ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΕΝΩΠΙΟΝ
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Υπόθεση αρ. 218/99
Μεταξύ
:Ανδρέα Νικηφόρου, από τη Λευκωσία
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
2.
Αρχηγού ΑστυνομίαςΚαθ'ων η αίτηση
- - - - - -
Υπόθεση αρ. 219/99
Μεταξύ
:Μιλτιάδη Κ. Δημητρίου, από τη Λευκωσία
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
2. Αρχηγού Αστυνομίας
Καθ'ων η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 19 Ιουλίου, 2001.Για τους αιτητές και στις δύο προσφυγές: Ι. Παπαμιλτιάδους (κα) για
Ν. Παπαμιλτιάδους.
Για τους καθ΄ων η αίτηση και στις δύο προσφυγές: Γ. Γεωργαλλής.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι παρούσες προσφυγές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί στρέφονται κατά της ίδιας διοικητικής πράξης και παρουσιάζουν κοινά σημεία γεγονότων και νόμου, αξιώνουν την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση όπως δημοσιεύτηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές με αύξοντα αρ. 5, την 1.2.1999, με την οποία προήχθη αριθμός μελών της Αστυνομικής Δύναμης στη θέση Λοχία.
Αρχικά οι συνεκδικαζόμενες προσφυγές ήταν 5. Οι 218/99, 219/99, 498/99, 505/99 και 521/99. Οι τρεις τελευταίες αποσύρθηκαν και παρέμειναν μόνο οι δύο.
Στις προσφυγές 218/99 και 219/99 προσβάλλονται οι προαγωγές των ακόλουθων προσώπων: (1) Χριστιάνας Κελεπέσιη, (2) Ιωάννη Κακοφεγγίτη, (3) Κώστα Παναγή, (4) Αντώνη Αντωνίου, (5) Ερωτόκριτου Ερωτοκρίτου, (6) Ανδρέα Νικολάου και (7) Κ. Ν. Παπαμιχαήλ.
Στις 12.3.1998 ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ύστερα από διαβούλευση με τον Αρχηγό Αστυνομίας, διόρισε Επιτροπή Αξιολόγησης, (Παράρτημα Α στην ένσταση) σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 5 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989, Κ.Δ.Π. 52/89. Έργο της Επιτροπής ήταν, με βάση τους Κανονισμούς 4 και 6, η αξιολόγηση των υποψηφίων για προαγωγή στους βαθμούς του Λοχία, Υπαστυνόμου και Ανώτερου Υπαστυνόμου.
Η Επιτροπή, αφού συμβουλεύτηκε τον υπεύθυνο Αξιωματικό ανάλογα με την περίπτωση και αφού μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων και τα ατομικά τους δελτία, συνέταξε έκθεση. Οι εκθέσεις αξιολόγησης παραδόθηκαν στους Αστυνομικούς Διευθυντές ή Διοικητές των Μονάδων των υποψηφίων, οι οποίοι τις υπέβαλαν στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Κρίσεως που είχε διοριστεί από τον Υπουργό (Παράρτημα Β στην ένσταση) σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 7.
Το Συμβούλιο Κρίσεως διενήργησε προσωπικές συνεντεύξεις σε θέματα Αστυνομικής Πρακτικής Εφαρμογής και Γενικών Γνώσεων, η δε γενική εντύπωσή του αναφορικά με την απόδοση κάθε υποψήφιου καταγράφηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 8(2) στα πρακτικά, σε σχετικό ειδικό έντυπο.
Στη συνέχεια, υποβλήθηκε στον Αρχηγό Αστυνομίας πίνακας κατ΄ αλφαβητική σειρά όλων των συστηνομένων για προαγωγή στο βαθμό του Λοχία ο οποίος περιείχε αριθμό διπλάσιο των κενών θέσεων. (Παράρτημα Γ στην ένσταση).
Ο Αρχηγός, ενασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από το άρθρο 13Α(1) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285, αποφάσισε να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ζήτησε δε με επιστολή του ημερ. 26.1.99 (Παράρτημα Ε στην ένσταση) την κατά νόμο απαιτούμενη έγκριση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, έγκριση η οποία δόθηκε με χειρόγραφο σημείωμα, ημερ. 27.1.1999. Οι προαγωγές των ενδιαφερομένων μερών δημοσιεύτηκαν στις Εβδομαδιαίες Διαταγές με αύξοντα αρ. 5, ημερ. 1.2.99.
Μερικοί από τους ισχυρισμούς των αιτητών στις Προσφυγές 218/99 και 219/99 είναι κοινοί, αλλά και μερικοί διαφορετικοί του ενός από τον άλλο. Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να εξεταστεί ο κάθε ισχυρισμός στο πλαίσιο της κάθε προσφυγής χωριστά.
Προσφυγή 218/99
Ο αιτητής έχει μόνιμη ανικανότητα 30% και λαμβάνει αναπηρικό επίδομα (γεγονός παραδεκτό). Με έρεισμα το άρθρο 2 και ειδικότερα το λεκτικό του άρθρου 3(1) του Ν. 100(1)/98, ο οποίος τροποποιεί τον περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμο, (Βασικός Νόμος 55(1)/97) υποστηρίζει ότι είναι "παθών" εντός της έννοιας του Νόμου και έπρεπε να προαχθεί. Το υπό αναφορά άρθρο 3(1) έχει ως εξής:-
"3. Το άρθρο 3 του βασικού νόμου αντικαθίσταται από το ακόλουθο νέο άρθρο:
3.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού με βάση τον οποίο πληρούνται κενές θέσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ποσοστό 10% επί του συνολικού αριθμού των θέσεων κάθε μισθολογικής κλίμακας που προκηρύσσονται ή κενούνται κατ΄ έτος σε οποιαδήποτε υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα πληρούται από υποψηφίους που είναι παθόντες ή τέκνα εγκλωβισμένων, νοουμένου ότι κατέχουν τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς νόμους ή κανονισμούς ή σχέδια υπηρεσίας προσόντα.".
Έχοντας υπόψη το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου και ιδιαίτερα τους όρους "κάθε μισθολογικής κλίμακας που προκηρύσσονται ή κενούναι κατ΄ έτος σε οποιαδήποτε υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα πληρούται από υποψηφίους που είναι παθόντες", η ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στο εν λόγω άρθρο, είναι ότι αφορά όχι μόνο περιπτώσεις πρώτων διορισμών αλλά και προαγωγής.
Η παρούσα υπόθεση αφορά 80 κενές θέσεις λοχιών στην Αστυνομία. Κατά συνέπεια, ως προς την προϋπόθεση αυτή ετύγχανε εφαρμογής το πιο πάνω άρθρο. Είμαι της γνώμης όμως ότι η φράση του άρθρου "νοουμένου ότι κατέχουν τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς όρους ή Κανονισμούς ή σχέδια υπηρεσίας προσόντα" υποδηλοί πως ο διεκδικητής κρίνεται ίσος στην αξία και προσόντα με τους υπόλοιπους υποψηφίους για τη θέση. Διαφορετικά θα εδημιουργείτο δυσμενής διάκριση σε βάρος τους, κατά παράβαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος. Τα πιο πάνω αποτέλεσαν παρατηρήσεις του Αρτεμίδη, Δ. στις προσφυγές Χριστίνα Παπασολομώντος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Προσφυγή αρ. 1257/99, ημερ. 12.12.2000 και Κυριάκου Γ. Νεοκλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 1154/99, ημερ. 3.7.2001.
Συμφωνώ με τις θέσεις που παρατίθενται στις πιο πάνω προσφυγές. Δεν θεωρώ όμως ορθό να ασχοληθώ με συνταγματικό ζήτημα το οποίο δεν έχει εγερθεί, ούτε έχει συζητηθεί διεξοδικά ενώπιόν μου.
Θα προχωρήσω, κατά συνέπεια, να εξετάσω τους άλλους ισχυρισμούς του αιτητή.
Ο αιτητής προβάλλει τον ισχυρισμό ότι υπερέχει όλων των υποψηφίων σε αρχαιότητα και υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση στερείται της δέουσας αιτιολογίας. Υποβάλλει επίσης ότι η απόφαση του Αρχηγού στερείται νόμιμης αιτιολογίας ενώ αναιτιολόγητη είναι και η απόφαση του Υπουργού. Ακόμα υποστηρίζει ότι η παράλειψη συμπλήρωσης του στοιχείου 5 στο Έντυπο Αξιολόγησης της σχετικής Επιτροπής που αφορά το είδος της σημερινής απασχόλησης του υποψήφιου και η χρήση μόνο του ενός σημείου ψήφισης ( ) στο ίδιο έντυπο αντί και του σημείου Χ που απαιτείται, καταδεικνύει ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν προέβησαν στη δέουσα έρευνα όπως όφειλαν.
Πράγματι η απόφαση που περιέχεται στην επιστολή του Αρχηγού προς τον Υπουργό στερείται νόμιμης αιτιολογίας. Η επιστολή είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και τούτο γιατί ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄ αρ. 218/99 υπερέχει έκδηλα και των 7 ενδιαφερομένων μερών σε αρχαιότητα, από 11 μέχρι 13 χρόνια. Συγκεκριμένα προηγείται κατά 12 χρόνια έναντι των ενδιαφερομένων μερών Ι. Κακοφεγγίτη και Κ. Παπαμιχαήλ και 13 χρόνια έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους Κ. Παναγή.
Η αρχαιότητα αποτελεί ένα από τα ουσιώδη στοιχεία για την κρίση των υποψηφίων για προαγωγή και το γεγονός ότι υπολείπεται σε σπουδαιότητα των άλλων παραγόντων που προσδιορίζουν την καταλληλότητα των υποψηφίων, δεν εξουδετερώνει ούτε καταργεί τη σημασία της ως ουσιώδους στοιχείου κρίσης (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας
(1994) 3 ΑΑΔ 77, 85).Ο αιτητής κατατάχτηκε στην Αστυνομία στις 19.5.78. Υπηρέτησε στην Υπηρεσία Προστατευτικής Ασφάλειας του Αρχηγείου, στο Γραφείο Πληροφοριών και από το 1990 στις Κεντρικές Αποθήκες Αρχηγείου Αστυνομίας εναλλασσόμενος στο Τμήμα Οπλισμών και Πυρομαχικών, Ιματισμού και Εξάρτησης.
Από το 1995 υπηρετεί ως Υπεύθυνος Γραφείου Καθολικών και Λογιστικών Βιβλίων των Κεντρικών Αποθηκών. Από το πρακτικό-σκεπτικό του Αρχηγού Αστυνομίας (σελ. 2) φαίνεται ότι τα καθήκοντα που του ανατέθηκαν επέδρασαν δυσμενώς. Όπως αναφέρει ο Αρχηγός, έλαβε υπόψη του το γεγονός ότι ο αιτητής δεν έχει καθόλου πείρα σε καθαρά αστυνομικά καθήκοντα. Θα ήθελα να επισημάνω όσον αφορά το θέμα αυτό ότι κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να θυματοποιείται και να τυγχάνει άνισης μεταχείρισης λόγω των καθηκόντων που του ανατέθηκαν, εκτός ίσως εκεί που προκύπτει ότι του ανατέθηκαν περιορισμένα καθήκοντα λόγω ανεπάρκειας. (Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 512/89, ημερ. 19.9.90, Τηλεμάχου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 327/95 κ.ά., ημερ. 22.11.96 και Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ (1996) 3 ΑΑΔ 249, 255).
Ο εν λόγω αστυφύλακας εκτός του ότι υπερέχει καταφανώς σε αρχαιότητα όλων των ενδιαφερομένων μερών, υπερέχει και σε αξία. Στο συγκριτικό πίνακα κατέλαβε την 57η θέση με συνολική βαθμολογία 82.49 ενώ οι Ι. Κακοφεγγίτης, Κ. Παναγή και Κ. Παπαμιχαήλ κατέλαβαν κατώτερες θέσεις με βαθμολογία 82.13, 81.82 και 82.16 αντίστοιχα. Ούτε ο αιτητής, αλλά ούτε και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέχουν επιπρόσθετο προσόν. Η περισσότερη σημασία επομένως που δόθηκε στην αξία και τα προσόντα δεν δικαιολογείται, αφού τόσο στην αξία όσο και στην αρχαιότητα, ο αιτητής προηγείται, ενώ στα προσόντα τα προαναφερόμενα μέρη δεν υπερτερούν. Είναι φανερό λοιπόν ότι η αιτιολογία που παραθέτει ο Αρχηγός για μη επιλογή του αιτητή έρχεται
σε πλήρη αντίθεση με τα στοιχεία που είχε ενώπιόν του (στοιχεία των φακέλων) (Η αιτιολογία του Αρχηγού φαίνεται στη σελ. 2 του Παραρτήματος Δ΄ στην ένσταση και στο Παράρτημα Ε΄).Σχετικές είναι οι αποφάσεις στις εξής υποθέσεις: (α) Υπόθεση αρ. 1081/94, Α. Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 21.12.95 όπου το Δικαστήριο κατέληξε ότι τα στοιχεία στα οποία βάσισε την απόφασή του ο Αρχηγός Αστυνομίας δεν δικαιολογούσε το συμπέρασμα του ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε του αιτητή και (β) Υποθέσεις αρ. 977/95,
978/95, Α. Χατζηκωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 2.9.97, στην οποία αναφέρεται ότι: "τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη από τον Αρχηγό Αστυνομίας για την προαγωγή των πιο πάνω ενδιαφερομένων επιμαρτυρούν ότι ο αιτητής υπερέχει σε αξία και αρχαιότητα των ενδιαφερομένων αυτών προσώπων. Συνεπώς δεν δικαιολογείται το συμπέρασμα του Αρχηγού ότι τα ενδιαφερόμενα αυτά μέρη υπερείχαν του αιτητή. Η απόφαση αυτή είναι το αποτέλεσμα πεπλανημένης εκτίμησης των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων και για το λόγο αυτό θα ακυρωθεί στο βαθμό που αφορά τα εν λόγω ενδιαφερόμενα πρόσωπα.".Αξίζει να σημειωθεί ότι στη βαθμολόγηση του Συμβουλίου Κρίσης στα θέματα (α) Κατάρτιση στα Αστυνομικά Καθήκοντα και (β) Ικανότητα Αποτελεσματικής Διεκπεραίωσης Καθηκόντων και Ευθυνών, ο αιτητής έτυχε της ίδιας ακριβώς βαθμολογίας με τα ενδιαφερόμενα μέρη Κ. Παναγή και Κ. Παπαμιχαήλ και καλύτερης στο θέμα (β) από το ενδιαφερόμενο μέρος Ι. Κακοφεγγίτη.
Ενόψει όλων όσων προαναφέρθηκαν, η προσφυγή με αρ. 218/99 επιτυγχάνει έναντι των ενδιαφερομένων μερών Ι. Κακοφεγγίτη, Κ. Παναγή και Κ. Παπαμιχαήλ.
Προσφυγή 219/99
Ο αιτητής έχει μόνιμη ανικανότητα 16% και λαμβάνει αναπηρικό επίδομα (γεγονός παραδεκτό). Με έρεισμα το άρθρο 2 και ειδικότερα το λεκτικό του άρθρου 3(1) του Ν. 100(1)/98 ο οποίος όπως προανάφερα τροποποιεί το Βασικό Νόμο 55(1)/97 υποστηρίζει ότι είναι "παθών" εντός της έννοιας του Νόμου και έπρεπε να προαχθεί. Σχετικά με το εν λόγω άρθρο ισχύουν τα όσα επεσήμανα πιο πάνω εξετάζοντας την προσφυγή με αριθμό 218/99.
Παρά το γεγονός όμως ότι ο αιτητής εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 3(1) του Ν. 100(1)/98, έχω την πεποίθηση ότι ο Νόμος εφαρμόζεται μεταξύ ισάξιων υποψηφίων. Ο αιτητής μετά την αξιολόγησή του από την Επιτροπή Αξιολόγησης και το Συμβούλιο Κρίσεως έλαβε συνολική βαθμολογία 78.20, που είναι κατώτερη εκείνης όλων των ενδιαφερομένων μερών. Δεν δύναται επομένως να θεωρηθεί ισάξιός τους. Δεν συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των συνιστωμένων για προαγωγή.
Πέραν του πιο πάνω ισχυρισμού, ο αιτητής προβάλλει ότι υπερέχει όλων των υποψηφίων σε αρχαιότητα και ότι η παράλειψη συμπλήρωσης του στοιχείου 5 στο Έντυπο Αξιολόγησης της σχετικής Επιτροπής που αφορά το είδος της σημερινής απασχόλησης του υποψήφιου καταδεικνύει ατελή διερεύνηση και ελλειπή αιτιολόγηση εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση και επίσης αντιστρατεύεται την αρχή της χρηστής διοίκησης και την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη. Ακόμα υποστηρίζει ότι η απόφαση του Υπουργού είναι αναιτιολόγητη και η ψηλότερη βαθμολογία που έλαβε έναντι όλων των ενδιαφερομένων μερών από το Συμβούλιο Κρίσεως με βάση τα στοιχεία του προσωπικού του φακέλου και του ατομικού του δελτίου απεδείκνυαν την υπεροχή του παρά το γεγονός ότι έλαβε χαμηλή βαθμολογία κατά τη συνέντευξη.
Προτού εξετάσω ένα-ένα τους υπόλοιπους ισχυρισμούς του αιτητή θα ήθελα να αναφερθώ σε ορισμένα παραδεκτά γεγονότα σχετικά με το άτομο του ούτως ώστε να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με αυτόν.
Κατατάχτηκε στην Αστυνομία στις 19/5/78. Υπηρέτησε στη Μ.Μ.Α.Δ., στην Υπηρεσία Προστατευτικής Ασφάλειας, στη Μονάδα Προεδρικής Φρουράς και από το 1988 στους Αστυνομικούς Σταθμούς Λυκαβητού, Δευτεράς, Κοκκινοτριμιθιάς, όπου και επιτελεί καθήκοντα Αναπληρωτή Σταθμάρχη και Σταθμάρχη κατά την απουσία του Υπευθύνου. Παρακολούθησε μαθήματα Διερεύνησης και Σχεδιαγράφησης Τροχαίων Δυστυχημάτων καθώς και σεμινάριο με θέμα "Βία στην Οικογένεια".
Πράγματι ο αιτητής υπερέχει και των 7 ενδιαφερομένων μερών σε αρχαιότητα, από 11 μέχρι 13 χρόνια. Από τις 10 δε μονάδες που το Συμβούλιο Κρίσεως έχει εξουσία να αποδίδει με αναφορά γενικά στα "στοιχεία του προσωπικού φακέλου και ατομικού δελτίου" έλαβε 6.03 μονάδες πολύ ψηλότερες εκείνων όλων των ενδιαφερομένων μερών. Εν τούτοις στη γενική βαθμολογία έλαβε 78.20 μονάδες πολύ κατώτερη από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Γι΄ αυτό το λόγο δεν ήταν στον κατάλογο των συστηνομένων.
Αναφορικά με την παράλειψη συμπλήρωσης του στοιχείου 5 στο Έντυπο Αξιολόγησης, δεν τη θεωρώ ως ουσιώδη παράλειψη. Οι καθ΄ων η αίτηση είχαν στην κατοχή τους τούς προσωπικούς φακέλους όλων των υποψηφίων και μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να διαπιστώσουν τη σημερινή καθώς και προγενέστερες απασχολήσεις αυτών.
Ούτε ο ισχυρισμός ότι η απόφαση του Υπουργού είναι αναιτιολόγητη ευσταθεί. Η χειρόγραφη λέξη "Εγκρίνεται" και η υπογραφή του Υπουργού δεν θεωρείται ως απεμπόλιση και δέσμια άσκηση της κυριαρχικής του εξουσίας. Σχετική είναι η απόφαση Παναγιώτης Μιχαηλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 929 κ.ά., ημερ. 25.10.91).
Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή αρ. 218/99 επιτυγχάνει ως προς τα ενδιαφερόμενα μέρη Ι. Κακοφεγγίτη, Κ. Παναγή και Κ. Παπαμιχαήλ. Απορρίπτεται δε ως προς τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή αρ. 219/99 απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ