ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 186/98
Ενώπιον
: ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Άντρης Μ. Χαραλάμπους, από τη Λευκωσία
Αιτήτριας< /P>
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας
Κα θ΄ ης η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 6.12.1999Για την αιτήτρια: κα E. Νικολαΐδου.
Για την καθ΄ης η αίτηση: κ. Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λάμπρου-Χ»Ττοφή: κ. Γ. Σεραφείμ.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Χριστοφόρου: κα Αθανασιάδου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή η αιτήτρια ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 19.12.1997, και με την οποία διόρισε αναδρομικά από τις 3.1.1994 τους Τσιάρτα Άριστο, Χ»Ττοφή-Λάμπρου Ελένη και Χριστοφόρου Μαρία στη μόνιμη θέση Λειτουργού Γραφείου Επιτρόπου Διοικήσεως, αντί αυτής, είναι άκυρη.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ύστερα από επανεξέταση του θέματος και αφού προηγήθηκε η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Προσφυγές 931/95 και 1047/95 με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός των τεσσάρων (τότε) ενδιαφερομένων μερών στις ίδιες θέσεις για το λόγο ότι εσφαλμένα χρησιμοποιήθηκαν, κατά την πλήρωση των θέσεων, οι προσωπικές σημειώσεις του Προέδρου και των μελών της καθ΄ης η αίτηση για να συμπληρωθεί η αιτιολογία της κρίσης τους αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.
Η καθ΄ης η αίτηση, επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης των τεσσάρων επιδίκων θέσεων κατά τη συνεδρία της της 14.11.1997. Το σχετικό απόσπασμα των πρακτικών (παράρτημα 2 στην Ένσταση) έχει ως εξής:
«Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επανεξέτασε την πλήρωση των τεσσάρων μόνιμων (Τακτ. Προϋπ.) θέσεων Λειτουργού Γραφείου Επιτρόπου Διοικήσεως, Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως, που παραμένουν κενές ύστερα από την ακύρωση από το Ανώτατο Δικαστήριο, στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές με αρ. 931/95 και 1047/95, της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με ημερομηνία 19.9.95 σ΄ ό,τι αφορά τον από 3.1.94 αναδρομικό διορισμό των τεσσάρων πιο κάτω προσώπων στην εν λόγω θέση:
Η Επιτροπή επανεξέτασε το θέμα με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο λαμβάνοντας υπόψη τα πιο κάτω στοιχεία:
(α) Τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης που διεξήχθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και τα οποία δεν επηρεάζονται σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου.
(β) Τα προσόντα και την πείρα των υποψηφίων, τα στοιχεία που περιέχονται στις αιτήσεις τους, καθώς και το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι.
Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/ Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι στο σύνολό τους, όπως έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια. Όσον αφορά τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις που υποβλήθηκαν για το 1990, η Επιτροπή τις προσήγγισε με βάση τη γενική απόφαση που πήρε στη συνεδρία της με ημερομηνία 7.10.91 στο βαθμό που συνάδει με τα στοιχεία της παρούσας διαδικασίας.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα καθώς και την αρχαιότητα των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, σύμφωνα με τον ενώπιόν της κατάλογο αρχαιότητας. Περαιτέρω, έλαβε υπόψη την απόδοση στην εργασία των υποψηφίων που υπηρετούν ως έκτακτοι στο Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως κατά τη συνεδρία της με ημερομηνία 29.11.93 (θέμα 1.(5) των πρακτικών) σημειώνοντας ότι τα άτομα αυτά είχαν επιλεγεί ύστερα από δημοσίευση των θέσεων στον εγχώριο τύπο και με βάση το αποτέλεσμα γραπτών και προφορικών εξετάσεων που διεξήχθηκαν από το Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως.
Η Επιτροπή, με βάση τα πιο πάνω, επέλεξε τους πιο κάτω:
.........................
Η Επιτροπή, επιλέγοντας τους πιο πάνω, έλαβε υπόψη ότι μερικοί υποψήφιοι έλαβαν στη γραπτή εξέταση ψηλότερη βαθμολογία από τους επιλεγέντες. Επίσης, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι μια υποψήφια αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως εξαίρετη και μερικοί άλλοι ως πάρα πολύ καλοί στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε ότι ούτε η γραπτή εξέταση ούτε η προφορική εξέταση, από μόνες τους, δίνουν υπεροχή σε κάποιο υποψήφιο ώστε να αποτελέσουν το αποφασιστικό στοιχείο κρίσης. Η Επιτροπή, αφού συνεκτίμησε τα πιο πάνω στοιχεία μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία αξιολόγησης, όπως η ψηλή ακαδημαϊκή κατάρτιση, η παρεμφερής πείρα των υποψηφίων, όπως είναι η άσκηση της δικηγορίας, καθώς επίσης και η υπηρεσιακή επίδοση και οι εμπειρίες των υποψηφίων που υπηρέτησαν πάνω σε έκτακτη βάση στο Γραφείο του Επιτρόπου Διοικήσεως, έκρινε ότι οι επιλεγέντες είναι οι πιο κατάλληλοι για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της υπό πλήρωσης θέσης.»
Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η αιτήτρια υπερείχε έκδηλα των ενδιαφερομένων μερών.
Ειδικότερα, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι υπερείχε έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους Άριστου Τσιάρτα για τους ακόλουθους λόγους, όπως τους διατυπώνει η δικηγόρος της στη γραπτή της αγόρευση:
«(i)
διότι η Αιτήτρια βαθμολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως «πάρα πολύ καλή» ενώ το Ενδιαφερόμενον Μέρος ως «πολύ καλός»
Οι πιο πάνω λόγοι δεν ανάγονται, στο σύνολό τους, στο θέμα της έκδηλης υπεροχής. Εν πάση περιπτώσει, δεν αποδεικνύουν έκδηλη υπεροχή της αιτήτριας. Το ενδιαφερόμενο μέρος, αν και βαθμολογήθηκε ως «πολύ καλός» στην προφορική εξέταση, ενώ η αιτήτρια ως «πάρα πολύ καλή», εν τούτοις είχε ψηλότερη βαθμολογία από την αιτήτρια στη γραπτή εξέταση (βαθμολογήθηκε με 74% έναντι 71% της αιτήτριας). Επιπλέον, είχε μεταπτυχιακό τίτλο, κάτι που δεν είχε η αιτήτρια, προσόν το οποίο, αν και δεν ήταν απαιτούμενο, εν τούτοις, όπως εύλογα έκρινε η καθ΄ης η αίτηση εμπλούτιζε το μορφωτικό του υπόβαθρο και, σε συνδυασμό με τις εμπειρίες του από την Υπηρεσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόσθετε στην αξία του. Όσον αφορά τη θέση της αιτήριας ότι η καθ΄ης η αίτηση δεν διενήργησε δέουσα έρευνα για τη διακρίβωση του μεταπτυχιακού αυτού τίτλου, παρατηρώ ότι αυτή δεν ευσταθεί, εφόσον, ναι μεν δεν υπήρχε αντίγραφο του τίτλου αυτού στο σχετικό φάκελο, υπήρχε όμως επιστολή του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης που πιστοποιούσε τη χορήγηση του τίτλου. (Βλ. Ερ. 3 και 59 του Τεκμηρίου 2). Η αιτιολογία, τέλος, για την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους είναι, κατά την άποψή μου, απόλυτα επαρκής. Περιέχεται στο απόσπασμα από τα πρακτικά της καθ΄ης η αίτηση, που παρέθεσα πιο πάνω, από το οποίο προκύπτει, επίσης, ότι η δεκάχρονη πείρα της αιτήτριας στην άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος, δεν αγνοήθηκε, αλλά, αντίθετα, συνεκτιμήθηκε ως ένα από τα στοιχεία αξιολόγησης.
Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Λάμπρου-Χ»Ττοφή, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι υπερείχε έκδηλα για τους ακόλουθους λόγους, όπως και πάλι τους διατυπώνει η δικηγόρος της στη γραπτή της αγόρευση:
«(i)
διότι η Αιτήτρια διαθέτει 10 χρόνια άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ενώ το Ενδιαφερόμενο Μέρος διαθέτει μόνον 5 χρόνια.Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε βαθμολογία στη γραπτή εξέταση 76% έναντι 71% της αιτήτριας. Στην προφορική εξέταση βαθμολογήθηκε ως «πάρα πολύ καλή», όπως και η αιτήτρια. Η πείρα της στο δικηγορικό επάγγελμα, αν και μικρότερη της αιτήτριας, λήφθηκε υπόψη όπως και εκείνη της αιτήτριας. Επιπλέον, το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε πείρα στην άσκηση των καθηκόντων της θέσης ως έκτακτη υπάλληλος στο Γραφείο του Επιτρόπου Διοικήσεως. Δεν προκύπτει από πουθενά έκδηλη υπεροχή της αιτήτριας. Όσον αφορά τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι η καθ΄ης η αίτηση δεν διενήργησε τη δέουσα έρευνα για εξακρίβωση των προσόντων της Ελένης Λάμπρου-Χ»Ττοφή αναφορικά με την Αγγλική γλώσσα, παραπέμπω στο σχετικό Πίνακα της Συμβουλευτικής Επιτροπής (Τεκμήριο 2, Παράρτημα Α1 και Παράρτημα Γ στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση), όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Επίσης, η Επιτροπή συμφώνησε όπως οι υποψήφιοι οι οποίοι παρακάθησαν επιτυχώς σε παρόμοιες εξετάσεις αγγλικής γλώσσας, που έγιναν κατά τη διαδικασία πρόσληψης έκτακτων Λειτουργών στο Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως, ή κατά τη διαδικασία πρόσληψης σε άλλες θέσεις που τα Σχέδια Υπηρεσίας απαιτούσαν, επίσης, καλή γνώση της Αγγλικής, θεωρηθούν ότι έχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία καλής γνώσης της Αγγλικής και μη κληθούν να παρακαθήσουν εκ νέου σε παρόμοια εξέταση. Οι υποψήφιοι αυτοί φέρουν τους ακόλουθους αύξοντες αριθμούς: 148, 195, 221, 232,
Και σχετικά με την Ελένη Λάμπρου-Χ»Ττοφή:
«Ικανοποιεί τις απαιτήσεις του σχεδίου Υπηρεσίας για καλή γνώση της Αγγλικής. Στη γραπτή εξέταση που έγινε στις 23.5.1991έλαβε 66 βαθμούς.»
Οι θέσεις αυτές της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπως φαίνεται από το σχετικό πρακτικό (Τεκμήριο 1 στη γραπτή αγόρευση της καθ΄ης η αίτηση), υιοθετήθηκαν από την καθ΄ης η αίτηση και, επομένως, η εισήγηση ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή και/ή η καθ΄ης η αίτηση δεν διενήργησαν δέουσα έρευνα όσον αφορά την κατοχή καλής γνώσης της Αγγλικής από το ενδιαφερόμενο μέρος, δεν ευσταθεί.
Όσον αφορά, τέλος, το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Χριστοφόρου, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι υπερείχε έκδηλα για τους ακόλουθους λόγους, όπως πάντοτε τους διατυπώνει η δικηγόρος της στη γραπτή της αγόρευση:
«(i)
διότι παραγνωρίστηκε ότι η Αιτήτρια διαθέτει 10 χρόνια άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ενώ το Ενδιαφερόμενον Μέρος 6 χρόνια και 8 ½ μήνες.(ii)
διότι ενώ η βαθμολογία και των δύο ήταν 71 στην γραπτή εξέταση στα ελληνικά και ενώ η αξιολόγηση της Επιτροπής ήταν και για τις δύο «πάρα πολύ καλή» χωρίς ειδική αιτιολογία ή έστω κάποια αναφορά στη μεγαλύτερη πείρα της Αιτήτριας η ΕΔΥ αναιτιολόγητα επέλεξε και διόρισε το Ενδιαφερόμενον Μέρος αντί της Αιτητρίας.»Η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος είχαν την ίδια βαθμολογία στη γραπτή εξέταση (71%). Επίσης είχαν και οι δύο χαρακτηρισθεί ως πάρα πολύ καλές στην προφορική εξέταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Είναι φανερό από το σχετικό πρακτικό της καθ΄ης η αίτηση, το οποίο παρέθεσα πιο πάνω, ότι η μεγαλύτερη πείρα της αιτήτριας στο δικηγορικό επάγγελμα ζυγίστηκε έναντι της μικρότερης πείρας του ενδιαφερόμενου μέρους, αλλά υπό το φως της πείρας του ενδιαφερόμενου μέρους ως έκτακτης υπαλλήλου στο Γραφείο του Επιτρόπου Διοικήσεως και των σχετικών θετικών σχολίων του Επιτρόπου Διοικήσεως κατά τη συνεδρία της καθ΄ης η αίτηση της 29.11.1993, η πλάστιγγα έκλινε υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους.
Ενόψει των όσων έχω προαναφέρει, ευρίσκω ότι η επιλογή των τριών ενδιαφερομένων μερών αντί της αιτήτριας ήταν εύλογα επιτρεπτή για την καθ΄ης η αίτηση, η δε αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι οποιουδήποτε των ενδιαφερομένων μερών. Επίσης, και για τους λόγους που εξήγησα, οι εισηγήσεις της αιτήτριας για έλλειψη δέουσας έρευνας και για ανεπαρκή αιτιολογία της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών δεν ευσταθούν.
Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η καθ΄ης η αίτηση δεν χρησιμοποίησε ίσο μέτρο κρίσεως κατά την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών διότι λανθασμένα έλαβε υπόψη την πείρα τους ως δημοσίων υπαλλήλων, όπως και το περιεχόμενο των υπηρεσιακών τους εκθέσεων, ενώ παραγνώρισε την πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους στην άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος.
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων, η καθ΄ης η αίτηση είχε κάθε δικαίωμα να λάβει υπόψη την πείρα εκείνων από τους υποψηφίους που ήσαν δημόσιοι υπάλληλοι, όπως και το περιεχόμενο των υπηρεσιακών τους εκθέσεων. Περαιτέρω, η καθ΄ης η αίτηση δεν παραγνώρισε την πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους στην άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος. Η πείρα αυτή συνεκτιμήθηκε μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία αξιολόγησης.
Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η καθ΄ης η αίτηση πλανήθηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Μαρία Χριστοφόρου διορίστηκε ως έκτακτος υπάλληλος στο Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως ύστερα από δημοσίευση των θέσεων στον εγχώριο τύπο και με βάση τα αποτελέσματα γραπτών και προφορικών εξετάσεων που διεξήχθηκαν αφού, στην πραγματικότητα, ουδεμία δημοσίευση έγινε στον εγχώριο τύπο ούτε και προφορικές εξετάσεις, αλλά αναρτήθηκε απλή ανακοίνωση στον πίνακα του Δικαστηρίου και έγινε γραπτός διαγωνισμός στα Αγγλικά.
Ο ισχυρισμός αυτός παρέμεινε αναπόδεικτος, με αποτέλεσμα ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως να στερείται πραγματικού υπόβαθρου. Αλλά και αν ακόμη ο ισχυρισμός είχε αποδειχθεί δεν μπορούσε, κατά την άποψή μου, να θεωρηθεί ότι προκάλεσε ουσιώδη πλάνη της καθ΄ης η αίτηση. (Για τη διάκριση μεταξύ ουσιώδους και μη πλάνης ως λόγου ακυρώσεως βλέπε, μεταξύ άλλων, Παπαϊωάννου και άλλοι (αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 713, στις σελ
. 724-726).Η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει, ως εβαρύνετο, οποιονδήποτε από τους λόγους ακυρώσεως που πρόβαλε.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146(4)(α) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης
Δ.< /P>
/ΧΤΘ