ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 583/98
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Ελένης Σοφοκλέους, από Πάφο
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
_____________
31 Μαΐου, 2000
Για την αιτήτρια : κ. Α. Μ. Κωνσταντίνου.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κα Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
_____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το Μάϊο του 1992 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων καθηγητών Αγγλικών. Η αίτησή της εξετάστηκε από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή") την 1.6.1992 και απορρίφθηκε γιατί δεν είχε υποβάλει το πτυχίο της. Η αιτήτρια συμμορφώθηκε, αλλά στις 8.4.1993 η Επιτροπή απέρριψε και πάλι το αίτημα γιατί το πτυχίο της δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι κάλυπτε τις σχετικές πρόνοιες των σχεδίων υπηρεσίας.
Η Επιτροπή, ύστερα από σειρά επιστολών της αιτήτριας, εξέτασε στις 13.11.1995 και πάλιν το αίτημα και έκρινε ότι δεν μπορούσε να αναθεωρήσει την απόφασή της.
Η αιτήτρια συνέχισε να ζητά ικανοποίηση του αιτήματός της και στις 13.1.1997 ο Επίτροπος Διοίκησης, ύστερα από παράπονό της, ζήτησε από την Επιτροπή την επανεξέταση της αίτησης με βάση το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο της υποβολής της. Η Επιτροπή με επιστολή της ημερ. 27.1.1997 προς τον Επίτροπο Διοίκησης, ανέλαβε να επανεξετάσει το θέμα των πτυχίων του κολλεγίου από το οποίο είχε αποφοιτήσει η αιτήτρια, ενώ παράλληλα ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού σχετικά με το όλο θέμα.
Τελικά στις 11.2.1997 ο Επίτροπος Διοίκησης με επιστολή του προς την Επιτροπή υπέβαλε την έκθεσή του. Στις 14.5.1997 η αιτήτρια υπέβαλε και πάλι αίτηση για θέση καθηγητή Αγγλικών, ενώ στις 16.12.1997 νέα αίτηση για εγγραφή της στους πίνακες διοριστέων καθηγητών Αγγλικών και Νηπιαγωγών.
Στις 14.1.1998 ο Επίτροπος Διοίκησης με επιστολή του έφερε σε γνώση της Επιτροπής ότι με βάση το άρθρο 18(2) των περί Ιδιωτικών Σχολών και Φροντιστηρίων Νόμων του 1971 μέχρι 1985 η αιτήτρια κρίθηκε ότι ικανοποιούσε τα απαιτούμενα προσόντα για να θεωρηθεί διδακτικό προσωπικό ιδιωτικού σχολείου και επεσήμανε ότι με βάση τον πιο πάνω νόμο τα απαιτούμενα προσόντα για το διδακτικό προσωπικό ιδιωτικών σχολών είναι τα ίδια με τα προσόντα που χρειάζονται για διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία.
Τελικά η Επιτροπή με επιστολή προς το δικηγόρο της αιτήτριας ημερ. 28.5.1998 απέρριψε το αίτημά της διότι το πτυχίο που κατείχε της είχε απονεμηθεί χωρίς φοίτηση και εξετάσεις. Στην απάντηση σημειώνεται επίσης ότι το περιεχόμενο των σπουδών δεν ήταν ικανοποιητικό ως προς τα θέματα που αναφέρονται στη συγκεκριμένη ειδικότητα. Στην ίδια επιστολή εκφράζεται η άποψη ότι η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ότι η αιτήτρια με βάση το άρθρο 18(2) του Νόμου, κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα να διδάσκει το μάθημα των Αγγλικών, δεν δεσμεύει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ανακοίνωσε τη μη δέσμευσή της ως ανωτέρω και στον Επίτροπο Διοίκησης στις 28.5.1998. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ασκήθηκε η παρούσα προσφυγή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δέχεται ότι το δίπλωμά της ήταν αναγνωρισμένο και σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το πόρισμα της Επιτροπής ότι η αίτησή της για εγγραφή στον κατάλογο διοριστέων καθηγητών Αγγλικών έπρεπε να απορριφθεί γιατί δεν φοίτησε στο πανεπιστήμιο, είναι πεπλανημένο και παράνομο.
Το άρθρο 3(β) του περί Αναγνώρισης Διπλωμάτων ή Τίτλων Αναγνωρισμένων Πανεπιστημίων και ΄Αλλων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων του Εξωτερικού Νόμου του 1993, Ν. 41(1)/93 προνοεί ότι οποιοδήποτε δίπλωμα ή τίτλος που αναγνωρίζεται από τις αρμόδιες αρχές της χώρας που εκδίδεται, χορηγήθηκε από αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα του εξωτερικού, του οποίου τα διπλώματα ή οι τίτλοι αναγνωρίζονται στην Κύπρο, θεωρείται αναγνωρισμένο για όλους τους σκοπούς, περιλαμβανομένων των σκοπών της πρόσληψης και της προαγωγής στη δημόσια υπηρεσία, στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία και σε άλλους οργανισμούς, ανεξάρτητα από το αν μέρος της φοίτησης έγινε στην Κύπρο σε εγγεγραμμένη ιδιωτική σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και η φοίτηση έγινε στην Κύπρο ή αλλού, δεδομένου ότι η περίοδος σπουδών που οδήγησε στην απόκτηση του διπλώματος ή τίτλου άρχισε πριν από τις 29 του Σεπτέμβρη του 1989.
Η περίοδος σπουδών που οδήγησε στην απόκτηση του διπλώματος της αιτήτριας άρχισε πριν την πιο πάνω ημερομηνία και συγκεκριμένα στις 7.2.1989.
Είναι η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας, με την οποία και συμφωνώ, ότι αφ΄ ης στιγμής η Επιτροπή δέκτηκε ότι το δίπλωμα της αιτήτριας είναι αναγνωρισμένο από τις αρμόδιες αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και ότι χορηγήθηκε από αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο του οποίου τα διπλώματα αναγνωρίζονται στην Κύπρο, όπως προνοεί το άρθρο 3 του Ν.41 (1)/93, δεν ενδιαφέρει αν η φοίτηση έγινε στην Κύπρο ή αλλού, νοουμένου ότι η περίοδος σπουδών άρχισε πριν την 29.9.1989.
Σημειώνεται επίσης ότι η Επιτροπή παραγνώρισε το γεγονός ότι για τη θέση καθηγητή που είναι πρώτου διορισμού, για την οποία η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων, το σχέδιο υπηρεσίας προέβλεπε ότι "πανεπιστήμιο ή ανώτατη σχολή σημαίνει το πανεπιστήμιο ή το ίδρυμα που είναι αναγνωρισμένο από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία βρίσκεται, ως πανεπιστήμιο ή ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης". Η σημείωση αυτή ερμήνευε το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν που ήταν "τίτλος ή πτυχίο πανεπιστημίου ή ανωτάτης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει".
Η Επιτροπή ορθά αποφάσισε ότι η αιτήτρια ικανοποιούσε τον όρο του σχεδίου υπηρεσίας σε σχέση με το πανεπιστήμιο από το οποίο προέρχεται το πτυχίο, εφόσον το πτυχίο της προέρχεται από ίδρυμα αναγνωρισμένο από τη χώρα στην οποία βρίσκεται το πανεπιστήμιο που το εξέδωσε. Αφού αναγνώρισε λοιπόν το δίπλωμά της, σημαίνει ότι ικανοποιείται η πρόνοια του άρθρου 3 του Νόμου 41(Ι)/93 που αξιώνει πτυχίο ή δίπλωμα αναγνωρισμένο από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία βρίσκεται το πανεπιστήμιο και συνεπώς όφειλε, δίχως άλλο, να εγγράψει την αιτήτρια στον οικείο κατάλογο διοριστέων (βλέπε Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας κ.α. (Αρ.1) (1991) 4 Α.Α.Δ. 2116, σελ. 2120. Βλέπε επίσης Χ" Τοφή κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 470/90 κ.α., ημερ. 20.5.1992 όπου επισημαίνεται ότι το γεγονός ότι οι αιτητές έτυχαν διπλώματος μετά από φοίτηση σε τοπικό ιδιωτικό εκπαιδευτήριο δεν φαίνεται να επηρέαζε την ισοτιμία του χορηγηθέντος διπλώματος έναντι εκείνων που απονέμονται μετά από παρακολούθηση των μαθημάτων στο εξωτερικό).
Η Επιτροπή αγνόησε τόσο το πόρισμα του Επίτροπου Διοίκησης, όσο και το Υπουργείο Παιδείας που αναγνώρισε από 5.5.1997 την αιτήτρια ως προσοντούχο καθηγήτρια αγγλικών ιδιωτικού σχολείου ή φροντιστήριου. Αφού κάποιος για να αναγνωριστεί ως προσοντούχος καθηγητής πρέπει να κατέχει τα προσόντα που απαιτούνται για διορισμό στα δημόσια σχολεία, (άρθρο 18(2) του Νόμου 5/71), το Υπουργείο ουσιαστικά αναγνώρισε την αιτήτρια ως προσοντούχο καθηγήτρια αγγλικών για δημόσιο σχολείο.
Η Επιτροπή δεν είχε οποιανδήποτε εξουσία να επέμβει στο περιεχόμενο των σπουδών της αιτήτριας και στον τρόπο αξιολόγησης της απόδοσής της στα μαθήματά της ή στο κατά πόσο υποβλήθηκε σε εξετάσεις ή όχι. Ουδέποτε της ανατέθηκε εξ άλλου η αρμοδιότητα κρίσης για την ισοτιμία πτυχίων του εξωτερικού (Σοφοκλέους κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 337/94, ημερ.17.1.1996).
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι η απόφαση της Επιτροπής είναι πεπλανημένη και συνεπώς θα πρέπει να ακυρωθεί. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ