραφείμ και ως προς τα ενδιαφερόμενα μέρη Σάββα Πρωτοπαπά και Γεώργιο Παστέλλη, σε σχέση με την αναφορά του Διευθυντή ότι ο μεν πρώτος "υπερτερεί στα στοιχεία της τυπικότητας και συστηματικότητας" στη δουλειά του αλλά και "της προθυμίας να αναλάβει επιπρόσθετα καθήκοντα και να βοηθήσει σε άλλους τομείς όπου παρουσιάζεται ανάγκη", ο δε δεύτερος "στην όρεξη και προθυμία που επιδεικνύει να αναλαμβάνει επιπρόσθετες εργασίες πέραν των καθηκόντων που του είχαν μόνιμα ανατεθεί". Και γι΄ αυτούς επίσης γίνεται εισήγηση ότι η σύσταση του Διευθυντή βασίζεται στην επίδοσή τους σε ειδικά καθήκοντα που τους είχαν ανατεθεί. Εντελώς ατεκμηρίωτη σε συνάρτηση με τις υπηρεσιακές εκθέσεις είναι, υποβάλει ο κ. Σεραφείμ, και η αναφορά του Διευθυντή ότι οι πέντε συστηθέντες υπερτερούν των υπόλοιπων υποψηφίων περιλαμβανομένου και του κ. Δημητριάδη στις ιδιότητες που προαναφέρθησαν.
Ως δεύτερος λόγος ακύρωσης προβάλλεται η έκδηλη υπεροχή του αιτητή έναντι των ενδιαφερομένων μερών. Υποστηρίζεται δε, ότι πέραν του γεγονότος ότι ο κ. Δημητριάδης έχει ταυτόσημες, ή και εν μέρει καλύτερες αξιολογήσεις από τον κ. Παπαναστασίου τα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, υπερτερεί πασιφανώς των ενδιαφερομένων μερών στον τομέα της πείρας, ενός βασικού παράγοντα προσδιορισμού της αξίας των υποψηφίων. Μια προσεκτική μελέτη των υπηρεσιακών εκθέσεων του αιτητή για τα έτη 1997 και 1998 όπου παρατίθεται σειρά δραστηριοτήτων του κ. Δημητριάδη όπως π.χ. η ετοιμασία, οργάνωση και υλοποίηση προγραμμάτων/σεμιναρίων επιμόρφωσης και η συμμετοχή σε διάφορα Ευρωπαϊκά Προγράμματα, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Η υπεροχή δε αυτή ισχυρίζεται ο κ. Σεραφείμ, επεκτείνεται και στον τομέα των προσόντων (απαριθμεί πληθώρα ακαδημαϊκών προσόντων) στα οποία όπως εισηγείται δεν εδόθη η δέουσα βαρύτητα ούτε από το Διευθυντή αλλά ούτε και από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας. Το μόνο στοιχείο που ο αιτητής υστερεί έναντι των ενδιαφερομένων μερών είναι αυτό της αρχαιότητας. Δεδομένου όμως του μικρού μεγέθους της διαφοράς (2 χρόνια στην αμέσως κατώτερη της επίδικης θέση) καθώς και του ότι σύμφωνα με τη νομολογία η αρχαιότητα είναι το τρίτο κατά σειρά κριτήριο που λαμβάνεται υπόψη μετά την αξία και τα προσόντα υποβάλλεται ότι η εν λόγω διαφορά δεν θα μπορούσε να είναι αποφασιστικής σημασίας.
Πέραν των πιο πάνω, προβάλλονται και άλλοι τρεις λόγοι ακύρωσης της επίδικης διοικητικής πράξης. Ο τρίτος λόγος αφορά την παράλειψη της Επιτροπής να διερευνήσει το θέμα της κατοχής πρόσθετων ακαδημαϊκών προσόντων εκ μέρους του αιτητή αλλά και την έλλειψη επαρκούς έρευνας ως προς την εξακρίβωση της ορθότητας του περιεχομένου της σύστασης του Διευθυντή. Ο τέταρτος λόγος αναφέρεται στη λήψη της επίδικης απόφασης καθ΄ υπέρβαση ή/και κατάχρηση εξουσίας, εξαιτίας του ότι η σύσταση που λήφθηκε υπόψη από την Επιτροπή, κατά τη διαδικασία επιλογής των υποψηφίων, βασίστηκε μεταξύ άλλων σε εμπειρία ή/και γνώσεις που αποκτήθηκαν ως εκ της ανάθεσης ιδιαίτερων καθηκόντων. Ως πέμπτος δε και τελευταίος λόγος ακύρωσης επισημαίνεται πλάνη της ΕΔΥ περί τα πράγματα και το Νόμο και πιο συγκεκριμένα ως προς την πείρα και τα πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα του αιτητή τα οποία μάλιστα δεν συσχετίσθηκαν με τα καθήκοντα της θέσης.
Απαντώντας στην αγόρευσή του, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία εισηγείται ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί να είναι τρωτή αφού δεν βασίστηκε μόνο στα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια (αξία, προσόντα, αρχαιότητα), αλλά επεκτάθηκε και πέραν αυτών. Το θέμα όμως που εγείρεται από τον αιτητή δεν είναι αυτό. Είναι το πεπλανημένο της σύστασης ως προς τα στοιχεία των φακέλων και η παράλειψη αναφοράς στα στοιχεία του κ. Δημητριάδη για σκοπούς σύγκρισης. Ο κ. Σταυρινός λέει επίσης ότι τα πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα του αιτητή παρόλο που δεν προβλέπονται ως πλεονέκτημα από το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης, λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν με τα υπόλοιπα δεδομένα. Όσον αφορά δε την ισχυριζόμενη έκδηλη υπεροχή του κ. Δημητριάδη υποστηρίζει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν ως προς την αξία αφού είχαν υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή που όμως είναι κατ΄ αρχήν το ζητούμενο, και ότι υπερείχαν επίσης και σε αρχαιότητα.
Σύμφωνα με όλα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, το ουσιαστικό θέμα που εγείρεται με την παρούσα προσφυγή επικεντρώνεται, κατά τη γνώμη μου, στο κατά πόσο το περιεχόμενο της σύστασης του Διευθυντή και ειδικότερα η διατύπωση της θέσης ότι "Είμαι πεπεισμένος ότι ..... όλοι οι υποψήφιοι που συστήνω είναι οι πλέον κατάλληλοι για την υπό πλήρωση θέση επειδή υπερτερούν των υπολοίπων στις ιδιότητες που ανέφερα πιο πάνω" συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων, αντικατοπτρίζει δηλαδή την πραγματικότητα. Οι εν λόγω ιδιότητες είναι, προφανώς, τόσο τα καθιερωμένα κριτήρια επιλογής στα οποία αναφέρει ο Διευθυντής ότι βασίστηκε, όσο και τα επιμέρους λεχθέντα σε σχέση με κάθε ενδιαφερόμενο μέρος ως προς την αιτιολόγηση της σύστασής του. Το ερώτημα δε είναι κατά πόσο η άποψη αυτή του Διευθυντή διέπεται από πλάνη.
Θα συνηγορούσα υπέρ της γνώμης ότι διέπεται. Με εξαίρεση το κριτήριο της αρχαιότητας ο αιτητής δεν υστερεί σε κανένα τομέα σε αναφορά με τα στοιχεία των φακέλων. Όπως έχει ήδη λεχθεί, η βαθμολογία του στις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων ετών είναι καθόλα εξαίρετη. Όσον αφορά δε τα προσόντα, από τον προσωπικό του φάκελο διαφαίνεται καθαρά ότι κατέχει πλείστα ακαδημαϊκά και άλλα προσόντα, επιπρόσθετα των απαιτουμένων στο σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης. Δεν θα συμφωνούσα με τη θέση του κ. Σταυρινού ότι ο Διευθυντής και η ΕΔΥ έλαβαν υπόψη τα υπέρτερα πρόσθετα προσόντα του κ. Δημητριάδη και πολύ περισσότερο ότι τα συστάθμισαν με τα υπόλοιπα δεδομένα. Αυτό που είπαν, Διευθυντής και ΕΔΥ, είναι ότι τα εν λόγω προσόντα του αιτητή "δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και ως εκ τούτου τους αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα". Το καθήκον όμως της ΕΔΥ σύμφωνα με τη νομολογία, στην προκείμενη περίπτωση, δεν ήταν η αξιολόγηση των πρόσθετων ακαδημαϊκών προσόντων αυτών καθ΄ εαυτών.
Ήταν η αξιολόγησή τους σε συσχετισμό προς τα καθήκοντα της θέσης. Καθήκον το οποίο, ενόψει της ίδιας βαθμολογίας (αιτητή-ενδιαφερομένων μερών) στις υπηρεσιακές εκθέσεις καθίστατο ακόμα πιο αναγκαίο και επιβεβλημένο. Σχετική με το υπό εξέταση θέμα μας είναι η υπόθεση Γιακουλής ν. Ε.Δ.Υ., Α.Ε. 2315, 19.7.1999, όπου μεταξύ άλλων, στη σελ. 4 λέχθηκαν τα εξής:-
"Ο εφεσείων υποστήριξε πως τα επιπλέον ακαδημαϊκά προσόντα του συσχετίζονται άμεσα με τα καθήκοντα της θέσης και του προσδίνουν σαφή υπεροχή στον τομέα αυτό έναντι κάθε άλλου ανθυποψηφίου του. Η Επιτροπή όμως, κατά την εισήγηση του, τα παρέβλεψε χωρίς να διερευνήσει το θέμα. Απαντώντας σχετικά η δικηγόρος της Δημοκρατίας είπε ότι το πρόσθετο προσόν, που προβλέπει το οικείο σχέδιο υπηρεσίας, είχαν όπως ορθά διέγνωσε η Ε.Δ.Υ., όλοι οι υποψήφιοι. Οι επιπρόσθετοι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών του εφεσείοντα δεν περιλαμβάνονταν στα προαπαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας είτε ως επιπρόσθετο προσόν είτε ως πλεονέκτημα. Επομένως, κατέληξε, όπως επαναβεβαίωσε η Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 317, 321, τα προσόντα αυτά "είναι παράγοντας οριακής σημασίας ο οποίος δεν επαυξάνει ουσιωδώς τις διεκδικήσεις του κατόχου για προαγωγή".
Η Ε.Δ.Υ. εδώ είχε καθήκον να διερευνήσει το θέμα και να μην το παρακάμψει λέγοντας απλώς ότι λήφθηκαν υπόψη επίσης τα προσόντα των υποψηφίων. Αυτό δεν ήταν αρκετό. Ο εφεσείων κατείχε δύο μεταπτυχιακά. Δεν εξέτασε η Ε.Δ.Υ. - σ΄ αυτήν ανήκει η αρμοδιότητα και όχι στο δικαστήριο - αν τα στοιχεία αυτά μπορούσαν να συσχετισθούν με τα καθήκοντα ή τις ευθύνες της θέσης. Οπόταν υπήρχε πιθανότητα μεταβολής της γενικής εικόνας. Αν στο ερώτημα η απάντηση ήταν καταφατική θα διαμορφωνόταν ίσως ευνοϊκότερη κατάσταση για τον εφεσείοντα που κρίθηκε ότι ήταν, στον τομέα αυτό, σε ίση περίπου μοίρα με το ενδιαφερόμενο μέρος. Η αρχή της διαφάνειας επέβαλλε έρευνα η οποία δεν έγινε. Η επίδικη πράξη είναι, για το λόγο αυτό, τρωτή."
Πρόσθετα των όσων έχουν προαναφερθεί θα ήθελα να επισημάνω και τα ακόλουθα: Ο Διευθυντής στη σύστασή του ξεκινώντας από τα καθήκοντα που είχαν ανατεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη συμπέρανε ότι διέθεταν τέτοια πείρα, γνώση και επίδοση που τους καθιστούσε καταλληλότερους για την υπό πλήρωση θέση. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στις πολλές γνώσεις και εμπειρίες του κ. Μυλωνά σε όλο τον κύκλο εργασιών του Τμήματος εξαιτίας της υπηρεσίας του σε αρκετά Γραφεία και τομείς δραστηριοτήτων του Τμήματος και στην επιτυχία με την οποία αντικαθιστά τον προϊστάμενο του Ταχυδρομικού Γραφείου Αγίου Νικολάου, όταν απουσιάζει. Τόνισε τις πολλές γνώσεις και την ευρεία πείρα του κ. Πρωτοπαπά σε όλο το φάσμα των εργασιών του Τμήματος ως εκ της υπηρεσίας του σε πολλούς τομείς και Γραφεία, συμπεριλαμβανομένων και των Κεντρικών Γραφείων, και έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια είναι υπεύθυνος του θησαυροφυλακίου του Τμήματος. Αναφέρθηκε στην πολύπλευρη πείρα και γνώσεις του κ. Παστελλή επί όλων των δραστηριοτήτων του Τμήματος εξαιτίας του ότι έχει υπηρετήσει τόσο σε Επαρχιακά και άλλα Ταχυδρομικά Γραφεία όσο και στα Κεντρικά, τόνισε δε την τωρινή του εργασία στην Υπηρεσία Γραμματοσήμων και Φιλοτελισμού των Κεντρικών Γραφείων. Τέλος αναφέρθηκε στο ευρύτατο φάσμα γνώσεων του κ. Παπαναστασίου επί όλων των δραστηριοτήτων του Τμήματος και στην ευρύτατη πείρα του ως εκ της θέσεώς του ως Προϊσταμένου του Τομέα Διανομής στο Επαρχιακό Ταχυδρομικό Γραφείο Λευκωσίας που όπως τόνισε είναι μια από τις πιο σοβαρές και υπεύθυνες θέσεις. Επισημάνθηκε ακόμη ότι ο εν λόγω τομέας στελεχώνεται με 50 και πλέον διανομείς.
Αφήνοντας κατά μέρος το ότι, όπως έχει ήδη λεχθεί, νομολογιακά δεν είναι σε καμιά περίπτωση επιτρεπτό η σύσταση να βασιστεί σε εμπειρία που αποκτήθηκε ως εκ της ανάθεσης ιδιαίτερων καθηκόντων, θα ήθελα να παρατηρήσω ότι όπως προκύπτει τόσο από τον υπηρεσιακό όσο και από τον προσωπικό φάκελο του κ. Δημητριάδη η όλη γενικά υπηρεσία του καθόλου δεν υστερεί στους τομείς στους οποίους αναφέρθηκε ο Διευθυντής. Κάθε άλλο μάλιστα. Χαρακτηριστικά θεωρώ αναγκαίο να επισημάνω, ότι, μεταξύ άλλων, ο αιτητής υπήρξε υπεύθυνος και εκπαιδευτής του προγράμματος Διευθυντικής Ανάπτυξης για Λειτουργούς του
Τμήματος Ταχυδρομικών Υπηρεσιών στο οποίο συμμετείχαν ως τέτοιοι Λειτουργοί τα ενδιαφερόμενα μέρη (Πρωτοπαπάς, Παπαναστασίου και Μυλωνά). Το εν λόγω πρόγραμμα διεξήχθη μεταξύ 8-17 Οκτωβρίου, 1996. Επίσης ετοιμάζει, επιμελείται και επεξεργάζεται τα κείμενα της Ετήσιας Έκθεσης του Τμήματος, ασκεί καθήκοντα επιθεώρησης των Επαρχιακών Ταχυδρομικών Γραφείων, Ταχυδρομικών Γραφείων Δεμάτων και Ταχυδρομικών Υποκαταστημάτων πάνω σε μόνιμη και συστηματική βάση και συνεργάζεται με ξένους εμπειρογνώμονες στη μελέτη διαφόρων θεμάτων, όπως είναι π.χ. θέματα Μάρκετινγκ και Πωλήσεων. Με αυτά ως δεδομένο, θα θεωρούσα τουλάχιστο ως ανακριβή και πεπλανημένη τη διαπίστωση του Διευθυντή ότι ο κ. Δημητριάδης υστερεί στις ιδιότητες στις οποίες αναφέρθηκε. Θα συνηγορούσα δε υπέρ της γνώμης ότι η μνεία μόνο της υπηρεσίας και επίδοσης των ενδιαφερομένων μερών και η παράλειψη οποιασδήποτε αναφοράς στην αντίστοιχη υπηρεσία και επίδοση τόσο του αιτητή όσο και των υπολοίπων υποψηφίων δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και πλήττει καίρια την άποψη του Διευθυντή.Η πλάνη δε αυτή του Διευθυντή δεν σταματά εδώ. Επεκτείνεται και στα άλλα επιμέρους στοιχεία στα οποία ο Διευθυντής απεφάνθη ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν του αιτητή. Παραθέτω ενδεικτικά την προθυμία, την όρεξη για ανάληψη πρόσθετων καθηκόντων, τη συνέπεια, τη συστηματικότητα καθώς και τις οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες, στοιχεία τα οποία αξιολογούνται κάθε χρόνο στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Έχει ήδη παρατηρηθεί ότι οι εν λόγω υπηρεσιακές εκθέσεις αιτητή-ενδιαφερομένων μερών παρουσιάζονται καθόλα ταυτόσημες. Έχουν όλοι αξιολογηθεί εξαίρετα. Επομένως δεν μπορεί να ευσταθήσει η άποψη Διευθυντή και ΕΔΥ ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούν του αιτητή έστω σε αυτά τα στοιχεία. Έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Εισάγει εξωγενή στοιχεία που δεν μπορούν να ελεγχθούν δικαστικά. Νομολογιακά κάτι τέτοιο είναι ανεπίτρεπτο.
Στην απόφαση Κουάλη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2402, ημερ. 11.11.99 όπου υιοθετήθηκαν τα νομολογηθέντα στη Χριστοδουλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2374, ημερ. 15.9.99 λέχθηκαν μεταξύ άλλων επί του ιδίου ζητήματος τα ακόλουθα:-
"Όπως προκύπτει από τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων τόσο των αιτητών όσο και των ενδιαφερομένων προσώπων όλοι είναι περίπου ισάξιοι. Κρίνουμε ότι το αποτέλεσμα της σύστασης του Διευθυντή καταλήγει σε ανατροπή των αξιολογήσεων αυτών, αφού για θέματα που έχουν ήδη αξιολογηθεί παρόμοια όλοι, διαχωρίζονται ορισμένοι οι οποίοι συστήνονται με γενικές παρατηρήσεις που στην ουσία ανατρέπουν την αξιολόγηση αυτή.
.............................. .................................................. .............................
Έτσι όπως και στη Χριστοδουλίδου (ανωτέρω) κρίνουμε ότι η σύσταση πάσχει όχι αναφορικά με την επάρκεια της αιτιολογίας σε συνάρτηση με την αποκάλυψη των πηγών των πληροφοριών για τη διαμόρφωση της κρίσης αλλά γιατί ο Διευθυντής δεν θα μπορούσε έξω από το πλαίσιο των ετήσιων αξιολογήσεων να διαμορφώνει εκ των υστέρων νέα κατάσταση αναφορικά με την ίδια αξιολογούμενη ποιότητα των υποψηφίων. Καθήκον του Διευθυντή είναι με βάση τις γνώσεις που έχει για το τί απαιτεί η θέση να επισημαίνει τις αρετές εκείνες του συγκεκριμένου υποψηφίου, στις οποίες με βάση τις αξιολογήσεις υπερέχει, και να συστήνει με βάση την υπεροχή αυτών τον καταλληλότερο υποψήφιο."
Ενόψει της θετικής κατάληξης στους πιο πάνω λόγους ακύρωσης που εξετάστηκαν, δεν θα έκρινα αναγκαίο την εξέταση και των υπόλοιπων λόγων που προβάλλονται.
Σε συνάρτηση με όλα όσα έχουν λεχθεί θα θεωρούσα ότι η σύσταση του Διευθυντή καταλήγει να είναι τρωτή και αναιτιολόγητη, συμπαρασύρει δε σε ακυρότητα και την ίδια την απόφαση της ΕΔΥ η οποία βασίστηκε επί αυτής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ