ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1999) 4 ΑΑΔ 1027

9 Σεπτεμβρίου, 1999

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΕΥΦΡΟΣYΝΗ ΣΥΡIΜΗ ΙΤΑΛΟY,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ

    ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,

2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

Kαθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Aρ. 933/97)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Έναρξη ― Από την κοινοποίηση της πράξης ― Αν η κοινοποίηση δεν παρέχει πλήρη γνώση τότε από την ημέρα που επέρχεται πλήρης γνώση της πράξης.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Έννομο Συμφέρον ― Αποκλεισμός υποψηφίου για διορισμό ― Εφόσον αμφισβητείται η νομιμότητα του αποκλεισμού, η κρίση για την ύπαρξη έννομου συμφέροντος συναρτάται με την τύχη τέτοιου ισχυρισμού.

Αστυνομική Δύναμη ― Διορισμοί ― Οι περί Αστυνομίας (Γενικοί) Κανονισμοί του 1989 (Κ.Δ.Π 51/89) ― Κανονισμός 5(1) ― Προϋπόθεση για την διενέργεια διορισμών η καθίδρυση Συμβουλίου Προσλήψεων ― Αρμοδιότητές του καθορισμένες στον Κανονισμό 5(2) ― Διαδικασία στο Συμβούλιο Προσλήψεων καθορίζεται στον Κανονισμό 6(4) ― Σώμα με διαχρονική οντότητα και όχι ad hoc επιτροπή για συγκεκριμένους διορισμούς ― Η ανυπαρξία Συμβουλίου Προσλήψεων καθιστά άκυρη την τελική απόφαση διορισμού.

Αστυνομική Δύναμη ― Διορισμοί ― Οι περί Αστυνομίας (Γενικοί) Κανονισμοί του 1989 (Κ.Δ.Π 51/89) ― Διορισμοί σε εξειδικευμένες θέσεις ― «Νοουμένου ότι στους αμέσως προηγούμενους βαθμούς δεν υπηρετεί κατάλληλα προσοντούχο μέλος της Δύναμης» ― Εννοείται στον αμέσως προηγούμενο βαθμό εκάστης θέσης προς πλήρωση.

Αστυνομική Δύναμη ― Διορισμοί ― Συμβούλιο Προσλήψεων ― Καταρτίζει πίνακα επιτυχόντων ― Δεν προβαίνει σε συγκριτική αξιολόγηση.

Αστυνομική Δύναμη ― Διορισμοί ― Κρίση περί ακαταλληλότητας υποψηφίου ― Αιτιολογία ― Γενική και αόριστη αιτιολογία περί ελλείψεως εξειδικευμένων γνώσεων και πείρας καθιστά άκυρη την απόφαση.

Η αιτήτρια προσέβαλε με την προσφυγή της την απόφαση των καθ' ων η αίτηση να διορίσουν στην εξειδικευμένη θέση εγκληματολογίας, στον βαθμό του Υπαστυνόμου, το ενδιαφερόμενο μέρος, αντί της ιδίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Η αιτήτρια πληροφορήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 28.3.97 πως δεν επελέγη, αλλά ούτε από το περιεχόμενο της επιστολής εκείνης, ούτε με άλλο τρόπο προκύπτει γνώση της για την προσβαλλόμενη απόφαση. Αυτή δημοσιεύθηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές ημερομηνίας 8.9.97, η προσφυγή ασκήθηκε μέσα σε λιγότερες από 75 μέρες από τότε, στις 13.11.97, και είναι εμπρόθεσμη.

2.  Η δεύτερη προδικαστική ένσταση αφορούσε στο έννομο συμφέρον της αιτήτριας. Σύμφωνα με την εισήγηση, αφού είχε αποκλειστεί ως ακατάλληλη από το Συμβούλιο Προσλήψεων, δεν ήταν δυνατό να διοριστεί και, συνεπώς δεν νομιμοποιείται στην προσβολή του διορισμού που ακολούθησε. Στην πιο πάνω υπόθεση δεν προβλήθηκαν λόγοι ακυρότητας απτόμενοι της σύστασης που οδήγησαν σε αποκοπή της αιτήτριας από την περαιτέρω διαδικασία. Με τροποποίηση επί τούτου, η αιτήτρια  αμφισβητεί την νομιμότητα του αποκλεισμού της, ο οποίος και συνιστά επίδικο ζήτημα. H κρίση ως προς το έννομο συμφέρον της αιτήτριας θα είναι συναρτημένη προς την τύχη των ισχυρισμών της ως προς τη νομιμότητα του αποκλεισμού της.

3.  Ο διορισμός στη θέση διέπεται από τα Άρθρα 13Α (1) και (9) του περι Αστυνομίας Νόμου Κεφ. 285 και τους Κανονισμούς 5, 6 και 10 των περι Αστυνομίας (Γενικών) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 51/89).  Σύμφωνα με τον Κανονισμό 5(1) "καθιδρύεται Συμβούλιο Προσλήψεων". Η σύνθεσή του είναι μερικώς καθορισμένη από τον ίδιο τον Κανονισμό. Πρόεδρός του θα είναι ο Διευθυντής Εκπαίδευσης. Τα άλλα δυο μέλη του θα είναι ανώτεροι αξιωματικοί τους οποίους "θα διορίζει ο Αρχηγός με την έγκριση του Υπουργού". Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου Προσλήψεων είναι καθορισμένες από τον Κανονισμό 5(2).  Ο Κανονισμός 6 προβλέπει διαδικασία διορισμού. Προκηρύσσονται οι θέσεις, υποβάλλονται αιτήσεις, αυτές διαβιβάζονται στο Συμβούλιο Προσλήψεων, το οποίο ενεργεί κατά τα ανωτέρω και όπως προβλέπει ο Κανονισμός 6(4). Έγινε η κατάλληλη προκήρυξη, υποβλήθηκε μεγάλος αριθμός αιτήσεων και στις 9.8.96 ο Αρχηγός, ενόψει των αιτήσεων, ζήτησε από τον Υπουργό έγκριση για να διοριστεί "επιτροπή" αποτελούμενη από Πρόεδρο και Μέλη που κατονομάστηκαν. Είναι ορθή η θέση της αιτήτριας πως ούτε σκοπήθηκε ούτε καθιδρύθηκε με την έγκριση του Υπουργού που ακολούθησε, το Συμβούλιο Προσλήψεων που προνοούν ο Νόμος και οι Κανονισμοί. Είναι ορθή η εισήγηση της αιτήτριας πως ο Νόμος και στη συνέχεια οι Κανονισμοί, όταν αναφέρονται σε Συμβούλιο Προσλήψεων που καθιδρύεται, δεν εννοούν ad hoc Συμβούλιο που θα λειτουργεί για τις ανάγκες συγκεκριμένης διαδικασίας διορισμών και με μέλη που ενδεχομένως θα αλλάζουν κατά περίπτωση. Εννοεί σώμα με διαχρονική οντότητα το οποίο θα ασκεί την οριζόμενη αρμοδιότητα του καταρτισμού καταλόγου επιτυχόντων για διορισμό. Γι' αυτό και σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(6) αυτός ο πίνακας "Θα ισχύει μέχρι της συντάξεως από αυτό νέου πίνακα επιτυχόντων". Με βάση τον οποίο, όπως προβλέπει o Κανονισμός 6(4), ο Αρχηγός "θα προβαίνει σε προσλήψεις". Το πρόβλημα, επομένως, δεν εντοπίζεται απλώς στο όνομα και η ανωμαλία δεν θεραπεύεται ούτε από το γεγονός ότι αργότερα, σε άλλο έγγραφό του, ο Αρχηγός περιγράφει την επιτροπή ως "Συμβούλιο Προσλήψεων". Εδώ έχουμε θεσμοθετημένη απαίτηση για διενέργεια προσλήψεων στη βάση του καταλόγου επιτυχόντων που καταρτίζει το Συμβούλιο Προσλήψεων. Εφόσον δεν έχουμε καθιδρυμένο τέτοιο Συμβούλιο, η διαδικασία πάσχει στη ρίζα της. Η καθίδρυσή του, η άσκηση των αρμοδιοτήτων του και η σύνταξη καταλόγου επιτυχόντων συνιστούν προϋπόθεση για τη διενέργεια προσλήψεων.

4.  Ο Κανονισμός 10 αφορά σε διορισμό σε εξειδικευμένες θέσεις, όπως η συζητούμενη. Ο Αρχηγός, με την έγκριση του Υπουργού, μπορεί να διορίσει σε βαθμό μέχρι Ανώτερου Υπαστυνόμου, για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων σε εξειδικευμένη υπηρεσία, πρόσωπο το οποίο "έχει πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν, συναφές προς τα ειδικά καθήκοντα". Αυτό όμως, "νοουμένου ότι στους άμεσους προηγούμενους βαθμούς δεν υπηρετεί κατάλληλα προσοντούχο μέλος της Δύναμης".  Η αναφορά του Κανονισμού 10 σε μέλος της δύναμης "στους άμεσους προηγούμενους βαθμούς" σημαίνει κατά την εισήγηση της αιτήτριας σε οποιοδήποτε βαθμό από τους κατώτερους βαθμούς της προς πλήρωση θέσης.

     Το Δικαστήριο δεν μπορεί να συμφωνήσει. Είναι ορθή η άποψη των καθ'ων η αίτηση πως ο Κανονισμός είναι συνταγμένος στον πληθυντικό, απλώς για να καλύψει με τον τρόπο αυτό τις διάφορες θέσεις ως το βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου, που είναι δυνατό να πληρωθούν δυνάμει του. Η φράση "στους άμεσους προηγούμενους βαθμούς" σαφώς παραπέμπει στον αμέσως προηγούμενο αυτών των θέσεων.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χ"Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1997) 4 Α.Α.Δ. 1928,

Δημοκρατία ν. Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540,

Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 508/97, ημερ. 27/3/98,

Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 246,

Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε στην εξειδικευμένη θέση εγκληματολογίας στην Αστυνομία, στο βαθμό του Υπαστυνόμου αντί της αιτήτριας.

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια διεκδίκησε διορισμό στην εξειδικευμένη θέση εγκληματολογίας στην Αστυνομία, στο βαθμό του Υπαστυνόμου. Διορίστηκε ο Χαρ. Στ. Θεμιστοκλέους και η προσφυγή αφορά στο κύρος αυτού του διορισμού.

Οι καθ' ων η αίτηση περιέλαβαν στην ένστασή τους τον ισχυρισμό πως η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη αλλά δεν τον προώθησαν με επιχειρήματα ή αναφορά σε στοιχεία προς τεκμηρίωσή του.  Η αιτήτρια πληροφορήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 28.3.97 πως δεν επελέγη αλλά ούτε από το περιεχόμενο της επιστολής εκείνης ούτε με άλλο τρόπο προκύπτει γνώση της για την προσβαλλόμενη απόφαση. Αυτή δημοσιεύθηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές ημερομηνίας 8.9.97, η προσφυγή ασκήθηκε μέσα σε λιγότερες από 75 μέρες από τότε, στις 13.11.97, και είναι εμπρόθεσμη.

Η δεύτερη προδικαστική ένσταση αφορούσε στο έννομο συμφέρον της αιτήτριας. Σύμφωνα με την εισήγηση, αφού είχε αποκλειστεί ως ακατάλληλη από το Συμβούλιο Προσλήψεων, δεν ήταν δυνατό να διοριστεί και, συνεπώς, στη βάση της απόφασης του Νικολάου Δ. στην προσφυγή Χ"Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1997) 4 Α.Α.Δ. 1928, δεν νομιμοποιείται στην προσβολή του διορισμού που ακολούθησε. Στην πιο πάνω υπόθεση δεν προβλήθηκαν λόγοι ακυρότητας απτόμενοι της σύστασης που οδήγησαν σε αποκοπή του αιτητή από την περαιτέρω διαδικασία. Εδώ, με τροποποίηση επί τούτου, αμφισβητείται η νομιμότητα του αποκλεισμού της αιτήτριας, ο οποίος και συνιστά επίδικο ζήτημα. Η κρίση ως προς το έννομο συμφέρον της αιτήτριας θα είναι συναρτημένη προς την τύχη των ισχυρισμών της ως προς τη νομιμότητα του αποκλεισμού της. (βλ. συναφώς Δημοκρατία ν. Μυροφόρα Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540).

Ο διορισμός στη θέση διέπεται από το άρθρο 13Α (1) και (9) του περί Αστυνομίας Νόμου Κεφ. 285 και τους Κανονισμούς 5, 6 και 10 των περι Αστυνομίας (Γενικών) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 51/89).

Τα μέλη της Δύναμης, μέχρι και το βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου, διορίζονται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, με την έγκριση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης. Πριν από κάθε πρόσληψη ο Αρχηγός ζητά τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσλήψεων το οποίο, όπως προβλέπεται, "θα συσταθεί για το σκοπό αυτό, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες του οποίου ήθελαν καθοριστεί με Κανονισμούς..."

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 5(1) "καθιδρύεται Συμβούλιο Προσλήψεων". Η σύνθεσή του είναι μερικώς καθορισμένη από τον ίδιο τον Κανονισμό. Πρόεδρός του θα είναι ο Διευθυντής Εκπαίδευσης. Τα άλλα δυο μέλη του θα είναι ανώτεροι αξιωματικοί τους οποίους "θα διορίζει ο Αρχηγός με την έγκριση του Υπουργού".

Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου Προσλήψεων είναι καθορισμένες από τον Κανονισμό 5(2). Είναι οι ακόλουθες:

"(α) Αξιολόγηση και ταξινόμηση των αιτήσεων των υποψηφίων για πρόσληψη.

(β)  Ορισμός ημερομηνίας εξέτασης των υποψηφίων, προφορικής ή και γραπτής, κατά την κρίση του Συμβουλίου Προσλήψεων.

(γ)  Διεξαγωγή και βαθμολογία των γραπτών ή και προφορικών εξετάσεων των υποψηφίων.

(δ)  Καταρτισμός πίνακα επιτυχόντων κατά σειρά επιτυχίας στις εξετάσεις και υποβολή του στον Αρχηγό."

Ο Κανονισμός 6 προβλέπει διαδικασία διορισμού. Προκηρύσσονται οι θέσεις, υποβάλλονται αιτήσεις, αυτές διαβιβάζονται στο Συμβούλιο Προσλήψεων το οποίο ενεργεί κατά τα ανωτέρω και, όπως προβλέπει ο Κανονισμός 6(4),

"ο Αρχηγός, με βάση τον πίνακα επιτυχόντων και τις απόψεις του Συμβουλίου Προσλήψεων αναφορικά με τις προσωπικές συνεντεύξεις και τα προσόντα των υποψηφίων, θα προβαίνει σε προσλήψεις σύμφωνα με το άρθρο 13Α του Νόμου".

Ο Κανονισμός 10 αφορά σε διορισμό σε εξειδικευμένες θέσεις, όπως η συζητούμενη. Ο Αρχηγός, με την έγκριση του Υπουργού, μπορεί να διορίσει σε βαθμό μέχρι Ανώτερου Υπαστυνόμου, για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων σε εξειδικευμένη υπηρεσία, πρόσωπο το οποίο "έχει πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν, συναφές προς τα ειδικά καθήκοντα". Αυτό όμως, "νοουμένου ότι στους άμεσους προηγούμενους βαθμούς δεν υπηρετεί κατάλληλα προσοντούχο μέλος της Δύναμης".

Οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν καθιστούν απαραίτητο να παρακολουθήσουμε τη διαδικασία που ακολουθήθηκε αλλά είναι κατάλληλο το σημείο, πριν από αυτό, να δώσω τη σύντομη απάντηση που επιδέχεται η εισήγηση της αιτήτριας πως δεν ήταν εκείνη που έπρεπε να αποκλειστεί αλλά όλοι οι άλλοι. Υπηρετούσε ως αστυφύλακας, όπως κρίθηκε είχε τα ακαδημαϊκά και τα άλλα προσόντα που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας και, όπως υποστήριξε, έπρεπε να είχε διοριστεί.  Η αναφορά του Κανονισμού 10 σε μέλος της δύναμης "στους άμεσους προηγούμενους βαθμούς" σημαίνει σε οποιοδήποτε βαθμό από τους κατώτερους βαθμούς της προς πλήρωση θέσης.

Δεν μπορώ να συμφωνήσω. Είναι ορθή η άποψη των καθ' ων η αίτηση πως ο Κανονισμός είναι συνταγμένος στον πληθυντικό απλώς για να καλύψει με τον τρόπο αυτό τις διάφορες θέσεις ως το βαθμό του Ανώτερου Υπαστυνόμου που είναι δυνατό να πληρωθούν δυνάμει του. Η φράση "στους άμεσους προηγούμενους βαθμούς" σαφώς παραπέμπει στον αμέσως προηγούμενο αυτών των θέσεων.

Έγινε η κατάλληλη προκήρυξη, υποβλήθηκε μεγάλος αριθμός αιτήσεων και στις 9.8.96 ο Αρχηγός, ενόψει των αιτήσεων, ζήτησε από τον Υπουργό έγκριση για να διοριστεί "επιτροπή" αποτελούμενη από Πρόεδρο και Μέλη που κατονομάστηκαν. Ακολουθούν και άλλα που θα μας απασχολήσουν, αλλά εγείρεται από την αιτήτρια θεμελιακό θέμα ως προς αυτή την ενέργεια.

Εξέτασα τις εισηγήσεις των δυο πλευρών και καταλήγω ως εξής: Είναι ορθή η θέση της αιτήτριας πως ούτε σκοπήθηκε ούτε καθιδρύθηκε με την έγκριση του Υπουργού που ακολούθησε, το Συμβούλιο Προσλήψεων που προνοούν ο Νόμος και οι Κανονισμοί. Οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν πως δεν θα έπρεπε να προσδοθεί σημασία στο γεγονός ότι γίνεται αναφορά σε "επιτροπή" και επικαλέστηκαν την απόφαση του Καλλή Δ. στην Ιάκωβος Θεμιστοκλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 508/97, ημερομηνίας 27.3.98. Στην υπόθεση εκείνη, επειδή η σύνθεση της "επιτροπής" ήταν τελικά απόλυτα εναρμονισμένη προς τους Κανονισμούς και αυτή, ανεξάρτητα από το πώς ονομάστηκε, άσκησε τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Προσλήψεων, στο πλαίσιο των ισχυρισμών που προβλήθηκαν εκεί, δεν εστοιχειοθετείτο λόγος ακυρότητας.

Εδώ εγείρεται ιδιαίτερο θέμα αναφορικά με την καθίδρυση του Συμβουλίου  Προσλήψεων. Είναι ορθή η εισήγηση της αιτήτριας πως ο Νόμος και στη συνέχεια οι Κανονισμοί, όταν αναφέρονται σε Συμβούλιο Προσλήψεων που καθιδρύεται, δεν εννοούν ad hoc Συμβούλιο που θα λειτουργεί για τις ανάγκες συγκεκριμένης διαδικασίας διορισμών και με μέλη που ενδεχομένως θα αλλάζουν κατά περίπτωση. Εννοεί σώμα με διαχρονική οντότητα το οποίο θα ασκεί την οριζόμενη αρμοδιότητα του καταρτισμού καταλόγου επιτυχόντων για διορισμό. Γι' αυτό και σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(6) αυτός ο πίνακας "θα ισχύει μέχρι της συντάξεως από αυτό νέου πίνακα επιτυχόντων". Με βάση τον οποίο, όπως προβλέπει ο Κανονισμός 6(4), ο Αρχηγός "θα προβαίνει σε προσλήψεις".

Το πρόβλημα, επομένως, δεν εντοπίζεται απλώς στο όνομα και η ανωμαλία δεν θεραπεύεται ούτε από το γεγονός ότι αργότερα, σε άλλο έγγραφό του, ο Αρχηγός περιγράφει την επιτροπή ως "Συμβούλιο Προσλήψεων".  Ενδεικτικά αυτής της ανωμαλίας είναι και τα πιο κάτω.

(α)  Ο Αρχηγός ζήτησε έγκριση όχι για το διορισμό των δυο μελών αλλά για το διορισμό της Επιτροπής με τους κατονομαζόμενους Πρόεδρο και Μέλη. Δεν χρειαζόταν έγκριση για το διορισμό του Συμβουλίου Προσλήψεων.  Η καθίδρυσή του ως διαρκούς σώματος επιβαλλόταν από το Νόμο και τους Κανονισμούς. Επιπλέον, δεν μπορούσε να τίθεται ζήτημα έγκρισης για το ποιός θα ήταν ο Πρόεδρος. Αυτός καθορίζεται ρητά από τον Κανονισμό 5(1).

(β)  Ο Αρχηγός, ζητώντας την έγκριση για το διορισμό της Επιτροπής, καθόρισε και το σκοπό της:

       "Να αξιολογήσουν τις αιτήσεις, να καλέσουν σε προσωπική συνέντευξη τους αιτητές και να μου υποβάλουν τις εισηγήσεις τους".

Αυτά δεν μπορεί να αντιστοιχηθούν προς τις ρητώς διατυπωμένες αρμοδιότητες του Συμβουλίου Προσλήψεων, όπως τις παρέθεσα. Εναπόκειται στο Συμβούλιο Προσλήψεων να κρίνει σε τί είδους εξέταση θα υποβάλει τους υποψηφίους. Αυτή μπορεί να είναι γραπτή ή προφορική ή και τα δυο.  Περαιτέρω, ο τελικός στόχος είναι ο καταρτισμός πίνακα επιτυχόντων κατά σειρά επιτυχίας. Δεν μπορεί να απέληξε σε καθίδρυση του Συμβουλίου Προσλήψεων που επιβάλλουν ο Νόμος και οι Κανονισμοί, η σύσταση επιτροπής με ιδιαίτερους όρους εντολής.

Οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν πως και να μήν μπορεί να θεωρηθεί η επιτροπή που συστάθηκε ως το Συμβούλιο Προσλήψεων που προνοείται, η προσβαλλόμενη πράξη διασώζεται διότι, σε κάθε περίπτωση, αρμόδιο διοικητικό όργανο μπορεί να διορίσει επιτροπή για να το βοηθήσει στο έργο της επιλογής. Παρέπεμψαν επ' αυτού στην απόφαση της Ολομέλειας στην Γεώργιος Μιχαηλίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 246. Παραγνωρίζουν οι καθ' ων η αίτηση πως εδώ έχουμε θεσμοθετημένη απαίτηση για διενέργεια προσλήψεων στη βάση του καταλόγου επιτυχόντων που καταρτίζει το Συμβούλιο Προσλήψεων. Εφόσον δεν έχουμε καθιδρυμένο τέτοιο Συμβούλιο η διαδικασία πάσχει στη ρίζα της. Η καθίδρυσή του, η άσκηση των αρμοδιοτήτων του και η σύνταξη καταλόγου επιτυχόντων συνιστούν προϋπόθεση για τη διενέργεια προσλήψεων. (Βλ. συναφώς την απόφαση της Ολομέλειας στην Χρύσα Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223).

Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, η επιτροπή δεν λειτούργησε στην παρούσα υπόθεση κατά τρόπο εναρμονισμένο προς τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Προσλήψεων, ενδεικτικό και αυτό της ίδιας ανωμαλίας.  Δεν κατάρτισε πίνακα επιτυχόντων.  Κατάρτισε "κατάλογο υποψηφίων που θεωρούνται οι καταλληλότεροι". Όπως αντιλαμβάνομαι το θέμα, δεν είναι έργο του Συμβουλίου Προσλήψεων η σύγκριση των υποψηφίων με στόχο τον εντοπισμό των καταλληλοτέρων. Οι ίδιοι οι καθ' ων η αίτηση επικαλούνται, για άλλο σκοπό βέβαια και δεν αντιδικεί η αιτήτρια ως προς αυτό, το γεγονός ότι δεν παρέχεται δυνατότητα πρόσληψης υποψηφίου που δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα επιτυχόντων. Δεν προσδίδεται από το Νόμο και τους Κανονισμούς εξουσία οριστικού αποκλεισμού υποψηφίων πάνω στη βάση συγκριτικής κρίσης ως προς την καταλληλότητά τους από όργανο που δεν είναι το διορίζον.

Βέβαια, η αιτήτρια θεωρήθηκε, όπως θα δούμε, ακατάλληλη.  Αυτή όμως η κρίση, εκ των υστέρων και συμπτωματική όπως είναι, δεν είναι δυνατό να προσδώσει στην επιτροπή ιδιότητες που δεν είχε  ή να αλλοιώσει τη στόχευσή της. Ούτε επιδρά στα πιο πάνω το γεγονός ότι οι "καταλληλότεροι" κατατάχθηκαν κατά τη σειρά της βαθμολογίας τους από την επιτροπή.  Ας σημειωθεί πως πουθενά και με κανένα τρόπο προσδιορίστηκε κριτήριο και όριο  επιτυχίας.  Η εκ των υστέρων βαθμολόγηση δεν αίρει το κενό αφού μεγάλος αριθμός υποψηφίων που δεν περιλήφθηκαν στον κατάλογο των καταλληλοτέρων, είχαν εξασφαλίσει βαθμολογία που ξεπερνούσε το μισό της ανώτατης δυνατής.

Θα εξετάσω και τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν σε σχέση με την ίδια την αξιολόγηση της αιτήτριας.  Η αιτήτρια κατείχε Β.Α. στις Πολιτικές Επιστήμες και Μ.Α. στην Εγκληματολογία από το Πανεπιστήμιο Rutgers των ΗΠΑ.  Κρίθηκε, συνεπώς, πως κατείχε τα ακαδημαϊκά προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας και γι' αυτό κλήθηκε σε προσωπική συνέντευξη.  Αξιολογήθηκε ως εξής:

"Οι γνώσεις και οι εμπειρίες της υποψήφιας σε σχέση με το επίπεδο που καθορίζει το σχέδιο υπηρεσίας και που αναμένεται να κατέχει αυτός που θα διοριστεί για να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης του Εγκληματολόγου, είναι πτωχές σε βαθμό που κατατάσσουν την υποψήφια στην κατηγορία των ακατάλληλων για διορισμό. Θεωρείται ακατάλληλη για διορισμό στη θέση του Εγκληματολόγου."

Όπως και για τους άλλους υποψήφιους συμπληρώθηκε για την αιτήτρια έντυπο που περιέχει τη βαθμολογία της, ως εξής:

"Βαθμολογία

(α)  Εξειδικευμένες γνώσεις, εμπειρίες και δεξιότητες σε σχέση με τα καθήκοντα και τις ευθύνες που θα έχει στην Αστυνομία. Έφεση για ανάπτυξη.

       (0 έως 20 μονάδες)...............8................................................

(β)  Προφορική εξέταση:  Εμφάνιση, αυτοπεποίθηση, διαύγεια σκέψης, ηγετική ικανότητα, νοητικές ικανότητες, ευφυία, όραμα, ωριμότητα

       (Ο έως 15 μονάδες).................8.............................................

(γ)  Επικοινωνία, έκφραση, κρίση, αποφασιστικότητα, σαφήνεια, τεκμηρίωση, πειστικότητα

        (Ο έως 10 μονάδες) ................7............................................

(δ)  Πείρα σε καθήκοντα ανάλογα με αυτά που καθορίζονται για τη θέση

       (Ο έως 5 μονάδες)....................0............................................

(ε)  Τελική Βαθμολογία υποψηφίου..............23.........................

Γενικές Παρατηρήσεις

Κατέχει τα προσόντα. Η εμφάνιση της ενώπιον της Επιτροπής ήταν πτωχή. Υστερεί σφαιρικά σ' όλους τους τομείς και απέχει πολύ από το επίπεδο που απαιτεί η θέση."

Ποιές είναι οι εξειδικευμένες γνώσεις, άλλες από εκείνες που μαρτυρούσαν τα ακαδημαϊκά προσόντα που κατείχε, τις οποίες δεν είχε η αιτήτρια στο απαιτούμενο επίπεδο, δεν προσδιορίζεται. Αυτή η σοβαρή πτυχή της αιτιολόγησης που δόθηκε, σαρωτική όπως είναι, παραμένει εντελώς γενική και αόριστη. Επίσης δεν καθορίζεται ποιές ακριβώς "δεξιότητες" της έλειπαν και τα πιό πάνω κενά δεν πληρούνται με οτιδήποτε περιέχεται στο φάκελο της διοίκησης. Επιπλέον, δεν εξηγείται ο τρόπος διαπίστωσης της "έφεσης για ανάπτυξη", όταν μάλιστα η αιτήτρια, ακριβώς με την αίτησή της, επιδίωξε ανέλιξη. Τελικά δεν εξηγείται η διασύνδεση αυτού του στοιχείου προς τις απαιτήσεις της θέσης.

Από τη διατύπωση των τεσσάρων κεφαλαίων της "βαθμολογίας" δημιουργείται η εντύπωση πως μόνο όσα αναφέρονται στο (β) προέκυπταν από την "προφορική εξέταση". Δημιουργείται ερώτημα ως προς το υπόβαθρο των άλλων κρίσεων, και, πάντως, ως προς τον τρόπο της διαπίστωσης με τη συνέντευξη, τουλάχιστον της ηγετικής ικανότητας και του οράματος αλλά και ως προς όσα γεγονότα οδήγησαν στις άλλες διαπιστώσεις.

Αποτέλεσε στοιχείο που μέτρησε ως προς την καταλληλότητα της αιτήτριας η "πείρα σε καθήκοντα ανάλογα με αυτά που καθορίζονται για τη θέση".  Θα μπορούσε να λεχθεί δυο φορές αφού το (α) αναφέρεται σε "εμπειρίες" και το (δ) σε "πείρα".  Το σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτεί πείρα οποιασδήποτε μορφής ως προσόν.  Όπως προβλέπει, "ικανοποιητική πείρα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε μόνιμη θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία ή στην αστυνομία ή στον ιδιωτικό τομέα θα θεωρηθεί ως πλεονέκτημα". Αυτό το στοιχείο κρίσης της καταλληλότητας συγκρούεται προς και ανατρέπει τα προαπαιτούμενα. Εν πάση περιπτώσει, στην "Ετήσια Προσωπική Αναφορά" για την αιτήτρια, του έτους 1996, αναφέρεται ως απασχόληση της στην Αστυνομία "έρευνα και μελέτες της ειδικότητάς της καθώς επίσης και  εκπαιδευτικά μαθήματα στην Α.Α.Κ." Σημειώνω συναφώς πως στο σχέδιο υπηρεσίας αναφέρονται ως καθήκοντα της θέσης, μεταξύ άλλων, "η διεξαγωγή εγκληματολογικών μελετών και ερευνών  όπως και η παράδοση διαλέξεων σε μέλη της Αστυνομίας πάνω σε θέματα της ειδικότητας". Δόθηκαν μηδέν βαθμοί στην αιτήτρια για το στοιχείο της "πείρας" και, ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, ελλείπει η εξήγηση γι' αυτό ενόψει του περιεχομένου του φακέλου της.

Συνολικά, αφηνόμαστε με την ισχυρή εντύπωση πως ενώ η αιτήτρια είχε όλα τα προσόντα της θέσης, ενδεχομένως και το πλεονέκτημα, κρίθηκε ακατάλληλη στη βάση προσωπικών γενικών και αόριστων εκτιμήσεων, ευθέως συναρτημένων προς αυτά, κατά τρόπο που δεν επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο. Περαιτέρω, με αναφορά σε εξωγενείς παράγοντες  και αυτό, ως προς το στοιχείο της πείρας, κατά τρόπο που, τουλάχιστον στην απουσία οποιασδήποτε εξήγησης, δεν εναρμονίζεται προς το περιεχόμενο του φακέλου.  Μπορεί να μήν αποκλείστηκε η αιτήτρια ως μή έχουσα δικαίωμα διεκδίκησης της θέσης. (Βλ. συναφώς Κυπριακή Δημοκρατία ν. Μυροφόρα Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540). Όμως η κρίση για την ακαταλληλότητά της πάσχει για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω. Θα έκρινα, συνεπώς, πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη, εν πάση περιπτώσει.

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο