ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 7/96, 8/96, 9/96 και 17/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΜΕΤΑΞΥ:

Υπόθεση αρ. 7/96

Ανδρέα Τοούλα

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

_________

Υπόθεση αρ. 8/96

ΜΕΤΑΞΥ:

Ανδρέα Τοούλα

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

__________

Υπόθεση αρ. 9/96

ΜΕΤΑΞΥ:

1. Παναγιώτη Ανδρέου και άλλων

ως ο επισυνημμένος Πίνακας "Α"

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

__________

Υπόθεση αρ. 17/96

ΜΕΤΑΞΥ:

1. Παναγιώτη Ανδρέου και άλλων

ως ο επισυνημμένος Πίνακας "Α"

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

 

13 Oκτωβρίου, 2000

Για τον αιτητή στην (7/96 και 8/96) : κ. Καραολής για κ. Γ. Γιάγκου.

Για τους αιτητές (στην 9/96 και 17/96) : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Γ. Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας

της Δημοκρατίας για Γεν. Εισαγγελέα

της Δημοκρατίας

Για το ενδιαφερόμενο μέρος 3 (στην 9/96) : κ. Θ. Ιωαννίδης.

__________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 23.5.1995 ζητήθηκε από το Υπουργείο Υγείας η πλήρωση πέντε κενών μόνιμων θέσεων Ανώτερου Φαρμακοποιού, Φαρμακευτικές Υπηρεσίες, ενώ με νέα επιστολή ημερ. 18.9.1995, ζητήθηκε η πλήρωση τριών ακόμα θέσεων. Η θέση Ανώτερου Φαρμακοποιού είναι θέση προαγωγής.

Στη συνεδρία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 26.9.1995 κλήθηκε και παρέστη και ο Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, ο οποίος σύστησε για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη Θεοδώρα Πασιουρτίδου, Ζαχαρία Παυλίδη, Μιχαήλ Ιωάννου, Ελένη Ιωαννίδου και Κλειώ Λιασίδου.

Στην ίδια συνεδρία της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή"), ο Διευθυντής σύστησε για προαγωγή τους Κλειώ Λιασίδου, Γιώργο Φοινικαρίδη και Παναγιώτη Πιτσιλλίδη.

Η Επιτροπή κατέληξε στην επιλογή της Ελένης Ιωαννίδου, Μιχαήλ Ιωάννου, Παντελίτσας Κουπεπίδου, Θεοδώρας Πασιουρτίδου και Ζαχαρία Παυλίδη, για τις πέντε κενές θέσεις και στους Γιώργο Φοινικαρίδη, Παναγιώτη Πιτσιλλίδη και Κλειώ Λιασίδου, για τις άλλες τρεις.

Εναντίον των πιο πάνω προαγωγών καταχωρήθηκαν οι παρούσες προσφυγές. Οι προσφυγές υπ΄αρ. 8/96 και 9/96 στρέφονται εναντίον της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών Πασιουρτίδου, Κουπεπίδου, Ιωαννίδου, Ιωάννου και Παυλίδη, ενώ οι προσφυγές υπ΄αρ. 7/96 και 17/96 εναντίον της προαγωγής των Πιτσιλλίδη, Φοινικαρίδη και Λιασίδου.

΄Ενας από τους λόγους ακύρωσης που προβάλλονται από τους αιτητές είναι ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει γιατί στερείται αιτιολογίας. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η σύσταση αναφέρεται στα τρία κριτήρια κατά τρόπο γενικό και αόριστο, ενώ ο Διευθυντής επικαλείται την προσωπική του γνώση και πληροφορίες. Ισχυρίζονται περαιτέρω ότι υπερτονίστηκαν τα επί μέρους καθήκοντα που ανατέθηκαν στα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό να προσδοθεί σ΄αυτά πλεονέκτημα για την προσφορά τους.

Οι αιτητές προβάλλουν και άλλους λόγους ακύρωσης, όπως για παράδειγμα ότι η σύνταξη των εμπιστευτικών εκθέσεων πάσχει από έλλειψη αντικειμενικότητας ή ότι η Επιτροπή δεν διεξήγαγε οποιανδήποτε έρευνα, αλλά δέκτηκε παθητικά όσα ανέφερε ο Διευθυντής.

Ο Διευθυντής, σύμφωνα πάντα με τους αιτητές, έδωσε ιδιαίτερη σημασία στις εκπαιδεύσεις των ενδιαφερομένων μερών, παραγνωρίζοντας τους δικούς τους μεταπτυχιακούς τίτλους, την πείρα και την αρχαιότητά τους. Τέλος ισχυρίζονται ότι δεν δόθηκε η απαιτούμενη ειδική αιτιολογία όταν αγνοήθηκε η από μέρους τους κατοχή του προβλεπόμενου από τα σχέδια υπηρεσίας πλεονεκτήματος, σε αντίθεση με δύο από τα ενδιαφερόμενα μέρη (Φοινικαρίδη και Πιτσιλλίδη) που δεν το διέθεταν.

Προβάλλεται επίσης από τους αιτητές ο ισχυρισμός ότι ο Διευθυντής συστήνοντας τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτόνισε ορισμένα από τα καθήκοντά τους χωρίς να τα συγκρίνει με τα καθήκοντα των αιτητών.

Η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο κριτήριο για την πρόκρισή του έναντι συνάδελφου του, εκτός ίσως όπου προκύπτει ότι στον τελευταίο ανατέθηκαν, λόγω ανεπάρκειας, περιορισμένα καθήκοντα (Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 512/89, ημερ. 19.9.1990). Μέτρο κρίσης της αξίας είναι η επάρκεια και αποτελεσματικότητα με την οποία οι υπάλληλοι ασκούν τα καθήκοντά τους, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές τους εκθέσεις και όχι η φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν κατ΄ εντολή των ανωτέρων τους (Papadopoulos v. Republic (1982) 3 C.L.R.107, Xαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414).

Υπάλληλος στον οποίο ανατέθηκαν περιορισμένα ή υποδεέστερα καθήκοντα δεν μπορεί να τίθεται σε μειονεκτική ή δυσμενέστερη θέση έναντι άλλου, στον οποίο παρασχέθηκε η ευκαιρία για πλήρη ανάπτυξη των ικανοτήτων του (Αλεξάνδρου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 819/92, ημερ. 7.2.1995, Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 760/94, ημερ. 31.10.1995).

Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψήφιων για προαγωγή, αρχή που απαιτεί την αξιολόγηση του καθενός σύμφωνα με τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί. Αλλιώς θα παρεχόταν στη διοίκηση η ευκαιρία επαύξησης των πιθανοτήτων για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση ανάλογα με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται (Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ., (1996) 3 Α.Α.Δ. 249, Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089, 1095).

Στην παρούσα περίπτωση ο Διευθυντής όχι μόνο προτάσσει ως κύριο κριτήριο επιλογής του την ανάθεση συγκεκριμένων καθηκόντων στα ενδιαφερόμενα μέρη (όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των Λιασίδου, Πιτσιλλίδη και Φοινικαρίδη), αλλά παραλείπει να κάνει αναφορά για σκοπούς σύγκρισης στα καθήκοντα που εκτελούν οι υπόλοιποι υποψήφιοι που φαίνεται ότι επίσης διαθέτουν εξαίρετες ικανότητες. Πράγματι ο Διευθυντής φαίνεται να έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στα καθήκοντα ορισμένων υποψήφιων.

΄Ομως η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή και για άλλους λόγους. Στη σύσταση επικαλείται κριτήρια που υπάρχουν ως επί μέρους στοιχεία στις εκθέσεις αξιολόγησης, τα οποία μάλιστα χρησιμοποιεί επιλεκτικά για να αιτιολογήσει τη σύστασή του.

Εξέταση των φακέλων δείχνει ότι αρκετοί από τους αιτητές έχουν αξιολογηθεί στα αντίστοιχα στοιχεία ως εξαίρετοι, ενώ ορισμένες φορές η απόδοσή τους χαρακτηρίστηκε ότι πλησιάζει την τελειότητα.

Από αυτό και μόνο γίνεται φανερό ότι η υπεροχή των ενδιαφερομένων μερών δεν φαίνεται να στοιχειοθετείται από το περιεχόμενο των υπηρεσιακών φακέλων. Η νομολογία στο σημείο αυτό είναι πάγια. Η βαρύτητα της σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων.

Η Επιτροπή οφείλει μάλιστα να παραγνωρίζει ή ανάλογα να αποδίδει περιορισμένη βαρύτητα στις συστάσεις στην έκταση που αυτές είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία των φακέλων (Δημοκρατία ν. Στυλιανού κ.α., Α.Ε. 1028 κ.α., ημερ. 10.7.1990). Στην παρούσα βέβαια περίπτωση η Επιτροπή όχι μόνο δεν παραγνώρισε, αλλά αντίθετα έλαβε πολύ σοβαρά υπ΄ όψιν τη σύσταση του Διευθυντή.

΄Οπως έχει επανειλημμένα λεχθεί η μη συμφωνία της σύστασης προς τα στοιχεία των φακέλων καθιστά τη σύσταση αναιτιολόγητη (Κούλης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2384, ημερ. 22.12.1999, Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2434, ημερ. 20.3.2000, Θεόδωρος Νικολαΐδης κ.α ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 501/98 κ.α., ημερ. 31.5.2000).

΄Ομως πέραν από αυτά ο Διευθυντής δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στις εκπαιδεύσεις της Λιασίδου και δεν αναφέρεται καν στον αιτητή Παναγιώτη Ανδρέου που διαθέτει διδακτορικό τίτλο, τον Ανδρέα Μανώλη που διαθέτει μεταπτυχιακό ή τη Μαρία Μηνά που επίσης έχει μετεκπαιδευτεί στο Κέντρο Δηλητηριάσεων στο Νοσοκομείο Παίδων στη Αθήνα.

΄Ενα άλλο στοιχείο που επικαλείται ο Διευθυντής στη σύσταση υπέρ των ενδιαφερομένων μερών είναι και το στοιχείο της πείρας. Συστήνει τη Λιασίδου και λόγω "της μακράς της πείρας στον ιδιωτικό τομέα", κριτήριο απόλυτα εξωγενές. Για το Φοινικαρίδη αναφέρει ότι "έχει μακρύτερη πείρα γιατί έχει διοριστεί σε χαμηλότερη θέση από το 1965 και τοποθετήθηκε στην παρούσα του θέση το 1973", ενώ για τον Πιτσιλλίδη αναφέρει ότι "διαθέτει μακρόχρονη πείρα, η οποία ξεκινά από το 1961 και με την πείρα του αυτή εξελίχθηκε σε βαθμό που να μπορεί να αποδίδει και να προσφέρει αποτελεσματικά και να αναπτύσσει ικανότητες ούτως ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται με επιτυχία και στα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης".

Καμιά αναφορά στην πείρα των αιτητών και βέβαια καμιά σύγκριση με αυτήν των ενδιαφερομένων μερών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πείρα των αιτητών, ιδιαίτερα έναντι της Λιασίδου, είναι έκδηλη. Δεν είναι επιτρεπτό να αναφέρεται η πείρα της Λιασίδου στον ιδιωτικό τομέα πριν από το διορισμό της στη δημόσια υπηρεσία για την περίοδο που ο αιτητής Α. Τοούλας εργαζόταν ήδη στις Φαρμακευτικές Υπηρεσίες διαθέτοντας την πείρα που απαιτεί η νομολογία. Ο Τοούλας διορίστηκε και εργαζόταν ως Φαρμακοποιός 2ης Τάξης στις Φαρμακευτικές Υπηρεσίες από την 1.2.1969, ενώ προάχθηκε σε Φαρμακοποιό 1ης τάξης από 15.4.1972. Η Λιασίδου διορίστηκε ως έκτακτος Φαρμακοποιός μόλις το 1980, έγινε δε μόνιμη το 1985. Επίσης η πείρα των ενδιαφερομένων μερών Φοινικαρίδη και Πιτσιλλίδη σε κατώτερη βαθμίδα δεν μπορεί να δημιουργεί υπεροχή που να φτάνει στην ανατροπή του πλεονεκτήματος των πρόσθετων προσόντων και της αρχαιότητας.

΄Οπως παρατηρήθηκε στην υπόθεση Χριστοφή κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 536/90 κ.α., ημερ. 29.3.1996, η πείρα ως παράγοντας που διέπει τις διεκδικήσεις ενός υποψήφιου για προαγωγή, για να είναι αποφασιστικής σημασίας πρέπει να είναι πείρα που έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σε θέση που προηγείται αμέσως της επίδικης θέσης. Πείρα λόγω υπηρεσίας σε κατώτερες θέσεις δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα. Πολύ δε περισσότερο όταν η πείρα αυτή αποκτήθηκε στον ιδιωτικό τομέα. Η σύγχιση του Διευθυντή μεταξύ της μακράς πείρας και της μακράς υπηρεσίας τον οδηγεί σε πλάνη.

Το σχέδιο υπηρεσίας θεωρεί πλεονέκτημα πανεπιστημιακό προσόν ή μεταπτυχιακές σπουδές στην Φαρμακευτική ή κλάδο αυτής ή σε θέματα που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών. Οι αιτητές, σε αντίθεση με τα ενδιαφερόμενα μέρη Φοινικαρίδη και Πιτσιλλίδη, κατείχαν το πιο πάνω πλεονέκτημα. Σύμφωνα με τη νομολογία όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν κατέχει πρόσθετο προσόν που προβλέπεται από τα σχέδια υπηρεσίας ως πλεονέκτημα, τότε η παραγνώριση του πλεονεκτήματος απαιτεί πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία (Χατζηγιάννη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. σελ. 317, 335-336).

Στην παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή δικαιολογώντας την επιλογή των Πιτσιλλίδη και Φοινικαρίδη, έναντι των αιτητών καταγράφει στο πρακτικό ότι η οριακή μεν αρχαιότητα και η κατοχή του πλεονεκτήματος από τους αιτητές δεν μπορούν να κλίνουν την πλάστιγγα υπέρ τους, επειδή οι επιλεγέντες υπερέχουν έστω και οριακά σε αξία, έχουν ευρεία και μακρύτερη πείρα στην υπηρεσία, και τη σύσταση του Διευθυντή. Η πιο πάνω αιτιολογία σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ειδική, αρκετή για παραγνώριση του πλεονεκτήματος. Ιδιαίτερα αν λάβουμε υπ΄ όψιν και το γεγονός ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει καταφανώς σε πολλά σημεία.

Η αξιολόγηση του Τοούλα και της Λιασίδου στις εμπιστευτικές εκθέσεις των τελευταίων εννέα χρόνων είναι περίπου η ίδια, με τον Τοούλα να υπερτερεί εμφανώς σε αρχαιότητα και πείρα. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι για τα εννιά χρόνια για τα οποία υπάρχουν εμπιστευτικές εκθέσεις στο φάκελο της Λιασίδου, αξιολογών λειτουργός είναι πάντα ο Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, δηλαδή ο Διευθυντής που προέβη στις συστάσεις ενώπιον της Επιτροπής, με τη διαφορά ότι για το 1990 η Λιασίδου αξιολογήθηκε και από τον Πρώτο Φαρμακοποιό, για δε το 1998 ο Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών υπέγραψε την εμπιστευτική έκθεση της Λιασίδου, τόσο ως αξιολογών, όσο και ως προσυπογράφων λειτουργός. Τέλος ο ίδιος παρουσιάζεται και στην αίτηση διορισμού της στη Δημόσια Υπηρεσία ως ένας από τους δύο που η Λιασίδου αναφέρει ως πρόσωπα που μπορούν να δώσουν πληροφορίες για το άτομό της.

΄Εχει προβληθεί εκ μέρους των αιτητών ισχυρισμός ότι η σύνταξη των εμπιστευτικών εκθέσεων κατά τα τελευταία χρόνια πάσχει από έλλειψη αντικειμενικότητας, για απόδειξη δε του ισχυρισμού αυτού κατατέθηκε αριθμός ενόρκων δηλώσεων. Προβλήθηκε επίσης το επιχείρημα ότι ο Διευθυντής προέβαλε την προσωπική του γνώση και πληροφορίες που δεν αποκαλύπτουν ούτε και συγκεκριμενοποιούν την απαιτούμενη αιτιολογία. Κάτω όμως από τις περιστάσεις δεν βρίσκω σκόπιμο να ασχοληθώ με τους πιο πάνω ισχυρισμούς, αφού η σύσταση είναι τρωτή, για τόσους άλλους λόγους.

Στις προσφυγές υπ΄αρ. 8/96 και 9/96 προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή επενέβηκε στην εξουσία του νομοθέτη και ερμήνευσε λανθασμένα το σχέδιο υπηρεσίας. Στο σχετικό πρακτικό αναφέρεται ότι το πλεονέκτημα κατέχουν όλοι οι υποψήφιοι πλην της Μάρως Τριανταφύλλου. Η Τριανταφύλλου κατέχει δίπλωμα του Πανεπιστημίου Αθηνών στον κλάδο της Φαρμακευτικής και επομένως εσφαλμένα δεν συμπεριλήφθηκε στους υποψήφιους που κατείχαν το πλεονέκτημα. Η Επιτροπή αναφέρει επίσης ότι μεταπτυχιακές σπουδές κατέχουν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Ιωαννίδου Ελένη και ο αιτητής Παναγιώτης Ανδρέου. ΄Ανκαι αναφέρεται ότι ο αιτητής Ανδρέας Μανώλης κατέχει Master in Public Sector Management, εν τούτοις δεν περιλαμβάνεται στους υποψήφιους που κατέχουν μεταπτυχιακές σπουδές. Η Επιτροπή θεωρεί μικρής διάρκειας την παρακολούθηση της σειράς των μαθημάτων στο Κέντρο Δηλητηριάσεων στο Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών από την αιτήτρια Μαρία Μηνά. Στο σχέδιο υπηρεσίας, συνεχίζει το επιχείρημα, δεν καθορίζεται χρονική διάρκεια των μεταπτυχιακών σπουδών και συνεπώς η Ε.Δ.Υ. δεν είχε το δικαίωμα να καθορίσει χρονικό όριο στις σπουδές αυτές. Δεν είχε με άλλα λόγια την εξουσία να καθορίσει την διάρκεια του χρόνου, καθήκον του συντάκτη των σχεδίων υπηρεσίας. Οι πιο πάνω ισχυρισμοί δεν απαντήθηκαν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο από τους καθ΄ ων η αίτηση.

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στο πρακτικό ημερ. 26.9.1995 φαίνεται ότι η Επιτροπή στην απόφασή της για το πλεονέκτημα βασίστηκε στην ερμηνεία που έδωσε ο Διευθυντής. Δεν θα ήθελα όμως να προβώ σε περισσότερα σχόλια.

Οι παρούσες προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο