ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 1048/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ροβέρτος Νικολάου Λτδ
Αι τητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Εφόρου Φόρου Εισοδήματος
κα θ΄ων η αίτηση
------------------
29 Mαρτίου 2001
Για τους αιτητές: Σπ. Ευαγγέλου.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Ε. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το θέμα αφορά στη βεβαίωση του φόρου εισοδήματος των αιτητών για τα φορολογικά έτη 1990 και 1991. Και παρακολουθηματικά, της έκτακτης εισφοράς για το 1990 και τριμηνίας του 1991. Οι αιτητές είχαν διεκδικήσει επιταχυνόμενη απόσβεση σε σχέση με τη δαπάνη για αγορά μηχανημάτων αλλά ο Διευθυντής έκρινε πως δεν τη δικαιούνταν. ΄Ηταν προϋπόθεση, όπως είναι δεκτό και από τους αιτητές, να ήταν "μεταποιητική" η επιχείρησή τους και ο Διευθυντής θεώρησε πως αυτό δεν συνέτρεχε στην περίπτωσή τους.
Οι αιτητές είχαν διαφορετική άποψη και άσκησαν τρεις προσφυγές. Αυτές απορρίφθηκαν. (Βλ. Ροβέρτος Νικολάου ν. Δημοκρατίας Προσφυγή 909/95 κ.α. ημερομηνίας 4.12.97). Εφεσιβλήθηκε η δικαστική απόφαση, απορρίφθηκε και η έφεση (βλ. Ροβέρτος Νικολάου ν. Κυπριακή Δημοκρατία ΑΕ 2567 ημερομηνίας 20.11.00) και το έχουμε ως δεδικασμένο, μάλιστα ανεκκλήτως πλέον, πως η απόφαση του διευθυντή, που επικυρώθηκε, ήταν νόμιμη.
Οι αιτητές προτείνουν πως μεσολάβησαν εξελίξεις που επέβαλλαν, παρά την δικαστική απόφαση, νέα διαφορετική αντίκρυση του ζητήματος από το Διευθυντή. Ανακίνησαν το θέμα με επιστολή των δικηγόρων τους ημερομηνίας 14.6.99. Αναφέρθηκαν στο ιστορικό, στην πρωτόδικη απόφαση και στην έφεση που βρισκόταν τότε σε εκκρεμότητα και εισηγήθηκαν την ύπαρξη γεγονότων που επιβεβαίωναν, όπως το έθεσαν, την ορθότητα της δικής τους θέσης, πως η επιχείρησή τους ήταν μεταποιητική. Το 1999, θεωρήθηκαν από το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ως καλυπτόμενοι από το "Σχέδιο Παροχής Χορηγιών για Τεχνολογική Αναβάθμιση της Μεταποιητικής Βιομηχανίας" και τους δόθηκε χορηγία για τις επενδύσεις τους σε μηχανήματα ή/και εξοπλισμό για το 1995 και 1996. ΄Οφειλε, λοιπόν, συνεχίζει η επιστολή,
να επανεξετάσει τη θέση του. Θα ήταν παράδοξο να επιμένει ο Διευθυντής πως δεν ήταν μεταποιητική η επιχείρησή τους. Το απαιτούσε η αρχή της νομιμότητας, παρά την επικυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου. Παρέπεμψαν στη Georghiades v. Republic (1976) 3 CLR 380 και σε σχέση με την εισήγηση πως η δύναμη του δεδικασμένου δεν αποτελεί κώλυμα αν τα γεγονότα επιβάλλουν ανάκληση, στο Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου του Ε. Σπηλιωτόπουλου ΄Εκδοση 1997 σελ. 410.Ο Διευθυντής είχε διαφορετική άποψη. Με επιστολή του ημερομηνίας 9.7.99 τους πληροφόρησε πως δεν εδικαιολογείτο να αναθεωρηθεί η αρχική του απόφαση. Εξακολουθούσε να έχει τη γνώμη πως η επιχείρησή τους δεν ήταν μεταποιητική.
Ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή, με δυο αιτήματα, η ουσία των οποίων μπορεί να συνοψιστεί ως αναφερόμενη στο κύρος της άρνησης του Διευθυντή να αναθεωρήσει ή να ανακαλέσει την αρχική του απόφαση. Οι καθ΄ων η αίτηση πρότειναν πως η προσφυγή είναι απαράδεκτη αφού στρέφεται εναντίον απόφασης που εξακολουθούσε να αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης που ασκήθηκε αλλά τα ουσιαστικά επιχειρήματα που προώθησαν αφορούσαν στην εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Η συζήτηση επ' αυτού επικεντρώνεται στο κατά πόσο το γεγονός της χορηγίας που δόθηκε συνιστά νέο στοιχείο, "νέο πραγματικό δεδομένο" όπως το χαρακτήρισαν οι αιτητές, που προσέδιδε νέα διάσταση στα δεδομένα της περίπτωσης. Οπότε, όπως εισηγήθηκαν οι αιτητές με αναφορά στην Γεώργιος Καραολή ν. Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών ΑΕ 1808 ημερομηνίας
14.9.98, ενόψει των νέων στοιχείων, επιβαλλόταν η διεξαγωγή νέας έρευνας προς εξέταση και αξιολόγηση τους και η έκδοση νέας αιτιολογημένης απόφασης που, στο πλαίσιο ορθής άσκησης της διακριτικής του εξουσίας, δεδομένης και της μή ύπαρξης νομοθετικού ορισμού του όρου "μεταποιητική", δεν μπορούσε παρά να απέληγε σε ανάκληση/αναθεώρηση της πρώτης απόφασης.Οι καθ΄ων η αίτηση ορθά δέκτηκαν πως η άρνηση της διοίκησης για εκ νέου εξέταση της ουσίας, υπό το φως νέων στοιχείων και της όποιας έρευνας επιβαλλόταν εξ αιτίας τους, θα συνιστούσε εκτελεστή πράξη. (Βλ. και Γιάννης Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. ΑΕ 1603 ημερομηνίας 29.10.96). Είναι, όμως, ορθή και η εισήγηση τους πως δεν υπήρχε εδώ κανένα νέο στοιχείο και πως, όπως και αν εταξινομείτο η παροχή της χορηγίας, αυτή δεν ήταν δυνατό να οδηγήσει σε οποιαδήποτε συμπεράσματα αναφορικά με το κατά πόσο η επιχείρηση των αιτητών ήταν μεταποιητική κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η χορηγία δόθηκε για τα έτη 1995 και 1996 και αν υποθέταμε πως τότε η επιχείρηση ήταν πραγματικά μεταποιητική αυτό δεν θα σήμαινε ότι έτσι ήταν και το 1990 - 1991. Οι ισχυρισμοί των αιτητών στην αγόρευσή τους πως δεν είχε διαφοροποιηθεί η φύση της επιχείρησής τους στο μεταξύ, δεν ήταν στοιχείο ενώπιον της διοίκησης. Οι δε γραπτές αγορεύσεις δεν συνιστούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων.
Ανεξάρτητα από αυτά, δεν θα μπορούσε να ήταν νέο στοιχείο η παροχή της χορηγίας. Το πιο πολύ θα ήταν διαφορετική εκτίμηση άλλου διοικητικού οργάνου για τους σκοπούς άλλου θέματος, μάλιστα ασύνδετου προς το ζήτημα της φορολογίας του εισοδήματος, την αρμοδιότητα για
την οποία ο Νόμος αναθέτει στο Διευθυντή. Δεν αποτελούσε κάποιο δεδομένο της συζητούμενης επιχείρησης που θα ήταν δυνατό να διαφοροποιήσει όσα, κατά την επικυρωθείσα δικαστικώς κρίση του Διευθυντή, συνιστούσαν τα χαρακτηριστικά της. Οπότε, σε τελική ανάλυση, εφόσον αναγνωριζόταν πως όσα συνεπάγεται η απόφαση του Υπουργείου για την παροχή της χορηγίας ενέχουν τη δυναμική του έγκυρου καθορισμού της φύσης της επιχείρησης των αιτητών για τους σκοπούς της φορολογίας του εισοδήματος τους, θα αγόμασταν ουσιαστικά σε αναίρεση της δικαστικής απόφασης.Καταλήγω πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι βεβαιωτική της προη-γούμενης. Η προσφυγή είναι απαράδεκτη και απορρίπτεται με έξοδα.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.