ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 82
8 Φεβρουαρίου, 2000
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΓΔΑ ΨΑΘΑ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤIAΣ,
Καθ'ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 760/1997)
Συντάξεις ― Σύνταξη Κοινωνικών Ασφαλίσεων ― Συμψηφισμός της με την σύνταξη κρατικών υπαλλήλων ― Άρθρο 88(1) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου (Ν. 41/80) ― Εκ παραδρομής καθυστέρηση στην έναρξη του συμψηφισμού κατά επτά περίπου έτη ― Αναδρομική αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ― Αντίκειται στις αρχές της εύρυθμης και χρηστής διοίκησης, ενόψει της καλοπιστίας του διοικουμένου ― Δεν υφίσταται υποχρέωσή του να προβαίνει σε έλεγχο και να ειδοποιεί η διοίκηση για τυχόν λάθη της.
Διοικητική Πράξη ― Αιτιολογία ― Πρέπει να είναι σαφής ― Δεν μπορεί να αναπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου, όταν προς τούτο απαιτείται πρωτογενής στάθμισή τους από το Δικαστήριο ― Περιστάσεις της έλλειψης αιτιολογίας, κατά τον συμψηφισμό σύνταξης κοινωνικών ασφαλίσεων βάσει του Άρθρου 88(1) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου (Ν. 41/80), στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια προσέβαλε την απόφαση του καθ'ου η αίτηση, σύμφωνα με την οποία ποσό σύνταξης που της καταβλήθηκε αχρεωστήτως θα της αποκοπτόταν με μηνιαίες δόσεις από τη σύνταξή της.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Το Δικαστήριο δεν βλέπει πως εδώ είναι δυνατή η επίκληση και εφαρμογή της αρχής ignorantia juris non excusat. To ζήτημα δεν αφορά άγνοια του νόμου. Αφορά γνώση των ποσών που αντιπροσωπεύουν τα ωφελήματα από το νόμο και του καθαρού ποσού που τελικά συνταξιούχος δικαιούται. Δεν είναι δυνατό να αναμένεται ο τελευταίος να γνωρίζει λεπτομέρειες ή την ακρίβεια των ποσών που είναι κατ' εξοχήν αποτέλεσμα μαθηματικών πράξεων και υπολογισμών. Από καμιά διάταξη ή γενική αρχή δικαίου δε συνάγεται υποχρέωση του υπαλλήλου να προβαίνει σε έλεγχο και να ειδοποιεί τη διοίκηση για τυχόν λάθη της. Το επιχείρημα δεν ευσταθεί.
Έχοντας υπόψη τα γεγονότα, το Δικαστήριο κρίνει πως η αιτήτρια έλαβε το επιπλέον ποσό καλόπιστα. Εξάλλου δεν της αποδόθηκε απατηλή συμπεριφορά ή συγκεκριμένη δόλια ενέργεια.
Η αναζήτηση μετά την παρέλευση 7 ετών και η εξαιτίας αυτής αναπόφευκτη χειροτέρευση του επιπέδου ζωής (£150 αφαιρουμένου από ποσό λιγότερο των £600) της αιτήτριας, επιβάλλει την ακύρωση του μέρους αυτού της απόφασης.
2. Η αιτιολογία διοικητικής πράξης πρέπει να είναι σαφής. Εδώ ελλείπουν τα στοιχεία με βάση τα οποία ο καθού σχημάτισε την κρίση του. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αιτιολογία. Αποτελεί πάγια νομολογία μας ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου. Όμως η έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορεί να αναπληρωθεί από τα στοιχεία αυτά όταν, όπως εδώ, δεν μπορεί να συναχθεί ευθέως και κατά τρόπο συγκεκριμένο, χωρίς ανάγκη στάθμισης τους, ανεπίτρεπτης στον ακυρωτικό δικαστή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Τσικουρής v. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1990) 3(Στ) Α.Α.Δ. 4417,
Χριστοδούλου v. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (1991) 4(Γ) Α.Α.Δ. 2296,
Νικολαΐδου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 7.
Προσφυγή.
Προσφυγή από την αιτήτρια κατά της απόφασης ημερ. 4/7/97, για αναζήτηση και ανάκτηση από τις συντάξεις της των συσσωρευθέντων και αχρεωστήτως καταβληθέντων προς αυτήν ποσών.
Π. Οικονόμου, για την Αιτήτρια.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η αιτήτρια υπηρέτησε στη στοιχειώδη εκπαίδευση. Αφυπηρέτησε πρόωρα την 1/5/87 και συνταξιοδοτήθηκε. Προφανώς σύμφωνα με τις συνταξιοδοτικές διατάξεις του περί Στοιχειώδους Εκπαίδευσης Νόμου, Κεφ. 166, όπως τροποποιήθηκε. Συμπλήρωσε το 63ο έτος της ηλικίας της στις 24/5/90 οπότε απέκτησε δικαίωμα στη σύνταξη που παρέχει το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Κατ' εφαρμογή του άρθρ. 88(1) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου (αρ. 41/80) ο Γενικός Λογιστής (καθού) συμψηφίζει το ποσό των δύο συντάξεων. Σύμφωνα με την ερμηνευτική εγκύκλιο αρ. 696 ημερ. 25/1/84 (παράγραφος 2):
"...... το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε συνταξιούχο κρατικό υπάλληλο και το οποίο κερδήθηκε αναφορικά με την υπηρεσία του από τις 6.10.80 και μετά, μειώνεται (όταν ο συνταξιούχος συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του) κατά το ποσό της συμπληρωματικής σύνταξης κοινωνικών ασφαλίσεων που καταβάλλεται αναφορικά με ασφαλιστέες αποδοχές επί των οποίων καταβλήθηκαν εισφορές για την πιο πάνω περίοδο υπηρεσίας ......"
Είναι παραδεκτό (παράγραφος 2 της ένστασης) ότι για περίοδο που ξεπερνά τα 7 χρόνια δεν γινόταν ο συμψηφισμός που επιτρέπει το άρθρ. 88(1). Ο καθού απέδωσε την παράλειψη σε "παραδρομή" (πάλιν βλ. παράγραφο 2, ανωτέρω) με αποτέλεσμα την υπερπληρωμή στην αιτήτρια ποσού £7.554,59.
Ο καθού ειδοποίησε την αιτήτρια με επιστολή του ημερ. 4/7/97 πως θα συμψηφίζονταν οι δύο συντάξεις για όλη τη σχετική περίοδο από 24/5/90 μέχρι 30/6/97. Και ότι το παραπάνω ποσό που συσσωρεύθηκε θα αποπληρωνόταν με 50 μηνιαίες δόσεις £151.10 η καθεμιά. Το ποσό θα αφαιρούσε το Γενικό Λογιστήριο από τη σύνταξη της. Πληροφορήθηκε περαιτέρω η αιτήτρια, με την ίδια επιστολή, ότι θα της απέκοπταν και ποσό £94,96 ως αποτέλεσμα του συμψηφισμού, για τον τρέχοντα και για κάθε επόμενο μήνα. Οι αποφάσεις αυτές, που κοινοποιήθηκαν με την παραπάνω επιστολή, είναι το αντικείμενο της κρινόμενης προσφυγής. Η αιτήτρια είχε αντιρρήσεις, που διοχέτευσε μέσω του δικηγόρου της: βλέπε επιστολές του ημερ. 25/7/97 (παράρτημα Δ) και 29/7/97 (παράρτημα Ε).
Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε ότι υπό τις περιστάσεις δεν είναι εφικτή η αναζήτηση και ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών. Οι κανόνες της χρηστής διοίκησης δεν το επιτρέπουν. Το λάθος της διοίκησης δεν οφειλόταν σε απατηλή ενέργεια της αιτήτριας ή άλλη επιλήψιμη συμπεριφορά της. Είσπραξε δε το παραπάνω ποσό καλόπιστα χωρίς να έχει το παραμικρό φταίξιμο για την πλάνη των καθών. Περαιτέρω υπέβαλε ότι η περικοπή της σύνταξης θα έχει γιαυτήν δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις. Ο συνήγορος ενίσχυσε τη θέση του παραπέμποντας στην Άκης Τσικουρής ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1990) 3(Στ) 4 Α.Α.Δ. 4417 και στη Δημήτρης Χριστοδούλου ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (1991) 4 (Γ) Α.Α.Δ. 2296, που υιοθέτησε το σκεπτικό της πρώτης.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας δέχθηκε ότι, όπως νομολογήθηκε στην υπόθεση Τσικουρής, ανωτέρω, η διοίκηση δεν μπορεί να ανακτήσει ποσό που πληρώθηκε από λάθος ή πλάνη εφόσον ο παραλήπτης τους το είσπραξε καλόπιστα ή εφόσον η επιστροφή του θα είχε για τον τελευταίο οικονομικές συνέπειες που θα επέφεραν μείωση του βιοτικού του επιπέδου. Η θέση του όμως εδώ είναι ότι η αιτήτρια δεν πήρε το επίδικο ποσό καλόπιστα. Κι αυτό γιατί έπρεπε να ήταν ενημερωμένη από την παραπάνω εγκύκλιο, αναφορικά με τον τρόπο και τη διαδικασία εφαρμογής του άρθρ. 88. Και σε τελική ανάλυση ότι επιβάλλει το συμψηφισμό των δύο παραπάνω συντάξεων, της αναλογικής των κοινωνικών ασφαλίσεων και της κυβερνητικής σύνταξης. Ας σημειωθεί εδώ ότι η αιτήτρια σε ένορκη δήλωση της ισχυρίζεται, χωρίς να έχει αντικρουσθεί με οποιοδήποτε τρόπο, ότι δεν έλαβε ποτέ γνώση της εγκυκλίου.
Ο κ. Λαζάρου αντέτεινε ότι η αιτήτρια όφειλε να γνωρίζει το περιεχόμενο της εγκυκλίου η οποία κυκλοφόρησε και στους εκπαιδευτικούς. Και επικαλέστηκε το νομικό ρητό ότι η άγνοια του νόμου δεν προσφέρει υπεράσπιση. Τέλος, υπέβαλε ότι η περικοπή δε θα έχει επιπτώσεις γιατί η αιτήτρια παίρνει ένα καθαρό ποσό £333 μηνιαίως που με τα σημερινά δεδομένα θεωρείται ικανοποιητικό.
Ζήτησα από τους δικηγόρους, κατά τις διευκρινίσεις, να σχολιάσουν την απόφαση Ζωή Νικολαΐδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 7, που είχε ως επίκεντρο το άρθρ. 61 του νόμου περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων που αφορά διακανονισμό σε περιπτώσεις που ο νόμος παρέχει διπλά δικαιώματα. Προβλέπει συγκεκριμένα ότι σε περιπτώσεις περιοδικά καταβαλλόμενων παροχών, ο δικαιούχος μπορεί να παίρνει "μόνην την καθ' ύψος μεγαλύτερην των τοιούτων παροχών". Η διάταξη κρίθηκε ότι παραβιάζει την αρχή της ισότητας για το λόγο που εξηγεί η απόφαση και γιαυτό κρίθηκε αντισυνταγματική. Το ερώτημα ήταν κατά πόσο η απόφαση έχει επιπτώσεις στην κρινόμενη. Ο κ. Λαζάρου είπε πως η παρούσα συζητήθηκε πάνω σε άλλη βάση, ενώ η άλλη πλευρά δεν έκαμε κανένα σχόλιο. Γιαυτό και δε θα ήταν σωστό να εξετάσω το θέμα αυτεπάγγελτα γιατί δεν περιλήφθηκε στους νομικούς λόγους θέμα αντισυνταγματικότητας του άρθρ. 61. Και γιατί δεν ακούστηκε σχετική επιχειρηματολογία αναφορικά με το διακανονισμό που προβλέπει το άρθρ. 61 και τυχόν συσχετισμό του με το άρθρ. 88. Το θέμα επομένως μένει ανοικτό. Η υπόθεση θα εξεταστεί πάνω στη βάση που την έθεσε η αιτήτρια στην οποία περιορίστηκε και ο αντίλογος της άλλης πλευράς.
Δε βλέπω πως εδώ είναι δυνατή η επίκληση και εφαρμογή της αρχής ignorantia juris non excusat. To ζήτημα δεν αφορά άγνοια του νόμου. Αφορά γνώση των ποσών που αντιπροσωπεύουν τα ωφελήματα από το νόμο και του καθαρού ποσού που τελικά συνταξιούχος δικαιούται. Δεν είναι δυνατό να αναμένεται ο τελευταίος να γνωρίζει λεπτομέρειες ή την ακρίβεια των ποσών που είναι κατ' εξοχήν αποτέλεσμα μαθηματικών πράξεων και υπολογισμών. Από καμιά διάταξη ή γενική αρχή δικαίου δε συνάγεται υποχρέωση του υπαλλήλου να προβαίνει σε έλεγχο και να ειδοποιεί τη διοίκηση για τυχόν λάθη της. Το επιχείρημα δεν ευσταθεί.
Έχοντας υπόψη τα γεγονότα βρίσκω πως η αιτήτρια έλαβε το επιπλέον ποσό καλόπιστα. Εξάλλου δεν της αποδόθηκε απατηλή συμπεριφορά ή συγκεκριμένη δόλια ενέργεια. Στην υπόθεση Τσικουρής, ανωτέρω, ο υπάλληλος είχε ενταχθεί από την προϊσταμένη του αρχή σε λανθασμένη μισθολογική κλίμακα. Με αποτέλεσμα να υπερπληρωθεί £3.416 πέρα από τις αποδοχές που θα είσπραττε αν είχε προηγηθεί η σωστή μισθολογική του κατάταξη. Το λάθος ανακαλύφθηκε μετά από 4 χρόνια. Το Σ.Ε. δέχθηκε ότι μετά πάροδο μακρού χρόνου και ακόμη βραχύτερου του ενός έτους δεν είναι δυνατή η επιστροφή αποδοχών που έλαβε ο υπάλληλος καλόπιστα. Τέτοια απαίτηση δε συνάδει με τις αρχές της χρηστής διοίκησης. Βλ. Π. Δ. Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο" (1992) Τρίτη έκδοση, σελ. 218.
Στην παραπάνω απόφασή μου στην υπόθεση Τσικουρής, αφού υπογράμμισα την έλλειψη δόλου του υπαλλήλου έναντι του εργοδότη του ως της νόμιμης βάσης της αναζήτησης και αφού διαπίστωσα τη δημιουργία δυσμενών οικονομικών συνεπειών σε βάρος του υπαλλήλου που θα επέφεραν οι περικοπές, ακύρωσα την απόφαση της Αρχής Λιμένων γιατί αντέκειτο στις αρχές της εύρυθμης και χρηστής διοίκησης. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και στην προκείμενη περίπτωση. Η αναζήτηση μετά την παρέλευση 7 ετών και η εξαιτίας αυτής αναπόφευκτη χειροτέρευση του επιπέδου ζωής (£150 αφαιρουμένου από ποσό λιγότερο των £600) της αιτήτριας επιβάλλει την ακύρωση του μέρους αυτού της απόφασης.
Η κατάληξή μου με φέρνει στο δεύτερο μέρος της επίδικης απόφασης. Με την επιστολή, παράρτημα Δ, ο δικηγόρος της αιτήτριας ζήτησε λεπτομέρειες του συμψηφισμού αναφορικά με τη μηνιαία αποκοπή του ποσού των £94,96 για τον τρέχοντα μήνα και μετέπειτα, οι οποίες όμως δε δόθηκαν. Η σχετική απάντηση της καθής ημερ. 12/9/97 έχει ως εξής:
"Επιπρόσθετα από την πιο πάνω αποκοπή, αποκόπτεται μηνιαία και ένα ποσό £94,96 το οποίο αποτελεί συμψηφισμό για τον τρέχοντα μήνα (και όχι για προηγούμενους μήνες όπως τα πιο πάνω) μεταξύ της κυβερνητικής σύνταξης και της σύνταξης γήρατος από το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η υπηρεσία μου θα συνεχίσει να αποκόπτει τα πιο πάνω ποσά ακολουθώντας τις πρόνοιες του άρθρου 88 του Νόμου Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Αρ. 41 του 1980."
Η αιτήτρια ήγειρε θέμα αιτιολόγησης της απόφασης αυτής. Πώς κατέληξε ο καθού στο ποσό αυτό. Η αιτιολογία διοικητικής πράξης πρέπει να είναι σαφής. Εδώ ελλείπουν τα στοιχεία με βάση τα οποία ο καθού σχημάτισε την κρίση του. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αιτιολογία. Το εύρος της υποχρέωσης ενημέρωσης του ασφαλιζομένου προκύπτει από την παρακάτω σύνοψη της απόφασης του Σ.τ.Ε. 2196/69 που συναντάμε στο σύγγραμμα του Ι. Σαρμά "Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας" 1994, Β΄ έκδοση, σελ. 431:
"Κατά γενική αρχή του δημοσίου δικαίου, οι ασφαλιστικοί οργανισμοί καθώς και όλες οι δημόσιες υπηρεσίες και τα ν.π.δ.δ. οφείλουν όπως κατόπιν αιτήσεως των διοικουμένων χορηγούν σ' αυτούς τα στοιχεία που τους αφορούν, εφ' όσον προκύπτουν εκ των τηρουμένων αρχείων και άλλων εγγράφων της υπηρεσίας, εκτός αν αυτό αποκλείεται από αντίθετη ρητή διάταξη ή από λόγους δημοσίου συμφέροντος."
Αποτελεί πάγια νομολογία μας ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου. Όμως η έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορεί να αναπληρωθεί από τα στοιχεία αυτά όταν, όπως εδώ, δεν μπορεί να συναχθεί ευθέως και κατά τρόπο συγκεκριμένο, χωρίς ανάγκη στάθμισής τους, ανεπίτρεπτης στον ακυρωτικό δικαστή.
Για τους λόγους που έχω εκθέσει, η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της. Με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.