ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 68/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Frakapor Co Ltd

Αιτητών

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Οικονομικών

2. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος

Καθ΄ ων η αίτηση

----------------------

14 Οκτωβρίου, 1999.

Για τους αιτητές: Α. Χατζησέργης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Λ. Χριστοδουλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Προσβάλλεται η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος με την οποία προσδιορίστηκαν οι υποχρεώσεις της αιτήτριας εταιρείας σε σχέση με το φόρο εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1990 και 1991· την έκτακτη εισφορά για τις τριμηνίες 4/90 και 4/91· και την έκακτη εισφορά για την άμυνα για όλα τα εξάμηνα των δύο αυτών φορολογικών ετών. Ως αποτέλεσμα εκδόθηκαν οι αντίστοιχες ειδοποιήσεις.

Οι ειδοποιήσεις για φόρο εισοδήματος έφεραν ως ημερομηνία την 26 Σεπτεμβρίου 1996· για έκτακτη εισφορά είχαν ως ημερομηνία ετοιμασίας την 24 Ιουνίου 1996 και ως ημερομηνία έκδοσης την 19 Ιουλίου 1996· ενώ για έκτακτη εισφορά για την άμυνα η ημερομηνία ήταν η 10 Σεπτεμβρίου 1996. Οι ειδοποιήσεις στάληκαν στην αιτήτρια σε ημερομηνία που ο ΄Εφορος τώρα δεν γνωρίζει γιατί δεν έγινε περί αυτής καμιά σημείωση. Ωστόσο, έναντι αυτού τoυ κενού στο διοικητικό φάκελο, υπάρχει ο αναντίκρουστος ισχυρισμός της αιτήτριας ότι οι ειδοποιήσεις λήφθηκαν κατά τον Οκτώβριο του 1996.

Με επιστολή των ελεγκτών της, ημερ. 28 Νοεμβρίου 1996, η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση με την οποία εξειδικευόταν η θέση ότι οι ειδοποιήσεις "είναι άκυρες γιατί ...... δεν φέρουν την υπογραφή, την έντυπη ή την διά χειρός, του διευθυντή ή άλλου εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου, όπως προνοείται από το άρθρο 46 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1978-1991". Η ένσταση φέρει τη σφραγίδα του Εφόρου με την οποία βεβαιώνεται η λήψη στις 28 Νοεμβρίου 1996. Και όμως, παρόλον που ο ΄Εφορος δεν αμφισβήτησε τη σφραγίδα, προέβαλε πως ποτέ δεν λήφθηκε η ένσταση. Χωρίς να παράσχει οποιαδήποτε εξήγηση σχετικά.

Η αιτήτρια, μετά που αντιλήφθηκε τη θέση του Εφόρου, η οποία σήμαινε βέβαια ότι ο ΄Εφορος δεν επρόκειτο να εξετάσει την ένσταση, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή. Η Δημοκρατία προέταξε τρεις προκαταρκτικές ενστάσεις: (α) ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος διότι είχε αποδεχθεί ανεπιφύλακτα την προσβαλλόμενη απόφαση· (β) ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος διότι η ακύρωση δεν θα την ωφελήσει αφού ο ΄Εφορος θα επαναλάβει τη διαδικασία με την "τυπική προσθήκη" αυτή τη φορά της υπογραφής του ή του εξουσιοδοτημένου προσώπου· και (γ) ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.

Είναι αξιοσημείωτο ότι παρά τη θέση του Εφόρου για τη μη υποβολή ένστασης από την αιτήτρια, δεν διατυπώθηκε από τη Δημοκρατία, σχετικά με αυτή την πτυχή, οποιαδήποτε αντίρρηση. Ενώ προκύπτει, από ό,τι διαλαμβάνεται στο άρθρο 21(1) του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1978 (όπως τροποποιήθηκε), πως η υποβολή ένστασης βάσει του άρθρου 20 αποτελεί προϋπόθεση για την προσβολή φορολογίας με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Το επιβεβαιώνει και η νομολογία: βλ. Petrolina Ltd v. The Municipal Committee of Famagusta (1971) 3 C.L.R. 420· Pitsiakkos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1700· και Pandelidou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 687 που είναι οι πιο παλαιές επί του ζητήματος αποφάσεις.

Εκπρόθεσμη η προσφυγή δεν είναι. Διότι ο χρόνος άρχιζε από την οριστική απάντηση του Εφόρου επί της ένστασης της αιτήτριας. Ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της απάντησης. Κι αυτό έγινε με την επιστολή του Εφόρου ημερ. 11 Ιανουαρίου 1999 με την οποία τέθηκε οριστικά τέρμα στο ζήτημα. Η προσφυγή καταχωρίστηκε την 21 Ιανουαρίου 1999. ΄Ηταν λοιπόν εμπρόθεσμη.

Η θέση της Δημοκρατίας ότι η αιτήτρια στερείται εννόμου συμφέροντος επειδή, κατά τον διατυπωθέντα συλλογισμό, αν η παράνομη πράξη ακυρωθεί η νόμιμη που εν συνεχεία θα εκδοθεί θα είναι του ίδιου στην ουσία περιεχομένου είναι, κατά την άποψή μου, εντελώς απαράδεκτη και δεν θεωρώ ότι χρειάζεται να επεκταθώ. Η άλλη θέση της Δημοκρατίας, σχετικά με το έννομο συμφέρον, με βάση την οποία η αιτήτρια φέρεται να είχε αποδεχθεί την απόφαση, καθόλου δεν υποστηρίζεται από ό,τι η ίδια η Δημοκρατία επικαλέστηκε. Επρόκειτο για επιστολή της αιτήτριας ημερ. 20 Ιουνίου 1996 που αφορούσε, όπως ρητά εκεί εκτίθετο, συμβιβαστική πρόταση για "τα χρόνια 1992-1994". Η θέση της Δημοκρατίας είχε ως αφορμή το ότι ένας από τους όρους της διευθέτησης διαλάμβανε ότι στο ύψος των εισοδημάτων για εκείνα τα έτη θα λαμβάνονταν υπόψη κάποιες εισφορές που είχαν γίνει κατά το 1991 και 1992. Εκείνο όμως προδήλως δεν προοριζόταν να επεκτείνει και δεν επεξέτεινε τη διευθέτηση πέραν των φορολογικών ετών 1992-1994 στα οποία αναφερόταν.

Οι σταλείσες ειδοποιήσεις δεν ήταν έγκυρες αφού δεν έφεραν την απαιτούμενη υπογραφή. Προβλέπεται στο άρθρο 46 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1978 (όπως τροποποιήθηκε) ότι τέτοια ειδοποίηση είναι έγκυρη "... εάν φέρηται ως δοθείσα υπό του Διεθυντού ή ετέρου εξουσιοδοτημένου αξιωματούχου και εάν φέρη την υπογραφήν, έντυπον ή διά χειρός, του Διευθυντού ή του ετέρου τούτου αξιωματούχου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η ειδοποίησις δεν εδόθη υπό του Διευθυντού ή του ετέρου τούτου αξιωματούχου: ......."

Σε αριθμό προσφυγών άλλων αιτητών, η Δημοκρατία είχε δηλώσει πως συμφωνούσε στην ακύρωση των πράξεων ένεκα της μη συμμόρφωσης με το άρθρο 46 του Νόμου. Δεν είχε προβάλει εκεί, όπως έπραξε εδώ, ότι η ακύρωση θα απέβαινε κατ΄ αρχήν ανώφελη. Ενώπιόν μου η συνήγορος της Δημοκρατίας επέμενε στη διαφορετική αντίκρυση της παρούσας υπόθεσης επειδή, όπως ανέφερε, κατά την άποψή της η αιτήτρια είχε αποδεχθεί την απόφαση του Εφόρου. ΄Οπως όμως υπέδειξα, δεν υπήρξε αποδοχή. Εν τέλει, κατόπιν σύντομης αναβολής της υπόθεσης, δηλώθηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα ο οποίος, ανταποκρινόμενος σε παράκληση του Δικαστηρίου επιλήφθηκε προσωπικά του ζητήματος, ότι η Δημοκρατία δεν αντιτασσόταν πια στην ακύρωση. Και ορθά βέβαια.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του ΄Αρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

Γ. Κ. Νικολάου,

Δ.

/Χ.Θ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο