ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις αρ.

449/97 και 489/97.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Υπόθεση αρ. 449/97

Μεταξύ:

Αγαθοκλή Παπαγεωργίου, από τη Λεμεσό

Αι τητή

- και -

Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών

Καθ'ων η αίτηση

- - - - - -

Υπόθεση αρ. 489/97

Μεταξύ:

1. Χαρίτωνος Κωνσταντίνου

2. Σταύρου Αντωνιάδη

3. Ανδρέα Τούρβα

Αι τητών

- και -

Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών

Καθ'ων η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 31 Ιανουαρίου, 2001.

Για τον αιτητή στην προσφυγή 449/97: Α. Ευσταθίου για Χατζηδημήτρη & Μαμαντόπουλο.

Για τον αιτητή στην προσφυγή 489/97: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση και στις δύο προσφυγές: Α. Πασχαλίδης.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με τις παρούσες προσφυγές οι οποίες συνεκδικάστηκαν γιατί στρέφονται κατά της ίδιας διοικητικής πράξης και παρουσιάζουν κοινά σημεία γεγονότων και νόμου, οι αιτητές προσβάλλουν την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή, από 1/4/97.

Σε συνεδρίαση ημ. 13/3/97 η Επιτροπή Ελεγκτικής Υπηρεσίας Συνεργατικών Εταιρειών εξέτασε το ζήτημα πλήρωσης τριών κενών θέσεων προαγωγής Ανώτερου Ελεγκτή.

Ο Διευθυντής της Υπηρεσίας, ο οποίος παρέστη στη συνεδρίαση, ανέφερε ότι όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα, περιλαμβανομένης και της συμπλήρωσης τριετούς τουλάχιστον υπηρεσίας στη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης και της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας.

Η Επιτροπή μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους όλων των υποψηφίων και διαπίστωσε ότι όλοι κατείχαν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης.

Ακολούθως η Επιτροπή μελέτησε τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων και διαπίστωσε και κατέγραψε την αρχαιότητα ενός εκάστου έναντι των υπολοίπων.

Ο Διευθυντής σύστησε ως καταλληλότερους για προαγωγή τρεις υποψηφίους, μεταξύ των οποίων τα ενδιαφερόμενα μέρη, αναφέροντας τα ακόλουθα:-

"Ο Κος Νίκος Θεοδοσίου κατέχει τη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης από 1/2/1990. Διακρίνεται για την ακεραιότητα του χαρακτήρα του και έχει πάρα πολύ καλές διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες, δυνατή προσωπικότητα, ευθυκρισία και αποτελεσματικότητα. Μπορεί να πάρει γρήγορες αποφάσεις και ενεργεί έγκαιρα και υπεύθυνα κατά την εκτέλεση της εργασίας του και την αντιμετώπιση προβλημάτων που πιθανό να προκύψουν. Έχει στενή επικοινωνία με τους ιεραρχικά ανώτερούς του για αναφορά ή διευκρινήσεις για θέματα που εγείρονται. Με βάση τους πιο πάνω λόγους συστήνεται για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή.

Ο Κος Χαράλαμπος Γ. Χαραλάμπους κατέχει τη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης από 1/2/1990. Έχει πολύ καλές διοικητικές ικανότητες, ευθυκρισία, υπευθυνότητα και πρωτοβουλία. Μπορεί να πάρει αποφάσεις για θέματα που εγείρονται κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των καθηκόντων του. Τηρεί στενή επαφή με τους ιεραρχικά ανώτερούς του για διευκρίνηση θεμάτων ή αναφορά σημαντικών περιπτώσεων. Για τους πιο πάνω λόγους συστήνεται για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή.".

Η Επιτροπή αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, τους προσωπικούς φακέλους, τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις και έλαβε υπόψη τη σύσταση του Διευθυντή, αποφάσισε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Ανώτερου Ελεγκτή, από 1/4/97.

Αποτέλεσε βασική εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών στην Προσφυγή 489/97 ότι η Επιτροπή παρέλειψε να διενεργήσει ιδίαν έρευνα προς διαπίστωση της κατοχής από τους υποψηφίους του απαιτούμενου προσόντος της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας καθώς και του απαιτούμενου από την παράγραφο (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας προσόντος της ικανότητας σύνταξης ακριβών και περιεκτικών εκθέσεων αλλά ενήργησε δέσμια των κρίσεων και υποδείξεων του Διευθυντή αναφορικά με το ζήτημα αυτό και από τους φακέλους δεν προέκυπτε εάν πράγματι οι προαχθέντες κατείχαν τα προσόντα αυτά.

Όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο τη θέση Ελεγκτή 1ης Τάξης, θέση αμέσως προηγούμενη της επίδικης θέσης προαγωγής.

Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Ελεγκτή 1ης Τάξης, απαιτούμενα προσόντα αποτελούσαν επίσης η πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και η ικανότητα σύνταξης ακριβών και περιεκτικών εκθέσεων.

Έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί ότι δεν υφίσταται υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου προς περαιτέρω διερεύνηση της κτήσης από τους υποψηφίους τυπικών προσόντων τα οποία εκαθορίζοντο ως απαιτούμενα και στην αμέσως προηγούμενη της υπό πλήρωση θέσης προαγωγή και εάν τα αμφισβητούμενα προσόντα εκαθορίζοντο σαν τέτοια και στην αμέσως προηγούμενη θέση, δημιουργείται τεκμήριο κτήσης τους. (Βλ. σχετικά, Δημοκρατία ν. Πάμπος Πογιατζής (1992) 3 ΑΑΔ 422, 428, Χρίστος Ιωάννου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 390 και Ανδρέας Κουφτερός κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 656/95, ημ. 13/11/97).

Εφόσον εν προκειμένω και τα δύο επίμαχα προσόντα εκαθορίζοντο από το Σχέδιο Υπηρεσίας ως αναγκαία προς διεκδίκηση της προηγούμενης θέσης Ελεγκτή 1ης Τάξης, την οποία όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν, δημιουργείται τεκμήριο κτήσης τους και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του δικηγόρου των αιτητών απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

Είναι η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών στην Προσφυγή 489/97 ότι, επειδή σύμφωνα με τον Κανονισμό 16(3) των περί Συνεργατικών Εταιρειών Κανονισμών του 1989, Κ.Δ.Π. 174/89, "Κατά την προαγωγήν λαμβάνονται δεόντως υπ΄ όψιν αι περί των υποψηφίων συστάσεις του Διευθυντού και του προϊσταμένου της υπηρεσίας ή τμήματος εν τω οποίω η κενή θέσις", η ενέργεια της Επιτροπής να λάβει υπόψη μόνο τις συστάσεις του Διευθυντή της Υπηρεσίας και η παράλειψή της να καλέσει τον προϊστάμενο του τμήματος προς υποβολή συστάσεων συνιστούσε κατ΄ ουσία παράβαση ρητής διάταξης νόμου.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 (Μέρος Ι) των Κανονισμών, "'Προϊστάμενος' σημαίνει τον υπεύθυνο λειτουργό τμήματος ή κλάδου της Υπηρεσίας και ελλείψει ή απουσία τούτου τον Διευθυντήν".

Εν προκειμένω οι αιτητές δεν υπέδέιξαν το συγκεκριμένο τμήμα ή κλάδο στον οποίο υπάγετο η κενή θέση ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η υπό πλήρωση θέση υπάγετο σε συγκεκριμένο τμήμα ή κλάδο της Υπηρεσίας και η ενέργεια της Επιτροπής να καλέσει μόνο το Διευθυντή προς υποβολή συστάσεων τεκμαίρεται ως νόμιμη και ο σχετικός ισχυρισμός των αιτητών απορρίπτεται ως αναπόδεικτος (Βλ. και, Ανδρέας Σκαρπάρης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 294/96, ημερ. 11/11/99).

Είναι η εισήγηση των δικηγόρων των αιτητών ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν αναιτιολόγητη, γενική και αόριστη, αποτελούσε αναπαραγωγή των τριών θεσμοθετημένων κριτηρίων και ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων εφόσον, οι αιτητές στην Προσφυγή 489/97 Κωνσταντίνου και Τούρβας υπερείχαν σε αξία του ενδιαφερόμενου μέρους Θεοδοσίου ο δε αιτητής στην Προσφυγή 449/97 ήταν μεν ίσος σε αξία των ενδιαφερομένων μερών αλλά υπερείχε σε προσόντα, ως κάτοχος πτυχίου Νομικής.

Η επάρκεια της αιτιολογίας της σύστασης αποτελεί ζήτημα πραγματικό το οποίο ελέγχεται με αναφορά στα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της εκάστοτε εξεταζόμενης υπόθεσης. (Βλ. σχετικά, Δημοκρατίας ν. Μιχαλάκη Ψωμά, Α.Ε. Αρ. 1979, ημερ. 17/10/97 και Δημοκρατίας ν. Ανδρέα Χριστοδούλου κ.ά., Α.Ε. Αρ. 2207 κ.ά., ημερ. 15/5/98).

Η σύσταση του Διευθυντή αποτελεί ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως της αξίας των υποψηφίων για το λόγο ότι ο Διευθυντής, ως καλός γνώστης εκ καθήκοντος των αναγκών της υπηρεσίας βρίσκεται σε μοναδική θέση να γνωμοδοτήσει για τις ικανότητες των υφισταμένων του προς επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης (Βλ. Δημοκρατίας ν. Μιχαλάκη Ψωμά, πιο πάνω).

Κριτήριο ελέγχου της νομιμότητας της σύστασης αποτελεί η συμφωνία του περιεχομένου της με τα στοιχεία των φακέλων και εν προκειμένω η αναφορά του Διευθυντή στις πολύ καλές οργανωτικές ικανότητες, την υπευθυνότητα και την πρωτοβουλία των ενδιαφερομένων μερών αποτελούσαν ιδιότητες οι οποίες δεν εσυγκρούοντο αλλά εβρίσκοντο σε συμφωνία με τις αξιολογήσεις των αντίστοιχων επί μέρους στοιχείων των υπηρεσιακών τους εκθέσεων. (Βλ. σχετικά, Τάκης Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ, Α.Ε. Αρ. 1589, ημερ. 18/6/96, Κίκης Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2037, ημερ. 20/11/98 και Αναστάσιος Κουάλης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 2402, ημερ. 11/11/99).

Αλλά και πέραν των τριών θεσμοθετημένων κριτηρίων προκύπτει επαρκής αναφορά των συγκεκριμένων ιδιοτήτων των συστηθέντων, όπως η ικανότητα λήψης αποφάσεων επί θεμάτων τα οποία εγείρονται κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων τους και η στενή επικοινωνία με τους ανωτέρους τους προς διευκρίνηση σημαντικών θεμάτων και περιπτώσεων, ικανών να αιτιολογήσουν την υπέρ αυτών προτίμηση του Διευθυντή.

Από την αντιπαραβολή των στοιχείων των φακέλων προκύπτει ότι ο αιτητής στην Προσφυγή 449/97 υστερούσε σε αρχαιότητα και αξία των ενδιαφερομένων μερών, με συνολική βαθμολογία 24 Εξαίρετος κατά τη διάρκεια των ετών 1992-1996 έναντι 35 Εξαίρετος του ενδιαφερόμενου μέρους Θεοδοσίου και 27 Εξαίρετος του ενδιαφερόμενου μέρους Χαραλάμπους.

Ο ακαδημαϊκός τίτλος τον οποίο κατείχε ο αιτητής δεν αποτελούσε σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούμενο ή πρόσθετο προσόν και κατά πάγια νομολογία η κτήση τέτοιων προσόντων τα οποία δεν καθορίζονται ως πλεονέκτημα με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν δημιουργούν στο αρμόδιο όργανο υποχρέωση ειδικής αιτιολόγησης της προαγωγής υπαλλήλου μη κατέχοντος τέτοιο τίτλο, ούτε υποχρέωση ειδικής μνείας στα πρακτικά ότι το στοιχείο αυτό λήφθηκε υπόψη, ούτε δημιουργείται έκδηλη υπεροχή υπέρ του κατέχοντος τέτοιο προσόν. (Βλ. Papadopoulos v. Republic (1985) 3 CLR 405, 414-415).

Περαιτέρω, το ενδιαφερόμενο μέρος Θεοδοσίου υπερείχε σε αξία και των τριών αιτητών στην Προσφυγή 489/97 με συνολική βαθμολογία 35 Εξαίρετος κατά τα έτη 1992-1996, έναντι 29 του αιτητή Κωνσταντίνου, 24 του αιτητή Αντωνιάδη και 30 του αιτητή Τούρβα ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Χαραλάμπους με 27 Εξαίρετος κατά τα ίδια έτη, υπερτερούσε του αιτητή Αντωνιάδη και υστερούσε οριακά, κατά 2 και 3 μονάδες αντίστοιχα των αιτητών Κωνσταντίνου και Τούρβα, υπερείχε όμως αυτών σε αρχαιότητα.

Εφόσον η Επιτροπή ερεύνησε και συνεκτίμησε, όπως ανέφερε, όλα τα νόμιμα στοιχεία και κριτήρια, εφόσον οι λόγοι πρόκρισης των ενδιαφερομένων μερών εξειδικεύτηκαν, ώστε να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος της αιτιολογίας και από τα στοιχεία των φακέλων δεν προκύπτει έκδηλη υπεροχή των αιτητών έναντι των ενδιαφερομένων μερών, η κρίση της Επιτροπής ως προς τον καταλληλότερο υποψήφιο για προαγωγή ως κρίση ουσιαστική, παραμένει ανέλεγκτη.

Οι προσφυγές αποτυγχάνουν με έξοδα και η επίδικη απόφαση, επικυρώνεται.

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο