ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 1489/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Χαράλαμπου Ιωάννου
Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
2. Αρχηγού Αστυνομίας
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
11 Μαΐου 2001
Για τον Αιτητή: κα. Κουντουρή για Τ. Παπαδόπουλο και Σία.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κ. M. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο Αιτητής κ. Ιωάννου προσβάλλει την προαγωγή των έξι Ενδιαφερομένων Μερών στη θέση Ανώτερου Υπαστυνόμου. Η προαγωγή έγινε από τον Αρχηγό της Αστυνομίας και δημοσιεύθηκε στις 20.9.1999.
Η διαδικασία άρχισε με το διορισμό Επιτροπής Αξιολόγησης από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, η οποία και συνέταξε έκθεση αξιολόγησης με βαθμολόγηση σε ειδικό έντυπο που καθόρισε ο Αρχηγός και ενέκρινε ο Υπουργός. Ακολούθως, το Συμβούλιο Κρίσεως, το οποίο διόρισε ο Υπουργός, διενήργησε προσωπικές συνεντεύξεις των υποψηφίων σε θέματα Αστυνομικής Πρακτικής Εφαρμογής και Γενικών Γνώσεων, βαθμολογώντας τους σε ειδικό έντυπο που καθόρισε ο Αρχηγός και ενέκρινε ο Υπουργός, και, λαμβάνοντας υπ΄όψη όλα τα ενώπιον του στοιχεία, αξιολόγησε και βαθμολόγησε τους υποψηφίους. Κατάρτισε δε πίνακα των συστηνομένων κατ΄ αλφαβητική σειρά, τον οποίο και υπέβαλε στον Αρχηγό. Ο Αρχηγός, με βάση τον κατάλογο αυτό και κατά κύριο λόγο τη βαθμολογηθείσα αξιολόγηση των υποψηφίων, προήγαγε τα Ενδιαφερόμενα Μέρη. Οι προαγωγές εγκρίθησαν στη συνέχεια από τον Υπουργό.
Η πρώτη εισήγηση της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Αιτητή είναι ότι δύο από τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, οι κύριοι Κυριάκου και Ταβελίδης, δεν πληρούσαν τις πρόνοιες του κανονισμού 11(1)(γ) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (ΚΔΠ 52/89) καθ΄όσον δεν κατείχαν τα απαραίτητα προσόντα για προαγωγή. Ο κανονισμός 11(1)(γ)(ιι) προνοεί:
"11.-(1) Κανένας δε θεωρείται ως προσοντούχος υποψήφιος για προαγωγή:-
.................................. .................................................. ...........
(γ) Σε Ανώτερο Υπαστυνόμο, εκτός αν-
.................................. .................................................. .......
(ιι) έχει συμπληρώσει τετραετή υπηρεσία στο βαθμό του Υπαστυνόμου, εξαιρούνται όμως όσοι κατέχουν ειδικά προσόντα αναγκαία για την εκτέλεση των ειδικών καθηκόντων τα οποία θα τους ανατεθούν, οπότε η εν λόγω τετραετής περίοδος δεν είναι αναγκαία:"
Η κα Κουντουρή εισηγείται ότι, εφ΄όσον οι κύριοι Κυριάκου και Ταβελίδης κατείχαν το βαθμό του Υπαστυνόμου από 20.10.1995 και 1.1.1996 αντίστοιχα, δεν είχαν έτσι συμπληρώσει τετραετή υπηρεσία στον εν λόγω βαθμό στις 20.9.1999 που προήχθησαν. Σημειώνει βέβαια ότι με απόφαση του ημερομηνίας 26.3.1999 ο Αρχηγός είχε προβεί σε σύντμηση ενός έτους στην υπηρεσία των εν λόγω κυρίων σύμφωνα με την επιφύλαξη του κανονισμού 11(1)(γ), εισηγείται όμως ότι η απόφαση αυτή του Αρχηγού δεν ήταν αιτιολογημένη.
Δεν μπορώ να δεχθώ την εισήγηση αυτή. Ανεξάρτητα από τη θέση του κ. Φλωρέντζου ότι η απόφαση του Αρχηγού για σύντμηση του χρόνου συνιστά αυτοτελή διοικητική πράξη που θα έπρεπε να προσβληθεί με άλλη προσφυγή, και αν ακόμα εκρίνετο ότι το θέμα αυτό εγείρεται ως λόγος ακύρωσης στην προσφυγή, η εν λόγω απόφαση του Αρχηγού δεν είναι τρωτή. Ο Αρχηγός αιτιολόγησε την απόφαση του με αναφορά στα ακαδημαϊκά προσόντα των κυρίων Κυριάκου και Ταβελίδη που ήσαν συναφή με την υπηρεσία τους, επισημαίνοντας στη συνέχεια ότι είναι πτυχιούχοι νομικοί και εγγεγραμμένοι ως δικηγόροι, και με αναφορά στην αυξανόμενη και επιτακτική ανάγκη στελέχωσης της υπηρεσίας με προσωπικό καταρτισμένο επιστημονικά όσο και σε αστυνομικά καθήκοντα, λαμβάνοντας υπ΄όψη και το ότι οι κύριοι Κυριάκου και Ταβελίδης ήσαν και κατά τα άλλα ικανότατοι. Η αιτιολόγηση της απόφασης ήταν άρτια και στα πλαίσια της επιφύλαξης του κανονισμού 11(1)(γ) ως προς τα ειδικά προσόντα για την εκτέλεση ειδικών καθηκόντων, συναρτάτο δε άμεσα προς την αναφορά ότι ο μεν κ. Κυριάκου υπηρετεί στο γραφείο του Αρχηγού και χειρίζεται διοικητικά και ειδικά νομικά θέματα ο δε κ. Ταβελίδης είναι υπεύθυνος της Τροχαίας Λεμεσού. Σίγουρα δε η σύντμηση θα έπρεπε να γίνει πριν από τις προαγωγές
και την ανάθεση των οποιωνδήποτε άλλων ειδικών καθηκόντων στα οποία, στο στάδιο εκείνο, μόνο προοπτικά θα μπορούσε να αναφερθεί ο Αρχηγός. Σημειώνω δε και το γεγονός ότι οι κύριοι Κυριάκου και Ταβελίδης ήσαν και οι μόνοι πτυχιούχοι νομικής για τους οποίους ετίθετο θέμα σύντμησης του χρόνου (στην πραγματικότητα, ήσαν και οι μόνοι πτυχιούχοι από τους σαράντα υποψηφίους, πλην των κυρίων Λοϊζίδη και Καρατζιά που ήσαν πτυχιούχοι στη μουσική και στη νομική αντίστοιχα), ώστε να μην υπάρχει ούτε θέμα ενδεχόμενης ευνοιοκρατικής διάκρισης. Τέλος, η αναφορά του Αρχηγού στο ότι, βάσει των νέων κανονισμών που εκκρεμούσαν για ψήφιση η απαιτούμενη υπηρεσία στο βαθμό του Υπαστυνόμου μειώνετο σε τριετή, δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε νομική πλάνη αλλά έγινε προφανώς για να τονίσει τη σημασία της υφιστάμενης δυνατότητας του βάσει των ισχυόντων κανονισμών να προβεί σε σύντμηση του χρόνου σε κατάλληλες περιπτώσεις.Είναι επίσης εισήγηση της κας Κουντουρή ότι η αξιολόγηση και βαθμολόγηση του Συμβουλίου Κρίσεως ήταν τρωτή. Για να γίνει κατανοητό το πλαίσιο της εισήγησης, είναι αναγκαίο να σκιαγραφηθεί η διαδικασία που ακολουθήθηκε. Μεταφέρω δε αυτολεξεί τα όσα είπα σχετικά στην απόφαση μου στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας, προσφυγή 1344/99, 22.3.1999, που αφορούσε προσφυγή άλλου μη προαχθέντος στην ίδια διαδικασία, στις σελίδες 2-3:
"Η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης για τον κάθε υποψήφιο συνίσταται, στο Μέρος ΙΙ, σε εννέα κατηγορίες, δηλαδή (1) Διοικητικά Προσόντα, (2) Νοημοσύνη, Κρίση και Ευθυκρισία, (3) Αίσθημα Πειθαρχίας, (4) Απόδοση, (5) Ενεργητικότητα, (6) Προσωπικό Κύρος και Προσωπικότητα, (7) Κατάρτιση στα Αστυνομικά Καθήκοντα, (8) Ικανότητα Διεκπεραίωσης Καθηκόντων, (9) Ικανότητα Εξασφάλισης Αποτελεσματικής Απόδοσης Υφισταμένων, η κάθε μια των οποίων επεξηγείται ως προς το περιεχόμενο της. Για κάθε κατηγορία υπάρχουν πέντε τετράγωνα με αντίστοιχους χαρακτηρισμούς Εξαίρετος, Πολύ Καλός, Καλός, Μέτριος, Ανεπαρκής, σημειώνεται δε ένα από τα τετράγωνα αυτά από την Επιτροπή. Προφανώς για κάθε κατηγορία η ανώτατη βαθμολογία είναι το 5, με ανάλογη διαβάθμιση του κάθε χαρακτηρισμού.
Το Συμβούλιο Κρίσεως είχε ενώπιον του τη συνολική βαθμολογία του κάθε υποψήφιου από την Επιτροπή Αξιολόγησης. Προέβη δε και το ίδιο σε δική του βαθμολόγηση των υποψηφίων επί τη βάσει της ενώπιον του προσωπικής συνέντευξης. Η βαθμολόγηση αυτή έγινε σε αναφορά με πέντε πτυχές, (1) ερωτήσεις σε θέματα αστυνομικής πρακτικής εφαρμογής, (2) ερωτήσεις σε θέματα γενικών γνώσεων, (3) ικανότητα εκφράσεως, (4) αυτοπεποίθηση/αυτοέλεγχος, (5) εμφάνιση, με ανώτατη
Όλες οι πιο πάνω βαθμολογίες προστίθεντο για τον κάθε υποψήφιο, παράγοντας την ολική του βαθμολογία ....."
Ας σημειωθεί ότι ο Αρχηγός, με τρεις εξαιρέσεις, έκαμε τις συνολικά δεκαπέντε προαγωγές με βάση την ολική βαθμολογία των υποψηφίων. Ο κ. Ιωάννου είχε καταταγεί 27ος.
Η κυρία Κουντουρή λέγει κατ΄αρχή ότι το έντυπο που χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση των υποψηφίων από το Συμβούλιο Κρίσεως δεν ικανοποιούσε τις πρόνοιες του κανονισμού 8(4) που επιβάλλει όπως ληφθούν υπ΄όψη όλα τα αναφερόμενα στοιχεία κρίσης. Αυτό που έπρεπε να είχε γίνει, εισηγείται, ήταν το Συμβούλιο Κρίσεως να προβεί μόνο σε μια γενική αξιολόγηση και βαθμολόγηση και όχι σε ειδική και χωριστή βαθμολόγηση με βάση μόνο τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου. Περαιτέρω, η κα Κουντουρή εισηγείται ότι καθ΄όσον, ως αποτέλεσμα, τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου ελήφθησαν υπ΄όψη από το Συμβούλιο Κρίσεως κατά την αξιολόγηση και βαθμολόγηση των υποψηφίων αλλά και πάλι στη συνέχεια από τον Αρχηγό στο στάδιο της λήψης της απόφασης του, προέκυπτε διπλή προσμέτρηση των στοιχείων του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου.
Η εισήγηση δεν έχει έρεισμα. Όπως παρατήρησα στη Μιχαηλίδης, ανωτέρω, στην υπόθεση Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 325, η οποία ήταν πανομοιότυπη προς την παρούσα, απεφασίσθη ότι το σχετικό έντυπο συνιστά έγκυρη διοικητική εφαρμογή του κανονισμού 8(4). Οι ίδιες παρατηρήσεις έγιναν και από τον αδελφό μου Κωνσταντινίδη, Δ., στην υπόθεση Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 165/97 κ.α., 14.12.1998, στην οποία αναφέρεται η κα Κουντουρή. Η βαθμολόγηση λοιπόν στο ειδικό έντυπο με βάση τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου ήταν καθ΄όλα νόμιμη. Ούτε τίθεται θέμα διπλής προσμέτρησης των στοιχείων του προσωπικού φακέλου
και του ατομικού δελτίου. Το Συμβούλιο Κρίσεως προέβη σε νόμιμη βαθμολόγηση με βάση αυτά, επιτελώντας το δικό του μέρος της νόμιμης διαδικασίας. Ο Αρχηγός, που είχε και την ευθύνη λήψης της απόφασης, όφειλε επίσης να λάβει υπ΄όψη του τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου.Ύστερα η κα Κουντουρή λέγει ότι η αξιολόγηση και βαθμολόγηση του Συμβουλίου Κρίσεως επί του ειδικού εντύπου με βάση τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου ήταν αναιτιολόγητη, και ως προς τα αναφερόμενα κριτήρια και ως προς την προσωπική συνέντευξη, παραπέμποντας στην υπόθεση Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) και στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ευθυμίου, Α.Ε. 2743, 20.2.2000. Και πάλι μεταφέρω αυτολεξεί τα όσα παρατήρησα στη Μιχαηλίδης, ανωτέρω, σελίδες
3-4:"Η βασική εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Αιτητή είναι ότι όλες οι πιο πάνω βαθμολογήσεις των υποψηφίων είναι αναιτιολόγητες, παραπέμποντας και στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ευθυμίου, ΑΕ2743, 20.7.2000. Η Ευθυμίου όμως αφορούσε διαδικασίες δυνάμει του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν.1/90), το άρθρο 34(10) του οποίου απαιτεί αιτιολογία. Έγινε μάλιστα και ρητή διαφοροποίηση της από της υπόθεση Δημοκρατία ν. Αντωνίου (1993) 3 ΑΑΔ 325, η οποία ήταν πανομοιότυπη προς την ενώπιον μου υπόθεση, με βάση το ότι οι περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμοί του 1989, ΚΔΠ 52/89, βάσει των οποίων έγινε η αξιολόγηση, δεν επιβάλλουν την αιτιολόγηση της.
Η τοποθέτηση της Ολομέλειας επί του θέματος, όπως προκύπτει από την πιο πάνω νομολογία, είναι καθοριστική και στην παρούσα προσφυγή. Ούτε ο Κανονισμός 6(3), που αφορά την αξιολόγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης, ούτε ο Κανονισμός 8(2) και 8(4), που αφορά την αξιολόγηση του Συμβουλίου Κρίσεως, απαιτούν αιτιολόγηση. Όπως απεφασίσθη δε στην Αντωνίου, το σχετικό έντυπο, που ήταν το ίδιο με εκείνο στην προκειμένη περίπτωση, συνιστά έγκυρη διοικητική εφαρμογή του Κανονισμού και η ιδέα της βαθμολόγησης η οποία το διέπει συνάδει με τους Κανονισμούς όσο και με την αρχή της ισότητας ως ενιαίο μέτρο κρίσεως. Η Ευθυμίου αναγνωρίζει ότι, καθ΄ όσον το θέμα ρυθμίζεται ειδικά από το νομοθέτη, η αρχή της αιτιολόγησης, ως γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, υποχωρεί ανάλογα. Εφ΄όσον η μέθοδος της βαθμολόγησης υιοθετείται στο ειδικό έντυπο που καθόρισε ο Αρχηγός και ενέκρινε ο Υπουργός σύμφωνα με τους Κανονισμούς 6(3) και 8(4) και συνάδει με τους Κανονισμούς, δεν τίθεται θέμα περαιτέρω εφαρμογής της γενικής αρχής της αιτιολόγησης."
Η Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας στην οποία ανεφέρθη η κα Κουντουρή διαφοροποιείται στο σημείο αυτό εφ΄όσον εκεί, όπως φαίνεται, το Συμβούλιο Κρίσεως έδωσε απλώς μέχρι 10 βαθμούς με αναφορά στα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και του ατομικού δελτίου χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό των εν λόγω στοιχείων. Στην προκειμένη περίπτωση όμως τα στοιχεία που ελήφθησαν υπ΄όψη προσδιορίζονται επαρκώς τόσο στην ανάλυση των δέκα κριτηρίων όσο και στην καταγραφή των στοιχείων που ελήφθησαν υπ΄όψη για τη βαθμολόγηση σε κάθε κριτήριο, εφ΄όσον, όπως παρατηρεί και ο κ. Φλωρέντζος, μεσολάβησε ανάλογη τροποποίηση του ειδικού εντύπου ώστε να παρέχεται η αιτιολογία της βαθμολογίας κάτω από τα δέκα κριτήρια.
Το έγκυρο του χρησιμοποιηθέντος ειδικού εντύπου απαντά και τις επί μέρους εισηγήσεις της κας Κουντουρή που περιέχονται στις παραγράφους 2.1.γ. και 2.1.στ. της αγόρευσης. Παρατηρώ μόνο ότι και ο κ. Ιωάννου, όπως και ο κ. Καρατζιάς τον οποίο αφορά ιδιαίτερα η αναφορά στο κριτήριο 10 στο ειδικό έντυπο, βαθμολογήθηκε ανάλογα στο κριτήριο αυτό, δεν υπάρχει δε οτιδήποτε που να καταδεικνύει ότι η κρίση του Συμβουλίου ήταν αναιτιολόγητη ή πεπλανημένη ως προς τα αναφερόμενα στην αντίστοιχη βαθμολόγηση στοιχεία.
Παράπονο διατυπώνεται και σε σχέση με τα κριτήρια 6 και 8, ότι το πτυχίο νομικής των κυρίων Κυριάκου και Ταβελίδη ελήφθη υπ΄όψη δύο φορές εφ΄όσον βαθμολογήθηκε και στα δύο κριτήρια (η αντίστοιχη αναφορά στον κ. Καρατζιά δεν τεκμηριώνεται στο ειδικό έντυπο). Αυτό όμως δεν είναι έτσι. Κατ΄αρχή είναι δεδομένο το έγκυρο του ειδικού εντύπου. Περαιτέρω όμως, το κριτήριο 6 δεν είναι ταυτόσημο με το κριτήριο
8, και αυτό που βαθμολογείται είναι στο μεν κριτήριο 6 οι εκπαιδεύσεις εξωτερικού που δυνατό να συνιστούν και επιπρόσθετο προσόν στο δε κριτήριο 8 τα ακαδημαϊκά προσόντα πέραν του απολυτηρίου εξατάξιας σχολής. Καταγράφεται δε στη βαθμολόγηση των κυρίων Κυριάκου και Ταβελίδη για το κριτήριο 6 "νομική κατάρτιση και εγγραφή στο μητρώο δικηγόρων" και για το κριτήριο 8 "πτυχίο νομικής". Αυτά είναι διάφορα πράγματα και δεν προκύπτει διπλή αξιολόγηση του ιδίου στοιχείου.Η κα Κουντουρή εισηγείται επίσης ότι ως προς το κριτήριο 4 δεν υιοθετήθηκε ενιαίο μέτρο κρίσεως. Το κριτήριο 4 περιλαμβάνει την εκπαίδευση στην Αστυνομική Ακαδημία και επίδοση πέραν του 80%. Λέγει δε η κα Κουντουρή ότι, ενώ για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη βαθμολογήθηκε η επίδοση τους τόσο στη βασική σειρά όσο και σε άλλες σειρές, για τον κ. Ιωάννου βαθμολογήθηκε η επίδοση του μόνο στη βασική σειρά. Αυτό είναι ορθό, ο λόγος όμως είναι ότι ο κ. Ιωάννου δεν φαίνεται να πέτυχε σε οποιεσδήποτε άλλες σειρές. Κάλεσα τα μέρη να μου υποδείξουν στο φάκελο οποιεσδήποτε άλλες τέτοιες σειρές αλλά δεν ήσαν σε θέση να το κάνουν. Από τη δική μου έρευνα του φακέλου προκύπτει ότι ο κ. Ιωάννου απέτυχε δύο φορές στη σειρά για προαγωγή σε λοχία (κυανούν 70 και κυανούν 90) και δεν παρακολούθησε τη σειρά για προαγωγή σε υπαστυνόμο για την οποία αποτάθηκε (κυανούν 252 και κυανούν 255). Εκπλήττει λοιπόν η εισήγηση ότι θα έπρεπε να αναφερθεί η επίδοση του και σε άλλες σειρές τις οποίες όχι μόνο δεν παρακολούθησε αλλά και στις οποίες δεν θα μπορούσε έτσι να είχε επίδοση πέραν του 8
0% που αναφέρεται στο κριτήριο 4.Τέλος, η κα Κουντουρή εισηγείται ότι η ίδια η απόφαση του Αρχηγού ήταν αναιτιολόγητη και σε σύγκρουση με τα στοιχεία των φακέλων, ιδιαίτερα ως προς την άποψη του ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερέχουν του κ. Ιωάννου. Η εισήγηση γίνεται ιδιαίτερα σε αναφορά με τους κυρίους Ταβελίδη και Μελανίδη, για τον κ. Μελανίδη μάλιστα λέγεται ότι ο κ. Ιωάννου υπερέχει αυτού έκδηλα. Ο Αρχηγός έλαβε υπ΄όψη του τόσο τη σειρά βαθμολογίας των υποψηφίων από το Συμβούλιο Κρίσεως (που περιλάμβανε
τόσο τη δική του βαθμολόγηση όσο και εκείνη της Επιτροπής Αξιολόγησης) όσο και το σύνολο των στοιχείων των υποψηφίων όπως προέκυπταν από τους προσωπικούς φακέλους και τα ατομικά δελτία τους. Όσον αφορά τη βαθμολογία του Συμβουλίου Κρίσεως, τα Ενδιαφερόμενα Μέρη σίγουρα υπερείχαν του κ. Ιωάννου. Ο κ. Κυριάκου (1ος) είχε 91.59, ο κ. Ταβελίδης (2ος) είχε 89.66, ο κ. Καρατζιάς (8ος) είχε 87.24, ο κ. Ψαράς (12ος) είχε 86.78, ο κ. Γιάλλουρος (14ος) είχε 85.93, και ο κ. Μελανίδης (16ος) είχε 85.65. Ο κ. Ιωάννου ήταν 27ος με 83.91. Τη βαθμολογία αυτή ο Αρχηγός ορθά έλαβε υπ΄όψη αφού περιλαμβάνεται στο σύνολο των στοιχείων τα οποία, σύμφωνα με τον κανονισμό 8(6), λαμβάνει υπ΄όψη του προβαίνοντας στις προαγωγές, τοσούτο μάλλον αφού η εν λόγω βαθμολογία δεν βασίζεται μόνο στις ετήσιες αξιολογήσεις και εν γένει στα στοιχεία των φακέλων, τα οποία εν πάση περιπτώσει ο Αρχηγός θα πρέπει να λάβει υπ΄όψη, αλλά και ιδιαίτερα στην ενώπιον του Συμβουλίου Κρίσεως προσωπική συνέντευξη (κατά 45%). Ας σημειωθεί μάλιστα ότι από την Επιτροπή Αξιολόγησης, η βαθμολογία της οποίας βασίζεται στα στοιχεία των φακέλων (και ιδιαίτερα τις ετήσιες αξιολογήσεις) και μετρούσε κατά 45%, και οι επτά πήραν την ίδια βαθμολογία 43. Η διαφορά στην τελική βαθμολογία προήλθε από την προσωπική συνέντευξη ενώπιον του Συμβουλίου Κρίσεως που μετρούσε 45% και κατά δεύτερο λόγο από τη βαθμολόγηση του Συμβουλίου Κρίσεως με βάση τον προσωπικό φάκελο και το ατομικό δελτίο που μετρούσε 10%. Έτσι, ο κ. Κυριάκου βαθμολογήθηκε από το Συμβούλιο Κρίσεως αντίστοιχα 39.99 και 8.60, ο κ. Ταβελίδης 39.66 και 7, ο κ. Καρατζιάς 38.99 και 5.25, ο κ. Ψαράς 37.98 και 5.80, ο κ. Γιάλλουρος 38.48 και 4.45, ο κ. Μελανίδης 37.65 και 5 και ο κ. Ιωάννου 35.66 και 5.25. Ως προς τα στοιχεία των φακέλων, στις ετήσιες αξιολογήσεις οι κύριοι Κυριάκου, Ψαράς και Γιάλλουρος υπερέχουν, έστω και όχι έκδηλα, του κ. Ιωάννου, λαμβανομένης δε υπ΄όψη και της υπεροχής τους στην αξιολόγηση του Συμβουλίου Κρίσεως δεν τίθεται θέμα πεπλανημένου ή αναιτιολόγητου της άποψης του Αρχηγού, ούτε, όπως παρατήρησα, αναφέρεται συγκεκριμένα σε αυτούς η κα Κουντουρή. Οι κύριοι Ταβελίδης, Καρατζιάς και Μελανίδης είναι στο σύνολο και διαχρονικά ισοδύναμοι του κ. Ιωάννου, με ελαφρά επί μέρους υπεροχή του κ. Ιωάννου, τούτο δε αντανακλάται και στο ότι, όπως παρατήρησα, η βαθμολογία που πήραν και οι επτά από την Επιτροπή Αξιολόγησης ήταν η ίδια (43). Όπως υποδεικνύει και η κα Κουντουρή, ο κ. Ιωάννου υπερέχει βέβαια τούτων σε αρχαιότητα. Ο κ. Ταβελίδης όμως διέθετε το επιπρόσθετο προσόν, το πτυχίο νομικής, όπως και αισθητά ψηλότερη συνολική βαθμολογία και, λογιζομένων όλων αυτών των δεδομένων, δεν μπορεί να λεχθεί ότι ήταν πεπλανημένη και αναιτιολόγητη η άποψη του Αρχηγού ότι υπερείχε του κ. Ιωάννου. Ως προς τους κυρίους Καρατζιά και Μελανίδη, η συνστάθμιση όλων των δεδομένων, με ιδιαίτερη έμφαση αφ΄ενός στην ελαφρά υπεροχή του κ. Ιωάννου στις ετήσιες αξιολογήσεις και στη διετή αρχαιότητα του και αφ΄ετέρου στην καλύτερη βαθμολόγηση των κυρίων Καρατζιά και Μελανίδη από το Συμβούλιο Κρίσεως, που προέκυπτε ευθέως από την απόδοση στην προσωπική συνέντευξη, θεωρώ ότι και πάλι δεν καθιστούσε πεπλανημένη και αναιτιολόγητη την άποψη του Αρχηγού περί υπεροχής τους. Εν πάση περιπτώσει βέβαια δεν θα υπήρχε θέμα έκδηλης υπεροχής του κ. Ιωάννου.Η προσφυγή αποτυγχάνει ως προς όλα τα Ενδιαφερόμενα Μέρη και απορρίπτεται.
Ο Αιτητής θα καταβάλει τα έξοδα της Δημοκρατίας.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π