ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 550/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Νίκου Ταντελέ, από τη Λεμεσό
(Τ.Θ. 51327, 3504)
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
12 Σεπτεμβρίου, 2001
Για τον αιτητή : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Κυρ. Σταυρινός, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας για Γεν. Εισαγγελέα της
Δημοκρατίας.
______________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στη μόνιμη θέση Μετεωρολογικού Λειτουργού (Τακτικός Προϋπολογισμός), Μετεωρολογική Υπηρεσία, που έγινε στη συνεδρία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), ημερ. 20.12.1999.
Με επιστολή του ημερ. 28.7.1998, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, αναφέρτηκε στην ύπαρξη έξι κενών μόνιμων θέσεων Μετεωρολογικού Λειτουργού. ΄Ενας υπάλληλος, ο Μιχαήλ Παναγιώτης, Μετεωρολογικός Βοηθός, υπηρετούσε με απόσπαση σε υπεράριθμη θέση Μετεωρολογικού Λειτουργού από 1.12.1994, δυνάμει του άρθρου 43(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, όπως τροποποιήθηκε.
Η θέση ήταν πρώτου διορισμού. Μετά τη σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας υποβλήθηκαν 23 αιτήσεις, οι οποίες εν καιρώ εξετάστηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή που συστήθηκε.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, (στο εξής «η Συμβουλευτική») με επιστολή ημερ. 29.4.1999 υπέβαλε στην Επιτροπή την έκθεση της, μαζί με προκαταρκτικό κατάλογο στον οποίο περιλαμβάνονταν τόσο ο αιτητής, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος. Προηγουμένως η Συμβουλευτική είχε διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν είχε παρουσιάσει τεκμήριο για την πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας που απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας και γι΄ αυτό αποφάσισε όπως τον υποβάλει σε γραπτή εξέταση. Κατά την εξέταση ο αιτητής
εξασφάλισε μόνο 41.5% των μονάδων και απορρίφθηκε, αφού κριτήριο επιτυχίας είχε οριστεί το 50%.Στις 15.4.1999 ο αιτητής παρουσίασε στον Πρόεδρο της Συμβουλευτικής βεβαίωση από την Επιτροπή Υποτροφιών στην οποία αναφερόταν ότι τον Απρίλη του 1991, διεκδικώντας θέση Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας, το σχέδιο υπηρεσίας της οποίας απαιτούσε πολύ καλή γνώση της αγγλικής, είχε παρακαθήσει σε γραπτές εξετάσεις στην αγγλική γλώσσα, στην οποία έτυχε βαθμολογίας 64 στα 100.
Η Συμβουλευτική στη συνεδρία της ημερ. 19.4.1999 αποφάσισε ότι η βεβαίωση δεν αποτελούσε εκ πρώτης όψεως τεκμήριο για κατοχή του συγκεκριμένου προσόντος. Αποφάσισε όμως να καλέσει τον αιτητή σε προφορική εξέταση στις 26.4.1999, με την επιφύλαξη ότι την τελική απόφαση αν ο αιτητής είχε την απαιτούμενη γνώση, θα ελάμβανε η Επιτροπή.
Η Επιτροπή εξετάζοντας τα πορίσματα της Συμβουλευτικής έκρινε ότι ο αιτητής, αφού είχε αποτύχει στη διεξαχθείσα γραπτή εξέταση, δεν διέθετε την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας πολύ καλή γνώση της αγγλικής και ως εκ τούτου τον έκρινε ως μη προσοντούχο.
Στη συνέχεια η Επιτροπή κατάρτισε τον τελικό κατάλογο και στις 20.12.1999, ύστερα από προφορική εξέταση των ενδιαφερομένων μερών και την αξιολόγηση της απόδοσής τους από το Διευθυντή τους διόρισε στην επίδικη θέση, από 1.3.2000. Οι υπόλοιπες τρεις θέσεις δεν πληρώθηκαν, λόγω μη ύπαρξης κατάλληλων υποψήφιων.
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή αυθαίρετα, χωρίς δέουσα έρευνα, κάτω από πλάνη περί τα πράγματα και αναιτιολόγητα τον απέκλεισε ως μη προσοντούχο. Η διαπίστωση του επίπεδου γνώσης της αγγλικής των υποψήφιων ήταν, κατά τον αιτητή, σύμφωνα με το νόμο καθήκον της Συμβουλευτικής. Αφού η Συμβουλευτική διατηρούσε κάποιες αμφιβολίες, ήταν πλέον καθήκον της Επιτροπής να προβεί σε σχετικές διαπιστώσεις. Η Επιτροπή έχοντας τα δεδομένα αυτά ενώπιόν της δεν εξάντλησε την έρευνά της ώστε να είναι βέβαια για την από τον αιτητή κατοχή ή όχι του συγκεκριμένου προσόντος. Παράλειψη διεξαγωγής της δέουσας έρευνας, καταλήγει ο αιτητής, οδηγεί σε έλλειψη γνώσης ουσιωδών πραγματικών γεγονότων που ισοδυναμεί με πλάνη περί τα πράγματα.
Είναι αλήθεια ότι σύμφωνα με τη νομολογία η παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας για διαπίστωση της κατοχής από τους υποψήφιους της γνώσης μιας γλώσσας καθιστά την πράξη διορισμού τρωτή και ακυρωτέα (βλέπε μεταξύ άλλων Επαμεινώνδα ν. Ρ.Ι.Κ., Α.Ε. 1846, ημερ. 29.5.1998 και Παναγιωτίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1920, ημερ. 20.5.1998
).Στην παρούσα όμως περίπτωση, εφ΄ όσον είχε διεξαχθεί από τη Συμβουλευτική γραπτή εξέταση για εξακρίβωση του επίπεδου κατοχής της αγγλικής που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας, η Επιτροπή εύλογα θεώρησε ότι δεν απαιτείτο οποιαδήποτε νέα εξέταση. Το γεγονός ότι ο αιτητής παρουσίασε βεβαίωση ότι σε κάποιο χρόνο, κατά τη διεκδίκηση άλλης θέσης, πέτυχε σε σχετική εξέταση δεν έχει, κατά τη γνώμη μου, σημασία. Καθήκον τόσο της Συμβουλευτικής, όσο και της Επιτροπής, ήταν να βεβαιωθούν ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Ο αιτητής παρακάθησε σε γραπτή εξέταση στην οποία απέτυχε. Το αποτέλεσμα της εξέτασης συνιστά βεβαίωση της μη κατοχής, κατά τον ουσιώδη πάντα χρόνο, του συγκεκριμένου προσόντος. Θεωρώ ότι υπό τις περιστάσεις η Επιτροπή δεν είχε οποιανδήποτε υποχρέωση περαιτέρω έρευνας. Η βεβαίωση ότι δέκα σχεδόν χρόνια προηγουμένως είχε επιτύχει σε κάποια εξέταση, δεν την υποχρέωνε να ερευνήσει το θέμα περαιτέρω.
Σύμφωνα με νομολογία (Ιωνάς κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1775) η κατοχή των απαιτουμένων προσόντων είναι πραγματικό γεγονός και η εκτίμηση των γεγονότων που υποστηρίζουν ή συνθέτουν την απόφαση, αποτελεί αποκλειστικό έργο του αρμόδιου διοικητικού οργάνου. Η αναθεωρητική δικαιοδοσία του δικαστηρίου, περιορίζεται στη νομιμότητα της πράξης, δηλαδή την επάρκεια της έρευνας και το εύλογο των διαπιστώσεων. Η εκτίμηση των γεγονότων και η πρωτογενής αναζήτηση και προσδιορισμός της σημασίας των διάφορων πιστοποιητικών που είχε ενώπιόν του το διορίζον όργανο κείται εκτός της αρμοδιότητας του δικαστηρίου. Ειδικότερα η ανάλυση και αξιολόγηση των διάφορων στοιχείων με σκοπό τη διαπίστωση του κατά πόσο τα στοιχεία αυτά πραγματικά τεκμηριώνουν τον απαιτούμενο βαθμό της γνώσης μιας γλώσσας, αποτελεί καθήκον του διορίζοντος οργάνου.
Το τεκμήριο της νομιμότητας συνηγορεί υπέρ της επάρκειας της έρευνας από την Επιτροπή, εκτός όπου το τεκμήριο αυτό κλονίζεται ή δημιουργείται αμφιβολία από στοιχεία που τείνουν να καταδείξουν το αντίθετο ή θέτουν σε αμφιβολία τη διεξαγωγή της έρευνας. Δεν θεωρώ ότι η βεβαίωση που προσκομίστηκε κλονίζει το τεκμήριο της νομιμότητας.
Σύμφωνα με το άρθρο 33(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90, η υποβολή των υποψήφιων σε γραπτή ή και προφορική εξέταση είναι καθήκον της Συμβουλευτικής. Αυτό το καθήκον η Συμβουλευτική εξεπλήρωσε και ο αιτητής απέτυχε στην εξέταση στην οποία παρακάθησε.
Εν όψει των πιο πάνω η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και έτσι απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ