ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 4 ΑΑΔ 371

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 935/98

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1. Ιάκωβου Αντωνίου, εκ Λευκωσίας

2. Ανθούλας Θεοφίλου, εκ Λευκωσίας

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθ΄ων η αίτηση

_____________

25 Απριλίου, 2000

Για τους αιτητές : κα Ελ. Νικολαΐδου.

Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της

Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της

Δημοκρατίας.

Για το ενδιαφερόμενο μέρος : κα Σ. Νικολάου για κ.κ. Παπαχαραλάμπους

και Αγγελίδη.

_____________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Oι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους Γεώργιου Κωνσταντίνου που έγινε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αναδρομικά από 14.11.1996 στη μόνιμη θέση Τελώνη (Τακτικός Προϋπολογισμός), Τελωνεία.

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή") στη συνεδρία της ημερ. 11.6.1998, επανεξέτασε με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο την πλήρωση μιας μόνιμης θέσης Τελώνη που παρέμεινε κενή ύστερα από την αναδρομική προαγωγή του κατόχου της σε άλλη ίδια θέση από 1.3.1996.

Η Επιτροπή αφού άκουσε τη σύσταση του Διευθυντή Τελωνείων και εξέτασε τους προσωπικούς φάκελους και τους φακέλους των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψήφιων, προχώρησε σε επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους.

Οι αιτητές μεταξύ των λόγων ακύρωσης προβάλλουν και ισχυρισμό για κακή σύνθεση του οργάνου. ΄Οπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής ημερ. 4.12.1992, ο κ. Α. Καραγιώργης, μέλος της Επιτροπής, δεν έλαβε μέρος στη διαδικασία λόγω συγγένειάς του με ένα από τους υποψήφιους. ΄Ομως, όπως προκύπτει και πάλι από τα πρακτικά, έλαβε μέρος στη συνεδρία της Επιτροπής ημερ. 19.5.1992 κατά την οποία η Επιτροπή ασχολήθηκε με τις υπηρεσιακές εκθέσεις των Τελωνειακών Λειτουργών 1ης και 2ης τάξης και συνεπώς συμμετείχε στην εξέταση των υπηρεσιακών εκθέσεων, τόσο του ενδιαφερόμενου μέρους που ήταν συγγενής του, όσο και των άλλων ομοβάθμων του.

Στη συνεδρία ημερ. 19.5.1992 η Επιτροπή εξετάζοντας την ετήσια υπηρεσιακή έκθεση του αιτητή 1 για το 1991, έκρινε ότι η αιτιολογία του χαρακτηρισμού "εξαίρετης επαγγελματικής αξίας" σε πέντε σημεία της έκθεσης δεν ήταν επαρκής και έτσι η αξιολόγησή του στα στοιχεία αυτά μειώθηκε σε "πολύ ικανοποιητική".

Το ίδιο έγινε και για την αιτήτρια 2 για την οποία η αιτιολογία του χαρακτηρισμού "εξαίρετης επαγγελματικής αξίας" κρίθηκε σε τέσσερα σημεία ότι δεν ήταν επαρκής και μειώθηκε σε "πολύ ικανοποιητική". Στην ίδια συνεδρία ο χαρακτηρισμός του ενδιαφερόμενου μέρους ως "εξαίρετης επαγγελματικής αξίας" σε τρία σημεία κρίθηκε ότι ήταν δεόντως αιτιολογημένη.

Είναι η θέση των αιτητών ότι ο κ. Καραγιώργης, αφού κωλυόταν λόγω συγγένειάς του δεν έπρεπε να συμμετάσχει καθόλου σε συνεδρία της Επιτροπής για εξέταση των υπηρεσιακών εκθέσεων του ενδιαφερόμενου μέρους, αλλά και των άλλων ομοβάθμων του. Η συμμετοχή του αυτή δημιουργεί θέμα κακής σύνθεσης του συλλογικού οργάνου, με αποτέλεσμα η απόφαση να καθίσταται τρωτή και συνεπώς άκυρη.

Το εχέγγυο της αμεροληψίας είναι συστατικό στοιχείο της συγκρότησης της λειτουργίας συλλογικού οργάνου (Τάκης Ρωμανός κ.α. ν. Δήμου Λευκωσίας, Υποθ. Αρ. 410/88 κ.α., ημερ. 29.9.1990).

΄Οργανα που μετέχουν σε διοικητική διαδικασία θα πρέπει να εμφανίζονται ότι ενεργούν αμερόληπτα, κάτι που δεν συμβαίνει όταν διαπιστώνεται ειδικός δεσμός ή σχέση ή συγγένεια μεταξύ των προσώπων που αφορά και των προσώπων που είναι αναμεμειγμένα στη διαδικασία ή στο αποτέλεσμά της (Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437 και Louka and another v. The Public Service Commission and others, A.E.777 και 780, ημερ. 16.6.1989). Ο δεσμός ή η ιδιάζουσα σχέση δημιουργούν τεκμήριο επηρεασμού του οργάνου που κλονίζει την πεποίθηση του διοικούμενου για το αδιάβλητο της κρίσης του (Δημοκρατία ν. Σολωμού, Α.Ε.1965, ημερ. 22.10.1998. Βλέπε επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ.111).

Στην παρούσα υπόθεση μέλος της Επιτροπής έκρινε ότι λόγω συγγένειάς του με ένα των υποψηφίων έπρεπε να τηρήσει αποχή από τη διαδικασία. ΄Ομως σε προγενέστερο στάδιο είχε λάβει μέρος σε συνεδρία η οποία σαφώς επηρέασε την έκβαση της τελικής απόφασης, ακόμα κι΄ αν κατά το χρόνο της πρώτης συνεδρίας η σύνδεση μεταξύ των δύο διαδικασιών δεν ήταν ορατή. Η συμμετοχή σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας μέλους που μόνο του έκρινε ότι είχε λόγους να απόσχει, κλονίζει την πεποίθηση του διοικούμενου για το αδιάβλητο της απόφασης (Θωμά ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. 604/97, ημερ. 29.1.1999).

Ιδιαίτερα γιατί η εμπιστευτική έκθεση για το 1991 έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη σύσταση του Διευθυντή. Την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους και την καλύτερη βαθμολογία του σε σύγκριση με τους δύο αιτητές για το συγκεκριμένο χρόνο επικαλέστηκε επανειλημμένα ο Διευθυντής. Σημειώνεται στη σύσταση ότι πλην του 1991 που το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερεί, για όλα τα μεταγενέστερα χρόνια είχε ακριβώς την ίδια βαθμολογία με τους υπόλοιπους υποψήφιους. Η σύσταση καταλήγει ότι η οριακή αυτή, έστω υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία και προσόντα, υπερακοντίζει το οριακό προβάδισμα των δύο αιτητών σε αρχαιότητα.

Η ίδια διαπίστωση ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει οριακά σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, επαναλαμβάνεται και στην αιτιολογία που δίδει η Επιτροπή για να δικαιολογήσει την επιλογή της.

Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι σύνθετη διοικητική πράξη και αποτελείται από σειρά διαδοχικών πράξεων οι οποίες οδηγούν στην έκδοσή της. Το κύρος της κάθε μιας από αυτές αποτελεί προϋπόθεση για το κύρος της επόμενης μέχρι της προσβαλλόμενης πράξης, που η τελική και στην οποία ενσωματώνονται (βλέπε Π.Δ. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 1ος Τόμος, Δεύτερη ΄Εκδοση, 1984, σελ.197. Βλέπε επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 244). Η εξέταση των εμπιστευτικών εκθέσεων στην παρούσα περίπτωση αποτελούσε προπαρασκευαστική πράξη η ακυρότητα της οποίας επιφέρει την ακυρότητα της προσβαλλόμενης τελικής απόφασης.

Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο