ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
IOANNIDOU ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 410
Κυπριακή Δημοκρατία, Ροζάννα-Αμφιτρίτη Κούτσιου (1999) 4 ΑΑΔ 693
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 569/98
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ
:Λουκά Αθανασίου
Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση _____________
29 Οκτωβρίου, 1999
Για τον αιτητή : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση : κ. Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα
της Δημοκρατίας.
_____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή") που του γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 5.5.1998, με την οποία μετατέθηκε από την Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, στη Λευκωσία, από 18.5.1998.
Στις 6.4.1998 το Υπουργείο Οικονομικών με επιστολή προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής υπέβαλε πρόταση για μετάθεση του αιτητή στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Η επιστολή υπογράφεται από κάποιο Μ. Παρέλλη, για Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο πρώτος λόγος που εγείρει ο αιτητής για ακύρωση της μετάθεσής του είναι η έλλειψη αρμοδιότητας. Η πρόταση για μετάθεση διαβιβάστηκε προς την Επιτροπή με επιστολή που φέρει υπογραφή "για Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών". Σ΄ αυτήν ο συντάκτης της αναφέρει ότι έχει οδηγίες να υποβάλει πρόταση για μετάθεση. Είναι η θέση του αιτητή ότι η πρόταση δεν μπορεί να γίνει από υπάλληλο για το Γενικό Διευθυντή, χωρίς εντολή του Υπουργού ή τουλάχιστον του Γενικού Διευθυντή.
Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης ο αιτητής αναφέρθηκε στην υπόθεση Σιημητρά ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 491/98, ημερ. 12.1.1999, της οποίας τα γεγονότα είναι παρόμοια με την παρούσα υπόθεση. Εκεί το Δικαστήριο κατέληξε ότι ο λειτουργός που υπέγραψε τη σχετική πρόταση μετάθεσης προς την Επιτροπή είχε ενεργήσει χωρίς εξουσία ή αρμοδιότητα και συνεπώς, αφού η αναρμοδιότητα της αρχής που εκδίδει την προσβαλλόμενη πράξη αποτελεί λόγο ακύρωσης
, έκρινε ότι και η προσβαλλόμενη απόφαση θα έπρεπε να ακυρωθεί λόγω αναρμοδιότητας.Υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη (Κούτσιου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 458/98, ημερ. 16.6.1999), στην οποία δεν έγινε αναφορά. Με όλο το σεβασμό, συμφωνώ απόλυτα με την τελευταία.
Σύμφωνα με το άρθρο 48(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90, μετάθεση δημόσιου υπαλλήλου γίνεται από την Επιτροπή ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής δεόντως αιτιολογημένης. Αρμόδια αρχή στην παρούσα περίπτωση είναι ο Υπουργός ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 2(στ) ενεργεί συνήθως μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου του.
Στην παρούσα υπόθεση είναι αλήθεια ότι δεν παρουσιάστηκε σχετική απόφαση ή εντολή του αρμόδιου Υπουργού. ΄Ομως το πρόσωπο που υπέγραψε την πρόταση, ο κ. Παρέλλης, φαίνεται ότι την απέστειλε κατόπιν εντολών και όχι αυτόβουλα. Αυτό είναι φανερό από τη διατύπωση που χρησιμοποιεί "έχω οδηγίες να υποβάλω πρόταση για μετάθεση", σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η επιστολή υπογράφεται από αυτόν "για Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών
".Έκδηλα η συγκεκριμένη επιστολή αποτελεί εξωτερίκευση της βούλησης της αρμόδιας αρχής και συνιστά ουσιαστικά υλοποίηση της απόφασής της. Σε τέτοιες περιπτώσεις λειτουργεί το τεκμήριο της κανονικότητας (Κούτσιου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω). Η επιστολή εκφράζει τη βούληση της αρμόδιας αρχής και η πράξη θεωρείται νόμιμη, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου.
Είναι φυσικό, ούτε εξ άλλου και αναμένεται, ότι ο Υπουργός ή ακόμα και ο Γενικός Διευθυντής, θα απασχολούνται με διαδικαστικές λεπτομέρειες, όπως είναι η σύνταξη της πρότασης προς την Επιτροπή. Αρκεί το γεγονός ότι η επιστολή υπογράφηκε για το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου, ύστερα από σχετικές εντολές.
Για τους πιο πάνω λόγους δεν μπορώ να συμφωνήσω με τις θέσεις που προβάλλονται στην υπόθεση Σιημητρά, ανωτέρω. Θεωρώ ότι η πρόταση προς μετάθεση του αιτητή έγινε από την αρμόδια αρχή, δηλαδή τον Υπουργό, μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου. Η απλή υπογραφή της πρότασης από άλλο λειτουργό, δεν δικαιολογεί την ακύρωση της πράξης.
Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας. Ούτε οι ισχυρισμοί αυτοί είναι βάσιμοι. Στην Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού υπηρετούσαν έξι Διοικητικοί Λειτουργοί Α΄, ενώ οι ανάγκες ήταν μόνο για τέσσερις. ΄Ετσι, η μετάθεση δύο από αυτών ήταν επιτακτική.
Με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η αρμόδια αρχή, θεώρησε ότι το συμφέρον της υπηρεσίας θα εξυπηρετείτο καλύτερα με την παραμονή των τριών παλαιοτέρων Διοικητικών Λειτουργών Α΄. Κρίθηκε επίσης ότι θα έπρεπε να παραμείνει και ο Νίκος Αντωνιάδης, του οποίου οι περιστάσεις και αιτιολογία για μη μετάθεση είχαν κριθεί ως πιο σοβαρές.
Από το φάκελο της υπόθεσης φαίνεται ότι η Επιτροπή έλαβε υπ΄ όψιν όλες τις παραμέτρους του προβλήματος. Για παράδειγμα σημειώνεται ότι ο αιτητής ήταν ο μόνος από τους υποψήφιους προς μετάθεση που δεν είχε υπηρετήσει σε άλλη επαρχία. Επίσης εξετάστηκαν και ζυγίστηκαν όλα τα στοιχεία που ο ίδιος έθεσε ενώπιον της Επιστροπής, όπως το πρόβλημα υγείας, η ιδιότητα του πρόσφυγα, το γεγονός ότι είχε ιδιόκτητη οικία στη Λεμεσό και το γεγονός ότι η σύζυγός του εργαζόταν στη Λεμεσό.
Κρίθηκε από την Επιτροπή ότι οι λόγοι αυτοί δεν συνιστούσαν ανυπέρβλητο κώλυμα στη μετάθεσή του και δεν μπορούσαν να υπερισχύσουν των αναγκών της υπηρεσίας. Ο αιτητής που είχε υποβληθεί πρόσφατα σε χειρουργική επέμβαση οσχεοβουβωνοκήλης προβάλλει τον ισχυρισμό ότι έπρεπε να αποφεύγει σωματική κόπωση, οδήγηση και ταξίδια για περίοδο τριών μηνών από τις 8.4.1998. Είχε υποβληθεί στην χειρουργική αυτή επέμβαση στις 14
.11.1997 και απουσίαζε με άδεια ασθενείας μέχρι τις 19.12.1997, οπότε επανήλθε στα καθήκοντά του ως βοηθός Επαρχιακός Επόπτης του διαμερίσματος Πέρα-Πεδίου, κατά την ενάσκηση των οποίων είναι υποχρεωμένος να ταξιδεύει στις διάφορες κοινότητες του διαμερίσματος.Προβλήθηκε ισχυρισμός ότι ήταν απαραίτητη ιατρική έκθεση. Δεν συμφωνώ. Η Επιτροπή εξέτασε τα ενώπιόν της στοιχεία μεταξύ των οποίων και αυτά που παρουσίασε ο αιτητής. Δεν βλέπω την ανάγκη για περαιτέρω έρευνα στο σημείο αυτό. Ο αιτητής κρίθηκε σύμφωνα με τους θεράποντες ιατρούς του ικανός να ασκεί από τις 20.12.1997 πλήρως τα καθήκοντά του, κατά την ενάσκηση των οποίων ήταν υποχρεωμένος να ταξιδεύει.
Σημειώνω ότι ζητήθηκαν επίσης και λήφθηκαν υπ΄ όψιν οι απόψεις και των υποψηφίων προς μετάθεση λειτουργών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατηρήσω ότι είναι εσφαλμένος ο ισχυρισμός ότι απόψεις είχαν ζητηθεί μόνο από τους τρεις νεοπροαχθέντες διοικητικούς λειτουργούς. Στο φάκελο φαίνεται ότι λήφθηκαν υπ΄ όψιν και οι παραστάσεις των άλλων τριών, τις οποίες
όμως είχαν υποβάλει παλαιότερα. Περαιτέρω, οφείλω να ομολογήσω ότι δεν αντιλαμβάνομαι γιατί θα έπρεπε να ληφθεί υπ΄ όψιν η εκκρεμούσα προσφυγή εις βάρος της προαγωγής του αιτητή.Είναι αλήθεια ότι σύμφωνα με το άρθρο 48 (2) του Ν. 1/90 η αιτιολόγηση της απόφασης της Επιτροπής συνιστά ουσιώδη τύπο και συνεπώς είναι απαραίτητη. ΄Ομως στην παρούσα περίπτωση η αιτιολογία κρίνεται όχι μόνο επαρκής, αλλά και πλήρης. Η αιτιολογία αυτή παρουσιάζεται, στην απόφαση της Επιτροπής, αλλά και προκύπτει και από το φάκελο της υπόθεσης.
Επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής, εξετάζει μόνο τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του οργάνου ελέγχεται μόνο αν βρίσκεται εκτός των ακραίων της ορίων.
Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπ΄ όψιν την προσφυγική ιδιότητα του αιτητή. Ούτε ο λόγος αυτός ευσταθεί. Είναι φανερό ότι και αυτή η παράμετρος ελήφθη υπ΄ όψιν, όμως δεν κρίθηκε, εν όψει όλων των στοιχείων, ικανοποιητικός λόγος. Εξ άλλου, με την πάροδο του χρόνου ο παράγοντας αυτός ίσως να μην έχει τη σημασία που είχε κατά το χρόνο της έκδοσης της απόφασης στην υπόθεση
Ioannidou v. The Educational Service Commission (1983) 3 C.L.R. 410, την οποία επικαλέστηκε ο δικηγόρος του εφεσείοντα.Ο λόγος της μετάθεσης, όπως παρουσιάζεται καθαρά τόσο στην απόφαση, όσο και στην πρόταση προς μετάθεση, είναι η ύπαρξη υπεράριθμων λειτουργών στη Λεμεσό και η συνακόλουθη ανάγκη μετακίνησής τους. Το θέμα ενίσχυσης του Υπουργείου Παιδείας με έμπειρο προσωπικό είναι εντελώς παρεμπίπτον λόγος. Επίσης δεν θεωρώ αντίφαση ότι από τη μια αναφέρεται ότι υπάρχει η πρόθεση ενίσχυσης του Υπουργείου Παιδείας με έμπειρο προσωπικό και από την άλλη μετατίθεται σ΄ αυτό ο αιτητής, ο νεότερος των κατεχόντων την ίδια θέση από τους υποψήφιους προς μετάθεση. Η αναφορά στην ενίσχυση του Υπουργείου γίνεται σε σχέση με τις ανάγκες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού και δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα έπρεπε να αποσταλεί στη συγκεκριμένη θέση ο εμπειρότερος
των έξι υποψήφιων.Οι οικογενειακές συνθήκες για τις οποίες έγινε λόγος από τον αιτητή φαίνεται ότι επίσης εξετάστηκαν και λήφθηκαν υπ΄ όψιν. Επαναλαμβάνω ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαθιστά με την απόφασή του την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής. Τα ίδια ισχύουν και για την ταλαιπωρία που κατά τον ισχυρισμό του ο αιτητής θα υποστεί κατά την μετάθεση και η οποία θα έπρεπε να ληφθεί υπ΄όψιν.
Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι δεν αναφέρεται ποιό συμφέρον της υπηρεσίας εξυπηρετείται. Ούτε αυτή η θέση είναι ορθή. Στην πρόταση προς μετάθεση, όπως και στην ίδια την απόφαση, φαίνεται ότι το συμφέρον της υπηρεσίας εξυπηρετείται με τη μετάθεση των υπεράριθμων λειτουργών από τη Λεμεσό.
Προβάλλεται επίσης ο ισχυρισμός ότι παραβιάστηκε η αρχή της ισότητας, ότι έχει εμφιλοχωρήσει κατάχρηση εξουσίας, πλάνη περί τα πράγματα και παραβίαση των αρχών μετάθεσης. Κανένας από τους πιο πάνω ισχυρισμούς δεν ευσταθεί. Οι λόγοι έχουν ουσιαστικά απαντηθεί πιο πάνω. Καμιά από τις αρχές που διέπουν τις μεταθέσεις δεν
έχει παραβιαστεί, αφού οι ανάγκες της υπηρεσίας συγκεκριμενοποιούνται. Η απόφαση είναι αιτιολογημένη, ενώ εντελώς αβάσιμους βρίσκω τους ισχυρισμούς για παραβίαση της αρχής της ισότητας και της κατάχρησης εξουσίας. Εξ ίσου ανυπόστατος είναι και ο ισχυρισμός για την εμφιλοχώρηση πλάνης περί τα πράγματα.΄Εγινε αναφορά στην υπόθεση Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 468/97, ημερ. 14.5.1998. Η παρούσα υπόθεση είναι εντελώς διαφορετική. Στην περίπτωση εκείνη δεν υπήρχε η παραμικρή αιτιολόγηση για τη μετάθεση του αιτητή και αυτή ακριβώς η παράλειψη στερούσε το Δικαστήριο τη δυνατότητα άσκησης ελέγχου.
Καταλήγω ότι η Επιτροπή εξέτασε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και με αιτιολογημένη απόφαση κατέληξε στη μετάθεση του αιτητή. Δεν βρίσκω οτιδήποτε το μεπτό στην προσβαλλόμενη απόφαση και συνεπώς η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £300.
Φρ. Νικολαΐδης
Δ.
/ΜΔ