ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 363/99
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.Μεταξύ -
Μαρίας Γεωργιάδη, από την Πάφο
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθής η αίτηση
----------------
Ημερομηνία:
8 Νοεμβρίου, 2000Για την αιτήτρια: Χρ. Γεωργιάδης
Για την καθής η αίτηση: Κλ. Θεοδούλου (κα), Εισαγγελέας της
Δημοκρατίας
------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής η Ε.Δ.Υ.), που της γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 3/3/99, να ματαιώσει τη διαδικασία πλήρωσης της μόνιμης θέσης Πρώτου Οδοντιατρικού Λειτουργού στις Οδοντιατρικές Υπηρεσίες. Ο λόγος γιαυτό ήταν ότι κανένας από τους 6 υποψηφίους, μεταξύ των οποίων ήταν και η αιτήτρια, δεν κατείχε τα προσόντα που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας για κατάληψη της θέσης. Ας σημειωθεί ότι ανήκει στην κατηγορία θέσεων προαγωγής.
Κατά την παράγραφο 1 των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας απαιτείται, μεταξύ άλλων, "μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σε οποιοδήποτε κλάδο της Οδοντιατρικής και τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Οδοντιατρικού Λειτουργού". Υπάρχει και σημείωση σύμφωνα με την οποία μπορούσαν να θέσουν υποψηφιότητα και οδοντίατροι που υπηρετούσαν κατά την ημερομηνία έγκρισης του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης, έστω και αν δεν κατείχαν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο νοουμένου ότι θα είχαν μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε οποιοδήποτε κλάδο της οδοντιατρικής συνολικής διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους ή δεκαετή υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Οδοντιατρικού Λειτουργού, από την οποία πενταετή τουλάχιστον διοικητική πείρα.
Η Ε.Δ.Υ. διερεύνησε το θέμα των προσόντων των υποψηφίων σε συνεδρίαση της ημερ. 7/12/98. Κατέληξε πως κανένας δεν ήταν προσοντούχος είτε σύμφωνα με την παράγραφο 1 είτε σύμφωνα με τη σημείωση του σχεδίου υπηρεσίας. Γιαυτό και αποφάσισε να μην προχωρήσει στην πλήρωση της θέσης. Η αιτήτρια αντέδρασε με την καταχώρηση της κρινόμενης προσφυγής, τονίζοντας ότι η Ε.Δ.Υ., σε παλαιότερη συνεδρία της, στις 12/7/96, στο πλαίσιο εξέτασης της πλήρωσης άλλης θέσης, έκρινε ότι η αιτήτρια είχε τα απαιτούμενα προσόντα, που ήταν τα ίδια με εκείνα για την επίδικη θέση.
Η αιτήτρια ισχυρίστηκε στην αγόρευση της πως, εν πάση περιπτώσει, έχει τα νομοθετημένα προσόντα. Και ζήτησε ακύρωση της επίδικης πράξης γιατί η Ε.Δ.Υ.:
"(α) υπέπεσε σε πλάνη αναφορικά με τα προσόντα της
(β) δεν έκαμε έρευνα για το θέμα αυτό
. και(γ) η απόφαση της στερείται αιτιολογίας και αντιφάσκει με την προηγούμενη του 1996
."Μετά την ολοκλήρωση της ακρόασης και ενόσω εκκρεμούσε η έκδοση της απόφασης, την οποία επιφύλαξα στις 8/2/00, η δικηγόρος της Δημοκρατίας ζήτησε να επανανοίξει την υπόθεση. Πρόθεση της ήταν να ενημερώσει το Δικαστήριο για μεταγενέστερες εξελίξεις που σημειώθηκαν, δηλαδή, μετά το κλείσιμο της υπόθεσης, οι οποίες, κατά την άποψη της, προδίκασαν την παραπέρα πορεία της.
Η αιτήτρια εναντιώθηκε. Κατέθεσε ένσταση στη γραπτή αίτηση της Δημοκρατίας. Αφού άκουσα και τους δυο διαδίκους αποδέχθηκα το αίτημα με ενδιάμεση απόφαση μου ημερ. 12/6/00. Διέταξα επανάνοιγμα:
"για να τεθούν ενώπιον του δικαστηρίου τα υστερογενή στοιχεία περιλαμβανομένης της απόφασης για ανάκληση (της επίδικης πράξης) και της διαδικασίας επανεξέτασης και για να ακουστεί επιχειρηματολογία κατά πόσο ενόψει των στοιχείων που θα προσκομιστούν η τυχόν ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης από την Ε
Από τα έγγραφα που στη συνέχεια προσκόμισε στο δικαστήριο η Δημοκρατία προκύπτει αναμφίβολα (είχε κάποιες επιφυλάξεις ο δικηγόρος της αιτήτριας) ότι η Ε.Δ.Υ., αφού έλαβε υπόψη την επιστολή της Νομικής Υπηρεσίας, που δήλωσε στο δικαστήριο ότι δε θα υποστήριζε τη νομιμότητα της επίδικης απόφασης, αποφάσισε να ανακαλέσει - και ανακάλεσε στις 14/2/00 - την απόφαση της. Προχώρησε μετά σε επανεξέταση με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο (βλ. πρακτικό συνεδρίασης της 14/2/00).
Η Ε.Δ.Υ. επικέντρωσε την προσοχή της στην ερμηνεία του όρου "ακαδημαϊκό έτος" στο Σχέδιο υπηρεσίας. Αφού αναφέρθηκε και στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Λάρκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 398, το Μνημόνιο για Υποτροφίες και Εκπαιδευτικές Άδειες του 1992 και τον επίμαχο όρο όπως τον ερμηνεύει ο ν. 67(1)/96 για την Ιδρυση, τον Έλεγχο και τη Λειτουργία των Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, διαπίστωσε οτι κανένας υποψήφιος δεν κατέχει τα προσόντα, από οποιαδήποτε σκοπιά του Σχεδίου Υπηρεσίας εξεταστεί το ζήτημα.
Η Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκε ειδικά στην αιτήτρια. Αφού ερεύνησε τα στοιχεία που αφορούν τη μεταπτυχιακή της εκπαίδευση κατέληξε ότι δεν κατείχε το υπό του Σχεδίου Υπηρεσίας καθοριζόμενο στη σημείωση προσόν της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης σε οποιοδήποτε κλάδο της Οδοντιατρικής, συνολικής διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους. Με την αιτιολογία ότι:
".....οι τρεις σειρές μαθημάτων που παρακολούθησε μέχρι τον ουσιώδη χρόνο δεν αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο. Ήταν τρεις διαφορετικές σειρές μαθημάτων που έγιναν σε τρεις διαφορετικές περιόδους, σε δυο διαφορετικά ιδρύματα, σε δυο διαφορετικές χώρες και δεν είχαν συνέχεια μεταξύ τους."
Πρέπει όμως να λεχθεί ότι πέραν του ότι η υπόθεση επανεξετάστηκε μετά την ανάκληση της επίδικης απόφασης δεν ενδιαφέρει την κρινόμενη περίπτωση η νέα απόφαση. Δεν κρίνεται εδώ. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο, ενόψει των στοιχείων που προσκομίστηκαν, η ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης από
την Ε.Δ.Υ. άφησε την προσφυγή χωρίς αντικείμενο και η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη.Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου αν η προσβαλλόμενη πράξη ανακληθεί από τη διοίκηση, το αντικείμενο της προσφυγής εξαφανίζεται και η δίκη καταργείται. Η προσφυγή όμως διατηρεί το αντικείμενο της αν η ανακληθείσα πράξη προξένησε στον αιτητή, όταν ίσχυσε, υλική ζημία. Σε μια τέτοια περίπτωση ο αιτητής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της πράξης και την κατ' ακολουθία άρση των δυσμενών γιαυτόν επιπτώσεων και να προχωρήσει σε διεκδίκηση αποζημιώσεων κατά το άρθρ. 146.6 του Συντάγματος.
Σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας στην προσφ. 125/86 Χρίστος Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 25/4/89
:"το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει την έκταση των ζημιών, αλλά ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημία ή βλάβη, η οποία δεν εξαλείφθηκε από την ανάκληση, για να αποφασίσει αν η δίκη καταργείται ή συνεχίζεται."
Την απόφαση αυτή βασικά υιοθετεί η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Α.Ε. 2067 Χρίστος Ιωσηφίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ημερ. 24/6/98.
Στις υποθέσεις
Skoufaris v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1742 και Phylactides and others v. Republic (1987) 3 C.L.R. 176 κρίθηκε ουσιαστικά ότι η ανάκληση των προσβαλλόμενων προαγωγών δε δημιούργησε ιδιαίτερο έννομο συμφέρο για συνέχιση της δίκης και ακύρωση της ήδη μη ισχύουσας πράξης, η οποία δε θα απέληγε σε αυτόματη προαγωγή των αιτητών, αλλά στην επανεξέταση των υποθέσεων τους. Οι δίκες επομένως καταργήθηκαν γιατί έμειναν χωρίς το αντικείμενο τους.Το κριτήριο της ενδεχόμενης ζημίας δεν ικανοποιείται
(βλ. Α.Ε. 2067 Χρ. Ιωσηφίδης, ανωτέρω). Δε φαίνεται η απόφαση να είχε δυσμενείς συνέπειες. Είναι επίσης αβάσιμος ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι έχει ιδιαίτερο έννομο συμφέρο για συνέχιση της δίκης, διότι η προσβαλλόμενη πράξη προξένησε σ' αυτή ηθική βλάβη. Η νομολογία αποδέχθηκε ότι ο υπάλληλος δεν έχει κεκτημένο δικαίωμα προαγωγής, αλλά μόνο προσδοκίες για προαγωγική ανέλιξη του. Ενδεχόμενη ακυρωτική απόφαση δε θα οδηγούσε αυτόματα σε προαγωγή της αιτήτριας.Με την ανάκληση η δίκη στερήθηκε το αντικείμενο της. Γιαυτό και κηρύσσεται καταργημένη. Δεν επιδικάζονται έξοδα
.
Σ. Νικήτας, Δ.
/Κασ