ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 1124
10 Noεμβρίου, 2000
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28, 29, 35 ΚΑΙ 146
ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΥΡΙΑΝΘΗΣ Λ. ΜΥΡΙΑΝΘΕΑ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 527/1999)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Εμβέλεια του ακυρωτικού αποτελέσματος ― Δεν επεκτείνεται σε πράξεις ανάλογου περιεχομένου, οι οποίες όμως δεν προσβλήθηκαν με προσφυγή.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Περιστάσεις του εκπροθέσμου της προσφυγής στην κριθείσα περίπτωση προσβολής βεβαιωτικής απόφασης.
Ο αιτητής επιδίωξε την ακύρωση απόρριψης αίτησής του για πολεοδομική άδεια επικαλούμενος ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία είχε ακυρώσει πολεοδομικές αποφάσεις αναφερόμενες στο ίδιο ακίνητο, αλλά αφορώσες διαφορετικές (ανεξάρτητες) πολεοδομικές αιτήσεις του αιτητή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Από το ιστορικό των γεγονότων προκύπτει αβίαστα ότι εκείνο το οποίο επιδιώκει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή, είναι να επεκτείνει το ακυρωτικό αποτέλεσμα της προσφυγής 910/97, πέραν της εκτελεστής απόφασης της 11.5.1996, και στην εκτελεστή απόφαση της 30.10.1997 με την οποία απορρίφθηκε νέα (τρίτη) αίτησή του, ημερομηνίας 11.7.1997, για προσθήκη άλλου υποστατικού (δεύτερης αποθήκης) στο τεμάχιο 459. Και τούτο γιατί το περιεχόμενο της επιστολής της Πολεοδομικής Αρχής της 2.2.1999, που είναι αντικείμενο της προσφυγής, δεν είναι στην ουσία παρά μόνο επιβεβαιωτικό του περιεχομένου της εκτελεστής απόφασης της 30.10.1997. Όμως, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει. Η πρώτη απόφαση που εκδόθηκε αναφορικά με την αίτηση της 11.7.1997, ήτοι εκείνη που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή της 30.10.1997, και απλώς επιβεβαιώθηκε με την επιστολή της 2.2.1999, ήταν εκτελεστή. Η νομιμότητά της θα μπορούσε να ελεγχθεί με προσφυγή μέσα σε 75 ημέρες. Αφού δεν προσβλήθηκε παραμένει ισχυρή. Δεν επέδρασε στο κύρος της η απόφαση στην προσφυγή 910/97, που εκδόθηκε σε σχέση με το κύρος άλλης εκτελεστής απόφασης, ήτοι εκείνης που εκδόθηκε αναφορικά με τις αιτήσεις της 26.10.1995 και γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή της 11.5.1996.
2. Η απόφαση της Ολομέλειας στην Α. Κληρίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 A.A.Δ. 575, εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, και στην παρούσα περίπτωση.
3. Η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη εφόσον εκείνο που επιδιώκεται, κατ' επίκληση του ακυρωτικού αποτελέσματος στην προσφυγή 910/97, είναι η ανατροπή, μέσω της μη εκτελεστής απόφασης της 2.2.1999, άλλης εκτελεστής απόφασης, που προηγήθηκε, αλλά δεν προσβλήθηκε εμπρόθεσμα, ήτοι της απόφασης της 30.10.1997.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Κληρίδης v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 575.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τον αιτητή κατά του περιεχομένου της επιστολής των καθ' ων η αίτηση ημερ. 2/2/99, αναφορικά με τις προϋποθέσεις για την παραχώρηση προς αυτόν πολεοδομικής άδειας για προσθήκη και δεύτερης αποθήκης στο τεμάχιό του με αρ. 459 στην Κοκκινοτριμιθιά.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης του τεμαχίου γης με αρ. 459 στην Κοκκινοτριμηθιά. Στις 26.10.1995 υπέβαλε στην Πολεοδομική Αρχή τις αιτήσεις ΛΕΥ/2486/95 και ΛΕΥ/2644/95 για χορήγηση δύο πολεοδομικών αδειών. Μιας για ανέγερση αποθήκης και μιας για αλλαγή χρήσης υφιστάμενου εκκολαπτηρίου σε εργαστήριο (γκαράζ) αυτοκινήτων και ταπετσάρικο.
Στις 11.5.1996 η Πολεοδομική Αρχή αποφάσισε τη χορήγηση των δύο αδειών υπό ορισμένους όρους, μεταξύ των οποίων ο όρος 61, αναφορικά με τον επηρεασμό του τεμαχίου από το οδικό δίκτυο, και ο όρος 100, αναφορικά με την παραχώρηση χώρου για δημόσια πλατεία πρασίνου.
Με ιεραρχική προσφυγή προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ο αιτητής πρόσβαλε την εγκυρότητα των δύο όρων, 61 και 100, για διάφορους λόγους. Η ιεραρχική προσφυγή εξετάστηκε από Υπουργική Επιτροπή και απορρίφθηκε πάνω στη βάση ότι η Πολεοδομική Αρχή εφάρμοσε ορθά, και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής.
Στις 11.7.1997 ο αιτητής υπέβαλε νέα αίτηση με πρ. ΛΕΥ/1373/97 για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για προσθήκη δεύτερης αποθήκης μέσα στο ίδιο τεμάχιο.
Στις 30.10.1997 η Πολεοδομική Αρχή, αφού μελέτησε τη νέα αίτηση, την απέρριψε για τους εξής λόγους:
(α) Ότι η προτεινόμενη ανάπτυξη δεν ήταν σύμφωνη με τις πρόνοιες της Πολιτικής 3(Α), 1(β) της Αναθεωρημένης Δήλωσης Πολιτικής (αναθεώρηση της 27.12.1996) για το λόγο ότι η ανάπτυξη προτεινόταν να πραγματοποιηθεί σε χωράφι και όχι σε οικόπεδο και,
(β) Εντός του χωραφιού υπήρχαν μη εξουσιοδοτημένες οικοδομές οι οποίες επηρέαζαν αρνητικά την ανάπτυξη της περιοχής κατά παράβαση των προνοιών της Πολιτικής 3(Α), 1(η) της Δήλωσης Πολιτικής.
(Βλ. Κυανούν 29 έως 28 στο Τεκμ.1).
Στις 4.11.1997 ο αιτητής καταχώρησε την υπ' αριθμό 910/97 προσφυγή με την οποία ζητούσε την ακύρωση των όρων 61 και 100 που, όπως προανάφερα, τέθηκαν με τη χορήγηση των δύο αδειών.
Στις 9.12.1998 ο αιτητής απέστειλε στην Πολεοδομική Αρχή την ακόλουθη επιστολή:
«Κύριοι,
Εν όψει και των νέων καταστάσεων οι οποίες εδημιουργήθησαν μετά και την επίσκεψην του κ. Κτωρίδη, καθώς και της κ. Νικολάου εις την περιοχήν υπό συζήτητησιν θα παρακαλέσω όπως με πληροφορήσετε κατά πόσον υπάρχει πιθανότητα να μου παραχωρηθή η πολεοδομική άδεια διά την δεύτερην αποθήκη την οποία μου απορρίψατε βάσει του φακέλου ΑΡ.ΛΕΥ.(1373) 97.
Η ως άνω διευκρίνησις είναι αναγκαία προς αποφυγήν περιττών εξόδων και παρακαλώ όπως έχω απάντησιν σας εντός των πλαισίων του Άρθρου 29 του συντάγματος.
Ευχαριστώ.»
Εις απάντηση η Πολεοδομική Αρχή, στις 2.2.1999, απέστειλε στον αιτητή την ακόλουθη επιστολή:
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας ημερομηνίας 9 Δεκεμβρίου 1998, σχετικά με υποβολή νέας αίτησης σας για χορήγηση Πολεοδομικής Άδειας για ανέγερση αποθήκης και να σας αναφέρω τα ακόλουθα:
2. Η Πολεοδομική Αρχή θα μπορούσε να σας χορηγήσει Πολεοδομική Άδεια για την πιο πάνω ανάπτυξη, νοουμένου ότι στη νέα αίτηση σας θα έχετε διασφαλίσει ήδη τις απαραίτητες συνθήκες οικοπεδοποίησης του τεμαχίου σας ως ακολούθως:
(α) Την παραχώρηση προς το δημόσιο γης για τη διάνοιξη νέων δρόμων.
(β) Την παραχώρηση προς το δημόσιο γης για να χρησιμοποιηθεί ως δημόσιος χώρος πρασίνου, η έκταση της οποίας θα είναι του ποσοστού 10% του εμβαδού του υπό ανάπτυξη τεμαχίου, που προκύπτει μετά από την αφαίρεση των νέων δρόμων που το επηρεάζουν, σύμφωνα με τις Γενικές Πρόνοιες 3.1(α) και 3.2 της Δήλωσης Πολιτικής.
3. Τίθεται εις γνώση σας ότι η προηγούμενη αίτησή σας με αριθμό φακέλου ΛΕΥ/1373/97 έχει απορριφθεί, επειδή η προτεινόμενη ανάπτυξη δεν ήταν σύμφωνη με τις πιο πάνω πρόνοιες.»
Στις 24.2.1999 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του στην προσφυγή 910/97. Την αποδέχθηκε και ακύρωσε τους επίδικους όρους 61 και 100, στις δύο πολεοδομικές άδειες, με το σκεπτικό ότι αυτοί τέθηκαν χωρίς νόμιμο έρεισμα στη Δήλωση Πολιτικής, όπως αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο.
Στις 16.3.1999 ο αιτητής επανήλθε. Με νέα επιστολή του, αφού συνέδεσε την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 910/97, που αφορούσε τις δύο πολεοδομικές άδειες για τα πρώτα δύο υποστατικά, με τη νέα αίτηση της 11.7.1997, που, όπως προανάφερα, αφορούσε τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για προσθήκη άλλου υποστατικού (δεύτερης αποθήκης), ζήτησε όπως, σε συμμόρφωση με την εν λόγω απόφαση, εκτός από την ακύρωση των όρων 61 και 100 από τις δύο πρώτες πολεοδομικές άδειες, η Πολεοδομική Αρχή του χορηγήσει και τρίτη πολεοδομική άδεια για προσθήκη άλλου υποστατικού (δεύτερης αποθήκης), ήτοι την άδεια που ζήτησε με την αίτηση της 11.7.1997, και που είχε ήδη απορριφθεί με την απόφαση της 30.10.1997.
(Βλ. Κυανούν 137 στο Τεκμ. 2).
Στις 16.4.1999 ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.
Στις 27.5.1999 η Πολεοδομική Αρχή, σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 910/97, χορήγησε τις δύο πολεοδομικές άδειες, που ήταν αντικείμενο της προσφυγής, χωρίς τους όρους 61 και 100. (Άδειες ΛΕΥ/2486/95/Α και ΛΕΥ/2644/95/Α).
Στις 2.6.1999 η Πολεοδομική Αρχή απάντησε στην επιστολή του αιτητή της 16.3.1999 ως εξής:
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερομηνία 16.3.1999 και επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι το Γραφείο αυτό έχει συμμορφωθεί με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με την Προσφυγή με αρ. 910/97 με την χορήγηση των πολεοδομικών αδειών με αρ. ΛΕΥ/2486/95 και ΛΕΥ/2644/95 χωρίς τους όρους με αρ. (61) και (100) που έχουν ακυρωθεί.
2. Η νεότερη πολεοδομική αίτησης σας με αρ. ΛΕΥ/1373/97 είναι ανεξάρτητη και δεν σχετίζεται με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»
Στις 29.6.1999 ο δικηγόρος του αιτητή απέστειλε στην Πολεοδομική Αρχή την ακόλουθη επιστολή:
«ΛΕΥ/2486/95
ΛΕΥ/1373/97
Προσφυγή 910/97
Αναφέρομαι στην πιο πάνω υπόθεση και μετά την ακυρωτική απόφαση σας καλώ σε πλήρη συμμόρφωση άλλως θα προχωρήσω σε αγωγή για διεκδίκηση αποζημιώσεων με βάση το άρθρ. 146(6) του Συντάγματος.
Παρακαλώ όπως ενημερωθώ για τις ενέργειες σας το συντομώτερο δυνατό.
Επιφυλάσσω τα δικαιώματα του πελάτη μου Μ. Μυριανθέα.»
(Βλ. Κυανούν 145 στο Τεκμ. 2).
Στις 6.7.1999 η Πολεοδομική Αρχή απάντησε το δικηγόρο του αιτητή ως εξής:
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με δική σας ένδειξη 6356/99 ημερομηνίας 29.6.99 και επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι το Γραφείο αυτό έχει συμμορφωθεί πλήρως με την Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Προσφυγή σας με αρ. 910/97 και έχει χορηγήσει την πολεοδομική άδεια με αρ. ΛΕΥ/2488/95 αφαιρώντας τους επίδικους όρους με αρ. (61) και (100) που ακυρώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο.
2. Η πολεοδομική αίτηση με αρ. ΛΕΥ/1373/97 αποτελεί ανεξάρτητη αίτηση που μελετήθηκε με το Αναθεωρημένο Σχέδιο Ανάπτυξης της 27.12.1996 και δεν σχετίζεται με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που λήφθηκε με βάση το Σχέδιο Ανάπτυξης που ίσχυε πριν την 27.12.1996. Εξάλλου για την αίτηση με αρ. ΛΕΥ/1373/97 έχετε καταχωρήσει στο Ανώτατο Δικαστήριο την Προσφυγή με αρ. 527/99.»
(Βλ. Κυανούν 146 στο Τεκμ. 2).
Το περιεχόμενο της επιστολής της Πολεοδομικής Αρχής ημερ. 2.2.1999 (σελίδα 1127 ανωτέρω) είναι το αντικείμενο της προσφυγής. Συγκεκριμένα, ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να συμμορφωθούν ενεργά στο ακυρωτικό αποτέλεσμα της Δικαστικής απόφασης στην προσφυγή 910/97 και να άρουν όποιαν άλλην ή παρεπόμενη απόφαση στήριξαν επί της εν λόγω ακυρωθείσης απόφασης (όπως η επιστολή του 2.2.99 αντικείμενο της θεραπείας Β) είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα και ότι παν ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση που περιέχεται στην επιστολή του καθ' ου η αίτηση 2, ημερ. 2.2.99 με την οποίαν έκριναν ότι, η πολεοδομική αίτηση του αιτητή ΛΕΥ/1373/97 απορρίφθηκε για τους λόγους που αναφέρονται στην εν λόγω επιστολή, κατά πλάνη και/ή σε σύγκρουση με το δεδικασμένο της προσφυγής 910/97, είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.»
Από το πιο πάνω ιστορικό των γεγονότων, που θεώρησα χρήσιμο να παραθέσω εκτενώς, και κατά χρονολογική σειρά, προκύπτει αβίαστα ότι εκείνο το οποίο επιδιώκει ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή είναι να επεκτείνει το ακυρωτικό αποτέλεσμα της προσφυγής 910/97, πέραν της εκτελεστής απόφασης της 11.5.1996, και στην εκτελεστή απόφαση της 30.10.1997 με την οποία απορρίφθηκε νέα (τρίτη) αίτησή του, ημερομηνίας 11.7.1997, για προσθήκη άλλου υποστατικού (δεύτερης αποθήκης) στο τεμάχιο 459. Και τούτο γιατί το περιεχόμενο της επιστολής της Πολεοδομικής Αρχής της 2.2.1999, που είναι αντικείμενο της προσφυγής, δεν είναι στην ουσία παρά μόνο επιβεβαιωτικό του περιεχομένου της εκτελεστής απόφασης της 30.10.1997. Όμως, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει. Η πρώτη απόφαση που εκδόθηκε αναφορικά με την αίτηση της 11.7.1997, ήτοι εκείνη που γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή της 30.10.1997, και απλώς επιβεβαιώθηκε με την επιστολή της 2.2.1999, ήταν εκτελεστή. Η νομιμότητά της θα μπορούσε να ελεγχθεί με προσφυγή μέσα σε 75 ημέρες. Αφού δεν προσβλήθηκε παραμένει ισχυρή. Δεν επέδρασε στο κύρος της η απόφαση στην προσφυγή 910/97 που εκδόθηκε σε σχέση με το κύρος άλλης εκτελεστής απόφασης, ήτοι εκείνης που εκδόθηκε αναφορικά με τις αιτήσεις της 26.10.1995 και γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή της 11.5.1996. Και τούτο ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η αίτηση της 11.7.1997 (ΛΕΥ1373/97) αποφασίστηκε, στις 30.10.1997, στη βάση της Αναθεωρημένης Δήλωσης Πολιτικής που ίσχυε μετά τις 27.12.1996, ενώ οι αιτήσεις της 26.10.1995 (ΛΕΥ2486/95 και ΛΕΥ2644/95) αποφασίστηκαν στις 11.5.1996, στη βάση της Δήλωσης Πολιτικής που ίσχυε πριν τις 27.12.1996.
Το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Α. Κληρίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 A.A.Δ. 575, εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, και στην παρούσα περίπτωση:
«Η πρώτη απόφαση που εκδόθηκε, εκείνη που γνωστοποιήθηκε στον εφεσείοντα με την επιστολή ημερομηνίας 1.6.95, ήταν εκτελεστή. Η νομιμότητά της συνεπώς θα ήταν δυνατό να ελεχθεί με προσφυγή που θα ασκείτο μέσα στην προθεσμία των 75 ημερών. Αφού δεν προσβλήθηκε παραμένει ισχυρή. Δεν επέδρασαν στο κύρος της οι δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σε σχέση με το κύρος άλλων αποφάσεων και δεν την εξαφάνισαν. Έλεγχος και απόφανση επί της νομιμότητάς της τώρα θα σήμαινε παράκαμψη της προθεσμίας των 75 ημερών.»
Η προσφυγή, όπως υποστήριξε και ο δικηγόρος της Δημοκρατίας, είναι εκπρόθεσμη εφόσον, για τους λόγους που εξήγησα, εκείνο που επιδιώκεται, κατ' επίκληση του ακυρωτικού αποτελέσματος στην προσφυγή 910/97, είναι, επαναλαμβάνω, η ανατροπή, μέσω της μη εκτελεστής απόφασης της 2.2.1999, άλλης εκτελεστής απόφασης, που προηγήθηκε, αλλά δεν προσβλήθηκε εμπρόθεσμα, ήτοι της απόφασης της 30.10.1997.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα εις βάρος του αιτητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.