ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 4 ΑΑΔ 812
12 Ιουλίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Aρ. 36/98)
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΛΙΜΝΑΤΙΤΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση
(Υπόθεση Aρ. 192/98)
ΚΩΣΤΑΣ ΧΗΡΑΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Aρ. 36/98, 192/98)
Αστυνομική Δύναμη ― Πυροσβεστική Υπηρεσία ― Προαγωγές ― Συστάσεις ― Απόφαση Αρχηγού ― Προάγει μεταξύ των συστηθέντων ― Αιτιολογία ― Η χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία επιλογή μεταξύ των συστηθέντων αυτού που είχε χαμηλότερη βαθμολογία από άλλους, καθιστά άκυρη την απόφαση.
Αστυνομική Δύναμη ― Πυροσβεστική Υπηρεσία ― Προαγωγές ― Πρόσθετο προσόν ― Πτυχίο και Μεταπτυχιακό στην Πολιτική Μηχανική ― Καμία αναφορά σε αυτό κατά πόσο θεωρείται συναφές ή όχι με τα καθήκοντα της θέσης οδηγεί σε ακύρωση της απόφασης.
Αστυνομική Δύναμη ― Πυροσβεστική Υπηρεσία ― Προαγωγές ―Απόφαση Αρχηγού Αστυνομίας ― Έγκριση από Υπουργό ― Η έγκριση του Υπουργού δε χρειάζεται αιτιολογία.
Οι αιτητές προσέβαλαν με τις προσφυγές τους την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων στη θέση λοχία στην Πυροσβεστική Υπηρεσίας, η οποία υπάγεται στην Αστυνομική Δύναμη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση στην προσφυγή 36/98 και απορρίπτοντας την προσφυγή 192/98, αποφάσισε ότι:
1. Στην επίδικη απόφαση του Αρχηγού, με την οποία κρίθηκαν ως αξιότεροι για προαγωγή τα 5 ενδιαφερόμενα μέρη από τους 8 που συστήθηκαν, δε γίνεται κανένα σχόλιο, γιατί επιλέγηκε το ενδιαφερόμενο μέρος Ερωτοκρίτου, που έχει συνολικά χαμηλότερη βαθμολογία από τους αιτητές, έστω και αν η διαφορά αυτή είναι μικρή.
Επιβαλλόταν μιας και η απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας ήταν να επιλέξει μεταξύ των υποψηφίων για προαγωγή και κάποιο που είχε χαμηλότερη βαθμολογία από άλλους, αυτή να αιτιολογηθεί στην ειδική περίπτωση. Διαφορετικά, το Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει την επίδικη απόφαση, εφόσον δε γνωρίζει τι μέτρησε στην κρίση του Αρχηγού της Αστυνομίας για να καταλήξει στην απόφασή του.
2. Ο αιτητής έχει πράγματι πανεπιστημιακό δίπλωμα Β.sc και M.Sc. στη Πολιτική Μηχανική (Civil Engineering). To πανεπιστημιακό τούτο προσόν αναφέρεται με χειρόγραφη σημείωση στο θέμα 4 «Μόρφωση» του εντύπου αξιολόγησης και βαθμολόγησης του Συμβουλίου Κρίσεως. Πριν από τη σημείωση αυτή και με στοιχεία γραφομηχανής καταγράφεται «απόφοιτος Τεχνικής Σχολής Λευκωσίας». Δε γίνεται καμιά μνεία του πανεπιστημιακού αυτού προσόντος στο έντυπο της Επιτροπής Αξιολόγησης. Ομολογουμένως, δεν υπάρχει κανένα σχόλιο σε ολόκληρη τη διαδικασία των προαγωγών για το πανεπιστημιακό τούτο προσόν του αιτητή, το οποίο προφανώς δεν μέτρησε ως επιπρόσθετο κατά τον Καν. 3(3) γιατί δε θεωρήθηκε πως είναι σε θέμα συναφές με τις εξουσίες και τα καθήκοντα της Δύναμης.
Το Δικαστήριο έχει τη γνώμη πως το θεματικό περιεχόμενο του προσόντος του αιτητή επέβαλλε αναφορικά σε αυτό και σχολιασμό, ήτοι, κατά πόσο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιπρόσθετο προσόν. Αν ήταν π.χ. δίπλωμα στη λογοτεχνία ή μουσική, για να γίνει αναφορά σε ακραίες περιπτώσεις, φυσικά και δε θα αναμενόταν κάτι τέτοιο. Αλλά, δίπλωμα στην πολιτική μηχανική για κάποιον που είναι στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, Τμήμα Πυροπροστασίας, δυνατό να κριθεί από το αρμόδιο όργανο, αφού ενδιατρίψει σ' αυτό το θέμα, πως είναι συναφές με τις εξουσίες και τα καθήκοντα της Δύναμης.
3. Η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών, πως ο Υπουργός λειτούργησε ως απλή σφραγίδα στην απόφαση του Αρχηγού, δεν είναι ορθή. Όπως προβλέπουν οι Κανονισμοί οι προαγωγές γίνονται με την προηγούμενη έγκριση του Υπουργού. Θα απαιτείτο αιτιολόγηση της απόφασης του Υπουργού, αν αυτή δεν συνίστατο σε έγκριση της εισήγησης του Αρχηγού της Αστυνομίας.
Ενόψει των ανωτέρω, η προσφυγή 36/98 γίνεται αποδεκτή και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται σε ό,τι αφορά όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, με έξοδα. Η προσφυγή 192/98, που αφορά σε δύο ενδιαφερόμενα πρόσωπα, με υψηλότερη συνολικά βαθμολόγηση από τον αιτητή, απορρίπτεται με έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Δημοκρατία ν. Αντωνίου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 325,
Ευλογημένος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 732.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη προάχθηκαν στο βαθμό του Λοχία αντί των αιτητών.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές και στις δυο προσφυγές.
Γ. Γιωργαλλής - Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, στην κάθε μια από τις αντίστοιχες συνεκδικαζόμενες δυο προσφυγές, προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση, που δημοσιεύθηκε στις εβδομαδιαίες διαταγές της Αστυνομίας στις 22.12.97, και με την οποία προάχθηκαν στο βαθμό του λοχία άλλοι συνάδελφοι τους, αντί οι ίδιοι. Ο αιτητής στην προσφυγή 192/98 προσβάλλει την προαγωγή δύο από τους πέντε προαχθέντες, ενώ ο αιτητής στην 36/98 και των πέντε. Οι αιτητές υπηρετούν στην Πυροσβεστική Υπηρεσία.
Οι προαγωγές στην Αστυνομική Δύναμη, που περιλαμβάνει και την Πυροσβεστική Υπηρεσία, ρυθμίζονται από τους περί Αστυνομίας (Προαγωγές), Κανονισμούς του 1989, (Κ.Δ.Π. 52/89). Οι Κανονισμοί, που αφορούν άμεσα στα κριτήρια και διαδικασία προαγωγής, είναι οι 1 μέχρι 10. Ο Καν.3(2) προβλέπει πως κατά τις προαγωγές η αρχαιότητα λαμβάνεται υπόψη, αλλά δεν αφήνεται να τη ρυθμίσει. Μεγαλύτερη σπουδαιότητα προσδίδεται στην αξία και προσόντα. Η παράγραφος 3 του ίδιου Κανονισμού αναφέρει πως δίπλωμα ή τίτλος σπουδών ή ισότιμο προσόν ή μετεκπαίδευση στο εξωτερικό για τουλάχιστον έξι μήνες συνολικά σε θέματα συναφή με τις εξουσίες και τα καθήκοντα της Δύναμης θεωρούνται ως επιπρόσθετα προσόντα.
Η διαδικασία αρχίζει με την καθίδρυση Επιτροπής Αξιολόγησης, όπως προβλέπεται στον Καν.5, η οποία, καθώς ο τίτλος της υποδηλώνει, αξιολογεί τους προσοντούχους υποψήφιους για προαγωγή, μετά από μελέτη των προσωπικών φακέλων και των ατομικών δελτίων, με βάση τα προσόντα με ιδιαίτερη αναφορά επίσης σε θέματα απόδοσης, εργατικότητας, κατάρτισης στα αστυνομικά καθήκοντα, προσωπικού κύρους και προσωπικότητας, πειθαρχίας κ.λπ., ιδιότητες που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του Καν.6. Η Επιτροπή ετοιμάζει για κάθε υποψήφιο έκθεση αξιολόγησης, πάνω σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Αρχηγό, και εγκρίνεται από τον Υπουργό, που στη συνέχεια παραδίδεται στον Αστυνομικό Διευθυντή της επαρχίας ή ομάδας που υπηρετεί ο αξιολογούμενος. Ο Διευθυντής καταρτίζει κατάλογο, με αλφαβητική σειρά, τον οποίο και υποβάλλει, μαζί με τις εκθέσεις αξιολόγησης, στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Κρίσεως, (παρα.3 του Καν.6).
Το Συμβούλιο Κρίσεως καλεί ενώπιόν του τους υποψήφιους για προαγωγή σε συνέντευξη, με θέματα την αστυνομική πρακτική εφαρμογή, γενικές γνώσεις για επίκαιρα διεθνή γεγονότα και γεγονότα που αφορούν στην Κύπρο. Η γενική εντύπωση του Συμβουλίου Κρίσεως, αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά την προσωπική συνέντευξη καταγράφεται στα πρακτικά. (Καν.8(2)). Το Συμβούλιο Κρίσεως, αφού μελετήσει και αξιολογήσει όλα τα στοιχεία που έχει ενώπιόν του, βαθμολογεί κάθε υποψήφιο σε ειδικό έντυπο, που καθορίζεται πάλι από τον Αρχηγό και εγκρίνεται από τον Υπουργό. [Καν.8(4)].
Στις υποθέσεις που εξετάζουμε η διαδικασία, που συνόψισα πιο πάνω και προβλέπεται στους Κανονισμούς, ακολουθήθηκε πιστά πλην ενός σημείου, το οποίο θα συζητήσω αφού πρώτα παραθέσω τα στοιχεία των φακέλων.
Οι δυο αιτητές περιλαμβάνονταν στον κατάλογο των συστηθέντων για προαγωγή, που καταρτίστηκε από το Συμβούλιο Κρίσεως. Ο Αρχηγός, που σύμφωνα με το εδάφιο 1 του άρθρου 13(Α) του περί Αστυνομίας Νόμου Κεφ.285 διενεργεί τις προαγωγές, με επιστολή του στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως τον πληροφορούσε πως είχε αποφασίσει να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη, και ζήτησε την έγκρισή του, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 6 του Καν.8.
Ο αιτητής στην προσφυγή 36/98 είχε χαμηλότερη βαθμολογία από τους 7, στον κατάλογο από 8, για προαγωγή. Η βαθμολογία του ήταν 76,27 έναντι τεσσάρων που υπερέβηκε τους 80 βαθμούς, αλλά ελαφρά ψηλότερη του ενδιαφερόμενου μέρους Ερωτοκρίτου, που είχε 76,13 βαθμούς, και προήχθη. Το ίδιο συμβαίνει και με τον αιτητή στην προσφυγή 192/98, που πήρε 76.38 βαθμούς, ψηλότερη δηλαδή βαθμολογία από τον αιτητή στην 36/98, και του πιο πάνω ενδιαφερόμενου μέρους.
Το γενικό παράπονο του δικηγόρου των αιτητών είναι πως η απόφαση του Αρχηγού είναι αναιτιολόγητη. Ισχυρίζεται επίσης πως ο Υπουργός έδωσε την έγκρισή του στις προαγωγές ως να έθετε τη σφραγίδα του στην απόφαση, ενώ θα έπρεπε και ο ίδιος να την αιτιολογήσει. Αυτά σε ό,τι αφορά τη διαδικασία, γιατί ο δικηγόρος εισηγείται επίσης πως οι αιτητές είναι έκδηλα υπέρτεροι των ενδιαφερομένων μερών.
Όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου η αξιολόγηση και βαθμολογία του Συμβουλίου Κρίσεως, σε ό,τι αφορά την προσωπική συνέντευξη, έγινε με την απόδοση στους υποψήφιους αριθμητικών μονάδων. Αυτές φαίνονται για τον καθένα τους απέναντι από τα θέματα της συνέντευξης. Η διαδικασία αυτή κρίθηκε ως σύμφωνη με τις πρόνοιες του Καν.8 στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Αντωνίου κ.ά., απόφαση Ολομέλειας, (1993) 3 Α.Α.Δ. 325.
Στην επίδικη απόφαση του Αρχηγού, με την οποία κρίθηκαν ως αξιότεροι για προαγωγή τα 5 ενδιαφερόμενα μέρη από τους 8 που συστήθηκαν, δεν γίνεται κανένα σχόλιο γιατί επιλέγηκε το ενδιαφερόμενο μέρος Ερωτοκρίτου, που έχει συνολικά χαμηλότερη βαθμολογία από τους αιτητές, έστω και αν η διαφορά αυτή είναι μικρή. Σχετικά με αυτή τη πτυχή της υπόθεσης επισημαίνω πως για να ολοκληρωθούν οι συστάσεις ακολουθήθηκε η ενδελεχής διαδικασία, που προβλέπεται από τους Κανονισμούς, την οποία και συνόψισα πιο πάνω. Οι υποψήφιοι, που ήσαν 22 πυροσβέστες, πέρασαν από τη διαδικασία προτού φθάσουν στην τελική βαθμολόγησή τους από του Συμβούλιο Κρίσεως. Επιβαλλόταν επομένως, κατά τη γνώμη μου, μιας και η απόφαση του Αρχηγού της Αστυνομίας ήταν να επιλέξει μεταξύ των υποψηφίων για προαγωγή και κάποιο που είχε χαμηλότερη βαμολογία από άλλους, αυτή να αιτιολογηθεί στην ειδική περίπτωση. Διαφορετικά, το Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει την επίδικη απόφαση, εφόσο δεν γνωρίζει τι μέτρησε στην κρίση του Αρχηγού της Αστυνομίας για να καταλήξει στην απόφασή του. Την ίδια άποψη εκφράζει και ο συνάδελφος Κωνσταντινίδης στην Αλέκος Ευλογημένος κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (1999) 4 Α.Α.Δ. 732.
Το άλλο ζήτημα που με προβλημάτισε, είναι η εισήγηση του αιτητή στην προσφυγή 36/98 πως έχει πανεπιστημιακό δίπλωμα σε θέμα συναφές με τις εξουσίες και τα καθήκοντα της Δύναμης, που θα έπρεπε να θεωρηθεί ως επιπρόσθετο προσόν. Ο αιτητής έχει πράγματι πανεπιστημιακό δίπλωμα B.Sc και M.Sc. στη Πολιτική Μηχανική (Civil Engineering). Το πανεπιστημιακό τούτο προσόν αναφέρεται με χειρόγραφη σημείωση στο θέμα 4 «Μόρφωση» του εντύπου αξιολόγησης και βαθμολόγησης του Συμβουλίου Κρίσεως. Πριν από την σημείωση αυτή, και με στοιχεία γραφομηχανής καταγράφεται «απόφοιτος Τεχνικής Σχολής Λευκωσίας». Δεν γίνεται καμιά μνεία του πανεπιστημιακού αυτού προσόντος στο έντυπο της Επιτροπής Αξιολόγησης. Ομολογουμένως, δεν υπάρχει κανένα σχόλιο σε ολόκληρη τη διαδικασία των προαγωγών για το πανεπιστημιακό τούτο προσόν του αιτητή, το οποίο προφανώς δεν μέτρησε ως επιπρόσθετο κατά τον Καν.3(3), γιατί δεν θεωρήθηκε πως είναι σε θέμα συναφές με τις εξουσίες και τα καθήκοντα της Δύναμης.
Έχω τη γνώμη πως το θεματικό περιεχόμενο του προσόντος του αιτητή επέβαλλε αναφορά σε αυτό και σχολιασμό, ήτοι, κατά πόσο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιπρόσθετο προσόν. Αν ήταν π.χ. δίπλωμα στη λογοτεχνία ή μουσική, για να αναφερθώ σε ακραίες περιπτώσεις, φυσικά και δεν θα αναμενόταν κάτι τέτοιο. Αλλά, δίπλωμα στην πολιτική μηχανική για κάποιο που είναι στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, Τμήμα Πυροπροστασίας, δυνατό να κριθεί από το αρμόδιο όργανο, αφού ενδιατρίψει σ' αυτό το θέμα, πως είναι συναφές με τις εξουσίες και τα καθήκοντα της Δύναμης.
Η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών, πως ο Υπουργός λειτούργησε ως απλή σφραγίδα στην απόφαση του Αρχηγού δεν είναι ορθή. Όπως προβλέπουν οι Κανονισμοί οι προαγωγές γίνονται με την προηγούμενη έγκριση του Υπουργού. Θα απαιτείτο αιτιολόγηση της απόφασης του Υπουργού, αν αυτή δεν συνίσταστο σε έγκριση της εισήγησης του Αρχηγού της Αστυνομίας, για τους ίδιους λόγους που εξήγησα αναφορικά με την επιλογή του Αρχηγού, όταν δεν συνάδει με τη συνολική βαθμολογία των υποψηφίων που συστήνονται για προαγωγή.
Ενόψει των ανωτέρω, η προσφυγή 36/98 γίνεται αποδεκτή και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται σε ό,τι αφορά όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, με έξοδα. Η προσφυγή 192/98, που αφορά σε δύο ενδιαφερόμενα πρόσωπα, με υψηλότερη συνολικά βαθμολόγηση από τον αιτητή, απορρίπτεται με έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.