ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2000) 4 ΑΑΔ 327

12 Aπριλίου, 2000

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 24 ΚΑΙ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

MARKASS CAR HIRE LTD,

Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 659/1997)

 

Διοικητική Πράξη ― Βεβαιωτική σε αντιδιαστολή προς εκτελεστή πράξη ― Απαράδεκτη η προσφυγή κατά βεβαιωτικής πράξης.

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Παροχή υπηρεσιών ― Παροχή υπηρεσιών σύμφωνα με το Άρθρο 6(8) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90) ― Η σχετική απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και νόμιμη στην κριθείσα περίπτωση.

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Παράδοση αγαθών ― Αυτοπαράδοση σύμφωνα με το Άρθρο 6(16)(β) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90) και τον Καν. 3(1) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Αυτοπαραδόσεις) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 203/91) ― Η σχετική απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και νόμιμη στην κριθείσα περίπτωση.

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Πίστωση φόρου εισροών ― Νομοθετικό πλαίσιο ― Η σχετική απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και νόμιμη στην κριθείσα περίπτωση.

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Παράλειψη παροχής και αναγκαίων στοιχείων και πληροφοριών από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο ― Ενεργοποίηση της εξουσίας του Εφόρου να προβεί σε βεβαίωση του φόρου, χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του ― Όρια του αναθεωρητικού ελέγχου της σχετικής απόφασης του Εφόρου ― Δεν στοιχειοθετήθηκε λόγος επέμβασης του Δικαστηρίου στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια προσέβαλε την απόφαση των καθ'ων η αίτηση να της επιβάλουν φόρο προστιθέμενης αξίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Η προσβαλλόμενη με την υπό αρ. Β στην αίτηση θεραπεία, απόφαση του Εφόρου ημερομηνίας 28.7.97, η οποία λήφθηκε κατόπιν απόρριψης της ένστασης της αιτήτριας, απορρίπτεται ως απαράδεκτη για το λόγο ότι εστρέφετο κατά πράξης βεβαιωτικής της απόφασης ημερομηνίας 28.5.97.

2. Είναι εμφανές από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, ότι ο πρώην Διευθυντής της αιτήτριας εταιρείας δήλωσε ότι τα υπ' αρ. εγγραφής ΕΒΝ 130 - ΕΒΝ 139 και ΕΒΝ 141 οχήματα κατά την περίοδο Ιουλίου-Νοεμβρίου 1995 βρίσκονταν στη διάθεση άλλης επιχείρησης, γεγονός το οποίο επιβεβαιώθηκε κατά την επίσκεψη ελέγχου στα υποστατικά της εταιρείας και της εταιρείας Lecrimar Ltd. Συγκεκριμένα, στα βιβλία της εταιρείας Lecrimar Ltd εντοπίστηκαν συμβόλαια ενοικίασης των οχημάτων ΕΒΝ 130 - 139 και ΕΒΝ 141. Kατόπιν έρευνας διαπιστώθηκε ότι τα εν λόγω οχήματα παραχωρούντο από την αιτήτρια στην εταιρεία Diprose Ltd, η οποία ακολούθως τα διέθετε στην εταιρεία Lecrimar Ltd για εκμετάλλευση και από αντιπαραβολή των τιμολογίων για τη μίσθωση των οχημάτων προς την εταιρεία Diprose, διαπιστώθηκε ότι κατά την περίοδο 1.7.95-30.11.95 δεν είχαν εκδοθεί οποιαδήποτε τιμολόγια ούτε αποδόθηκε οποιοσδήποτε φόρος εκροών, παρά το γεγονός ότι κατά την εν λόγω περίοδο τα οχήματα εκμεταλλεύετο η εταιρεία Lecrimar Ltd.

    Με βάση τα Άρθρα 4(α) και 6(8) του Ν.246/90, καθώς και τα πιο πάνω στοιχεία, ο Έφορος αποφάσισε ότι η παραχώρηση δικαιώματος χρήσης, χωρίς αντιπαροχή, των προαναφερθέντων οχημάτων αποτελούσε παροχή υπηρεσιών, υπολόγισε δε τη φορολογητέα αξία της παροχής με βάση το κόστος των αγαθών με απόσβεση 20% επί της τιμής απόκτησης για 5 μήνες, σύμφωνα με το Άρθρο 23(14)(β) του Νόμου.

    Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία η σχετική απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και εντός των νομίμων ορίων άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.

3. Η αιτήτρια εταιρεία δεν αμφισβήτησε ως πραγματικό γεγονός τη μετατροπή δώδεκα αυτοκινήτων ενοικίασης Ζ σε ιδιωτικής χρήσης, αλλά τη φορολογική μεταχείριση της μετατροπής, ισχυριζόμενη ότι, παρά την αλλαγή της νομικής υπόστασης των οχημάτων, αυτά εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης.

    Τέτοια μετατροπή ορίζεται από το Άρθρο 6(16)(β) του Ν.246/90 ως, «τόσο ως αγαθά τα οποία παραδόθηκαν στο πρόσωπο για τους σκοπούς της επιχείρησής του όσο και ως αγαθά τα οποία ο ίδιος παρέδωσε μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησής του.»

    Σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο του Νόμου και σύμφωνα με τον Καν.3(1) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Αυτοπαραδόσεις) Κανονισμών του 1991, Κ.Δ.Π. 203/91, τέτοια μετατροπή θεωρείται ως φορολογητέα παράδοση και επιβαρύνεται με θετικό συντελεστή ΦΠΑ με φορολογητέα αξία το κόστος των αγαθών, δυνάμει του Άρθρου 23(13)(α) του Ν.246/90.

    Ενόψει των πιο πάνω και σύμφωνα με την παρ. 2 της προσβαλλόμενης απόφασης, ως κόστος θεωρήθηκε η αξία των αυτοκινήτων αφαιρουμένης της απόσβεσης με συντελεστή 20% κατ' έτος, καθορίστηκε δε ως οφειλόμενος φόρος το ποσό των £4.979,68.

    Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και εντός των νόμιμων πλαισίων άσκησης της διακριτικής του εξουσίας.

4. Η αιτήτρια διεκδίκησε πίστωση ποσού £23,307.04 ως φόρο εισροών για πληρωθέντα διοικητικά έξοδα προς την εταιρεία Diprose Ltd για τα έτη 1994 και 1995, για τα οποία κρίθηκε ότι δεν παρείχετο δικαίωμα πίστωσης με βάση τη νομοθεσία.

    Το ποσό των £21.120,00 το οποίο επιβλήθηκε ως οφειλόμενος φόρος αφορούσε, σύμφωνα με την παρ. Γ1 της προσβαλλόμενης απόφασης, χρέωση της αιτήτριας από την εταιρεία Diprose Ltd για διοικητικά έξοδα σύμφωνα με τα τιμολόγια υπ' αρ. 127, ημερομηνίας 1.1.95 και υπ' αρ. 154, ημερομηνίας 30.11.95 για παρεχόμενες υπηρεσίες, χωρίς όμως να δίνεται επαρκής περιγραφή και επεξήγηση για αναγνώριση των παρασχεθέντων υπηρεσιών. Ο ερευνών λειτουργός σε μία προσπάθεια να εντοπίσει και να αναγνωρίσει τις εν λόγω υπηρεσίες διενήργησε έρευνα. Σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Ν.246/90 κάθε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών είναι φορολογητέα. Το Άρθρο 37(2)(β) του Νόμου καθιστά υποχρεωτική την πληρωμή του φόρου από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, σύμφωνα με τα τιμολόγια.

          Το Άρθρο 25(3) του Νόμου ορίζει ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, δικαιούται στο τέλος της κάθε φορολογικής περιόδου να πιστωθεί, υπό προϋποθέσεις, το ποσό το οποίο κατέβαλε ως φόρο εισροών και στη συνέχεια να αφαιρέσει το ποσό αυτό από το φόρο εκροών το οποίο το ίδιο οφείλε. Ο Καν.3 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φόρος Εισροών) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 208/91), ο οποίος ρυθμίζει τις προϋποθέσεις για τη διεκδίκηση πίστωσης ή επιστροφής του φόρου εισροών, καθιστά υποχρεωτική την κατοχή όλων των αναγκαίων εγγράφων, περιλαμβανομένων των φορολογικών τιμολογίων, από το πρόσωπο το οποίο διεκδικεί την πίστωση.

    Το δικαίωμα του προσώπου να διεκδικεί πίστωση φόρου για τις δαπάνες αγοράς τις οποίες πραγματοποίησε, αποτελεί συνάρτηση της ικανότητάς του προς συμμόρφωση με τις πιο πάνω νομοθετικές διατάξεις και ως εκ τούτου η αιτήτριας είχε νομική υποχρέωση να αποδείξει ότι πράγμαται πλήρωσε το σχετικό ποσό για διοικητικές, όπως αναφέρετο στα τιμολόγια, υπηρεσίες οι οποίες της προσφέρθηκαν από την εταιρεία Diprose Ltd. Ενόψει των πιο πάνω στοιχείων η απόφαση του Εφόρου η οποία περιείχετο στην παρ. Γ1 της προσβαλλομένης απόφασης ήταν εύλογα εφικτή και εντός των νομίμων ορίων άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.

4. Είναι ο ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας ότι ο Έφορος εσφαλμένα θεώρησε ότι δεν παρείχετο δικαίωμα πίστωσης και εσφαλμένα επέβαλε στην αιτήτρια την καταβολή του ποσού των £2.187,04 το οποίο η ίδια διεκδίκησε ως φόρο εισροών για την αγορά των υπ' αρ. εγγραφής DAL 314, DAL 324, DAM 500 και DAM 501 οχημάτων, με την αιτιολογία ότι αυτά δεν της ανήκαν.

    Σύμφωνα με τον ίδιο ισχυρισμό οι καθ' ων η αίτηση εσφαλμένα θεώρησαν ότι, επειδή η τυπική πράξη της μεταβίβασης δεν είχε ολοκληρωθεί, η αιτήτρια δεν εδικαιούτο να χαρακτηρισθεί ως η ιδιοκτήτρια των οχημάτων.

    Σύμφωνα με τα Άρθρα 25(4)(α) του Ν.246/90 και σύμφωνα με τον Καν.3(2)(α) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φόρος Εισροών) Κανονισμών του 1991, Κ.Δ.Π. 208/91, το πρόσωπο το οποίο διεκδικεί την πίστωση ή την επιστροφή φόρου θα πρέπει να έχει στην κατοχή του αποδεικτικά στοιχεία και βεβαιωτικά έγγραφα, ότι απέκτησε την κυριότητα σε μια πώληση.

    Εφόσον, εν προκειμένω, στους σχετικούς τίτλους ιδιοκτησίας εφέροντο ως ιδιοκτήτες οι εταιρείες Strata Tours Ltd και M & M Transport Ltd, η απόφαση του Εφόρου, η οποία περιείχετο στην παρ. Γ2 της προσβαλλόμενης απόφασης, να μην παραχωρήσει στην αιτήτρια δικαίωμα πίστωσης του φόρου για τις δαπάνες αγοράς των οχημάτων, ήταν νόμιμη και εντός των νομίμων πλαισίων άσκησης της διακριτικής του εξουσίας.

5. Έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έχει εκ του νόμου υποχρέωση τήρησης επαρκών βιβλίων, στοιχείων, αρχείων και λογαριασμών αναφορικά με το αντικείμενο του φόρου και η παράλειψη του να παράσχει τα αναγκαία στοιχεία και πληροφοριακό υλικό ενεργοποιεί την εξουσία του Εφόρου να προβεί σε βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου, χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του, σύμφωνα με το υλικό το οποίο τίθεται ενώπιόν του.

    Το έργο της αξιολόγησης των συλλεγέντων στοιχείων και πληροφοριών, η μέθοδος υπολογισμού του οφειλόμενου φόρου, οι διεργασίες με βάση τις οποίες ο Έφορος καταλήγει στα συμπεράσματά του και η εκτίμηση για τη συνδρομή του αναγνωριζόμενου από το νόμο δικαιώματος, ανήκουν στη διοίκηση και το Δικαστήριο κατά την ενάσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας δεν υποκαθιστά την κρίση του αρμοδίου οργάνου σε θέματα τεχνικής φύσεως, εκτός εάν συντρέχει πλάνη περί τα πράγματα, υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του οργάνου, υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.

    Ενόψει των πιο πάνω, η διακριτική εξουσία του αρμοδίου οργάνου ασκήθηκε νόμιμα, η αιτιολογία της αξιολογικής του κρίσης κρίνεται επαρκής και δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος επέμβασης του Δικαστηρίου στην ουσιαστική και τεχνική κρίση της διοίκησης.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Fame Transports Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 658/97, ημερ. 5/2/99,

Εταιρεία Νίκος Ψαράς & Υιοί Κέντρα Αναψυχής Λτδ v. Δημοκρατίας (1991) 4(Β) Α.Α.Δ. 1319,

Σκαρπάρης v. Δημοκρατίας (1990) 3(Β) Α.Α.Δ. 1004,

Θεοδοσίου v. Δημοκρατίας (1996) 4 A.A.Δ. 1620,

Βαρναβίδης v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3376,

Sam's Lebanese Fast Food Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 568/99, ημερ. 15/3/00.

Προσφυγή.

Προσφυγή από τους αιτητές κατά της απόφασης με την οποία ο Έφορος ΦΠΑ προέβη σε βεβαίωση οφειλόμενου φόρου συνολικού ύψους £28.823.52.

Γ. Παπαθεοδώρου, για την Αιτήτρια.

Γ. Κυριακίδου, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την υπ' αρ. Α θεραπεία στην παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια στρέφεται κατά της απόφασης ημερομηνίας 28.5.97 με την οποία ο Έφορος ΦΠΑ προέβη σε βεβαίωση οφειλόμενου φόρου συνολικού ύψους £28.823,52.

Η προσβαλλόμενη με την υπό αρ. Β στην αίτηση θεραπεία, απόφαση του Εφόρου ημερομηνίας 28.7.97, η οποία λήφθηκε κατόπιν απόρριψης της ένστασης της αιτήτριας απορρίπτεται ως απαράδεκτη για το λόγο ότι εστρέφετο κατά πράξης βεβαιωτικής της απόφασης ημερομηνίας 28.5.97.

Η αιτήτρια εταιρεία, εγγεγραμμένη στο μητρώο ΦΠΑ, είναι ιδιοκτήτρια επιβατικών αυτοκινήτων Ζ, τα οποία μίσθωνε στην εταιρεία Diprose Ltd και η οποία ακολούθως τα παραχωρούσε στην εταιρεία Lecrimar Ltd για τελική εκμετάλλευση.

Κατά την επίσκεψη ελέγχου η οποία πραγματοποιήθηκε στα υποστατικά της αιτήτριας από λειτουργό του Τμήματος ΦΠΑ διαπιστώθηκε ότι δεν ετηρούντο τα απαιτούμενα από το περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Τήρηση Βιβλίων, Αρχείων και Στοιχείων) Διάταγμα του 1992, Κ.Δ.Π. 114/92 βιβλία, αρχεία και στοιχεία και συγκεκριμένα δεν ετηρούντο βιβλία και αρχεία για σκοπούς εξακρίβωσης των παραδόσεων αγαθών και παροχής υπηρεσιών τα οποία πραγματοποιούσε η αιτήτρια κατά παράβαση του αρ.39 του Ν.246/90, δεν ετηρείτο το απαιτούμενο από τον Κανονισμό 4 της Κ.Δ.Π. 114/92 αρχείο με στοιχεία αναφορικά με τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων σε άλλα πρόσωπα χωρίς αντιπαροχή καθώς και το απαιτούμενο από τον Καν.3(β) αρχείο με καταχωρίσεις των αυτοπαραδόσεων ειδικότερα δε του χρόνου της παράδοσης, της αξίας, του συντελεστή και του ποσού του αναλογούντος φόρου, παραλείψεις οι οποίες κατέστησαν, σύμφωνα με την σχετική απόφαση του Εφόρου, πρακτικά δύσκολη την επαλήθευση των φορολογικών δηλώσεων της αιτήτριας εταιρείας.

Είναι η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι το ποσόν των £5.516,48 το οποίο επεβλήθη ως μη αποδοθείς φόρος εκροών για την παραχώρηση δικαιώματος χρήσης αυτοκινήτων Ζ σε άλλο πρόσωπο, ήταν αυθαίρετος για το λόγο ότι τέτοιες παραχωρήσεις ουδέποτε έγιναν.

Είναι εμφανές από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης ότι, ο πρώην Διευθυντής της αιτήτριας εταιρείας δήλωσε ότι τα υπ' αρ. εγγραφής ΕΒΝ 130 - ΕΒΝ 139 και ΕΒΝ 141 οχήματα κατά την περίοδο Ιουλίου - Νοεμβρίου 1995 βρίσκονταν στη διάθεση άλλης επιχείρησης, γεγονός το οποίο επιβεβαιώθηκε κατά την επίσκεψη ελέγχου στα υποστατικά της εταιρείας και της εταιρείας Lecrimar Ltd. Συγκεκριμένα, στα βιβλία της εταιρείας Lecrimar Ltd εντοπίστηκαν συμβόλαια ενοικίασης των οχημάτων ΕΒΝ 130 - 139 και ΕΒΝ 141 τα οποία αποτελούσαν περιουσιακά στοιχεία της αιτήτριας. Σε έρευνα η οποία ακολούθησε διαπιστώθηκε ότι τα εν λόγω οχήματα παραχωρούντο από την αιτήτρια στην εταιρεία Diprose Ltd η οποία ακολούθως τα διέθετε στην εταιρεία Lecrimar Ltd για εκμετάλλευση και από αντιπαραβολή των τιμολογίων για τη μίσθωση των οχημάτων προς την εταιρεία Diprose διαπιστώθηκε ότι κατά την περίοδο 1.7.95 - 30.11.95 δεν είχαν εκδοθεί οποιαδήποτε τιμολόγια ούτε αποδόθηκε οποιοσδήποτε φόρος εκροών παρά το γεγονός ότι κατά την εν λόγω περίοδο τα οχήματα εκμεταλλεύετο η εταιρεία Lecrimar Ltd.

Σύμφωνα με το άρθρο 4(α) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990, Ν.246/90, αντικείμενο του φόρου ΦΠΑ, αποτελεί:

"Κάθε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται στη Δημοκρατία από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων επιχείρησης την οποία ασκεί"

και σύμφωνα με το άρθρο 6(8),

"Όταν αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, με οδηγίες ή παραλείψεις ή ανοχή του προσώπου που ασκεί την επιχείρηση, διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς ή χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης, με αντιπαροχή ή χωρίς αντιπαροχή, τότε αυτό αποτελεί παροχή υπηρεσιών."

Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία ο Έφορος αποφάσισε ότι η παραχώρηση δικαιώματος χρήσης, χωρίς αντιπαροχή, των προαναφερθέντων οχημάτων αποτελούσε παροχή υπηρεσιών υπολόγισε δε τη φορολογητέα αξία της παροχής με βάση το κόστος των αγαθών με απόσβεση 20% επί της τιμής απόκτησης για 5 μήνες, σύμφωνα με το άρθρο 23(14)(β) του Νόμου.

Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία η σχετική απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και εντός των νομίμων ορίων άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.

Η αιτήτρια εταιρεία δεν αμφισβήτησε ως πραγματικό γεγονός τη μετατροπή δώδεκα αυτοκινήτων ενοικίασης Ζ σε ιδιωτικής χρήσης αλλά τη φορολογική μεταχείρση της μετατροπής, ισχυριζόμενη ότι, παρά την αλλαγή της νομικής υπόστασης των οχημάτων, αυτά εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης.

Τέτοια μετατροπή ορίζεται από το αρ.6(16)(β) του Ν. 246/90 ως, "τόσο ως αγαθά τα οποία παραδόθηκαν στο πρόσωπο για τους σκοπούς της επιχείρησής του όσο και ως αγαθά τα οποία ο ίδιος παρέδωσε μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησής του."

Σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο του Νόμου και σύμφωνα με τον Καν.3(1) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Αυτοπαραδόσεις) Κανονισμών του 1991, Κ.Δ.Π. 203/91, τέτοια μετατροπή θεωρείται ως φορολογητέα παράδοση και επιβαρύνεται με θετικό συντελεστή ΦΠΑ με φορολογητέα αξία το κόστος των αγαθών, δυνάμει του αρ. 23(13)(α) του Ν.246/90.

Ενόψει των πιο πάνω και σύμφωνα με την παρ.2 της προσβαλλόμενης απόφασης ως κόστος θεωρήθηκε η αξία των αυτοκινήτων αφαιρουμένης της απόσβεσης με συντελεστή 20% κατ' έτος, καθορίστηκε δε ως οφειλόμενος φόρος το ποσό των £4.979,68.

Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και εντός των νόμιμων πλαισίων άσκησης της διακριτικής του εξουσίας.

Είναι η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι το εύρημα των καθ' ων η αίτηση ότι η εταιρεία Diprose Ltd δεν παρείχε ουσιαστικές υπηρεσίες προς την αιτήτρια εταιρεία ήταν εσφαλμένο και αντίθετο προς τα στοιχεία και γεγονότα τα οποία τέθηκαν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση.

Η αιτήτρια διεκδίκησε πίστωση ποσού £23,307.04 ως φόρο εισροών για πληρωθέντα διοικητικά έξοδα προς την εταιρεία Diprose Ltd για τα έτη 1994 και 1995, για τα οποία κρίθηκε ότι δεν παρείχετο δικαίωμα πίστωσης με βάση τη νομοθεσία.

Το ποσό των £21.120,00 το οποίο επιβλήθηκε ως οφειλόμενος φόρος αφορούσε, σύμφωνα με την παρ. Γ1 της προσβαλλόμενης απόφασης, χρέωση της αιτήτριας από την εταιρεία Diprose Ltd για διοικητικά έξοδα σύμφωνα με τα τιμολόγια υπ' αρ. 127, ημερομηνίας 1.1.95 και υπ αρ. 154 ημερομηνίας 30.11.95 για παρεχόμενες υπηρεσίες χωρίς όμως να δίνεται επαρκής περιγραφή και επεξήγηση για αναγνώριση των παρασχεθέντων υπηρεσιών.

Ο ερευνών λειτουργός σε μία προσπάθεια να εντοπίσει και να αναγνωρίσει τις εν λόγω υπηρεσίες διενήργησε έρευνα από την οποία προέκυψαν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

(ι) Τα τιμολόγια δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις της Νομοθεσίας και συγκεκριμένα του κανονισμού 4(1) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φορολογικά Τιμολόγια) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 213/91) διότι δεν εδίδετο σ' αυτά επαρκής περιγραφή για αναγνώριση των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν.

(ιι) Ο κ. Τ. Μαρκίδης, ο οποίος υπό την ιδιότητα του ως Διευθυντής της εταιρείας Diprose Ltd έδινε οδηγίες για τη χρέωση των λεγομένων "διοικητικών εξόδων", αδυνατούσε να δώσει ικανοποιητικές εξηγήσεις για το είδος των παρεχομένων υπηρεσιών. Ο κ. Μαρκίδης χαρακτηριστικά ανέφερε "όταν ανακαλύψετε τι περιλαμβάνουν να μου το πείτε να μάθω κι εγώ".

(ιιι) Δεν υπήρχε οποιαδήποτε γραπτή συμφωνία και το ύψος των λεγόμενων διοικητικών εξόδων υπολογίζετο τυχαία και αυθαίρετα.

(iv) Η κα Μαυρομμάτη, υπεύθυνη για την ετοιμασία των φορολογικών δηλώσεων της αιτήτριας και ταυτόχρονα υπεύθυνη στο Λογιστήριο της εταιρείας Diprose Ltd η οποία χρέωνε τα "διοικητικά έξοδα", δεν ήταν σίγουρη και υπέθετε ότι αυτά περιλάμβαναν, την αποπληρωμή δανείων που πραγματοποιούσε η εταιρεία Diprose Ltd για λογαριασμό της αιτήτριας και τους τόκους οι οποίοι επιβάλλοντο στους λογαριασμούς δανείων που παραχωρήθηκαν από τους χρηματοδοτικούς οργανισμούς, τις άδειες κυκλοφορίας και ασφάλειες των οχημάτων τα οποία πληρώνοντο από την εταιρεία Diprose Ltd, τις λογιστικές υπηρεσίες τις οποίες παρείχε η εταιρεία "Diprose Ltd" προς την αιτήτρια.

(v) Η εταιρεία Diprose Ltd ενοικίαζε αυτοκίνητα και από τις εταιρείες M. & M. Transport Ltd και  Strata Tours Ltd, οι οποίες μαζί με την αιτήτρια ανήκουν στο ίδιο συγκρότημα εταιρειών με τις οποίες είχε τις ίδιες εμπορικές σχέσεις και όμως δεν τις χρέωνε με οποιαδήποτε διοικητικά έξοδα.

(vi) Η συχνότητα έκδοσης τιμολογίων για τα λεγόμενα διοικητικά έξοδα δεν συνέπιπτε με τη συχνότητα έκδοσης των τιμολογίων ενοικίασης των αυτοκινήτων.

(vii) Δεν εγίνετο καμία αποπληρωμή οφειλομένων ποσών σε μετρητά μεταξύ των εταιρειών. Όλες οι διευθετήσεις γίνονταν με χρεοπιστώσεις μέσω των τρεχούμενων λογαριασμών τους οποίους τηρούσε η κάθε μια στα λογιστικά της βιβλία. Η τιμολόγηση για τα διοικητικά έξοδα για το 1995 έγινε στις 30.11.95 και κάλυψε προκαταβολικά και το Δεκέμβριο του 1995. Αν δεν υπήρχε η καταχώρηση του εν λόγω τιμολογίου ο αιτητής θα παρουσίαζε οφειλόμενο φόρο ύψους £4.454,00.

Σύμφωνα με το αρ. 5 του Ν.246/90 κάθε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών είναι φορολογητέα.

Το αρ. 37(2)(β) του Νόμου καθιστά υποχρεωτική την πληρωμή του φόρου από το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, σύμφωνα με τα τιμολόγια, ορίζει δε ότι,

"Εάν από το περιεχόμενο του τιμολογίου φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών και το ποσό του φόρου που αναλογεί σ' αυτή αναγράφεται στο τιμολόγιο ξεχωριστά, τότε το πρόσωπο το οποίο εξέδωσε το τιμολόγιο οφείλει να καταβάλει στον Έφορο ποσό ίσο με το ποσό που αναγράφεται σ' αυτό ως φόρος ή, εάν το ποσό του φόρου δεν αναγράφεται ξεχωριστά οφείλει να καταβάλει ποσό ίσο με το ποσό που αναλογεί ως φόρος στην εν λόγω παράδοση ή παροχή.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται έστω και αν -

(β) Η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών που αναγράφεται στο τιμολόγιο δεν έχει στην πραγματικότητα πραγματοποιηθεί και ούτε πρόκειται να πραγματοποιηθεί."

Το αρ. 25(3) του Νόμου ορίζει ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο, δικαιούται στο τέλος της κάθε φορολογικής περιόδου να πιστωθεί, υπό προϋποθέσεις, το ποσό το οποίο κατέβαλε ως φόρο εισροών και στη συνέχεια να αφαιρέσει το ποσό αυτό από το φόρο εκροών τον οποίο το ίδιο οφείλε. Ο Καν. 3 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φόρος Εισροών) Κανονισμών του 1991 (Κ.Δ.Π. 208/91), ο οποίος ρυθμίζει τις προϋποθέσεις για τα διεκδίκηση πίστωσης ή επιστροφής του φόρου εισροών, καθιστά υποχρεωτική την κατοχή όλων των αναγκαίων εγγράφων, περιλαμβανομένων των φορολογικών τιμολογίων, από το πρόσωπο το οποίο διεκδικεί την πίστωση.

Το δικαιώμα του προσώπου να διεκδικεί πίστωση φόρου για τις δαπάνες αγοράς τις οποίες πραγματοποίησε αποτελεί συνάρτηση της ικανότητάς του προς συμμόρφωση με τις πιο πάνω νομοθετικές διατάξεις και ως εκ τούτου η αιτήτρια είχε νομική υποχρέωση να αποδείξει ότι πράγματι πλήρωσε το σχετικό ποσό για διοικητικές, όπως αναφέρετο στα τιμολόγια, υπηρεσίες οι οποίες της προσφέρθηκαν από την εταιρεία Diprose Ltd. (Βλ. σχετικά, Fame Transports Ltd v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 658/97, ημερομηνίας 5.2.99).

Ενόψει των πιο πάνω στοιχείων η απόφαση του Εφόρου η οποία περιείχετο στην παρ. Γ1 της προσβαλλομένης απόφασης ήταν εύλογα εφικτή και εντός των νομίμων ορίων άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.

Είναι ο ισχυρισμός του δικηγόρου της αιτήτριας ότι ο Έφορος εσφαλμένα θεώρησε ότι δεν παρείχετο δικαίωμα πίστωσης και εσφαλμένα επέβαλε στην αιτήτρια την καταβολή του ποσού των £2.187,04 το οποίο η ίδια διεκδίκησε ως φόρο εισροών για την αγορά των υπ' αρ. εγγραφής DAL 314, DAL 324, DAM 500 και DAM 501 oχημάτων, με την αιτιολογία ότι αυτά δεν της ανήκαν.

Σύμφωνα με τον ίδιο ισχυρισμό οι καθ' ων η αίτηση εσφαλμένα θεώρησαν ότι, επειδή η τυπική πράξη της μεταβίβασης δεν είχε ολοκληρωθεί, η αιτήτρια δεν εδικαιούτο να χαρακτηρισθεί ως η ιδιοκτήτρια των οχημάτων.

Σύμφωνα με τα άρθρα 25(4)(α) και 25(10)(α) του Ν. 246/90 και σύμφωνα με τον Καν.3(2)(α) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φόρος Εισροών) Κανονισμών του 1991, Κ.Δ.Π. 208/91 το πρόσωπο το οποίο διεκδικεί την πίστωση ή την επιστροφή φόρου θα πρέπει να έχει στην κατοχή του αποδεικτικά στοιχεία και βεβαιωτικά έγγραφα ότι απέκτησε την κυριότητα σε μια πώληση.

Εφόσον, εν προκειμένω, στους σχετικούς τίτλους ιδιοκτησίας εφέροντο ως ιδιοκτήτες οι εταιρείες Strata Tours Ltd και M. & M. Transport Ltd, η απόφαση του Εφόρου η οποία περιείχετο στην παρ. Γ2 της προσβαλλόμενης απόφασης να μην παραχωρήσει στην αιτήτρια δικαίωμα πίστωσης του φόρου για τις δαπάνες αγοράς των οχημάτων ήταν νόμιμη και εντός των νομίμων πλαισίων άσκησης της διακριτικής του εξουσίας.

Έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί ότι το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έχει εκ του νόμου υποχρέωση τήρησης επαρκών βιβλίων, στοιχείων, αρχείων και λογαριασμών αναφορικά με το αντικείμενο του φόρου και η παράλειψη του να παράσχει τα αναγκαία στοιχεία και πληροφοριακό υλικό ενεργοποιεί την εξουσία του Εφόρου να προβεί σε βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του, σύμφωνα με το υλικό το οποίο τίθεται ενώπιόν του. (Βλ. και Νίκος Ψαράς & Υιοί Κέντρα Αναψυχής Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4(B) A.A.Δ. 1319, Ιωάννης Σκαρπάρης ν. Δημοκρατίας (1990) 3(B) A.A.Δ. 1004 και Θεοδόσης Θεοδοσίου ν. Δημοκρατίας (1996) 4 A.A.Δ. 1620).

Έχει επίσης νομολογηθεί ότι το έργο της αξιολόγησης των συλλεγέντων στοιχείων και πληροφοριών, η μέθοδος υπολογισμού του οφειλόμενου φόρου, οι διεργασίες με βάση τις οποίες ο Έφορος καταλήγει στα συμπεράσματά του και η εκτίμηση για τη συνδρομή του αναγνωριζόμενου από το νόμο δικαιώματος ανήκουν στη διοίκηση και το Δικαστήριο κατά την ενάσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας δεν υποκαθιστά την κρίση του αρμοδίου οργάνου σε θέματα τεχνικής φύσεως, εκτός εάν συντρέχει πλάνη περί τα πράγματα, υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του οργάνου, υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας. (Βλ. σχετικά, Πορίσματα Νομολογίας ΣτΕ 1919 - 1959, σελ. 227, Βαρναβίδης ν. Δημοκρατίας  (1990) 3 A.A.Δ. 3376 και Sam's Lebanese Fast Food Ltd v. Δημοκρατίας Υπ. Αρ. 568/99, ημερομηνίας 15.3.2000).

Ενόψει των πιο πάνω, η διακριτική εξουσία του αρμοδίου οργάνου ασκήθηκε νόμιμα, η αιτιολογία της αξιολογικής του κρίσης κρίνεται επαρκής και δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος επέμβασης του Δικαστηρίου στην ουσιαστική και τεχνική κρίση της διοίκησης.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα σε βάρος των αιτητών.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο