ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 530/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ
.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
OTHON GHALANOS LIMITED, από τη Λεμεσό,
Αιτήτριας,
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπουργού Οικονομικών,
Καθού η αίτηση.
- - - - - -
5 Μαρτίου, 2001 -
Ωρα: 11.15 π.μ.--------------------
Η κα Μ. Κωνσταντίνου, γραφέας στο Πρωτοκολλητείο, μέσα στα πλαίσια των καθηκόντων της ειδοποίησε τους διαδίκους την Παρασκευή 2/3/01 και ώραν 11.00 π.μ. ότι θα δοθεί απόφαση στην ως άνω υπόθεση στις 5/3/01 και ώραν 9.00 π.μ. Ούτε στις 9.00 π.μ., ούτε καθ' οιονδήποτε χρόνο μέχρι τώρα έχει εμφανιστεί οιοσδήποτε των διαδίκων. Για το λόγο αυτό επιστρέφεται ο φάκελος μαζί με την απόφαση στο Πρωτοκολλητείο.
Σ. Νικήτας, Δ.
Για την αιτήτρια: Α. Σκορδής.
Για τον καθού η αίτηση: Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια είναι μετοχική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης. Εδρεύει στη Λεμεσό. Ασχολείται με την εμπορία οινοπνευματωδών ποτών. Και επίσης προϊόντων καπνού. Φορολογήθηκε με συνολικό ποσό £15.923,96, φόρο προστιθέμενης αξίας, για συγκεκριμένες δραστηριότητες, τις οποίες ο Εφορος, παρά την εναντίωση της αιτήτριας, θεώρησε φορολογητέες.
Οι λογιστές της αιτήτριας υπέβαλαν ένσταση στον Υπουργό Οικονομικών. Το δικαίωμα παρέχει το άρθρ. 52 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου αρ. 246/90, όπως τροποποιήθηκε, (ο νόμος). Το διάβημα όμως δεν είχε αποτέλεσμα. Η ένσταση απορρίφθηκε με την επιστολή του Υπουργού ημερ. 2.2.99 (Παράρτημα Δ στο δικόγραφο της ένστασης). Και επικυρώθηκε η βεβαίωση του φόρου από τον Εφορο ημερ. 21.9.98. Για τους ίδιους ουσιαστικά λόγους που περιέχει η επιστολή του, της αυτής ημερομηνίας, που συνόδευσε τη φορολογία.
Αποσαφηνίζεται ότι πριν από την επιβολή της φορολογίας έγινε έρευνα στα υποστατικά της αιτήτριας από λειτουργό του αρμόδιου τμήματος. Ο έλεγχος άρχισε στις 6.7.98 και περατώθηκε στις 27 του ίδιου μήνα. Η έκθεση που ετοίμασε είναι το Παράρτημα Α. Καλύπτει την περίοδο από 1.7.92 μέχρι 30.4.98. Ο Εφορος έκρινε, με βάση τις διαπιστώσεις της Εκθεσης, ότι οι φορολογικές δηλώσεις της αιτήτριας για την παραπάνω περίοδο ήταν ελλιπείς και/ή περιείχαν σφάλματα. Γιαυτό και προσδιόρισε τη φορολογική οφειλή με βάση την εξουσία που του παρέχει το άρθρ. 34 του νόμου.
Η φορολογική αυτή διαφορά έχει δύο πτυχές. Η πρώτη αφορά τη δαπάνη για την αγορά και εγκατάσταση στο κτίριο που στεγάζεται η επιχείρηση της αιτήτριας, το οποίο ενοικιάζει, συσκευών κλιματισμού των γνωστών με την αγγλική φράση split-units. Ο Εφορος αρνήθηκε να επιτρέψει πίστωση για το φόρο εισροών ύψους ΛΚ413,68 γιατί "ο φόρος εισροών επί της αγοράς και εγκατάστασης των συστημάτων κλιματισμού αφορά φόρο επί ακίνητης ιδιοκτησίας". Τις θεώρησε προσαρτήματα στερεά και μόνιμα συνδεδεμένα με το κτίριο, μέσα στην έννοια του όρου "ακίνητη ιδιοκτησία" του άρθρ. 2(1) του νόμου.
Η άλλη όψη της διαφοράς σχετίζεται με την παραχώρηση από την αιτήτρια στην Ghalanos Distributors Ltd (στο εξής η εταιρεία) της χρήσης των εμπορικών οχημάτων της χωρίς αντιπαροχή. Αυτό έγινε, κατά τους ισχυρισμούς του Εφόρου, για την προώθηση των πωλήσεων της τελευταίας, η οποία είναι θυγατρική εταιρεία της αιτήτριας και ελέγχεται πλήρως από αυτή. Η άλλη θέση είναι ότι τα αυτοκίνητα παραχωρήθηκαν για τους σκοπούς της επιχείρησης της αιτήτριας και όχι της εταιρείας. Επομένως δεν πρόκειται για φορολογητέα παροχή υπηρεσιών.
Η αιτήτρια έθεσε θέμα καθυστέρησης στην έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης. Σύμφωνα με το άρθρ. 52(2) η ένσταση αποφασίζεται το αργότερο μέσα σε 60 ημέρες από την υποβολή της. Εδώ η ένσταση υποβλήθηκε στις 15.10.98 και η απορριπτική απάντηση ήρθε καθυστερημένα στις 2.2.99. Επικαλούμενη την απόφαση στην υπ. αρ. 227/95 Λαϊφης Λτδ ν.
Δημοκρατίας, ημερ. 16.9.96, η δικηγόρος της Δημοκρατίας υπέβαλε ότι η προθεσμία που τάσσει ο νόμος για απόφαση πρέπει να είναι ενδεικτική εφόσον ο νόμος δεν προβλέπει για επιπτώσεις στην περίπτωση που δεν τηρείται. Δεν θα διαφωνήσω. Ούτε η αιτήτρια εισηγήθηκε πως υπάρχουν. Δεν βλέπω πώς επηρεάζεται η νομιμότητα της απόφασης. Παρατηρώ ωστόσο ότι πρέπει να καταβάλλεται προσπάθεια για έγκαιρη απόφαση για μια πιο άρτια διοίκηση.Η αιτήτρια παραπονείται για λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 2(1), 6(3)(ε) και 25(13)(α) του νόμου στα γεγονότα. Γιαυτό και η επίδικη απόφαση είναι προϊόν νομικής και πραγματικής πλάνης η οποία απέληξε και σε υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, αφού η φορολόγηση της αιτήτριας δεν "στηρίζεται ορθά ή καθόλου σε νόμο".
Εχω την άποψη ότι αυτές οι διατάξεις διαγράφουν και το βασικό νομικό περίγυρο της υπόθεσης. Το άρθρ. 6 εξειδικεύει τις έννοιες "παράδοση αγαθών" και "παροχή υπηρεσιών", που είναι θεμελιώδεις για την επιβολή του γενικού αυτού φόρου. Ετσι, με βάση το άρθρ. 6(3)(ε), η εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία αποτελεί παράδοση αγαθών. Στον όρο αυτό περιλαμβάνονται ρητά ηλεκτρολογικές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις. Σύμφωνα τώρα με το άρθρ. 25(13)(α) δεν πιστώνεται ο φόρος για δαπάνες που αφορούν, μεταξύ άλλων, την παράδοση υλικών ή την παροχή υπηρεσιών "που χρησιμοποιούνται για εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία ή .............. ".
Στο στόχαστρο, από την ίδια σκοπιά, είναι και η εγκύκλιος του Εφόρου ΕΕ37. Αποσκοπεί στην ερμηνεία των διατάξεων του παραπάνω άρθρ. 25(13)(α). Η εγκύκλιος καθόρισε με παραδείγματα, που αναφέρονται σε παράρτημά της, τί περικλείει η έννοια ακίνητη ιδιοκτησία και ανάλογα παρέχεται ή όχι δικαίωμα προς πίστωση του φόρου των δαπανών. Ανάμεσα στα αντικείμενα τα οποία θεωρούνται ως προσαρτήματα ακίνητης ιδιοκτησίας είναι και τα συστήματα κλιματισμού και θέρμανσης. Με αποτέλεσμα να μη αναγνωρίζεται δικαίωμα πίστωσης του φόρου που έχει επιβληθεί για την αγορά και εγκατάστασή τους. Η εισήγηση εδώ είναι ότι το Παράρτημα Α της εγκυκλίου αντίκειται στο νόμο και το σύνταγμα γιατί επιβάλλεται φορολογία χωρίς το αναγκαίο νομοθετικό υπόβαθρο.
Εχω υπόψη όλα τα επιχειρήματα της αιτήτριας. Είναι τα ίδια ή ουσιαστικά τα ίδια με εκείνα που υποβλήθηκαν σε άλλες υποθέσεις χωρίς όμως επιτυχία. Υπάρχει νομολογία στην οποία με παρέπεμψε η δικηγόρος του καθού που έχει επιλύσει το θέμα. Κρίθηκε από τον Χ"Χαμπή, Δ., στην υπόθεση αρ. 281/97 Στέλιος Αυγουστή & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας, ημερ. 28.5.99, ότι τα συστήματα κλιματισμού, με βάση την αληθινή ερμηνεία των διατάξεων, δεν τυγχάνουν του ευεργετήματος. Παραθέτω τις αιτιολογικές σκέψεις της απόφασης.
"Το άρθρο 25(13)(α) καλύπτει τόσο τις δαπάνες για την παροχή υπηρεσιών όσο και τις δαπάνες για την προμήθεια υλικών για εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία, θεωρώ δε ότι η προμήθεια και εγκατάσταση συστημάτων κλιματισμού συνιστά εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία, λαμβανομένου υπ΄ όψη και του άρθρου 6(3)(ε) που περιλαμβάνει τις ηλεκτρολογικές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις στις εργασίες σε ακίνητη ιδιοκτησία. .................................................. ..................................... .................................................. .......................................................Α υστηρώς ομιλούντες, δεν είναι αναγκαία, για παρόντες σκοπούς, η εξέταση της έννοιας "ακίνητη ιδιοκτησία", αφού το ζητούμενο δεν είναι αν οι συσκευές κλιματισμού αποτελούν μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας αλλά αν η προμήθεια και εγκατάσταση τους ανάγεται στην εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία. Καθ΄ όσον όμως μια τέτοια αναφορά θα ήταν σχετική, θα συμφωνούσα με τον κ. Ραφτόπουλο ότι τα συστήματα κλιματισμού καθίστανται "προσαρτήματα" της οικοδομής για σκοπούς του ορισμού της ακίνητης ιδιοκτησίας στο Κεφ. 224 στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 2 του Νόμου. Το κριτήριο, όπως προκύπτει από τη νομολογία (ίδε New Zealand Government Property Corpn v. HM & S Ltd (1981) 1 All ER 759, Debenhams PLC v. Westminster City Council (1987) 1 All ER 51), είναι η τέτοια σύνδεση του αντικειμένου με την οικοδομή που να αποσκοπεί στην καλύτερη και ευχερέστερη χρήση της, και τα συστήματα κλιματισμού είναι τέτοια."
Την απόφαση αυτή ακολούθησε ο Καλλής Δ., στην υπόθεση 805/98 Rosary Gardens Ltd v. Υπουργού Οικονομικών, ημερ. 31.8.99. Συγκλίνουσα άποψη για το ίδιο θέμα εξέφρασε ο Αρτεμίδης, Δ. στην προσφ. 86/98 Andromachi Hotels Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 22.6.99.
Είναι σημαντικό ότι η απόφαση της Ολομέλειας στην ΑΕ 2204 Ambrosia Oils (1976) Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.7.99 συντάσσεται ουσιαστικά με την ίδια ερμηνευτική προσέγγιση των διατάξεων του 25(13)(α):
"Υπάρχει και μία άλλη διάσταση στο όλο θέμα. Αυστηρώς ομιλούντες, το άρθρο 25(13)(α) δεν θέτει ως προϋπόθεση της εφαρμογής του το ότι η κατασκευή, σε σχέση με τις δαπάνες της οποίας διεκδικείται πίστωση φόρου, συνιστά η ίδια μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας. Το άρθρο ομιλεί για δαπάνες που αφορούν την παράδοση υλικών ή την παροχή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση εργασιών σε ακίνητη ιδιοκτησία. Ασφαλώς, και ανεξάρτητα από το αν οι δεξαμενές καθίσταντο οι ίδιες μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας δυνάμει του άρθρου 2, οι δαπάνες για την κατασκευή τους αφορούσαν υλικά και υπηρεσίες που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση εργασιών στην εν λόγω ακίνητη ιδιοκτησία."
Επεται ότι οι ισχυρισμοί για λανθασμένη ερμηνεία στην εφαρμογή των νομοθετικών διατάξεων και της εγκυκλίου δεν ευσταθούν. Οπως δεν ευσταθούν και οι παρεπόμενοι ισχυρισμοί της αιτήτριας καθώς και το επιχείρημα ότι η απόφαση είναι αναιτιολόγητη.
Παραχώρηση της χρήσης των αυτοκινήτων της αιτήτριας στην Ghalanos Distributors Ltd
.Αποδίδονται οι ίδιες βασικά πλημμέλειες στο μέρος της εκκαλούμενης απόφασης, η οποία αφορά το υπό συζήτηση θέμα: πλάνη περί τα πράγματα και το δίκαιο, ελαττωματική αιτιολογία, γιατί δεν ερείζεται στο νόμο και έλλειψη δέουσας έρευνας. Περαιτέρω, η αιτήτρια υπέβαλε ότι δεν συνέτρεχαν στην προκείμενη περίπτωση οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για την εφαρμογή του άρθρ. 6(8) του νόμου κατ΄ επίκληση του οποίου επιβλήθηκε η σχετική φορολογία.
Το σχετικό μέρος της απόφασης, που επίσης προσβάλλεται, έχει ως εξής:
"(i) oι πελάτες σας παραχώρησαν χωρίς αντιπαροχή το δικαίωμα χρήσης των εμπορικών τους αυτοκινήτων στην εταιρεία Ghalanos Distributors Ltd. (μέλος του συγκροτήματος εταιρειών Othon Ghalanos Ltd.) η οποία τα χρησιμοποιούσε για προώθηση των πωλήσεών της.
(ii) .................................................. ......................................
* (iii) ποσό φόρου εισροών ύψους £5.238,74 αφορούσε τις δαπάνες συντήρησης και καυσίμων των εμπορικών αυτοκινήτων τα οποία οι πελάτες σας είχαν παραχωρήσει, χωρίς αντιπαροχή, και χρησιμοποιούνταν από την εταιρεία Othon Ghalanos Distributors Ltd.,"
Tα άρθρα 6(8) και 23(14)(β) του νόμου παρέσχαν το νομοθετικό πλαίσιο μέσα από το οποίο εξετάστηκε η υπόθεση από τον Εφορο και στη συνέχεια από τον Υπουργό. Παρατηρώ ότι με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 6(8) αντιμετωπίζεται ως φορολογητέα παροχή υπηρεσιών η χρησιμοποίηση αγαθού της επιχείρησης για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, ανεξάρτητα από την έλλειψη αντιπαροχής. Αυτό συμβαίνει:
"(8) Οταν αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, με οδηγίες ή παραλείψεις ή ανοχή του προσώπου που ασκεί την επιχείρηση, διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς ή χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης, με αντιπαροχή ή χωρίς αντιπαροχή, τότε αυτό αποτελεί παροχή υπηρεσιών."
Το άρθρ. 23(14)(β) ορίζει την αξία της παροχής υπηρεσιών. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Εφορος παραχώρησε στην εταιρεία πίστωση του φόρου, ο οποίος επιβάρυνε τις δαπάνες συντήρησης των αυτοκινήτων αυτών.
Το κύριο επιχείρημα της αιτήτριας είναι ότι η χρησιμοποίηση των αυτοκινήτων από την (θυγατρική της) εταιρεία δεν συνιστά φορολογητέα παροχή υπηρεσιών. Η τέτοια χρήση έγινε για τους σκοπούς της αιτήτριας, η οποία δεν διαθέτει τμήμα πωλήσεων, αλλά διενεργεί τη διάθεση των εισαγόμενων από αυτή προϊόντων μέσω της εταιρείας, που ανήκει στον όμιλο εταιρειών στον οποίο η αιτήτρια υπέχει θέση ιθύνουσας εταιρείας. Περαιτέρω, κατά την ίδια εισήγηση, δεν αποδείχθηκε από τους καθών άλλη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρ. 6(8) ότι κατά το χρόνο διάθεσης τους, τα αυτοκίνητα δεν κατέχονταν για τους σκοπούς της επιχείρησης.
Σχετικά με αυτό το τελευταίο θέμα, πρέπει να ειπωθεί ότι ο Εφορος διαπίστωσε από την έρευνά του ότι η αιτήτρια παραχώρησε αυτοκίνητα, που ήταν περιουσιακά στοιχεία τα οποία κατείχε η επιχείρηση προτού διατεθούν, για ορισμένο χρονικό διάστημα, στην εξαρτημένη εταιρεία της. (βλ. παράρτ. Α της ένστασης, ερυθρά 17 έως 20). Και ότι αυτό πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας της θυγατρικής εταιρείας. Η διαπίστωση των πραγματικών δεδομένων από τον Εφορο δεν αμφισβητήθηκε έγκυρα. Δεν επέχει θέση απόδειξης η αγόρευση του συνηγόρου. Σχετική με το βάρος απόδειξης, που φέρει ο αιτητής, είναι η υπ. 656/97, Blue Moon Trading Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 22.6.99 και η ΑΕ 1812 Θεόδωρος Χριστοφή & Σία Λτδ ν. Υπουργού Οικονομικών κα, ημερ. 11.6.98.
Η υπόθεση 396/96 Λοϊζος Λουκά & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας, ημερ. 10.9.97, στην οποία στηρίχθηκε η αιτήτρια διαφοροποιείται από την κρινόμενη διότι στην υπόθεση εκείνη δε διενεργήθηκε έρευνα, όπως εδώ, για το θέμα κατοχής πριν από τη διάθεση, όπως και για τη δεύτερη προϋπόθεση που θέτει το άρθρ. 6(8).
Δεν πείθει το επιχείρημα της αιτήτριας ότι τα αυτοκίνητα διατέθηκαν για τους σκοπούς της, αφού κατά τον κρίσιμο χρόνο δεν μπορούσε να διενεργήσει η ίδια, που δεν είχε ιδιαίτερο τμήμα, πωλήσεις των προϊόντων της. Αναρωτιέται ένας, γιατί, σε μια τέτοια περίπτωση, διατηρούσε, όπως έδειξε η έρευνα, την ιδιοκτησία τόσων πολλών οχημάτων. Φυσικά, όπως παρατηρεί η κα Αντωνίου, αν η αιτήτρια τα αγόρασε με μοναδικό σκοπό να τα παραχωρεί στους πελάτες-μεταπωλητές της δεν θα ίσχυε το άρθρ. 6(8), αλλά άλλες διατάξεις που πάλιν, όμως, κάτω από τέτοιες συνθήκες, δε θα παρείχαν το ευεργέτημα της πίστωσης του φόρου.
Καταβλήθηκε προσπάθεια από το δικηγόρο ης αιτήτριας να στηρίξει την υπόθεσή του στη νομική διαπλοκή των εμπλεκομένων εταιρειών και ότι η εταιρεία πωλεί αποκλειστικά τα προϊόντα που εισάγει η αιτήτρια. Αναφέρει στη γραπτή του αγόρευση:
"Εάν τα αυτοκίνητα κατά το χρόνο της παραχώρησης τους χρησιμοποιούνταν για οποιοδήποτε σκοπό των αιτητών, αυτός ο σκοπός μπορούσε να ήταν μόνο η πώληση των προϊόντων τους, και ο σκοπός αυτός δεν άλλαξε με την παραχώρηση των αυτοκινήτων στην Εταιρεία αφού παραχωρήθηκαν στην Εταιρεία και οι πωλήσεις των προϊόντων των Αιτητών."
Είναι η εισήγηση της Αιτήτριας ότι το άρθρ. 6(8) δε θεσπίζει ότι ένα "ξεχωριστό εγγεγραμμένο πρόσωπο", υποκείμενο σε φορολογία, θεωρείται ότι εμπίπτει στο βεληνεκές του νόμου.
Παραμένει ωστόσο γεγονός ότι οι δύο εταιρείες έχουν διαφορετική οντότητα στο χώρο του δικαίου. Επίσης οι σκοποί τους και η εμπορικο-οικονομική τους δραστηριότητα είναι διαφορετική. Και έχουν εγγραφεί χωριστά στο μητρώο των υποκείμενων στο φόρο προσώπων. Το όφελος (benefit) της αιτήτριας από τη δράση της εταιρείας δεν ταυτίζει και τους σκοπούς των επιχειρήσεων αυτών. Τη διάκριση οφέλους και σκοπού κάμνει ο De Voil στο σύγγραμμά του για το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας V3 409 υπό την επικεφαλίδα Quality of Benefit:
"It is necessary to distinguish a business "purpose" and a business "benefit". Thus, it is reasonable to suppose that a person's business will benefit if goods or services are purchased, acquired or imported for the purposes of that business. On the other hand, the fact that this business benefits from the goods or services does not necesarily mean that they were purchased, acquired or imported for the purposes of that business. There must be a real nexus between the matter in relation to which the expenditure has been incurred and the business itself. The fact that the business benefits from the expenditure is insufficient to create such nexus and it follows, therefore, that benefit is not the test which determines whether expenditure has been incurred for the purposes of business. Instead, the nexus must be directly referable to the nature of that business."
Επαναλαμβάνω, προτού καταλήξω, ότι οι κρίσιμες διαπιστώσεις του Εφόρου δεν έχουν αντικρουσθεί με νομικά παραδεκτό τρόπο. Τα αυτοκίνητα είναι ακόμη ιδιοκτησία της αιτήτριας. Εχοντας υπόψη όλες τις συνθήκες και περιστάσεις της υπόθεσης έχω την άποψη ότι η εκκαλούμενη απόφαση, αναφορικά και με τις δύο τις όψεις, ήταν λογικά παραδεκτή και αιτιολογημένη.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
FONT>Σ. Νικήτας,
Δ.
ΣΦ.