ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 182/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Lyubov Dougalyuk, από την Ουκρανία, τώρα στη Λευκωσία,

Αιτήτρι ας,

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Εσωτερικών,

2. Πρώτου Λειτουργού Μεταναστεύσεως,

Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - -

11 Αυγούστου, 2000.

Για την αιτήτρια: κ. Στ. Στυλιανού.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Γ. Γιωργαλλής.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια αφίχθη στην Κύπρο στις 6.1.95 και της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 5.4.95 και ταυτόχρονα άδεια εργασίας για εργοδότησή της στην εταιρεία "The White Rose Laundries and Dry Cleaning" στη Λευκωσία. Η άδειά της ανανεώθηκε μέχρι τις 5.11.96. Στις 16.3.96 αναχώρησε από την Κύπρο και επέστρεψε στις 20.4.96 όταν και της παραχωρήθηκε άδεια επισκέπτριας μέχρι τις 4.5.96. Η αιτήτρια αναχώρησε ξανά από την Κύπρο στις 20.9.96 και επέστρεψε στις 19.10.96 όταν και της παραχωρήθηκε ξανά άδεια επισκέπτριας μέχρι 4.11.96. Στις 26.9.97 η αιτήτρια παντρεύτηκε τον κατά δέκα χρόνια νεώτερό της Ελληνοκύπριο Ανδρέα Γρηγορίου από την Ανθούπολη. Ακολούθως αναχώρησε ξανά στις 7.11.97 και επανήλθε στις 15.11.97 μαζί με τον ανήλικο γιό της Afonin Ivan που απέκτησε με τον πρώτο σύζυγό της. Αν και το όνομά της είχε συμπεριληφθεί στον κατάλογο των προσώπων η παρουσία των οποίων στην Κύπρο ήταν ανεπιθύμητη (stop-list), της δόθηκε άδεια παραμονής για 15 μέρες σαν επισκέπτριας με απώτερο σκοπό να εξεταστούν τα περιστατικά σχετικά με τη γνησιότητα του γάμου της. Στις 16.2.98 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για να εργαστεί στο ατμοκαθαριστήριο "Απόλλων" σαν σιδερώτρια.

Από εξετάσεις που έγιναν από το Κλιμάκιο Αλλοδαπών του Υπουργείου Δικαιοσύνης διαπιστώθηκε ότι η αιτήτρια είχε συνάψει ερωτικές σχέσεις με Ελληνοκύπριο (παντρεμένο με ανήλικα παιδιά) και ότι ο γάμος τον οποίο συνήψε με τον Ανδρέα Γρηγορίου ήταν εικονικός με απώτερο σκοπό να επιτύχει την παραμονή της στην Κύπρο. Πιο συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι ο σύζυγος της αιτήτριας Ανδρέας Γρηγορίου βαρυνόταν με αρκετές καταδίκες που συμπεριλάμβαναν μεταξύ άλλων καταδίκες για κλοπή, κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου, κακόβουλη ζημιά, διάρρηξη κατοικίας και κλεπταποδοχή. Ο ίδιος ήταν χρήστης ναρκωτικών και για να εξασφαλίσει ναρκωτικά μπορούσε να κάμει ο,τιδήποτε. Από τις πληροφορίες που είχαν εξασφαλιστεί φαίνεται ότι ο Ανδρέας Γρηγορίου είχε μεταμφιεστεί σε μοναχό και επισκεπτόταν διάφορα μοναστήρια για να κλέψει ή να εξασφαλίσει οικονομική βοήθεια, επιπρόσθετα δε εκλιπαρούσε αρκετούς πολίτες της Λευκωσίας για να τον βοηθήσουν οικονομικά έναντι οποιασδήποτε εκδούλευσης. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες η τέλεση του γάμου αποσκοπούσε στη λύση του οικονομικού του προβλήματος. Μαρτυρία που λήφθηκε από τους γονείς του Ανδρέα Γρηγορίου υποστήριζε την άποψη ότι ο γάμος ήταν εικονικός αφού ο γιός τους διέμενε συνεχώς μαζί τους και οι ίδιοι δεν γνώριζαν την αιτήτρια, η οποία ουδέποτε τους επισκέφθηκε.

Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία ο Λειτουργός Μετανάστευσης με επιστολή του ημερομηνίας 13.1.99 πληροφόρησε την αιτήτρια ότι η αίτησή της της 13.2.98 για παραμονή δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή και ότι αυτή θα έπρεπε να εγκαταλείψει αμέσως την Κύπρο.

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης αφού σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της,

(1) Η επίδικη απόφαση είναι αντίθετη με τα άρθρα 8, 13 και 14 του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105.

(2) Η επίδικη απόφαση λήφθηκε "καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και/ή κατάχρηση εξουσίας".

Για την ισχυριζόμενη παραβίαση των προνοιών του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105 δεν υπήρξε οποιαδήποτε αναφορά στη γραπτή Αγόρευση της αιτήτριας ούτε επίσης στη γραπτή Απάντησή της και έτσι σύμφωνα με τη σχετική νομολογία η εισήγηση θεωρείται ως εγκαταληφθείσα.

Παραμένει το ερώτημα κατά πόσο οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν κατά παράβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας.

Εχει καθιερωθεί νομολογιακά ότι το κράτος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια να προβαίνει σε απελάσεις αλλοδαπών. Η ευχέρεια αυτή θα πρέπει να εξασκείται καλόπιστα. Αν η διακριτική ευχέρεια εξασκείται καλόπιστα, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην ληφθείσα απόφαση. (Moyo and Another v. The Republic (1988) 3(B) CLR 976.) Πρέπει να τονισθεί ότι σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει το μαχητό τεκμήριο ότι η Διοίκηση ενήργησε καλόπιστα. (Ιδε Suleiman v. Republic (1987) 3(A) CLR 224.) To Δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να ασκήσει έλεγχο στην υποκειμενική εκτίμηση των γεγονότων από τη Διοίκηση. Η επέμβασή του περιορίζεται μόνο για να διαπιστώσει κατά πόσο η Διοίκηση ενήργησε κάτω από πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή κατά πόσο έχει υπερβεί τα όρια της διακριτικής της ευχέρειας.

Οπως έχει θέσει το θέμα ο Δικαστής Καλλής στην υπόθεση Reyes v. Δημοκρατίας (Αίτηση 860/92 της 9.2.96),

"Το άρθρο 32 του Συντάγματος ρητά αναγνωρίζει δικαίωμα στη Δημοκρατία να ρυθμίζει ζητήματα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Το δικαίωμα μιας χώρας να αρνείται είσοδο των αλλοδαπών αποτελεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, έκφραση της κυριαρχίας μιας χώρας. Αποτελεί ένα κυριαρχικό δικαίωμα το οποίο δεν μπορεί να περιοριστεί εκτός με δεσμευτική σύμβαση. Το δικαίωμα ενός κράτους να ρυθμίζει τη διάρκεια της παραμονής των αλλοδαπών στη χώρα περιέχει ωσαύτως, και το γνώρισμα της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Ο καθηγητής Jacobs στο σύγγραμμα του πάνω στην ερμηνεία και εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων παρατηρεί ότι ούτε η Σύμβαση ούτε τα Πρωτόκολλα της επιβάλλουν οποιουσδήποτε περιορισμούς πάνω στο δικαίωμα εντός κράτους να αποκλείσει ένα αλλοδαπό από τη χώρα (Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, 1208 - απόφαση της Ολομέλειας).

Δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 195, η διακριτική ευχέρεια του κράτους να αποκλείσει αλλοδαπούς είναι πολύ ευρεία, αλλά όχι απόλυτη. Υπόκειται στην καλόπιστη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας. Εφόσο η διακριτική ευχέρεια ασκείται καλόπιστα, το δικαστήριο δεν αμφισβητεί περαιτέρω την απόφαση. Ενας αλλοδαπός, τηρουμένων οποιωνδήποτε δικαιωμάτων που παρέχονται σε μια σύμβαση ή διμερή συνθήκη, δεν έχει δικαίωμα εισόδου στη χώρα. το μόνο του δικαίωμα είναι η καλόπιστη εξέταση της αίτησης του για είσοδο στη χώρα. Αναγνώριση οποιασδήποτε περαιτέρω υποχρέωσης εκ μέρους του κράτους θα ήταν ασυμβίβαστη με το κυρίαρχο δικαίωμα του κράτους να αποκλείει αλλοδαπούς. (Βλ. Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583, 2587, Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 224, 226, Mushtag v. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 251/94/21.7.95, Karaliotas v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1701 και Sarkissian και άλλοι ν. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 1075/95/15.1.96)."

 

Εχει αποφασισθεί ότι εφόσον η Διοίκηση έχει εξασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια καλόπιστα η σχετική απόφαση δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. (Ιδε Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3(D) CLR 2583.) Δεν έχει παρουσιαστεί ενώπιόν μου ο,τιδήποτε που τείνει να αποδείξει ότι η Διοίκηση έχει ενεργήσει με κακή πίστη.

Από μια προσεκτική εξέταση των στοιχείων που έχουν παρουσιαστεί ενώπιόν μου θεωρώ ότι η απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας όπως αυτά θα υπολογισθούν από το Πρωτοκολλητείο και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

Τ. Ηλιάδης,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο