ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 1307/99
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ:
Ζωής Σιδερά από Λευκωσία
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
27 Νοεμβρίου, 2000
Για την αιτήτρια : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνολόγου Νοσοκομειακού Εργαστηρίου Β΄, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, που πραγματοποιήθηκε με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας στις 23.7.1999.
Στη συνεδρία είχε κληθεί και παραστεί ο Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος σύστησε προς επιλογή και προαγωγή την αιτήτρια. Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Επιτροπή, αφού προχώρησε στην αξιολόγηση και σύγκριση των υποψήφιων και την εξέταση των ενώπιόν της φακέλων, αποφάσισε να μην υιοθετήσει τη σύσταση. Κατέληξε ότι με βάση το σύνολο των καθιερωμένων κριτηρίων το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε των άλλων υποψήφιων.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή χωρίς ειδική αιτιολογία αγνόησε την υπέρ της τεκμηριωμένη σύσταση του Διευθυντή, ενώ τελούσε υπό καθεστώς πλάνης όσον αφορά το προσόν της. Περαιτέρω προβάλλει το επιχείρημα ότι η Επιτροπή προέβη σε αναρμόδια κρίση για το πτυχίο της, χωρίς να προβεί σε δέουσα έρευνα.
Οι πιο πάνω λόγοι είναι αλληλένδετοι και θα εξεταστούν μαζί. Η αιτήτρια ουσιαστικά προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής να αγνοήσει τη σύσταση του Διευθυντή και να προχωρήσει στον προβιβασμό του ενδιαφερόμενου μέρους.
Η Επιτροπή αιτιολογεί την απόφασή της για μη υιοθέτηση της σύστασης με αναφορά στα τρία νομοθετημένα κριτήρια. Συμπεραίνει ότι σε αρχαιότητα το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει όλων των άλλων υποψήφιων, ενώ ως προς την αξία παρουσιάζεται ίσος με την αιτήτρια. Στο σημείο αυτό η Επιτροπή σχολιάζει ότι η αιτήτρια, με βάση όσα ανέφερε ο Διευθυντής θα έπρεπε να ξεχωρίζει και υπερέχει εμφανώς. Τέλος όσον αφορά τα προσόντα αναφέρεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε εκτός του πανεπιστημιακού διπλώματος και μεταπτυχιακό, υπερέχοντας καταφανώς της αιτήτριας. Κατά τη διατύπωση της Επιτροπής η αιτήτρια "κατέχει B. Sc. in Biochemistry (Aegrotat) που σημαίνει ότι ουδέποτε απέκτησε το πτυχίο αυτό, για το λόγο ότι λόγω ασθένειας δεν παρακάθησε στις τελικές εξετάσεις".
Αφού η υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αρχαιότητα έναντι της αιτήτριας είναι οριακή και ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης και αφού η αξία τους όπως αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις είναι επίσης η ίδια, τότε ο λόγος για τον οποίο η Επιτροπή αποφάσισε να μην αποδεκτεί τη σύσταση του Διευθυντή είναι ίσως τα προσόντα. Τα προσόντα που μνημονεύονται ούτε απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, αλλά ούτε και αποτελούν πλεονέκτημα. Και αυτό παρά τον χωρίς τεκμηρίωση ισχυρισμό στο πρακτικό ότι "τα προσόντα αυτά είναι έμμεσα σχετικά με την ενάσκηση του ρόλου της υπό πλήρωση θέσης και είναι σε θέση να αναβαθμίσουν το επίπεδο προσφοράς του υπαλλήλου".
Είναι πάγια νομολογημένο ότι οι συστάσεις του Διευθυντή αποτελούν ξεχωριστό, πρωτογενές, ουσιώδες και αυτοτελές στοιχείο κρίσης (Βλέπε μεταξύ άλλων Δημοκρατία ν. Ψωμά, Α.Ε. 1979, ημερ. 17.10.1997), απτόμενο μάλιστα του κριτηρίου της αξίας
(Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485).Η αιτιολόγηση της απόκλισης του διορίζοντος οργάνου από τις συστάσεις του Διευθυντή θα πρέπει να γίνεται με καθαρή, ειδική, πειστική και επαρκή αιτιολογία, που θα καταγράφεται στο πρακτικό της απόφασης (Ιωάννου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Α.Ε. 2063, ημερ. 15.9.1998
).Στην παρούσα υπόθεση η αιτιολογία που δόθηκε από την Επιτροπή για παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε καθαρή, ούτε ειδική, ούτε πειστική αλλά ούτε και επαρκής.
Από τη μια δεν φαίνεται να τεκμηριώνεται η θέση της Επιτροπής ότι η αιτήτρια ουδέποτε απέκτησε το πτυχίο που κατέχει. Κατ΄ αρχήν δεν αντιλαμβάνομαι τι σημαίνει "δεν απέκτησε το πτυχίο που κατέχει". Αν δεν το απέκτησε δεν κατέχει οποιοδήποτε πτυχίο.
Πέραν όμως αυτού, ακόμα κι΄ αν η θέση της Επιτροπής ότι η αιτήτρια δεν κατείχε το συγκεκριμένο δίπλωμα ήταν ορθή και συνεπώς το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε λόγω προσόντων και πάλι δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η κατοχή προσόντων, που όπως σημειώσαμε πιο πάνω, ούτε προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας, αλλά ούτε και θεωρούνται ως πλεονέκτημα, παρείχε το έρεισμα στην Επιτροπή να αποστεί από τη σύσταση του Διευθυντή και να προτιμήσει το ενδιαφερόμενο μέρος. Πολύ δε περισσότερο όταν η κατοχή ή μη πτυχίου από την αιτήτρια δεν διερευνήθηκε όπως θα έπρεπε να γίνει (για την πλάνη περί τα πράγματα βλέπε Παπαϊωάννου κ.α. (Αρ.2) ν. Δημοκρατίας
(1991) 3 Α.Α.Δ. 713 και Γ. Παπαχατζή, Σύστημα του Ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου, 6η έκδοση, σελ. 650).Η απόφαση της Επιτροπής στερείται της ειδικής αιτιολογίας που απαιτεί η νομολογία, είναι προϊόν πλάνης και έλλειψης δέουσας έρευνας αναφορικά με τα προσόντα της αιτήτριας (βλέπε Δημοκρατία ν. Ματθαίου, Α.Ε.832, ημερ. 12.7.1990) και γι΄ αυτό το λόγο πρέπει να ακυρωθεί. Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ