ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 117/2000
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
1. Βάσου Πάτσικα,
2. ΄Ανναμπελ Δημητρίου Πάτσικα
Αιτητών
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Υπουργού Δικαιοσύνης
και Δημόσιας Τάξης και του Αρχηγού Αστυνομίας
Καθ΄ ων η αίτηση
________________
30 Απριλίου, 2001
.Για τους αιτητές: Μ. Πικής.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ε. Αντωνίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γεν.Εισ.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:
"Απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία η τοποθέτηση των ως άνω αιτητών στον κατάλογο 'Alert List' να ακυρώνεται και να κηρύσσεται στερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."
Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή.
Με επιστολή του ημερ. 18.8.89 ο δικηγόρος των αιτητών πληροφόρησε τον Αρχηγό της Αστυνομίας ότι όπως έχει πληροφορηθεί από το Υπουργείο Εσωτερικών και την Αστυνομία οι αιτητές "βρίσκονται στο 'alert list' με αποτέλεσμα κάθε φορά που επιστρέφουν στην Κύπρο από το εξωτερικό να
υπόκεινται σε πλήρη σωματικό έλεγχο". Ζήτησε όπως πληροφορηθεί "τη νομική βάση στην οποία στηρίζεται ο καταρτισμός τέτοιου καταλόγου ο οποίος επιφέρει διακρίσεις μεταξύ των πολιτών" και το λόγο για τον οποίο οι πελάτες του περιλήφθηκαν στον κατάλογο αυτό. Ταυτόχρονα πληροφόρησε τον Αρχηγό της Αστυνομίας ότι η αιτήτρια 2 "επί του παρόντος βρίσκεται στο εξωτερικό απ΄ όπου πρόκειται να επιστρέψει στις 20.8.99 και σε περίπτωση που βρίσκεται στο 'alert list' και θα υποβληθεί στην εξευτελιστική και απάνθρωπη μεταχείριση στην οποία συνήθως υποβάλλεται από τις αρχές" να της εξηγηθούν οι λόγοι για τη δυσμενή διάκριση που γίνεται εις βάρος της.
Ο Αρχηγός της Αστυνομίας απάντησε με επιστολή του ημερ. 18.8.1999. Πληροφόρησε το δικηγόρο των αιτητών ότι η επιστολή του διαβιβάστηκε στα αρμόδια Τμήματα της Αστυνομίας για διερεύνηση και αναφορά και ότι θα επικοινωνήσει και πάλιν μαζί του το συντομότερο δυνατό για να τον ενημερώσει.
Με επιστολή του ημερ. 11.11.99 ο Αρχηγός της Αστυνομίας πληροφόρησε ως εξής τον δικηγόρο των αιτητών:
"
'ALERT LIST' - Βάσος και Άνναμπελ Πάτσικα.Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερομηνία 25.10.99, σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
2. Ο καταρτισμός του καταλόγου 'ALERT LIST', που ας σημειωθεί δεν είναι απαγορευτικός αλλά πληροφοριακός, στηρίζεται στις εξουσίες του Αρχηγού Αστυνομίας, που απορρέουν από τον περί Αστυνομίας Νόμο, καθώς επίσης και σε σχετικές επί του θέματος οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα.
3. Η τοποθέτηση στοιχείων προσώπων στον κατάλογο 'ALERT LIST' γίνεται από την Αστυνομία σε ειδικές περιπτώσεις με μόνο σκοπό την πρόληψη αδικημάτων, χωρίς βέβαια η τοποθέτηση των στοιχείων οποιουδήποτε να αποτελεί και μόνιμη κατάσταση.
4. Η περίπτωση της τοποθέτησης του πιο πάνω ζεύγους στον κατάλογο αυτό, αφορούσε πληροφορίες της Αστυνομίας ότι οι τελευταίοι μετέφεραν ναρκωτικά από το εξωτερικό. Πρόσθετα όπως και σεις γνωρίζετε σε τρεις περιπτώσεις οδηγήθηκαν στο Δικαστήριο για καλλιέργεια και κατοχή ναρκωτικών.
5. Για τους πιο πάνω λόγους τα στοιχεία τους θα παραμείνουν στο 'ALERT LIST' και οι αναφερόμενοι θα ερευνώνται κατά τις αφιξοαναχωρήσεις τους έως ότου εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους τοποθετήθηκαν στο 'ALERT LIST'."
Η απόφαση για την τοποθέτηση των αιτητών στον επίδικο κατάλογο λήφθηκε στις 30.1.96 από το Αρχηγείο Αστυνομίας, Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών. Την παραθέτω:
"ΠΡΟΣ: ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΔ
ΑΠΟ: ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΩΞΗΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ
ΥΠΟΠΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΟΠΩΣ ΤΑ ΠΙΟ ΚΑΤΩ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΠΟΘΕΤΗΘΟΥΝ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΥΠΟΠΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΓΙΑ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΟ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ: 1) ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΝΑ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΤΑΙ Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΩΞΗΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ. 2) ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΦΙΞΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΝΑ ΕΡΕΥΝΟΥΝΤΑΙ ΕΞΟΝΥΧΙΣΤΙΚΑ ΤΟΣΟ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΣΟ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ ΤΟΥΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ. ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΝΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΩΞΗΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ.
ΠΑΤΣΙΚΑΣ ΒΑΣΟΣ, ΓΕΝΝΗΘΕΙΣ ΣΤΙΣ 6/3/61 ΣΤΗΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟΥ ΥΠ. ΑΡΙΘΜΟ Β 105564
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ή ΠΑΤΣΙΚΑ ΑΝΝΑΜΠΕΛ, ΓΕΝΝΗΘΕΙΣΑ ΣΤΙΣ 20/3/61 ΣΤΗΝ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟ.
ΕΓΚΡΙΘΗΚΕ (Υπογραφή)
ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΑΠΟ ΑΣΤΥΦ. 2353 ΩΡΑ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ 14.20"
Τα γεγονότα τα οποία είχε υπόψη της η Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών φαίνονται σε επιστολή της Υπηρεσίας αυτής προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας ημερ. 20.8.99. Την μεταφέρω:
"
΄Ελεγχος προσώπων στο 'ALERT LIST'Αναφορικά με το σημείωμα σας σε επιστολή προς το δικηγόρο Μιχάλη Πική με αρ. φακ. 175/V ημερ. 18.8.99 για το πιο πάνω θέμα σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
Τα στοιχεία του Βάσου και της ΄Ανναμπελ Πάτσικα, τέθηκαν στο Alert List στις 30.1.1996 καθότι υπήρχαν πληροφορίες ότι θα μετέφεραν ναρκωτικά από το εξωτερικό, σύμφωνα με τις οδηγίες της τότε διεύθυνσης Υ.ΔΙ.Ν.
Να σημειωθεί ότι τόσον ο Βάσος όσον και η σύζυγος του ΄Ανναμπελ είναι άτομα που συστηματικά απασχολούν την υπηρεσία μας με πληροφορίες για θέματα ναρκωτικών. Αναφέρονται πιο κάτω τρεις περιπτώσεις που συνελήφθηκαν και οδηγήθηκαν στο δικαστήριο.
- Στις 3.5.89 συνελήφθηκαν και οι δύο για καλλιέργεια 23
φυτών κάνναβης. Στη δίκη που ακολούθησε ο Βάσος
καταδικάστηκε σε δύο μήνες φυλάκιση και η ΄Ανναμπελ
αθωώθηκε και απαλλάγηκε.
- Στις 18.8.95 η ΄Ανναμπελ συνελήφθει για κατοχή 11 γρ.
κάνναβης και χαπιών ROHYPNOL. Η υπόθεση έκλεισε
ως '΄Αλλως Διατεθείσα'.
- Στις 22.1.96 ο Βάσος Πάτσικας συνελήφθει για κατοχή
μικρής ποσότητας κάνναβης, και καταδικάστηκε σε £900
πρόστιμο.
Τα πιο πάνω διαβιβάζονται για ενημέρωση σας, παρακαλώ.
Χρ. Κατσικίδης,
Διοικητής,
Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών."
Η προδικαστική ένσταση
.Με την ένσταση τους οι καθ΄ ων η αίτηση υπέβαλαν προδικαστική ένσταση. Ισχυρίστηκαν ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι εκτελεστή και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσβληθεί αφού έχει πληροφοριακό χαρακτήρα.
Μετά την επιφύλαξη της απόφασης επί της προδικαστικής ένστασης το Δικαστήριο ήγειρε αυτεπάγγελτα τα πιο κάτω δύο θέματα: Μεταφέρω το σχετικό πρακτικό:
"
Δικαστήριο: Μετά την επιφύλαξη της απόφασης επί της προδικαστικής ένστασης η οποία σχετίζεται με το θέμα της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης πράξης έχω διαπιστώσει ότι εγείρονται και τα πιο κάτω ζητήματα:(α) Κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί απόφαση οργάνου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος ή απόφαση που είναι στενά συνδεδεμένη με μελλοντική ποινική διαδικασία οπόταν δεν συνιστά άσκηση εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας εντός της έννοιας του πιο πάνω άρθρου 146.1 του Συντάγματος (Βλ.
Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, 72, 73 και Xenophontos v. Republic, 2 R.S.C.C. 89).(β) Κατά πόσο η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη λαμβανομένου υπόψη των γεγονότων της υπόθεσης.
Παρόλο ότι σε σχέση με τα δύο πιο πάνω ζητήματα το Δικαστήριο μπορεί να ενεργήσει αυτεπάγγελτα (βλ. σε σχέση με το πρώτο ζήτημα το οποίο είναι καθαρά θέμα δικαιοδοσίας
Koupepa v. Republic (1966) 3 C.L.R. 496 και σε σχέση με το δεύτερο ζήτημα Megalemou v. Republic (1968) 3 C.L.R. 581) εντούτοις θεωρεί ότι τα συμφέροντα της δικαιοσύνης υπαγορεύουν όπως ακουσθούν οι θέσεις των μερών και επί των δύο ζητημάτων.Η υπόθεση ορίζεται για τον πιο πάνω σκοπό στις 6.4.2001 η ώρα 9.00 π.μ."
Η κα. Αντωνίου, εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση, υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου αλλά αποτελεί εσωτερικό διοικητικό μέτρο. ΄Ερεισμα της εισήγησης αποτέλεσε η απόφαση στην Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 474, 481 στην οποία κρίθηκε ότι η τοποθέτηση προσώπου στο "stop list" αποτελεί εσωτερικό διοικητικό μέτρο, το οποίο δεν ενέχει έννομες συνέπειες. Κρίθηκε, επίσης, ότι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου - ότι η τοποθέτηση της συζύγου του αιτητή στο "stop list" ήταν παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων και, κατά συνέπεια, πράξη εκτελεστή, είναι εσφαλμένη.
Η κα. Αντωνίου υπέβαλε περαιτέρω ότι "κανένα κατοχυρωμένο δικαίωμα των αιτητών δεν παραβιάστηκε έτσι ώστε να προσδοθεί εκτελεστότητα στην εκκαλούμενη απόφαση". Η νομολογία επί του θέματος του "stop list" είναι σαφής και μπορεί να υιοθετηθεί και για το "alert list" του οποίου οι συνέπειες σε τελική ανάλυση είναι πιο ήπιες και όχι τόσο δραστικές όπως αυτές του "stop list".
Αναφορικά με το πρώτο θέμα το οποίο έχει εγερθεί από το Δικαστήριο η κα. Αντωνίου υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί άσκηση "εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας" εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος αλλά πράξη στενά συνυφασμένη με μελλοντική ποινική διαδικασία.
΄Ερεισμα της εισήγησης απετέλεσε το άρθρο 29(2) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν 29/77) και οι υποθέσεις
Kyriakides v. Republic, 1 R.S.C.C. 66, 73 και Makaritou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 100. Tο άρθρο 29(2) παρέχει εξουσία σε αστυνομικό όργανο το οποίο έχει εύλογη αιτία να υποπτεύεται ότι οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει ελεγχόμενο φάρμακο κατά παράβαση του Νόμου να ερευνήσει το πρόσωπο αυτό και να το κρατήσει για σκοπούς έρευνας.Αναφορικά με το θέμα της προθεσμίας η κα. Αντωνίου υπέβαλε ότι για την έναρξη της προθεσμίας των 75 ημερών, που απαιτείται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος, δεν απαιτείται γνώση της αιτιολογίας της απόφασης. Το τί απαιτείται είναι γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να βεβαιώνεται για την ύπαρξη είτε οικονομικής είτε ηθικής βλάβης (Βλ. Χειμωνίδου ν. Ιατρικών Υπηρεσιών κ.α., Α.Ε. 2004/24.11.98, Ploussiou v. Central Bank (1982) 3 C.L.R. 230). Στην παρούσα υπόθεση - κατέληξε η κα. Αντωνίου - οι αιτητές είχαν, από τις 18.8.99, επαρκή γνώση. Επομένως η προθεσμία αρχίζει να μετρά από τις 18.8.99.
Από την άλλη ο κ. Πικής, εκ μέρους των αιτητών, με αναφορά στη νομολογία η οποία αναλύει την έννοια των εκτελεστών πράξεων (βλ.
Makaritou, πιο πάνω, και Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26) υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εκτελεστή γιατί είναι γενεσιουργός εννόμων αποτελεσμάτων και γιατί επηρεάζει άμεσα τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα των αιτητών, ήτοι το δικαίωμα ελευθερίας και προσωπικής ασφάλειας, το δικαίωμα ελεύθερης εισόδου στο έδαφος της Δημοκρατίας, και το δικαίωμα στην ισότητα. Η υποβολή των αιτητών σε σωματικό έλεγχο - συνέχισε ο κ. Πικής - είναι κλασσική περίπτωση εκτέλεσης προγενέστερης εκτελεστής απόφασης "καθ΄ ότι ο σωματικός έλεγχος κάθε φορά διενεργείται λόγω της τοποθέτησης των αιτητών στο 'alert list'". Η προσβαλλόμενη πράξη με κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πληροφοριακή, με την έννοια που η νομολογία έχει προσδώσει σε τέτοιου είδους πράξεις (βλ. Krashias Modern Land & Building Developers Ltd v. Δήμου ΄Εγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198, 105, 206) γιατί δεν πληροφορεί τους αιτητές είτε περί της ύπαρξης πραγματικής κατάστασης είτε περί της ύπαρξης νόμου ή για οτιδήποτε. Αντίθετα, ο εκδότης και αποδέκτης της πράξης είναι όργανα της διοικήσεως.Αναφορικά με το πρώτο θέμα το οποίο έχει εγερθεί από το Δικαστήριο ο κ. Πικής υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί απόφαση οργάνου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος γιατί είναι έκδηλο πως δε συνδέεται με οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία ή με οποιαδήποτε μελλοντική ποινική διαδικασία "ούτε μπορεί εύλογα να λεχθεί ότι η πράξη είναι εύλογα αναγκαία ή καθόλου αναγκαία για την έναρξη δικαστικής διαδικασίας" (Βλ. Moran v. Republic, 1 R.S.C.C. 10, Kyriakides (πιο πάνω), Xenophontos v. Republic, 2 R.S.C.C. 89, Laoudhia v. Republic, 1 R.S.C.C. 119 και
Gavris v. Republic, 1 R.S.C.C. 88).Αναφορικά με το θέμα της προθεσμίας ο κ. Πικής υπέβαλε ότι ουδέποτε κοινοποιήθηκε στους αιτητές ο λόγος για τον οποίο υπόκεινται σε σωματικό έλεγχο και ουδέποτε οι αιτητές είχαν λάβει ουσιαστική γνώση των στοιχείων τα οποία συνθέτουν την πράξη για να ασκήσουν την προσφυγή τους. Η γνώση με βάση την επιστολή ημερ. 18.8.99 - κατέληξε ο κ. Πικής - δεν ήταν πλήρης.
Το πρώτο ζήτημα που πρέπει να εξεταστεί είναι κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
Στην Ιδιωτικά Φροντιστήρια Κυπριανού Λτδ κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 26/97/
31.10.97 είχαν την ευκαιρία να πραγματευθώ την έννοια του όρου "εκτελεστή διοικητική πράξη". Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:"Η νομολογία μας είναι πλούσια επί του θέματος. Καθοδηγούμενη από τις σχετικές αρχές της ελληνικής νομολογίας έχει διαμορφώσει με σαφήνεια τις σχετικές αρχές. Συνοψίζονται ως πιο κάτω στην Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 27 (απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε)
'Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Πράξη εκτέλεσης είναι εκείνη που έχει ως λόγο την εφαρμογή εκτελεστής πράξης. Διοικητικά μέτρα για την εφαρμογή εκτελεστής πράξης συνιστούν πράξη εκτέλεσης που όπως υποδηλώνει ο όρος η πράξη δεν είναι αφ΄ αυτής γενεσιουργός δικαιωμάτων
και υποχρεώσεων αλλά μοχλός για την υλοποίηση της γενέτειρας πράξης ή απόφασης (Βλ. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, 1929-1959, σελ. 240 , Τσάτσος - Η ΑΙΤΗΣΙΣ ΑΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ, σελ. 127 κ.επ., και Στασινόπουλος - ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ, σελ. 125).'
Σύμφωνα με το "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" του Α. Ι. Τάχου, 4η έκδοση, 1993, σελ. 356, εκτελεστή διοικητική πράξη είναι εκείνη που συνεπάγεται ευθέως και αμέσως με την εκτέλεση της έννομες συνέπειες για τους διοικούμενους δηλαδή συνιστά, μεταβάλλει ή καταργεί δικαιώματα ή (και) υποχρεώσεις. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της εκτελεστής διοικητικής πράξεως είναι ότι με την δήλωση βουλήσεως που περιέχει καθορίζει δίκαιον δηλαδή δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις είτε κατά τρόπο γενικό με το να θέτει κανόνες δικαίου (κανονιστική πράξη) είτε κατά τρόπο ειδικό στην ατομική περίπτωση (ατομική πράξη) (Βλ. Στασινόπουλου, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, ΄Εκδοση 1982, σελ. 170)
.Το Ελληνικό Συμβούλιο της Επικρατείας ορίζει τις εκτελεστές πράξεις ως εκείνες 'δια των οποίων δηλούται βούλησις διοικητικού οργάνου σκοπούσα την παραγωγήν εννόμου αποτελέσματος έναντι των διοικούμενων'."
΄Εχω σαφώς την άποψη πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ειναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Οι λόγοι αυτής της κατάληξης μου είναι οι εξής:
Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνεπάγεται ευθέως και αμέσως με την εκτέλεση της έννομες συνέπειες για τους αιτητές γιατί δεν τους καταργεί οποιοδήποτε δικαίωμα.
Οι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας οι οποίοι αφικνούνται από το εξωτερικό δεν έχουν απόλυτο δικαίωμα ανεξέλεγκτης εισόδου στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας μπορούν να τους υποβάλουν στο νενομισμένο υπό τις περιστάσεις έλεγχο. Στην κρινόμενη περίπτωση οι αιτητές
με βάσει τα στοιχεία τα οποία επικαλούνται οι καθ΄ ων η αίτηση (παρατίθενται στις σελ. 3-4, πιο πάνω) έχουν θεωρηθεί ύποπτοι για τη μεταφορά ναρκωτικών από το εξωτερικό. Οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας με στόχο την πρόληψη αδικημάτων και την εξασφάλιση επιβαρυντικών στοιχείων για σκοπούς ποινικής δίωξης των αιτητών έχουν αχθεί στην προσβαλλόμενη απόφαση. Δεν είναι θέμα της παρούσας διαδικασίας να αποφασισθεί κατά πόσο τα στοιχεία εκείνα δικαιολογούν το επίδικο μέτρο. Αυτό που αποτελεί το κυρίαρχο και δεσπόζον στοιχείο είναι ότι οι αιτητές δεν έχουν δικαίωμα ανεξέλεγκτης εισόδου στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πρόσθετα οι αρμόδιες αρχές νομιμοποιούνται στη λήψη μέτρων με σκοπό την πρόληψη αδικημάτων και την ποινική δίωξη υπόπτων για διάπραξη ποινικών αδικημάτων. ΄Επεται πως με την προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει καταργηθεί οποιοδήποτε δικαίωμα τους με συνέπεια αυτή να μην αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη. ΄Οπως και στην περίπτωση τοποθέτησης προσώπου στο "stop list" (βλ. Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 481) η τοποθέτηση των αιτητών στο "alert list" αποτελεί μέτρο το οποίο δεν ενέχει έννομες συνέπειες. Ακολουθεί πως η προδικαστική ένσταση πρέπει να επιτύχει.Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εμπίπτει εντός της δυνάμει του άρθρου 146.1 του Συντάγματος δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και για τον πρόσθετο λόγο ότι αυτή δεν αποτελεί απόφαση ή πράξη οργάνου που ασκεί "εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία" εντός της έννοιας του πιο πάνω άρθρου του Συντάγματος.
Στην
Kyriakides (πιο πάνω) κρίθηκε ότι πράξεις των αστυνομικών αρχών, που είναι τόσο στενά συνδεδεμένες με μελλοντική ποινική διαδικασία ενώπιον ποινικού δικαστηρίου, δεν συνιστούν άσκηση "εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας" εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος.΄Εχει γίνει αναφορά στα στοιχεία τα οποία έχουν οδηγήσει στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. σελ. 3-4, πιο πάνω). Θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, εξεταζόμενη υπό το φως των στοιχείων εκείνων και των προνοιών του πιο πάνω άρθρου 29(2) του Νόμου 29/77, αποτελεί πράξη
στενά συνδεδεμένη με μελλοντική ποινική διαδικασία ενώπιον ποινικού Δικαστηρίου. Είναι αυτονόητο ότι η λήψη του επίδικου μέτρου στοχεύει, από την μια στην πρόληψη αδικημάτων και από την άλλη στην εξασφάλιση επιβαρυντικών στοιχείων για σκοπούς ποινικής δίωξης των αιτητών. Έπεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί άσκηση "εκτελεστικής ή διοικητικής λειτουργίας" εντός της έννοιας του πιο πάνω άρθρου 146.1 του Συντάγματος.Η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει και για το λόγο ότι αυτή είναι εκπρόθεσμη. Οι αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα της προθεσμίας έχουν συνοψισθεί στην Χειμωνίδου (πιο πάνω) από την οποία μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:
"Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου η προθεσμία που καθορίζει το ΄Αρθρο 146.3 του Συντάγματος είναι επιτακτική και πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις προς το δημόσιο συμφέρον. Επίσης, έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι 'γνώση' σημαίνει γνώση της απόφασης, πράξης ή παράλειψης, η οποία παρέχει δικαίωμα προσφυγής δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος και όχι γνώση της μαρτυρίας η οποία είναι αναγκαία προς τεκμηρίωση ενώπιον του Δικαστηρίου ισχυρισμών για αντισυνταγματικότητα, παρανομία ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας. Η θέση αυτή έχει καθιερωθεί από παλιά στην υπόθεση
Στην παρούσα υπόθεση οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση της απόφασης από τις 18.8.99 Αυτό είναι πρόδηλο από το περιεχόμενο της επιστολής του δικηγόρου τους ημερ. 18.8.99 (βλ. σελ. 1-2, πιο πάνω) σύμφωνα με την οποία οι αιτητές "βρίσκονται στο 'alert list' με αποτέλεσμα κάθε φορά που επιστρέφουν στην Κύπρο να υπόκεινται σε πλήρη σωματικό έλεγχο".
Από το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής προκύπτει ότι οι αιτητές είχαν τουλάχιστον πριν από τις 18.8.99 πλήρη γνώση της βλάβης που υφίσταντο από την απόφαση της Διοίκησης. Ζήτησαν να πληροφορηθούν τη νομική βάση "στην οποία στηρίζεται ο καταρτισμός τέτοιου καταλόγου". Η παράκληση για γνωστοποίηση της νομικής βάσης ισοδυναμεί με παράκληση για γνωστοποίηση της αιτιολογίας. ΄Εχει, όμως, νομολογηθεί (βλ. τις αποφάσεις που παρατίθενται στη Χειμωνίδου, πιο πάνω) ότι για την έναρξη της προθεσμίας δεν απαιτείται και η γνώση της αιτιολογίας της απόφασης. Κρίνω, επομένως, ότι οι αιτητές είχαν γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης στο βαθμό που μπορούσε να τεθεί σε κίνηση η προθεσμία, τουλάχιστο πριν από τις 18.8.99. Εφόσον η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 25.1.2000 αυτή είναι επρόθεσμη.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.